Σχήματα λόγου
Οι λογοτέχνες επιδιώκουν πολλές φορές να χρησιμοποιούν διάφορα σχήματα λόγου για αισθητικούς ή ψυχολογικούς σκοπούς.
Τα σχήματα λόγου διαιρούνται σε 4 κατηγορίες.
Α. Σχήματα με τη γραμματική συμφωνία των λέξεων.
1) Σχήμα κατά το νοούμενο. Σ` αυτό η συμφωνία των όρων της πρότασης δεν ακολουθεί το γραμματικό τύπο των λέξεων αλλά το νόημά τους, π.χ. “ο κόσμος φκιάνουν εκκλησιές”¨ (=οι άνθρωποι..)
2) Σχήμα σύμφυρσης. Είναι η ανάμειξη δύο διαφορετικών συντάξεων, π.χ. “σκλάβος ραγιάδων έπεσες” (=σκλάβος ραγιάδων έγινες -στα χέρια ραγιάδων έπεσες). Ή «Ο Απρίλης με τον Έρωτα χορεύουν και γελούνε.»
3) Σχήμα ανακόλουθο. Σ` αυτό οι λέξεις που ακολουθούν δε βρίσκονται σε συντακτική συμφωνία με τις προηγούμενες,π.χ. “βλέπει τους κάμπους πράσινους και τα βουνά μαυρίζουν” (=αντί μαυρισμένα).
4) Σχήμα καθ` όλου και μέρους. Σ` αυτό το ουσιαστικό που δηλώνει ένα σύνολο διαιρεμένο δεν μπαίνει σε γενική διαιρετική, αλλά στην ίδια πτώση με το ουσιαστικό, π.χ. “παίρνει τον κατήφορο την άκρη το ποτάμι” (=αντί του ποταμιού).
5) Σχήμα έλξης. Σ` αυτό ένας όρος μιας πρότασης παρασύρεται από άλλο επικρατέστερο και συμφωνεί μ` αυτόν και όχι όπως απαιτεί η σειρά του λόγου και το νόημα, π.χ. “τιμωρούμε όλους όσους έκλεψαν (=αντί όσοι έκλεψαν).
6) Σχήμα υπαλλαγής. Σ` αυτό ένας επιθετικός προσδιορισμός που ανήκει σε μια γενική, η οποία προσδιορίζει ένα ουσιαστικό, δε συμφωνεί στην πτώση με τη γενική, αλλά με το ουσιαστικό, π.χ. “`τ` αντρειωμένα κόκαλα του αντρειωμένου γονιού σας” (=αντί τα κόκαλα του αντρειωμένου γονιού σας).
7) Σχήμα πρόληψης. Σ` αυτό το υποκείμενο δευτερεύουσας πρότασης μπαίνει αντικείμενο της κύριας πρότασης, ενώ κανονικά αντικείμενο έπρεπε να είναι η δευτερεύουσα πρόταση π.χ. “σε ξέρω τί άνθρωπος είσαι”.
Β. Σχήματα λόγου σχετικά με τη θέση των λέξεων.
1) Υπερβατό. Σ` αυτό δύο λέξεις που βρίσκονται σε στενή λογική και συντακτική σχέση μεταξύ τους αποχωρίζονται με την παρέμβαση μιας άλλης ή άλλων λέξεων, π.χ. “άφησε το κάστρο κι έφυγε απολέμιστο” (=αντί άφησε το κάστρο απολέμιστο και..). ή Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει.(=αντί Άκρα σιωπή)
2) Πρωθύστερο. Σ` αυτό λέγεται πρώτα στη σειρά του λόγου εκείνο που χρονολογικά και λογικά είναι δεύτερο, π.χ. “ξεντύθη ο νιος, ξεζώστηκε και στο πηγάδι μπήκε” (αντί ξεζώστηκε ο νιος, ξεντύθηκε και στο πηγάδι μπήκε).
3) Χιαστό. Σ` αυτό δύο λέξεις ή φράσεις που αναφέρονται σε δύο προηγούμενες έχουν αντίστροφη τάξη προς αυτές, π.χ. “η Γκιώνα λέει της Λιάκουρας
κι η Λιάκουρα της Γκιώνας”.
4) Κύκλος: όταν μια πρόταση ή περίοδος τελειώνει με την ίδια λέξη με την οποία αρχίζει, π.χ. “σταθήτε αντρειά ως Έλληνες και ως Γραικοί σταθήτε”.
5) Παρήχηση ή παρονομασία: όταν τοποθετούνται η μια κοντά στην άλλη λέξεις ομόηχες που έχουν και ετυμολογική συγγένεια, π.χ. “χάρε, χαρά που μού` φερες”.
6) Ομοιοτέλευτο ή ομοιοκατάληκτο: όταν δύο ή περισσότερες προτάσεις και στίχοι τελειώνουν με λέξεις που έχουν την ίδια κατάληξη· είναι συνηθισμένο το σχήμα αυτό στην ποίηση. Π.χ. Τον πύργο πύργο πάει και γυροβολάει.
7) Ασύνδετο: όταν όμοιοι όροι ή προτάσεις παραθέτονται χωρίς να συνδέονται με τους ανάλογους συνδέσμους, π.χ. “.. χορέψαμε, γελάσαμε, τραγουδήσαμε.. “
8) Πολυσύνδετο: όταν περισσότεροι από δύο όμοιοι όροι ή όμοιες προτάσεις συνδέονται μεταξύ τους με παρατακτικούς συνδέσμους. Π.χ. Κι η προσευχή κι ο πειρασμός κι η δύναμη κι η αστένια.
9)Παρονομασία ή ετυμολογικό σχήμα: όταν λέξεις ομόηχες μπαίνουν η μία κοντά στην άλλη.πχ.Σκλάβος ραγιάδων έπεσες και ζείς ραγιας ραγιάδων.
Γ. Σχήματα λόγου που αναφέρονται στην πληρότητα, δηλαδή στο αν χρησιμοποιούνται λιγότερες ή περισσότερες λέξεις απ` όσες χρειάζονται σε μια πρόταση.
Α) Έλλειψη ή Βραχυλογία: όταν χρησιμοποιούμε λιγότερες λέξεις από τις κανονικές. Ιδιαίτερες μορφές της είναι:
1) σχήμα εξ αναλόγου, όταν παραλείπεται μία ή περισσότερες λέξεις ή μία ολόκληρη πρόταση που εννοείται βέβαια από τα προηγούμενα όχι όμως ακριβώς όπως είναι εκεί, π.χ. ο πατέρας μου ήταν όπως όλοι οι πατεράδες (=είναι καλοί).
2) σχήμα εξ αντιθέτου, όταν μια λέξη ή φράση παραλείπεται, εννοείται όμως από μια προηγούμενη λέξη ή φράση, αλλά με αντίθετη ή διαφορετική σημασία, π.χ. “στα έμπα μπήκε ως αϊτός, στα ξέβγα ως πετρίτης (=παραλείπεται το βγήκε).
Β) Πλεονασμός: όταν χρησιμοποιούμε περισσότερες λέξεις από τις κανονικές. Ιδιαίτερες μορφές του είναι:
1) σχήμα εκ παραλλήλου, όταν εκφράζεται μια έννοια με δύο αντίθετες εκφράσεις, μία αρνητική και μία καταφατική, π.χ. “συ να σωπαίνεις και να μη μιλάς”.
2) σχήμα εν δια δυοίν, όταν εκφράζεται μία έννοια με δύο λέξεις, που συνδέονται μεταξύ τους με το και, ενώ θα έπρεπε η μία από αυτές να αποτελεί προσδιορισμό της άλλης, π.χ. “αστροπελέκι και φωτιά να πέσει στην αυλή σου”.
3) σχήμα περίφρασης, όταν μία έννοια ενώ μπορεί να εκφραστεί με μία λέξη, εκφράζεται με περισσότερες παραστατικότερα.π.χ. Το άστρο της ημέρας (αντί:ο ήλιος)
4) επαναφορά, όταν δύο ή περισσότερες προτάσεις αρχίζουν με την ίδια φράση. π.χ. Πάψε κόρη τον αργαλιό ,πάψε και το τραγούδι.
5) αναδίπλωση, όταν μία λέξη ή φράση μιας πρότασης επαναλαμβάνεται αμέσως στην αρχή της επόμενης. Π.χ.Αν πέσουμε στον ποταμό ,ο ποταμός θα στύψει.
6) σχήμα υποφοράς και ανθυποφοράς, όταν γίνεται μια ερώτηση ακολουθεί μια προσπάθεια για απάντηση, απορρίπτεται αυτή και ακολουθεί αυτό που πραγματικά συμβαίνει. Συνηθίζεται στα δημοτικά τραγούδια. Άλλα σχήματα είναι η ταυτολογία, η συμπλοκή, η αναστροφή.
Δ. Σχήματα λόγου σχετικά με τη σημασία.
1) Συνεκδοχή: όταν γράφεται το μέρος κάποιου συνόλου αντί για το σύνολο, π.χ. “κάθε κλαδί και κλέφτης” (=αντί κάθε δέντρο), ή η ύλη, αντί για κάτι που κατασκευάστηκε από αυτή, ή αυτό που παράγει, αντί για εκείνο που παράγεται.
2) Υπαλλαγή ή μετωνυμία: όταν γράφεται το όνομα του δημιουργού ή του εφευρέτη αντί για τη λέξη που δηλώνει το δημιούργημα, π.χ. “συνεννοούνται με το Μαρκόνι” (=αντί με τον τηλέγραφο), ή αυτό που περιέχει κάτι, αντί για το περιεχόμενο, ή το αφηρημένο, αντί του συγκεκριμένου.
3) Αντίφαση. Διακρίνεται
α) στη λιτότητα, όταν αντί για μια λέξη χρησιμοποιείται η αντίθετή της, ή αντί για το λιγότερο, το μεγαλύτερο, π.χ.“έφαγα όχι λίγο” (=πολύ).
β) στην ειρωνεία, όταν χρησιμοποιεί κανείς λέξεις με τρόπο προσποιητό, λέξεις που έχουν διαφορετική σημασία από την πραγματική.
γ) στον ευφημισμό, όταν χρησιμοποιούνται λέξεις με καλή σημασία, αντί για άλλες με κακή σημασία, π.χ. “εύξεινος πόντος” (=αντί άξενος πόντος).
4) υπερβολή: όταν λέει κάποιος κάτι που ξεπερνά το πραγματικό για να δημιουργήσει εντύπωση, π.χ. “σαν κάστρο η κεφαλή του”.
5) αλληγορία: μια μεταφορική έκφραση που δηλώνει διαφορετικά νοήματα από αυτά που δείχνουν οι λέξεις, π.χ. “τ` άσπρισε τα γένεια του ο Αι-Νικόλας” (=χιόνισε).
6) μεταφορά: όταν η σημασία μιας λέξης εκτείνεται και σε άλλες συγγενικές λέξεις, που έχουν κάποια ομοιότητα με αυτή.
7) προσωποποίηση: όταν άψυχα όντα ή έννοιες παίρνουν ανθρώπινες ιδιότητες,
8) παρομοίωση: η συσχέτιση ιδιότητας προσώπου ή πράγματος με κάποιο άλλο γνωστό που έχει αυτή την ιδιότητα σε μεγάλο βαθμό.
9) σχήμα κατεξοχήν: όταν στενεύει η σημασία της λέξης.
Εστίαση , οπτική γωνία , τύπος αφηγητή , αφηγηματικός χρόνος, αφηγηματικοί τρόποι, τεχνικές κ.α.
Εστίαση
[Αναφέρεται στη σχέση του αφηγητή με τα υπόλοιπα πρόσωπα της ιστορίας, τη
γνώση τους για την υπόθεση.]
• Μηδενική —-·>- Ο αφηγητής ξέρει περισσότερα από ό,τι τα πρόσωπα,
είναι έξω από τη δράση (παντογνώστης). Αφηγητής > Πρόσωπα
• Εσωτερική —** Ο αφηγητής ξέρει όσα και τα πρόσωπα.
Αφηγητής = Πρόσωπα
• Εξωτερική *- Ο αφηγητής ξέρει λιγότερα από τα πρόσωπα.
Αφηγητής < Πρόσωπα
Οπτική γωνία
[Αναφέρεται στην προοπτική του αφηγητή απέναντι στην ιστορία, τη σχέση του με
την υπόθεση.]
• Εσωτερική —*- Την ιστορία αφηγείται ο βασικός ήρωας ή ένα δευτε-
οπτική γωνία ρεύον πρόσωπο (αφηγείται μόνο όσα υποπίπτουν στην
οπτική γωνία ρεύον πρόσωπο (αφηγείται μόνο όσα υποπίπτουν στην
αντίληψη του).
• Εξωτερική —>- Ο αφηγητής βρίσκεται έξω από την υπόθεση, αφηγεί-
οπτική γωνία ται σε τρίτο πρόσωπο.
οπτική γωνία ται σε τρίτο πρόσωπο.
Ο τύπος του αφηγητή
1. Με βάση τη συμμετοχή του στην ιστορία:
• Ομοδιηγητικός: Συμμετέχει στην ιστορία την οποία αφηγείται είτε ως πρωταγωνιστής (αυτοδιηγητικός αφηγητής) είτε ως παρατηρητής ή αυτόπτης μάρτυρας.
• Ετεροδιηγητικός: Δεν έχει καμιά συμμετοχή στην ιστορία που αφηγείται.
2. Με βάση το αφηγηματικό επίπεδο:
• Ενδοδιηγητικός: Αφηγείται γεγονότα που ανήκουν στην κύρια αφήγηση.
• Εξωδιηγητικός: Αφηγείται γεγονότα και πράξεις ξένα προς το κύριο κείμενο της αφήγησης (εισαγωγικές αφηγήσεις, πρόλογοι…)
• Μεταδιηγητικός: Αφηγείται γεγονότα που συνιστούν δευτερεύουσα αφήγηση (που ενσωματώνεται στην κύρια αφήγηση, είναι αφήγηση μέσα στην αφήγηση), εγκιβωτισμένη αφήγηση.
Ο αφηγητής δεν ταυτίζεται με το συγγραφέα. Σε όσες περιπτώσεις ταυτίζονται τα δύο πρόσωπα μιλάμε για αυτοβιογραφία (αυτοδιηγητική αφήγηση).
Αφηγηματικοί τρόποι
α) Διήγηση
- Τριτοπρόσωπη αφήγηση
β) Μίμηση
- Πρωτοπρόσωπη αφήγηση
- Διάλογος
- Εσωτερικός μονόλογος
γ) Μεικτός τρόπος (Συνδυασμός διήγησης και μίμησης) 5) Περιγραφή ε) Σχόλιο στ) Ελεύθερο πλάγιο ύφος
Ο χρόνος στην αφήγηση
• Ιστορικός: Δηλώνει το πόνε χρονολογικά συνέβησαν τα γεγονότα που παρουσιάζονται (το πότε).
• Πραγματικός/Αφηγημένος: Δηλώνει το διάστημα που καλύπτουν τα γεγονότα που παρουσιάζει η αφήγηση (το πόσο).
• Αφηγηματικός: Δηλώνει το πώς αξιοποιείται, πο5ς παρουσιάζεται ο χρόνος στη διαδικασία της αφήγησης (το πώς):
α) ως προς τη σειρά παρουσίασης των γεγονότων:
- Ευθύγραμμος (όταν ακολουθεί τη φυσική σειρά των γεγονότων).
- Με αναχρονίες (όταν γίνονται ανακατατάξεις στη φυσική σειρά των γεγο
νότων):
νότων):
• Αναδρομές ή αναδρομικές αφηγήσεις ή αναλήψεις ή FLASH BACK(επιστροφή στο παρελθόν).
• πρόδρομες αφηγήσεις ή προλήψεις (αναφορές γεγονότων που θα συμβούν αργότερα).
β) ως προς το ρυθμό παρουσίασης των γεγονότων:
- Επιτάχυνση.
- Επιβράδυνση.
- Παράλειψη ή έλλειψη.
γ) ως προς το σημείο έναρξης της υπόθεσης: ~ από την αρχή της υπόθεσης-
- από τη μέση της υπόθεσης
0 αφηγηματικός χρόνος
Ο αφηγηματικός χρόνος είναι βασικό στοιχείο της αφήγησης και διακρίνεται:
- στο χρόνο του πομπού, δηλαδή την εποχή στην οποία ζει ο συγγραφέας,
- στο χρόνο του αφηγητή, που συνήθως ταυτίζεται με το χρόνο των γεγονότων της αφήγησης, και
- στο χρόνο του δέκτη, δηλαδή την εποχή στην οποία ζει ο αναγνώστης.
Ο χρόνος αυτός είναι εξωκειμενικός και δεν έχει σχέση με την αφήγηση.
Ο εσωτερικός/εσωκειμενικός χρόνος μπορεί να διακριθεί στο χρόνο της ιστορίας και στο χρόνο της αφήγησης:
. ο χρόνος της ιστορίας είναι ο φυσικός χρόνος στον οποίο εκτυλίσσεται η ιστορία, η φυσική σειρά των γεγονότων.
• Ο χρόνος της αφήγησης δε συμπίπτει με το χρόνο της ιστορίας, γιατί τα γεγονότα της αφήγησης δεν ακολουθούν πάντοτε τη φυσική χρονική σειρά. Ο αφηγητής συχνά παραβιάζει την ομαλή χρονική πορεία για να γυρίσει προσωρινά στο παρελθόν, ή αφηγείται ένα γεγονός που πρόκειται να διαδραματιστεί αργότερα. Έτσι, προκύπτουν παραβιάσεις στη φυσική σειρά των γεγονότων, που τις ονομάζουμε αναχρονίες και τις διακρίνουμε σε:
- Αναδρομικές αφηγήσεις/αναδρομές ή αναλήψεις Είναι η τεχνική κατά την οποία διακόπτεται η κανονική χρονική σειρά των συμβάντων για να εξιστορηθούν γεγονότα του παρελθόντος. Η μετατόπιση αυτή του χρόνου της αφήγησης και η επιστροφή στο αρχικό χρονικό σημείο μπορεί να είναι σύντομη ή εκτεταμένη.
- Πρόδρομες αφηγήσεις/προλήψεις: Ο αφηγητής κάνει λόγο εκ των προτέρων για γεγονότα που θα γίνουν αργότερα, αναφέρεται δηλαδή σε ένα μελλοντικό σημείο της αφήγησης.
Άλλες τεχνικές με τις οποίες παραβιάζεται η ομαλή, φυσική χρονική σειρά:
In medias res: Η λατινική αυτή φράση σημαίνει «στο μέσο των πραγμάτων», δηλαδή στη μέση της υπόθεσης, και αποτελεί μια τεχνική της αφήγησης, σύμφωνα με την οποία το νήμα της ιστορίας δεν ξετυλίγεται από την αρχή, αλλά ο αφηγητής μάς μεταφέρει στο κρισιμότερο σημείο της πλοκής και έπειτα, με αναδρομή στο παρελθόν, παρουσιάζονται όσα προηγούνται του σημείου αυτού. Με την τεχνική αυτή διεγείρεται το ενδιαφέρον του αναγνώστη και η αφήγηση δε γίνεται κουραστική.
• Εγκιβωτισμός: Σε κάθε αφηγηματικό κείμενο υπάρχει μια κύρια αφήγηση, που αποτελεί την αρχική ιστορία, και μικρότερες, δευτερεύουσες αφηγήσεις μέσα στην κύρια αφήγηση, που διακόπτουν την ομαλή ροή του χρόνου. Αυτή η «αφήγηση μέσα στην αφήγηση» ονομάζεται εγκιβωτισμένη αφήγηση ή εγκιβωτισμός.
• Παρεκβαση/παρεμβλητη (εμβόλιμη) αφήγηση: Είναι η προσωρινή διακοπή της φυσικής ροής των γεγονότων και η αναφορά σε άλλο θέμα που δε σχετίζεται άμεσα με την υπόθεση του έργου.
• Προϊδεασμός/προσήμανση: Είναι η ψυχολογική προετοιμασία τουαναγνώστη από τον αφηγητή για το τι πρόκειται να ακολουθήσει.
• Προοικονομία: Είναι ο τρόπος με τον οποίο ο συγγραφέας διευθετεί τα γεγονότα και δημιουργεί τις κατάλληλες προϋποθέσεις, ώστε η εξέλιξη της πλοκής να είναι για τον αναγνώστη φυσική και λογική.
Ο χρόνος της αφήγησης, με κριτήριο τη διάρκεια των γεγονότων, έχει τις ακόλουθες σχέσεις με το χρόνο της ιστορίας:
• Ο χρόνος της αφήγησης μπορεί να είναι μικρότερος από το χρόνο της ιστορίας, όταν ο αφηγητής συμπυκνώνει το χρόνο (συστολή του χρόνου) και παρουσιάζει συνοπτικά (σε μερικές σειρές) γεγονότα που έχουν μεγάλη διάρκεια. Με τον τρόπο αυτό επιταχύνεται ο ρυθμός της αφήγησης.
. Ο χρόνος της αφήγησης μπορεί να είναι μεγαλύτερος από το χρόνο της ιστορίας, όταν ο αφηγητής επιμηκύνει το χρόνο (διαστολή του χρόνου) και παρουσιάζει αναλυτικά γεγονότα που διαρκούν ελάχιστα. Με τον τρόπο αυτό επιβραδύνεται ο ρυθμός της αφήγησης.
. Ο χρόνος της αφήγησης είναι ίσος με το χρόνο της ιστορίας, συνήθως σε διαλογικές σκηνές.
Ανακεφαλαιώνοντας, οι τεχνικές με τις οποίες ο συγγραφέας συντομεύει το χρόνο της αφήγησης είναι:
• Η επιτάχυνση: γεγονότα που έχουν μεγάλη διάρκεια παρουσιάζονται σύντομα.
• Η παράλειψη: κάποια γεγονότα δεν αναφέρονται καθόλου, επειδή δε σχετίζονται με την ιστορία.
• Η περίληψη: όταν τα ενδιάμεσα γεγονότα παρουσιάζονται συνοπτικά.
• Η έλλειψη ή το αφηγηματικό κενό: όταν ο αφηγητής παραλείπει ένα τμήμα της ιστορίας
ή κάποια γεγονότα που εννοούνται εύκολα ή δε συμβάλλουν ουσιαστικά στην πλοκή.
Η τεχνική με την οποία ο συγγραφέας διευρύνει το χρόνο της αφήγησης είναι:
• Η επιβράδυνση: γεγονότα που έχουν μικρή διάρκεια παρουσιάζονται εκτεταμένα.
Άλλες φορές παρατηρούμε μια φράση ή ένα βασικό θέμα να επαναλαμβάνεται στερεότυπα,
κατά διαστήματα, στο έργο. Τότε μιλάμε για ένα μοτίβο το οποίο έχει κάποια συγκεκριμένη
λειτουργία μέσα στην αφήγηση. Μπορεί δηλαδή να κλιμακώνει τη δράση ή να περιγράφει μια ψυχική κατάσταση κ.ά.