Στο
Cincinnati, τη δεύτερη πόλη του Οχάιο, όλοι πιστεύουν ότι η πόλη τους
διαθέτει κάτι πιο σημαντικό από τα χαλυβουργεία της, τα εργοστάσια
ουίσκι και το Ωδείο της που γιορτάζει την εκατονταετηρίδα του. Αυτό το
πιο σημαντικό είναι ένας άνθρωπος: ο Άλμπερτ Σέιμπιν,
ο Πολωνός που γεννήθηκε το 1906, στο Bialystok, που τότε ανήκε στη
Ρωσία. Το 1921 άφησε τη γενέτειρά του, για να αποφύγει τους διωγμούς
κατά των Εβραίων (ο ίδιος ήταν Εβραίος), και εγκαταστάθηκε στις Η.Π.Α.
Το 1930 πήρε την αμερικανική ιθαγένεια και τον επόμενο χρόνο το δίπλωμά του από την Ιατρική Σχολή της Νέας Υόρκης. Εκεί θα εργαστεί αρχικά ως ερευνητής στα εργαστήρια του Ινστιτούτου Ροκφέλερ.
Το 1939 τον προσέλαβε το Πανεπιστήμιο του Cincinnati ως υφηγητή, εντεταλμένο να διδάσκει το μάθημα της παιδιατρικής. Το 1946 τοποθετήθηκε επικεφαλής της ομάδας παιδιατρικών ερευνών. Στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν σύμβουλος της Αμερικανικής Στρατιωτικής Επιτροπής ιών (U.S. Army Epidemiological Board’s Virus Committee), δηλαδή των ιών που εντοπίζονται κατά προτίμηση στο νευρικό ιστό.
Ο νεαρός δόκτωρ Σέιμπιν είχε στην αρχή προσανατολίσει τις έρευνές του προς τα προβλήματα διαφόρων λοιμωδών νοσημάτων. Πολύ σύντομα όμως συγκέντρωσε όλη του την προσοχή και την απίστευτη ικανότητά του για εργασία στο θέμα της πολιομυελίτιδας.
Την πολιομυελίτιδα, την τρομερή αυτή νόσο, που μέχρι πριν από λίγα χρόνια ακόμα μάστιζε αλύπητα τον κόσμο των παιδιών, είχε αναφέρει πρώτη φορά, το 1813, σε σύντομο κλινικό σημείωμα ο χειρουργός του Μιλάνου Τζιοβάνι Μπατίστα Μοντέτζια (Giovanni Battista Monteggia) (1762-1815). Την πρώτη πάντως πλήρη περιγραφή έκανε, το 1840, ο Γερμανός φον Χάινε (Jakob Georg Heine) (1800-1879). Στα τέλη του 19ου αιώνα, ο παιδίατρος Καρλ Όσκαρ Μεντίν (Karl Oscar Medin) (1847-1927) δημοσίευσε με στοιχεία από τις επιδημίες του 1887 και του 1895 στη Σουηδία, μια πλήρη ανατομοκλινική περιγραφή της οξείας πρόσθιας πολιομυελίτιδας (δηλαδή βλάβη των προσθίων κεράτων του νωτιαίου μυελού) ή παιδικής παράλυσης ή, όπως την έλεγαν άλλοι, της «νόσου των Heine-Medin».
Η επιστήμη απέδειξε έτσι ότι η μολυσματική αυτή νόσος με την επιδημική διαδρομή χαρακτηριζόταν, από ανατομική άποψη, από βλάβη της φαιάς ουσίας των προσθίων κεράτων του νωτιαίου μυελού, από όπου ξεκινούν τα νωτιαία κινητικά νεύρα και, από κλινική άποψη, από πορεία που εκδηλώνεται με δύο εξάρσεις της θερμοκρασίας και ένα σύντομο ενδιάμεσο διάστημα χωρίς πυρετό (τη λεγόμενη «θερμομετρική καμπύλη εν είδη δρομάδας»).
Το 1913, ο παθολόγος Σίμων Φλέξνερ (Simon Flexner) (1863-1944), διευθυντής του Ινστιτούτου Ροκφέλερ της Νέας Υόρκης, και ο Ιάπωνας μικροβιολόγος Χιντέγιο Νογκούκι,[1] κατόρθωσαν να καλλιεργήσουν σε ειδικό υπόστρωμα από εκχύλισμα του νευρικού ιστού ατόμων που πέθαναν από πολιομυελίτιδα, «κάτι» που μπορούσε να αναπαραγάγει τη νόσο σε πιθήκους.
Σήμερα η φύση αυτού του μυστηριώδους παράγοντα είναι γνωστή στην επιστήμη: πρόκειται για το διηθητό ιό που μπορεί να φωτογραφηθεί με το ηλεκτρονικό μικροσκόπιο, οπότε αποκαλύπτει όψη σφαιρικού ή ελλειψοειδούς σωματιδίου, με διάμετρο από 8 έως 37 εκατομμυριοστά του χιλιοστομέτρου.
Επί πολλά χρόνια πίστευαν ότι ο ιός της πολιομυελίτιδας μπαίνει στο σώμα μόνο από τη ρινική οδό, επειδή την πειραματική μόλυνση την είχαν πετύχει με ενστάλαξη του ιού στη μύτη του πειραματόζωου με συνέπεια την ιστολογική βλάβη του οσφρητικού νεύρου.
Ο Σέιμπιν (1940-41) ασχολήθηκε με το πρόβλημα αυτό και μαζί μ' άλλους Αμερικανούς ερευνητές, άλλαξε τη γνώμη αυτή. Απέδειξε ότι ο ιός της πολιομυελίτιδας - στον άνθρωπο καθώς και στους ανώτερους πιθήκους - διεισδύει από το στόμα και αποβάλλεται με τα κόπρανα. Η διαπίστωση αυτή οδήγησε στη σκέψη ότι ο ιός, ύστερα από μια αρχική εντόπιση στα έντερα, περνά στο αίμα και τέλος, αλλά όχι πάντοτε, εντοπίζεται στο νευρικό ιστό.
Επί χρόνια οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι ιολόγοι προσπαθούσαν να αναγάγουν σε μερικούς θεμελιώδεις τύπους τον αιτιολογικό παράγοντα της πολιομυελίτιδας. Διέκριναν και ξεχώρισαν τρία στελέχη ιού πολιομυελίτιδας: τον τύπο Ι, ή τύπο Brunhilde (από το όνομα της πιθήκου από την οποία τον απομόνωσαν), που είναι ο πιο συνηθισμένος (το 85% των περιπτώσεων, κατά την αμερικανική στατιστική του Μπόνπαν), τον τύπο ΙΙ, ή τύπο Lansing (από το όνομα της πόλης στο Μίσιγκαν, όπου για πρώτη δορά απομονώθηκε), που συναντάται στο 12% των περιπτώσεων, και, τέλος, τον τύπο ΙΙΙ, ή τύπο Leon (από το όνομα του μικρού παιδιού από το οποίο απομονώθηκε), που είναι ο πιο σπάνιος (συναντάται μόνο στο 3% των περιπτώσεων).
Ύστερα απ’ όλα αυτά ήταν φυσικό, στην επικείμενη μεγάλη μάχη κατά της πολιομυελίτιδας, να σκεφτούν τον προληπτικό εμβολιασμό με μίγμα των τριών αυτών ιών.
Αυτό το δρόμο ακολούθησε, το 1954, ο Ιωνάς Σολκ (Jonas Salk) (1914-1995), διευθυντής του μικροβιολογικού εργαστηρίου του Πανεπιστημίου του Pittsburg. Ο ορός κατά της πολιομυελίτιδας αποτελείτο από νεκρούς ιούς. Σύντομα όμως και χωρίς να αρνούνται την εξαιρετική σημασία αυτού του πρώτου συστήματος, οι επιστήμονες αντέτειναν, μαζί με τον Σέιμπιν, ότι το όπλο του Σολκ κατευθυνόταν περισσότερο κατά των παραλυτικών εκδηλώσεων, παρά κατά της ίδιας της νόσου. Ο Άλμπερτ Σέιμπιν, πράγματι, από το 1952, προσανατόλισε την έρευνά του προς μια ιδιαίτερη κατεύθυνση.
Από το 1955-57, στα εργαστήριά του έγιναν πειράματα σε 8.000 πιθήκους, 146 χιμπατζήδες και 133 ανθρώπους, ηλικίας από 21-27 ετών, όλους εθελοντές που προέρχονταν από τις αμερικανικές φυλακές. Ο Σέιμπιν, τον Αύγουστο του 1956, ανέπτυξε προσωπικά στο Διεθνές Συνέδριο Παιδιατρικής, που έγινε στην Κοπεγχάγη ένα από τα πιο σπουδαία μεταπολεμικά συνέδρια - τη θεωρία του: «Ποια υπήρξε, θα διερωτηθεί κανείς, η αφετηρία των ερευνών μας;». «Είναι γνωστό», λέει ο Σέιμπιν, «ότι ο ιός της πολιομυελίτιδας μπορεί να μεταδοθεί με δυο τρόπους: με τις τροφές, οι οποίες ενδεχομένως είναι μολυσμένες, ή από άλλο δρόμο, που μπορεί να είναι τα παρίσθμια, με άμεση δίοδο του ιού στο αίμα. Στην ειδική αυτή περίπτωση, το εμβόλιο του καθηγητή Σολκ, που η πείρα του βοήθησε βέβαια την πορεία της δικής μου εργασίας, αποδείχθηκε αποτελεσματικό, γιατί τα αντισώματα, που δημιουργούνται, εμποδίζουν τον ιό να φθάσει στα νευρικά κέντρα, που είναι το πιο τρωτό σημείο των ατόμων που προσβλήθηκαν από πολιομυελίτιδα. Απομένει όμως η πιο διάχυτη λοίμωξη, η εντερική, εκείνη δηλαδή που επέρχεται με τη λήψη των τροφών. Είναι η περίπτωση ακριβώς που αποδεικνύει τη χρησιμότητά του το νέο μου εμβόλιο κατά της πολιομυελίτιδας, που δίνεται από το στόμα. Ενώ το εμβόλιο του καθηγητή Σολκ έχει παρασκευαστεί από νεκρούς ιούς, εμείς χρησιμοποιούμε ζωντανούς ιούς που εμποδίζουν το φορέα της μόλυνσης να φθάσει στα ζωτικά μέρη του οργανισμού, όπως είναι ο νωτιαίος μυελός.» Αυτό δε σημαίνει - όπως θέλησαν να πουν μερικοί δημοσιογράφοι που κυνηγούν φανταστικές υποθέσεις - ότι δεν εκτιμώ τη σημασία της ανακάλυψης του εμβολίου του Σολκ. Απλά τόνισα ένα σημαντικό γεγονός, το εξής: το εμβόλιό του έχει αποτελεσματικότητα περιορισμένη σ’ ένα έτος, και, συνεπώς, επιβάλλεται ο περιοδικός εκ νέου εμβολιασμός. Επί πλέον, ένα λίτρο νεκρού εμβολίου μόλις και μετά βίας αρκεί για 300 άτομα και μπορεί να ανοσοποιήσει μόνο για τρεις τύπους ιού πολιομυελίτιδας, ενώ η λοιμώδης κλίμακα νομίζω ότι είναι ευρύτερη. Αντίθετα, ένα λίτρο του δικού μου εμβολίου μπορεί να ανοσοποιήσει 100.000 άτομα. Αρκεί μια σταγόνα διαλυμένη σε μια κουτάλα γάλα ή σιρόπι. Είναι πάμφθηνο. Καμιά χώρα δε θα έπρεπε να παραμελήσει τη μαζική χορήγηση του προϊόντος αυτού».
Θα μπορούσε να σκεφθεί κανείς ότι πρόκειται για μια από τις τόσες εμπορικές μάχες τις μεταμφιεσμένες σε επιστημονικό αλτρουισμό. Αλλά ο Άλμπερτ Σέμπιν, αφού πρώτα πρόσφερε στον κόσμο τη σωτηρία για εκατομμύρια παιδάκια, έκανε μια χειρονομία εξίσου υψηλή στο ηθικό επίπεδο. Αρνείται να πάρει δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για την ανακάλυψή του, παραιτείται από κάθε κέρδος, προσφέρει την ανακάλυψή του στα παιδάκια όλου του κόσμου και εξακολουθεί να ζει με το μισθό του πανεπιστημιακού καθηγητή. «Δε θέλω», λέει, «η συμβολή μου στην ευημερία της ανθρωπότητας να πληρωθεί με χρήματα».
Και η συμβολή αυτή είναι πράγματι ανυπολόγιστη. «Ο μισθός μου του καθηγητή μου φθάνει», θα πει σε συνέντευξη στην τηλεόραση. «Κατά τη σταδιοδρομία μου έλαβα πολλές επιστημονικές αναγνωρίσεις κι ένα μόνο βραβείο σε χρήματα: τα 25 εκατομμύρια λιρέτες του Φελτρινέλλο που μου απένειμε η ιταλική Ακαδημία των Λίντσι. Τα χρησιμοποιώ για μερικές οικογενειακές υποθέσεις. Παντρεύτηκα αργά και πρέπει να κάνω λίγες οικονομίες για τα παιδιά μου».
Κάθε πρωί άφηνε το σπίτι του στα προάστια του Cincinnati, και περνούσε όλη την ημέρα του στο εργαστήριό του, στον 5ο όροφο του Νοσοκομείου των Παίδων του Cincinnati.
Πολλές ώρες της ημέρας περνούσε ο Σέιμπιν στο μικροσκόπιο, με τα πειραματόζωα και στη βιβλιοθήκη για συνεχή ενημέρωση. «Η εργασία», έλεγε, «είναι η μόνη μου αναψυχή, η πραγματική μου διασκέδαση». Δεν του άρεσε η ομαδική εργασία, αλλά προτιμούσε να προχωρά μόνος του. Είχε λίγους βοηθούς, από τους οποίους μερικοί ήρθαν από πολύ μακριά για να μπορέσουν να εργαστούν μαζί του.
Δυο φορές την εβδομάδα το αμφιθέατρο του Πανεπιστημίου γέμιζε ασφυκτικά για τα μαθήματά του. Η Amy και η Debora, οι κόρες του, βοηθούσαν κάπου-κάπου τον πατέρα τους να τακτοποιεί τον τεράστιο όγκο αλληλογραφίας, που έφτανε καθημερινά απ’ όλα τα μέρη του κόσμου.
Ο άνθρωπος που νίκησε την πολιομυελίτιδα και που, ως γνησιότερη αμοιβή γι’ αυτό, αρκέστηκε στο χαμόγελο των μικρών παιδιών, καταπιάστηκε αργότερα με το πρόβλημα του καρκίνου. Είχε εμπιστοσύνη και προπαντός ελπίδα. Το επανέλαβε σ’ ένα του ταξίδι του στην Ιταλία:
«Η ανακάλυψη νέων γνώσεων που οφείλονται στους κόπους και στην αφοσίωση χιλιάδων ατόμων σε όλο τον κόσμο, είναι διαδικασία αργή, αλλά, ευτυχώς, αθροιστική και μπορεί να πει κανείς ότι τον τελευταίο αιώνα ο άνθρωπος μπόρεσε να μάθει σχετικά με τον εαυτό του και με τον κόσμο που τον περιβάλλει πιο πολλά από όσα είχε μάθει στους δεκάδες αιώνες που προηγήθηκαν.» Η εκρηκτική αυτή ανάπτυξη της επιστήμης συνεχίζεται με ρυθμό όλο και πιο ταχύ και δίνει στον άνθρωπο την ικανότητα ελέγχου πάνω στην ίδια του τη ζωή και στις δυνάμεις που τον περιβάλλουν. Κάποτε πίστευαν ότι οι αρρώστιες είναι τιμωρία που επιβάλλεται στον άνθρωπο για τα αμαρτήματά του και ότι ο πόνος, το άγχος και ο πρόωρος θάνατος αποτελούν μέρος της ανθρώπινης μοίρας. Δεν είναι πολύς καιρός που η μέση διάρκεια της ζωής δεν ξεπερνούσε τα 25-30 χρόνια έναντι των 70, που σημειώνονται τώρα στις οικονομικά πιο προοδευμένες χώρες. Πάνω από τα μισά παιδιά που γεννιόνταν ζωντανά πέθαιναν προτού φθάσουν τα 5 χρόνια της ηλικίας τους και μπορώ να βεβαιώσω ότι η μεγαλύτερη συμβολή μιας νεώτερης ιατρικής στην επιβίωση του ανθρώπου έχει τις ρίζες της στη βαθύτερη γνώση της φύσης των λοιμωδών νοσημάτων».
Πόση είναι η μερίδα του Άλμπερτ Σέιμπιν σ’ αυτή τη συμβολή είναι φανερό σε όλους: ο Αμερικανός σοφός συνδύασε πράγματι τη δύναμη του πνεύματος με την ευγένεια της καρδιάς. Ο Σέιμπιν πέθανε το 1993, σε ηλικία 87 ετών, από καρδιακή ανεπάρκεια.
[1] Είναι ο πρώτος που πέτυχε την καλλιέργεια της ωχρής σπειροχαίτης και απέδειξε τη παρουσία της στον εγκεφαλικό ιστό ατόμων που είχαν πεθάνει από προϊούσα γενική παράλυση.
Ο Albert Sabin (αριστερά) και ο Jonas Salk (κέντρο), μαζί με τον Basil O’Connor το 1961.
Το 1930 πήρε την αμερικανική ιθαγένεια και τον επόμενο χρόνο το δίπλωμά του από την Ιατρική Σχολή της Νέας Υόρκης. Εκεί θα εργαστεί αρχικά ως ερευνητής στα εργαστήρια του Ινστιτούτου Ροκφέλερ.
Το 1939 τον προσέλαβε το Πανεπιστήμιο του Cincinnati ως υφηγητή, εντεταλμένο να διδάσκει το μάθημα της παιδιατρικής. Το 1946 τοποθετήθηκε επικεφαλής της ομάδας παιδιατρικών ερευνών. Στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν σύμβουλος της Αμερικανικής Στρατιωτικής Επιτροπής ιών (U.S. Army Epidemiological Board’s Virus Committee), δηλαδή των ιών που εντοπίζονται κατά προτίμηση στο νευρικό ιστό.
Ο νεαρός δόκτωρ Σέιμπιν είχε στην αρχή προσανατολίσει τις έρευνές του προς τα προβλήματα διαφόρων λοιμωδών νοσημάτων. Πολύ σύντομα όμως συγκέντρωσε όλη του την προσοχή και την απίστευτη ικανότητά του για εργασία στο θέμα της πολιομυελίτιδας.
Την πολιομυελίτιδα, την τρομερή αυτή νόσο, που μέχρι πριν από λίγα χρόνια ακόμα μάστιζε αλύπητα τον κόσμο των παιδιών, είχε αναφέρει πρώτη φορά, το 1813, σε σύντομο κλινικό σημείωμα ο χειρουργός του Μιλάνου Τζιοβάνι Μπατίστα Μοντέτζια (Giovanni Battista Monteggia) (1762-1815). Την πρώτη πάντως πλήρη περιγραφή έκανε, το 1840, ο Γερμανός φον Χάινε (Jakob Georg Heine) (1800-1879). Στα τέλη του 19ου αιώνα, ο παιδίατρος Καρλ Όσκαρ Μεντίν (Karl Oscar Medin) (1847-1927) δημοσίευσε με στοιχεία από τις επιδημίες του 1887 και του 1895 στη Σουηδία, μια πλήρη ανατομοκλινική περιγραφή της οξείας πρόσθιας πολιομυελίτιδας (δηλαδή βλάβη των προσθίων κεράτων του νωτιαίου μυελού) ή παιδικής παράλυσης ή, όπως την έλεγαν άλλοι, της «νόσου των Heine-Medin».
Η επιστήμη απέδειξε έτσι ότι η μολυσματική αυτή νόσος με την επιδημική διαδρομή χαρακτηριζόταν, από ανατομική άποψη, από βλάβη της φαιάς ουσίας των προσθίων κεράτων του νωτιαίου μυελού, από όπου ξεκινούν τα νωτιαία κινητικά νεύρα και, από κλινική άποψη, από πορεία που εκδηλώνεται με δύο εξάρσεις της θερμοκρασίας και ένα σύντομο ενδιάμεσο διάστημα χωρίς πυρετό (τη λεγόμενη «θερμομετρική καμπύλη εν είδη δρομάδας»).
Το 1913, ο παθολόγος Σίμων Φλέξνερ (Simon Flexner) (1863-1944), διευθυντής του Ινστιτούτου Ροκφέλερ της Νέας Υόρκης, και ο Ιάπωνας μικροβιολόγος Χιντέγιο Νογκούκι,[1] κατόρθωσαν να καλλιεργήσουν σε ειδικό υπόστρωμα από εκχύλισμα του νευρικού ιστού ατόμων που πέθαναν από πολιομυελίτιδα, «κάτι» που μπορούσε να αναπαραγάγει τη νόσο σε πιθήκους.
Σήμερα η φύση αυτού του μυστηριώδους παράγοντα είναι γνωστή στην επιστήμη: πρόκειται για το διηθητό ιό που μπορεί να φωτογραφηθεί με το ηλεκτρονικό μικροσκόπιο, οπότε αποκαλύπτει όψη σφαιρικού ή ελλειψοειδούς σωματιδίου, με διάμετρο από 8 έως 37 εκατομμυριοστά του χιλιοστομέτρου.
Επί πολλά χρόνια πίστευαν ότι ο ιός της πολιομυελίτιδας μπαίνει στο σώμα μόνο από τη ρινική οδό, επειδή την πειραματική μόλυνση την είχαν πετύχει με ενστάλαξη του ιού στη μύτη του πειραματόζωου με συνέπεια την ιστολογική βλάβη του οσφρητικού νεύρου.
Ο Σέιμπιν (1940-41) ασχολήθηκε με το πρόβλημα αυτό και μαζί μ' άλλους Αμερικανούς ερευνητές, άλλαξε τη γνώμη αυτή. Απέδειξε ότι ο ιός της πολιομυελίτιδας - στον άνθρωπο καθώς και στους ανώτερους πιθήκους - διεισδύει από το στόμα και αποβάλλεται με τα κόπρανα. Η διαπίστωση αυτή οδήγησε στη σκέψη ότι ο ιός, ύστερα από μια αρχική εντόπιση στα έντερα, περνά στο αίμα και τέλος, αλλά όχι πάντοτε, εντοπίζεται στο νευρικό ιστό.
Επί χρόνια οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι ιολόγοι προσπαθούσαν να αναγάγουν σε μερικούς θεμελιώδεις τύπους τον αιτιολογικό παράγοντα της πολιομυελίτιδας. Διέκριναν και ξεχώρισαν τρία στελέχη ιού πολιομυελίτιδας: τον τύπο Ι, ή τύπο Brunhilde (από το όνομα της πιθήκου από την οποία τον απομόνωσαν), που είναι ο πιο συνηθισμένος (το 85% των περιπτώσεων, κατά την αμερικανική στατιστική του Μπόνπαν), τον τύπο ΙΙ, ή τύπο Lansing (από το όνομα της πόλης στο Μίσιγκαν, όπου για πρώτη δορά απομονώθηκε), που συναντάται στο 12% των περιπτώσεων, και, τέλος, τον τύπο ΙΙΙ, ή τύπο Leon (από το όνομα του μικρού παιδιού από το οποίο απομονώθηκε), που είναι ο πιο σπάνιος (συναντάται μόνο στο 3% των περιπτώσεων).
Ύστερα απ’ όλα αυτά ήταν φυσικό, στην επικείμενη μεγάλη μάχη κατά της πολιομυελίτιδας, να σκεφτούν τον προληπτικό εμβολιασμό με μίγμα των τριών αυτών ιών.
Αυτό το δρόμο ακολούθησε, το 1954, ο Ιωνάς Σολκ (Jonas Salk) (1914-1995), διευθυντής του μικροβιολογικού εργαστηρίου του Πανεπιστημίου του Pittsburg. Ο ορός κατά της πολιομυελίτιδας αποτελείτο από νεκρούς ιούς. Σύντομα όμως και χωρίς να αρνούνται την εξαιρετική σημασία αυτού του πρώτου συστήματος, οι επιστήμονες αντέτειναν, μαζί με τον Σέιμπιν, ότι το όπλο του Σολκ κατευθυνόταν περισσότερο κατά των παραλυτικών εκδηλώσεων, παρά κατά της ίδιας της νόσου. Ο Άλμπερτ Σέιμπιν, πράγματι, από το 1952, προσανατόλισε την έρευνά του προς μια ιδιαίτερη κατεύθυνση.
Από το 1955-57, στα εργαστήριά του έγιναν πειράματα σε 8.000 πιθήκους, 146 χιμπατζήδες και 133 ανθρώπους, ηλικίας από 21-27 ετών, όλους εθελοντές που προέρχονταν από τις αμερικανικές φυλακές. Ο Σέιμπιν, τον Αύγουστο του 1956, ανέπτυξε προσωπικά στο Διεθνές Συνέδριο Παιδιατρικής, που έγινε στην Κοπεγχάγη ένα από τα πιο σπουδαία μεταπολεμικά συνέδρια - τη θεωρία του: «Ποια υπήρξε, θα διερωτηθεί κανείς, η αφετηρία των ερευνών μας;». «Είναι γνωστό», λέει ο Σέιμπιν, «ότι ο ιός της πολιομυελίτιδας μπορεί να μεταδοθεί με δυο τρόπους: με τις τροφές, οι οποίες ενδεχομένως είναι μολυσμένες, ή από άλλο δρόμο, που μπορεί να είναι τα παρίσθμια, με άμεση δίοδο του ιού στο αίμα. Στην ειδική αυτή περίπτωση, το εμβόλιο του καθηγητή Σολκ, που η πείρα του βοήθησε βέβαια την πορεία της δικής μου εργασίας, αποδείχθηκε αποτελεσματικό, γιατί τα αντισώματα, που δημιουργούνται, εμποδίζουν τον ιό να φθάσει στα νευρικά κέντρα, που είναι το πιο τρωτό σημείο των ατόμων που προσβλήθηκαν από πολιομυελίτιδα. Απομένει όμως η πιο διάχυτη λοίμωξη, η εντερική, εκείνη δηλαδή που επέρχεται με τη λήψη των τροφών. Είναι η περίπτωση ακριβώς που αποδεικνύει τη χρησιμότητά του το νέο μου εμβόλιο κατά της πολιομυελίτιδας, που δίνεται από το στόμα. Ενώ το εμβόλιο του καθηγητή Σολκ έχει παρασκευαστεί από νεκρούς ιούς, εμείς χρησιμοποιούμε ζωντανούς ιούς που εμποδίζουν το φορέα της μόλυνσης να φθάσει στα ζωτικά μέρη του οργανισμού, όπως είναι ο νωτιαίος μυελός.» Αυτό δε σημαίνει - όπως θέλησαν να πουν μερικοί δημοσιογράφοι που κυνηγούν φανταστικές υποθέσεις - ότι δεν εκτιμώ τη σημασία της ανακάλυψης του εμβολίου του Σολκ. Απλά τόνισα ένα σημαντικό γεγονός, το εξής: το εμβόλιό του έχει αποτελεσματικότητα περιορισμένη σ’ ένα έτος, και, συνεπώς, επιβάλλεται ο περιοδικός εκ νέου εμβολιασμός. Επί πλέον, ένα λίτρο νεκρού εμβολίου μόλις και μετά βίας αρκεί για 300 άτομα και μπορεί να ανοσοποιήσει μόνο για τρεις τύπους ιού πολιομυελίτιδας, ενώ η λοιμώδης κλίμακα νομίζω ότι είναι ευρύτερη. Αντίθετα, ένα λίτρο του δικού μου εμβολίου μπορεί να ανοσοποιήσει 100.000 άτομα. Αρκεί μια σταγόνα διαλυμένη σε μια κουτάλα γάλα ή σιρόπι. Είναι πάμφθηνο. Καμιά χώρα δε θα έπρεπε να παραμελήσει τη μαζική χορήγηση του προϊόντος αυτού».
Θα μπορούσε να σκεφθεί κανείς ότι πρόκειται για μια από τις τόσες εμπορικές μάχες τις μεταμφιεσμένες σε επιστημονικό αλτρουισμό. Αλλά ο Άλμπερτ Σέμπιν, αφού πρώτα πρόσφερε στον κόσμο τη σωτηρία για εκατομμύρια παιδάκια, έκανε μια χειρονομία εξίσου υψηλή στο ηθικό επίπεδο. Αρνείται να πάρει δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για την ανακάλυψή του, παραιτείται από κάθε κέρδος, προσφέρει την ανακάλυψή του στα παιδάκια όλου του κόσμου και εξακολουθεί να ζει με το μισθό του πανεπιστημιακού καθηγητή. «Δε θέλω», λέει, «η συμβολή μου στην ευημερία της ανθρωπότητας να πληρωθεί με χρήματα».
Και η συμβολή αυτή είναι πράγματι ανυπολόγιστη. «Ο μισθός μου του καθηγητή μου φθάνει», θα πει σε συνέντευξη στην τηλεόραση. «Κατά τη σταδιοδρομία μου έλαβα πολλές επιστημονικές αναγνωρίσεις κι ένα μόνο βραβείο σε χρήματα: τα 25 εκατομμύρια λιρέτες του Φελτρινέλλο που μου απένειμε η ιταλική Ακαδημία των Λίντσι. Τα χρησιμοποιώ για μερικές οικογενειακές υποθέσεις. Παντρεύτηκα αργά και πρέπει να κάνω λίγες οικονομίες για τα παιδιά μου».
Κάθε πρωί άφηνε το σπίτι του στα προάστια του Cincinnati, και περνούσε όλη την ημέρα του στο εργαστήριό του, στον 5ο όροφο του Νοσοκομείου των Παίδων του Cincinnati.
Πολλές ώρες της ημέρας περνούσε ο Σέιμπιν στο μικροσκόπιο, με τα πειραματόζωα και στη βιβλιοθήκη για συνεχή ενημέρωση. «Η εργασία», έλεγε, «είναι η μόνη μου αναψυχή, η πραγματική μου διασκέδαση». Δεν του άρεσε η ομαδική εργασία, αλλά προτιμούσε να προχωρά μόνος του. Είχε λίγους βοηθούς, από τους οποίους μερικοί ήρθαν από πολύ μακριά για να μπορέσουν να εργαστούν μαζί του.
Δυο φορές την εβδομάδα το αμφιθέατρο του Πανεπιστημίου γέμιζε ασφυκτικά για τα μαθήματά του. Η Amy και η Debora, οι κόρες του, βοηθούσαν κάπου-κάπου τον πατέρα τους να τακτοποιεί τον τεράστιο όγκο αλληλογραφίας, που έφτανε καθημερινά απ’ όλα τα μέρη του κόσμου.
Ο άνθρωπος που νίκησε την πολιομυελίτιδα και που, ως γνησιότερη αμοιβή γι’ αυτό, αρκέστηκε στο χαμόγελο των μικρών παιδιών, καταπιάστηκε αργότερα με το πρόβλημα του καρκίνου. Είχε εμπιστοσύνη και προπαντός ελπίδα. Το επανέλαβε σ’ ένα του ταξίδι του στην Ιταλία:
«Η ανακάλυψη νέων γνώσεων που οφείλονται στους κόπους και στην αφοσίωση χιλιάδων ατόμων σε όλο τον κόσμο, είναι διαδικασία αργή, αλλά, ευτυχώς, αθροιστική και μπορεί να πει κανείς ότι τον τελευταίο αιώνα ο άνθρωπος μπόρεσε να μάθει σχετικά με τον εαυτό του και με τον κόσμο που τον περιβάλλει πιο πολλά από όσα είχε μάθει στους δεκάδες αιώνες που προηγήθηκαν.» Η εκρηκτική αυτή ανάπτυξη της επιστήμης συνεχίζεται με ρυθμό όλο και πιο ταχύ και δίνει στον άνθρωπο την ικανότητα ελέγχου πάνω στην ίδια του τη ζωή και στις δυνάμεις που τον περιβάλλουν. Κάποτε πίστευαν ότι οι αρρώστιες είναι τιμωρία που επιβάλλεται στον άνθρωπο για τα αμαρτήματά του και ότι ο πόνος, το άγχος και ο πρόωρος θάνατος αποτελούν μέρος της ανθρώπινης μοίρας. Δεν είναι πολύς καιρός που η μέση διάρκεια της ζωής δεν ξεπερνούσε τα 25-30 χρόνια έναντι των 70, που σημειώνονται τώρα στις οικονομικά πιο προοδευμένες χώρες. Πάνω από τα μισά παιδιά που γεννιόνταν ζωντανά πέθαιναν προτού φθάσουν τα 5 χρόνια της ηλικίας τους και μπορώ να βεβαιώσω ότι η μεγαλύτερη συμβολή μιας νεώτερης ιατρικής στην επιβίωση του ανθρώπου έχει τις ρίζες της στη βαθύτερη γνώση της φύσης των λοιμωδών νοσημάτων».
Πόση είναι η μερίδα του Άλμπερτ Σέιμπιν σ’ αυτή τη συμβολή είναι φανερό σε όλους: ο Αμερικανός σοφός συνδύασε πράγματι τη δύναμη του πνεύματος με την ευγένεια της καρδιάς. Ο Σέιμπιν πέθανε το 1993, σε ηλικία 87 ετών, από καρδιακή ανεπάρκεια.
[1] Είναι ο πρώτος που πέτυχε την καλλιέργεια της ωχρής σπειροχαίτης και απέδειξε τη παρουσία της στον εγκεφαλικό ιστό ατόμων που είχαν πεθάνει από προϊούσα γενική παράλυση.
Ο Albert Sabin (αριστερά) και ο Jonas Salk (κέντρο), μαζί με τον Basil O’Connor το 1961.