Ο Τζόζεφ Πούλιτζερ (Joseph Pulitzer) (10 Απριλίου 1847 – 29 Οκτωβρίου 1911) ήταν ένας Ουγγρικής καταγωγής Αμερικανός δημοσιογράφος. Ο Πούλιτζερ γεννήθηκε στο Makó της Ουγγαρίας, μετανάστευσε στις ΗΠΑ και έγινε Αμερικανός δημοσιογράφος και άνθρωπος των εφημερίδων. Τα Βραβεία Πούλιτζερ ήταν πρόνοια της διαθήκης του Πούλιτζερ.
Ο Πούλιτζερ (προφερόμενος σωστά ως ‘πουλ-ιτ-σερ’) μετανάστευσε στις ΗΠΑ το 1864, όπου υπηρέτησε στον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο. Έπειτα εγκαταστάθηκε στο St. Louis στο Μισούρι, όπου το 1868 άρχισε να δουλεύει για μια γερμανόφωνη καθημερινή εφημερίδα, την Westliche Post. Έγινε μέλος του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος και εκλέχτηκε στο Πολιτειακό Νομοθετικό Σώμα του Μισσούρι το 1869. Το 1872 ο Πούλιτζερ αγόρασε την Post για 3.000 δολάρια. Το 1878 αγόρασε την St. Louis Dispatch για 2.700 δολάρια και συγχώνευσε τις δύο εφημερίδες, για να δημιουργηθεί η St. Louis Post-Dispatch, η οποία παραμένει μέχρι σήμερα η καθημερινή εφημερίδα του St. Louis.
Όντας πλούσιος μέχρι το 1883, ο Πούλιτζερ αγόρασε την New York World, μια εφημερίδα που έχανε ετησίως 40.000 δολάρια, για 346.000 δολάρια από τον Τζέι Γκουλντ. Ο Πούλιτζερ άλλαξε τον εστιασμό της προς ιστορίες που ενδιέφεραν τους ανθρώπους, σκάνδαλα και κιτρινισμό. Το 1885, την ίδια χρονιά που εξελέγη στο Αμερικανικό Σώμα Αντιπροσώπων, προσέλαβε τον Ρίτσαρντ Φ. Άουτκολτ (Richard F. Outcault) για να σχεδιάσει καρτούν βασισμένα στις φτωχογειτονιές, και η κυκλοφορία άγγιξε τις 600.000 – από κυκλοφορία 15.000 φύλλων όταν αγόρασε την εφημερίδα- καθιστώντας την την μεγαλύτερη εφημερίδα στη χώρα. Το 1887 προσέλαβε την διάσημη δημοσιογράφο έρευνας Νέλλι Μπλάι (Nellie Bly).
Ο εκδότης της αντιπάλου New York Sun επιτέθηκε στον Πούλιτζερ εντύπως, αποκαλώντας τον το 1890 ΄Ο Εβραίος που εγκατέλειψε τη θρησκεία του’ (Ο πατέρας του Πούλιτζερ ήταν Εβραίος, ενώ η μητέρα του Ρωμαιοκαθολική). Η κίνηση, που αποσκοπούσε να αποσπάσει το Εβραϊκό αναγνωστικό κοινό του Πούλιτζερ, προκάλεσε την άμεση επιδείνωση της ήδη εξασθενημένης υγείας του Πούλιτζερ και παραιτήθηκε από την έκδοση, αν και διατήρησε τον οικονομικό έλεγχο επί των εφημερίδων του.
Το 1895 ο Γουίλλιαμ Ράντολφ Χερστ αγόρασε τη New York Journal, πράγμα που οδήγησε σε έναν δημοσιογραφικό πόλεμο μεταξύ της World του Πούλιτζερ και τηςJournal του Χερστ. Ο ανταγωνισμός αυτός με τον Χερστ, ιδιαίτερα η κάλυψη πριν και κατά τη διάρκεια του Ισπανο-Αμερικανικού Πολέμου, συνέδεσε το όνομα του Πούλιτζερ με την κίτρινη δημοσιογραφία. Το 1896, η World εισήγαγε ένα έγχρωμο παράρτημα, καινοτομία για την εποχή.
Το 1909 η World αποκάλυψε μια οικονομική απάτη στην οποία ήταν αναμεμειγμένη η Αμερικανική κυβέρνηση. Ο Πούλιτζερ κατηγορήθηκε για δυσφήμηση εναντίον του Θίοντορ Ρούζβελτ και του Τζ. Π. Μόργκαν. Τα δικαστήρια απέρριψαν τις κατηγορίες, γεγονός που κατεγράφη ως νίκη για την ελευθερία του τύπου.
Το 1892 ο Πούλιτζερ προσέφερε στον πρόεδρο του Πανεπιστημίου Κολούμπια, Σεθ Λόου, χρήματα για τη δημιουργία της πρώτης παγκοσμίως σχολής δημοσιογραφίας. Το πανεπιστήμιο αρχικά απέρριψε τα χρήματα, προφανώς ανεπηρέαστοι από τον ανενδοίαστο χαρακτήρα του Πούλιτζερ. Το 1902 ο νέος πρόεδρος του Κολούμπια, ο Νίκολας Μάρρεϋ Μπάτλερ, ήταν περισσότερο δεκτικός στο σχέδιο για μια σχολή και βραβεία, αλλά μόνο μετά το θάνατο του Πούλιτζερ το όνειρο αυτό πραγματοποιήθηκε. Ο Πούλιτζερ άφησε στο πανεπιστήμιο 2 εκατομμύρια δολάρια στη διαθήκη του, γεγονός που οδήγησε στη δημιουργία το 1912 της Μεταπτυχιακής Σχολής Δημοσιογραφίας του Πανεπιστημίου Κολούμπια, αλλά μέχρι τότε η πρώτη σχολή δημοσιογραφίας είχε ήδη δημιουργηθεί στο Πανεπιστήμιο του Μισούρι. Η Μεταπτυχιακή Σχολή Δημοσιογραφίας του Κολούμπια παραμένει μία από τις πιο περίβλεπτες σχολές παγκοσμίως.