Στέλλα Σουραφή - Ποιήματα

Αποστόλης Ζυμβραγάκης
0











Η Σουραφή Στυλιανή είναι φιλόλογος και ασχολείται με την ποιητική συγγραφή.

Ποιήματά της έχουν αποσπάσει βραβεία, επαίνους και διακρίσεις (Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών - Δελφικοί αγώνες 2016 και 2018, Αμφικτυονία Ελληνισμού 2017 και 2018).

• Έχει λάβει μέρος στο Καλλιτεχνικό Ημερολόγιο του 2018, Το Βιβλίο, με το ποίημα «Αύγουστος».

• Έχει συμμετάσχει σε συλλεκτικές ποιητικές εκδόσεις: «Συνομιλώντας με τον Κ. Π. Καβάφη, τον Ν. Καζαντζάκη, τον Τάσο Λειβαδίτη, τον Άρθουρ Ρεμπώ» και την Κατερίνα Γώγου» και στην ανθολογία «Του ερώτα το κόκκινο» (2018-2021). Επίσης, στο «Ανθολόγιο ποίησης» του Καλλιτεχνικού Σωματείου «Έλευσις και Υδράνη» (2019), την Ηλεκτρονική Ανθολογία «Eretikoi poiites are the new black…» (2020, «Eretikos.gr»), στην επίτιμη Ανθολογία «Φιλολογική Πρωτοχρονιά» (τεύχος 69, 2020). Τελευταία συλλογική συμμετοχή της στην ανθολογία «Συνομιλώντας με τον Ναζίμ Χικμέτ» των εκδόσεων «Δρόμων» (2021) και στην Λογοτεχνική – Εικαστική έκδοση «Τεχνών Συναπαντήματα» των εκδόσεων «Όστρια» (2021).

• Έκδοση πρώτης ποιητικής συλλογής (συνεργασία με Θεοφάνη Παναγιωτόπουλο) με τίτλο «Η εκπλήρωση του ανεκπλήρωτου» (Άνεμος Εκδοτική, Μάιος 2018).

• Διακριθέντα ποιήματά της έχουν μεταφραστεί για το ηλεκτρονικό Ισπανικό περιοδικό «La Galla Ciencia», καθώς και αποσπάσματα από την ποιητική συλλογή «Η εκπλήρωση του ανεκπλήρωτου» έχουν μεταφραστεί και δημοσιευθεί στο Ισπανικό περιοδικό κριτικής λογοτεχνίας «Cratéra» υπό την μεταφραστική επιμέλεια της Νατάσας Λάμπρου.

Ποιήματα:

Ερωτοδιψείς...

Κι έπιναν όλη μέρα κι όλη νύχτα.

Ο καθείς απ' το ποτήρι του,

μα στην ουσία

ο ένας ήταν "ποτήρι" του άλλου.

Ο Έρωτας τούς έβρεχε τα χείλη

όμοιος με κύμα,

που κοινωνεί το στόμα της θαλάσσης,

μια - μια τις φλέβες πύρωνε.

Κι η ζάλη του μυαλού

σε έκσταση φρενήρη

ωθούσε έξι αισθήσεις.

Και έπιναν αστείρευτα....

με μια δίψα ατελεύτητη!

Κόκκινη, κατακόκκινη κι υφάλμυρη ....

Η γεύση σ' ατέρμονο ταξίδι ανταλλαγής

πρωτόγνωρων υγρών εμπειριών.

Κι έπιναν όλη μέρα κι όλη νύχτα.

Ανεξάντλητα ....Ανεξάντλητοι

και Ερωτοδιψείς!

 

Πρώτο φιλί...

 

Πρωτόγνωρο και διαμπερές μου αίσθημα

τη φτερωτή του στήθους μου

πόσες φορές φυσάς;

Γυρίζει σαν τρελή στο άγνωστο

με μουδιασμένα πόδια

και σώμα βάρους στο μηδέν....

Είναι η αίσθηση σχεδόν ανέγγιχτη,

βελούδινη....

κι έχει μια γεύση απ' άγριο μέλι...

Αξιοζήλευτη επιστήμη η "Χημεία"!

Αδιαπραγμάτευτη εμπειρία

εκείνη η γνωριμία των χειλιών σου...

 

 

 

 

 

Μασκο-βόρο Μέλλον

 

Αυτά τα "σύνορα"

ανάμεσα στους άλλους και σε μας

είναι μια στερεότυπη "φραγή"

εισερχομένων θλίψεων

ή μια εξερχόμενη ροπή

προ(κλήσεων)

για έναν ανοιχτό λογαριασμό

που μένει πάντα

ακάλυπτη καιρών "επιταγή" ;

 

«Ιχώρ»

 

Φλέψ Αιμοφόρε,
Το ρόδον της καρδιάς μου
Ιχώρ και Έαρ…

τον Ίμερο ποτίζει

Και Κύπριδα με χρίζει!

 

«Έρωτας ροδόχρους…»

 

Εκείνα τα αιματοβαμμένα ρόδα του Ερώτα

τι μου τα χάρισες;

Μια διαίρεση ατελής. . .

Το άρωμα στο χρώμα δεν ταιριάζει.

Βαραίνουν τα αγκάθια τους,

δεν τα αντέχει η αγκαλιά.

Τρυπούν τα δάχτυλα, μουδιάζει η αφή,

ξεχνά την αίσθηση στο δέρμα.

Ερέβους ένδυμα φοράει ο δυϊσμός.

Κι οι τόσες αντιθέσεις του φωτός

Σβήνουν κι αυτές σιγά - σιγά . . .

Εξαργυρώνονται με λήθη οι στιγμές.

Εκείνα του Ερώτα τα "ρόδα"

με πόση αμετροέπεια προδόθηκαν.

 

 

 

 

 

«Η ετυμολόγηση του ανομολόγητου»

Απόψε ετυμολόγησα με λέξεις τη ζωή μου!

Άρχισα απ’ το «σκέπτομαι κι έμαθα πως «υπάρχω»…

Σκληρή διαπίστωση απλά να υπάρχεις.

Έπειτα, ανατομία έκανα στην εμπειρία

μα είδα μετά λύπης μου πως ήταν άπειρη,

στης απεραντοσύνης της το άσυλο αφημένη.

Προχώρησα σε ενδοσκόπηση.

Κι εκεί που ιχνηλατούσα … να σου το βίωμα!

Ερεύνησα τις ρίζες του, την απαρχή του…

Περπάτησα ακόμα και τ’ απόκρυφα λαγούμια του!

Άκρη δε βρήκα. Βίος αβίωτος,

γεμάτος από δούναι. Έλλειπε το λαβείν.

Από τη μια τα «πρέπει» του εγκλωβισμού.

Από την άλλη η «εθελούσια επανάσταση».

Πώς να συγκρατηθεί η ψυχή, ακέραια να μείνει;

Πώς να ισορροπήσει αλώβητη σε «γη και ουρανό»;

Προσέγγισα «συν» την «ουσία» βήμα – βήμα.

Σ’ εκείνη τη συνεύρεση την αμοιβαία

– όπως προκύπτει αβίαστα στην πιο καλή εκδοχή της –

προσέκρουσα!

Σκόνταψα πάνω στον απαγορευμένο της καρπό.

Δύστοκο το συμπέρασμα, αβυσσαλέο!

Η ετυμολογία τελικά μια ψυχοφθόρα τάση.

Την επιβάλλει η αδηφάγος περιέργεια

που ’χει συνέταιρο το όνειρο και ψάχνει ουτοπίες.

 

Απόψε αποπειράθηκα να δω το αναπάντητο κατάματα.

Κι αυτό που εισέπραξα…

η "ετυμολόγησή μου"!

 

 

 

 

 

 

«Δοκιμασία εν συνειδήσει»

 

Δύσκολη η ισορροπία στο τεντωμένο σχοινί της συνείδησης.

Κάθε φορά που επαναφέρει τα φαντάσματά της

προτρέπει στην πιο επικίνδυνη αιώρηση.

Μοιάζει μ’ αιφνίδια πτώση σε κενό αέρος,

όταν βουλιάζει ο ενεστώτας σε αχρονίας χρόνο.

Με ιμάντες συγκρατείται το αυτεξούσιο,

μην τύχει και γλιστρήσει και πέσει σε αδράνεια.

Στ’ αριστερά επιδένεται η πληγή μ’ αναβολές,

μην κάνει κι αφορμίσει από λάθος,

μη δώσει μια παράταση ακόμα

και αιμόφυρτη το μέλλον ατενίσει.

Η απουσία μαίνεται ακάματη.

Πίνει σταγόνα-σταγόνα τον ωκεανό της άρνησης.

Τάλαινα μορφή – απείκασμα στης νύχτας το αξημέρωτο.

Δύσκολη η ισορροπία της συνείδησης,

όταν το μέσα της αναμετράται μ’ ερωτήματα:

 

-«Πόσο απέχει ένα βράδυ απελπισμένο και κενόδοξο

από ένα ολόφωτο ξημέρωμα γεμάτο προσμονή;

 

-Πόσο κρατά η βιωμένη μοναδικότητα της στιγμής

από την καθηλωτική πολλαπλότητα της συνήθειας;

 

-Πόσο αντέχει το μαζί σου ανασαίνω την ύπαρξη

από το χώρια σου μοιράζομαι συσσίτιο των άψυχων ερώτων;»

 

Η απάντηση μία κι απλή.

Μα δύσκολη παραδοχή!

Η απόσταση μια ομολογία τεσσάρων μόνο χαρακτήρων:

 

Θ Ε Λ Ω!

 

Αρκεί να θέλουμε πραγματικά…

 

 

Αποφθέγματα

 

1.           Αν η ψυχή νοσεί σε "λεκτικά συμπλέγματα"

σκέψου με πόση δύναμη

την νοσηλεύουν τα ίδια τα παιδιά

της Ποίησης!

 

2.          Τα πουλιά βιώνουν

την Ευδαιμονία των φτερών.

Οι ρίζες τους κρατούν

από το Εύψυχον γένος της Ελευθερίας.

Ώρα να κοιτάξουμε αυτή τη λεπτομέρεια μέσα μας.

 

3.          Όταν ο δείκτες ερωτεύτηκαν τις ώρες,

δραπέτευσαν.

Σταμάτησαν το χρόνο,

αίροντας την αιωνιότητα!

 

 

 «ΣΑΛΩΜΗ»

 

Ζωή απ’ τη μια ζωή απ’ την άλλη

κι ανάμεσα τους η Σαλώμη.

Με το ’να χέρι της κρατά κορμί

με τ' άλλο την ουσία.

Ποια να επιλέξει; Τη φθορά ή την αθανασία;

 

Δύο παράλληλες ευθείες.

Σημείο συνάντησης κανένα!

Ανάμεσα στο αφενός και αφετέρου

τον γρίφο ποιος θα λύσει να δώσει λύση;

Χωρίς απόφαση ένα χορό ακόμα θα χορέψει

και ο λαχνός της μοίρας ποιανού κεφάλι θα διαλέξει;

 

Λάγνα λικνίζεται η Σαλώμη,

σπείρει θανατηφόρα πάθη!

Με ποια ζωή θα ταξιδέψει;

Με ποια ζωή δεν θα υπάρξει(;)

Ποτέ κανείς δεν θα το ψάξει…

 

 

 

«Έγχορδη Μνήμη…»

 

Πάνω στο πιάνο τις νότες πιάνω,

τις μουσικές χορδές σου αγγίζω

κι η σύνθεση που μου προκύπτει

σε κάτι οικείο με γυρίζει.


Κλείνω τα μάτια για να ακούσω

τον ψίθυρο απ’ τη φωνή σου.

Ήχος μπαλάντας ξεχασμένος,

οίστρος στα ώτα μου πλεγμένος.

 

Κρατάω ρυθμό νότα τη νότα…

όμοια αρρυθμία των σφυγμών μου

κι η μελωδία Σειρήνας κόρη

μια νουνεχής ρότα και πλώρη.

 

Και πριν εκπνεύσει όλη η μαγεία

και της γαλήνης τ’ όνειρο χάσω

νιώθω στα δάχτυλα ’κείνο το χάδι

μνήμης απαύγασμα… φαιό σκοτάδι

 

 

 Περισσότερα αφιερώματα σε νέους λογοτέχνες εδώ.


Δημοσίευση σχολίου

0Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου (0)