Στις 9 Οκτωβρίου 1967, δολοφονήθηκε εν ψυχρώ στη ζούγκλα της Βολιβίας το -μετέπειτα- παγκόσμιο σύμβολο της επανάστασης Ερνέστο «Τσε» Γκεβάρα.
Στην υπόθεση εμπλεκόταν φυσικά η CIA, που παρείχε στον βολιβιανό στρατό όλη την απαραίτητη βοήθεια για να στηθεί η διαβόητη ενέδρα εναντίον του, που θα οδηγούσε στη σύλληψη του Τσε και των λιγοστών συντρόφων που είχαν παραμείνει στο πλευρό του.
Κι έτσι ο πρωτεργάτης του κουβανικού αγώνα και τρανό παράδειγμα επαναστατικού νου θα εξαφανιζόταν από προσώπου γης με συνοπτικές διαδικασίες.
Ας δούμε λοιπόν καρέ-καρέ το χρονικό των τελευταίων στιγμών του «κόκκινου» Τσε…
Η εξαφάνιση
Την ιστορία μας οφείλουμε να την πιάσουμε ωστόσο λίγο πρωτύτερα: συγκεκριμένα, τον Απρίλιο του 1965, όταν ο Γκεβάρα εξαφανίζεται από τη δημόσια ζωή της Κούβας. Εγκαταλείπει τη γυναίκα, τα παιδιά και τις θέσεις του στην κουβανική κυβέρνηση και βάζει πλώρη για άλλα. Ο συνεπής επαναστάτης ελπίζει να ξεκινήσει εξέγερση και σε άλλα σημεία του πλανήτη και βρίσκεται έτσι στο Κονγκό, όπου θα περάσει το μεγαλύτερο μέρος του 1965 αποπειρώμενος να οργανώσει εκεί επαναστατικό κίνημα.
Οι αντάρτες όμως με τους οποίους συνεργάζεται δεν μοιάζουν να ενδιαφέρονται για εξτρεμιστικές πολιτικές και ο ίδιος, αποκαρδιωμένος και βαθύτατα απογοητευμένος, εγκαταλείπει άπραγος τη χώρα έπειτα από αρκετούς μήνες προσπαθειών…
Η επανάσταση της Βολιβίας
Μετά την αποτυχημένη απόπειρα του Κονγκό, ο Γκεβάρα μετακινείται στη Βολιβία, καθώς το έδαφος για επανάσταση έμοιαζε πρόσφορο. Τον Νοέμβριο του 1966 λοιπόν ο Τσε φτάνει στη χώρα μεταμφιεσμένος σε μεσόκοπο ουρουγουανό έμπορο επ’ ονόματι Adolfo Mena Gonzalez. Μετά τον έλεγχο, πετά φυσικά τις μασκαράτες και ρίχνεται στον αγώνα της επαναστατικής οργάνωσης.
Καθώς ο κύριος όγκος της επαναστατικής του ομάδας αποτελούταν από περουβιανούς και κουβανούς αντάρτες, έμοιαζε πολύ λογικό -και επιτακτικό- να προσελκύσει κοντά του και βολιβιανούς αντιφρονούντες, ως τρόπο ενίσχυσης και υποστήριξης των σκοπών του. Δυστυχώς όμως γι’ αυτόν, δεν θα τα κατάφερνε ποτέ, αφού μέχρι και οι βολιβιανοί κομμουνιστές του γύρισαν την πλάτη, όταν αρνήθηκε να παραδώσει τα ηνία της επανάστασης στον ηγέτη του Κομμουνιστικού Κόμματος της χώρας.
Νέες ελπίδες γεννήθηκαν στον Γκεβάρα όταν προσέγγισε την αγροτιά της Βολιβίας, προσπαθώντας να στρατολογήσει τους κολίγους στον ένοπλο αγώνα. Και πάλι όμως η προσεγμένη προπαγάνδα της βολιβιανής κυβέρνησης, που έδινε έμφαση στον διεθνιστικό χαρακτήρα των ρέμπελων του Τσε και τους κατηγορούσε για εισαγόμενο κομμουνισμό στη χώρα τύπου Κάστρο, θα κατέστρεφε τα σχέδιά του, καθώς οι πατριώτες χωρικοί δεν φαίνονταν διατεθειμένοι να υποστηρίξουν την ξενόφερτη επαναστατική δύναμη.
Μετά τις απανωτές αυτές αποτυχίες, όλα πήγαιναν στραβά για τον ηγέτη του κινήματος. Και σαν να μην έφταναν αυτά, η κυβέρνηση ανακάλυψε έγκαιρα τόσο την παρουσία του Γκεβάρα στη Βολιβία όσο και το κρησφύγετό του, πολύ πριν καταφέρει δηλαδή ο Τσε να εγκαθιδρύσει τη δύναμή του. Πληροφοριοδότης της κυβέρνησης ήταν η πανταχού παρούσα CIA.
Μέχρι τον Μάρτιο του 1967, ο βολιβιανός στρατός είχε βγει στο κατόπι του Τσε και των περιορισμένων επαναστατικών του δυνάμεων, κυνηγώντας τους τόσο λυσσαλέα που ανάγκαζαν τους αντάρτες να μετακινούνται συνέχεια, στερώντας τους έτσι τη δυνατότητα οργάνωσης. Διωκόμενος λοιπόν συνεχώς και χτυπημένος από άσθμα, ο Γκεβάρα δεν μπορούσε ούτε να αντεπιτεθεί όπως ήξερε ούτε και να υποχωρήσει περαιτέρω στις ζούγκλες της Βολιβίας: η ομάδα του διασπάστηκε σε μικρότερους πυρήνες, με πολλούς από αυτούς να συλλαμβάνονται και να εκτελούνται.
Η σύλληψη του Τσε και η εκτέλεση
Μέσα στο ζοφερό αυτό πλαίσιο, η σύλληψη του Τσε ήταν απλώς θέμα χρόνου: το τέλος ήρθε πράγματι τον Οκτώβριο του 1967. Το πρωινό λοιπόν της 8ης Οκτωβρίου, ο βολιβιανός στρατός περικύκλωσε τον Γκεβάρα και τους μόλις 16 άντρες του που κρύβονταν σε έναν ξηροπόταμο γνωστό ως Quebrada del Churo. Στις 1:10 μ.μ. ξέσπασε πιστολίδι, που ανάγκασε τους ρέμπελους να διασπαστούν: πολλοί έπεσαν νεκροί και άλλοι πιάστηκαν.
Κατά τη διάρκεια της ένοπλης μάχης, ο Γκεβάρα χτυπήθηκε από σφαίρα στο αριστερό του πόδι. Παρά τον τραυματισμό του, προσπαθούσε να διαφύγει όταν και τελικά αιχμαλωτίστηκε από τις κυβερνητικές δυνάμεις, οι οποίες μετέφεραν τον αιμόφυρτο Τσε σε σχολείο της πολίχνης La Higuera, όπου και ανακρίθηκε.
Την επόμενη μέρα, οι διαταγές του προέδρου της Βολιβίας ήταν σαφείς: ο Γκεβάρα έπρεπε να εκτελεστεί πάση θυσία. Κι έτσι το μεσημέρι της 9ης Οκτωβρίου 1967, ο λοχίας Mario Teran, αξιωματικός του βολιβιανού στρατού που προσφέρθηκε οικειοθελώς να εκτελέσει τον Τσε, τον γάζωσε με ημιαυτόματο όπλο. Ο Γκεβάρα έπεσε νεκρός σε ηλικία 39 ετών…
Μεταθανάτιες περιπέτειες
Αρχικά, ο βολιβιανός στρατός τοποθέτησε το άψυχο σώμα του επαναστάτη πάνω σε τσιμεντένιο πλυσταριό, αφήνοντας τους στρατιώτες και τους ντόπιους να θαυμάσουν το θέαμα. Πολλές φωτογραφίες τραβήχτηκαν από το χαρμόσυνο, γι’ αυτούς, γεγονός, ενώ δεν ήταν και λίγοι αυτοί που έκοψαν τμήματα από τα μαλλιά του ως σουβενίρ και φυλαχτά. Και βέβαια πριν από την ταφή του, οι Βολιβιανοί έκοψαν τα χέρια του Τσε και τα έβαλαν μέσα σε φορμαλδεΰδη, για να λειτουργήσουν ως πειστήριο τρανό για τον χαμό του.
Στις 11 Οκτωβρίου 1967, οι Βολιβιανοί παράχωσαν μυστικά το κουφάρι του Γκεβάρα, με τον τόπο του ενταφιασμού του να παραμένει απόρρητο κυβερνητικό μυστικό για 3 ολόκληρες δεκαετίες! Και μόλις τον Ιούλιο του 1997 ο σκελετός του Τσε (και άλλων 6 συντρόφων του), που ήταν θαμμένοι κοντά στο αεροδρόμιο του Vallegrande στα νότια της χώρας, επιστράφηκε στην Κούβα για κανονική ταφή. Λίγο αργότερα την ίδια χρονιά, ο Γκεβάρα και οι αντάρτες του ενταφιάστηκαν στη Santa Clara, την ίδια πόλη που είχε οδηγήσει τις επαναστατικές του δυνάμεις σε αποφασιστική νίκη στα ζοφερά τεκταινόμενα της κουβανικής επανάστασης το 1958.
Παρά
τις αποτυχημένες επαναστατικές εκστρατείες στο Κονγκό και τη Βολιβία, ο
Γκεβάρα θα έμενε στην Ιστορία ως παγκόσμιο σύμβολο του επαναστατικού
αγώνα, ένας συνεπής δηλαδή επαναστάτης που δεν καταλάγιασε ποτέ, πάντα
πρόθυμος να θυσιάσει ακόμα και τη ζωή του για τους καταπιεσμένους όλου
του κόσμου, όπου κι αν αυτοί βρίσκονταν…