Η Αικατερίνη Β΄ της Ρωσίας, η επονομαζόμενη «Μεγάλη» (Ρωσικά: Екатерина II Великая, Yekaterina II Velikaya,2 Μαΐου 1729 – 17 Νοεμβρίου 1796) ήταν, γερμανικής καταγωγής, Αυτοκράτειρα της Ρωσίας. Η πολιτική της συνδέθηκε στενά με την αναγέννηση του ελληνικού βίου λόγω της συνθήκης Κιουτσούκ-Καϊναρτζή.
Πρώιμα χρόνια
Γεννήθηκε στο Στέτιν της Πρωσίας το 1729 και το πραγματικό της όνομα ήταν Σοφία Αυγούστα Φρειδερίκη. Ήταν πριγκίπισσα του Άνχαλτ-Τσέρμπστ και ο πατέρας της, Χριστιάνος Αύγουστος, υπηρετούσε στο πρωσικό ιππικό ως φρούραρχος του Στέτιν. Η εκπαίδευση της ήταν αρκετά καλή, παρακολουθώντας μαθήματα κατ´οίκον, ενώ δεν ανέπτυξε στενές σχέσεις με τους γονείς της.
Ο γάμος της
Το 1744, σε ηλικία 15 χρονών, προσκλήθηκε από την Ρωσίδα Αυτοκράτειρα Ελισάβετ στην Αγία Πετρούπολη με σκοπό να νυμφευθεί τον διάδοχο του ρωσικού θρόνου Πέτρο Φιόντοροβιτς του Χολστάιν. Η επιλογή της πριγκίπισσας Σοφίας ως υποψήφιας νύφης του διαδόχου ήταν αποτέλεσμα των διπλωματικών ενεργειών του Αυτοκράτορα Φρειδερίκου Β΄ της Πρωσίας. Αμέσως άρχισε την εκμάθηση της ρωσικής γλώσσας με τόσο ζήλο που τα βράδια έμενε ξύπνια για να διαβάζει τα μαθήματα της. Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα την γρήγορη ενσωμάτωση της στην ρωσική αριστοκρατία.
Στις 28 Ιουνίου 1744 η ρωσική ορθόδοξη εκκλησία την δέχθηκε ως μέλος της με το όνομα Αικατερίνη Αλεξέγεβνα. Έτσι στις 21 Αυγούστου πραγματοποιήθηκε ο γάμος του Μεγάλου Δούκα Πέτρου και της πριγκίπισσας Αικατερίνης.
Ο γάμος της σταδιακά αποδείχτηκε ανεπιτυχής αφού ο διάδοχος του θρόνου Πέτρος ασχολιόταν μόνο με το κυνήγι ενώ αυτή την παραμελούσε. Για εννιά χρόνια η Αικατερίνη ήταν υποχρεωμένη να παραμένει κλεισμένη στα ανάκτορα ενώ δεν της επιτρεπόταν η αλληλογραφία με τους συγγενείς της. Αναγκάστηκε λοιπόν, προκειμένου να βρει μια συντροφιά, να καταφύγει στην ανάγνωση βιβλίων. Ιδιαίτερα επηρεάστηκε από τον Βολταίρο και τις ιδέες του περί του Διαφωτισμού. Το 1754 η Αικατερίνη έμεινε έγκυος και γέννησε το γιο της Παύλο. Βέβαια οι φήμες οργίαζαν σχετικά με την πατρότητα του παιδιού αφού κανείς δεν πίστευε ότι πατέρας του παιδιού ήταν ο Πέτρος. Με τον καιρό η πριγκίπισσα Αικατερίνη άρχισε να δικτυώνεται στο παλάτι και να συνάπτει φιλικές σχέσεις με αυλικούς και υπουργούς όπως με τον καγκελάριο Μπεστούζεφ-Ριούμιν. Μαζί με τον καγκελάριο οργάνωσαν αυλική συνωμοσία, η οποία απέτυχε το 1758 και είχε ως αποτέλεσμα να χάσει την θέση του Καγκελαρίου ο Μπεστούζεφ-Ριούμιν ενώ η Αικατερίνη μόλις που κατάφερε να γλιτώσει την δυσμένεια.
Η άνοδος στον θρόνο
Μετά τον θάνατο της Αυτοκράτειρας Ελισάβετ στις 5 Ιανουαρίου του 1762 την διαδέχτηκε ο ανιψιός της Πέτρος Γ'. Η Αικατερίνη είχε οργανώσει γύρω της έναν κύκλο αυλικών και στρατιωτικών που ήταν έτοιμοι να την υποστηρίξουν σε οποιαδήποτε κίνηση της. Σημαντικό ρόλο στην επίτευξη του στόχου της, δηλαδή την άνοδο της στον θρόνο, διαδραμάτισε ο εραστής της, αξιωματικός του ιππικού, Γρηγόριος Ορλόφ, αλλά και οι λανθασμένες κινήσεις του Πέτρου Γ΄, ο οποίος δεν δίστασε να παραιτηθεί από τις κατακτήσεις που είχε πετύχει σε βάρος της Πρωσίας στον Επταετή πόλεμο, να ασπαστεί τον Λουθηρανισμό και να δεχτεί Πρώσους αξιωματούχους στον ρωσικό στρατό. Αυτές οι κινήσεις επέδρασαν καταλυτικά στην άνοδο της Αικατερίνης στον θρόνο αφού μια μεγάλη μερίδα αριστοκρατών και στρατιωτικών δυσαρεστημένοι από τον Πέτρο Γ΄ προσχώρησαν στο κίνημα της Αικατερίνης.
Στις 28 Ιουνίου του 1762 με την βοήθεια της φρουράς ανέβηκε στον θρόνο και φυλάκισε τον άντρα της, Πέτρο Γ΄. Λίγες μέρες αργότερα ο Πέτρος δολοφονήθηκε με στραγγαλισμό κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες στην Κροστάνδη.
Η Ρωσία την εποχή της Αικατερίνης Β΄
Η Αικατερίνη Β΄ στα απομνημονεύματα της αναφέρει:
"Όταν ανέλαβα την εξουσία η Ρωσική Αυτοκρατορία βρισκόταν σε δεινή οικονομική κατάσταση λόγω Επταετούς Πολέμου. Τα οικονομικά αποθέματα είχαν εξαντληθεί. Ο στρατός δεν πληρωνόταν επί 3 μήνες. Το εμπόριο ήταν σε παρακμή, καθώς πολλοί κλάδοι του έγιναν μονοπωλιακοί. Ο στρατός είχε βυθιστεί στα χρέη."
Υπάρχουν όμως ιστορικοί που αμφισβητούν την κατάσταση αυτή υποστηρίζοντας πως ακόμα και μετά τον Επταετή πόλεμο η Αυτοκρατορία βρισκόταν σε καλή οικονομική κατάσταση και το έλλειμμα ήταν μόλις 1 εκατομμύριο ρούβλια ή 8 % από το σύνολο εσόδων. Υποστηρίζουν πως η ίδια η αυτοκράτειρα συνέβαλε στη δημιουργία αυτού του ελλείμματος, ξοδεύοντας τα χρήματα από το δημόσιο ταμείο για δώρα στους υποστηρικτές του κινήματος της που ανέτρεψε τον Πέτρο Γ΄.
Έβαλε στόχο να αντιμετωπίσει τα προβλήματα της Αυτοκρατορίας, αναφέροντας ότι:
- Πρέπει να εκπαιδεύσει το έθνος, το οποίο θα κυβερνά.
- Πρέπει να επιβάλει δημόσια τάξη, να υποστηρίξει την κοινωνία και να της επιβάλλει να τηρούνται οι νόμοι.
- Πρέπει να συμβάλει στην άνθηση του κράτους.
- Πρέπει να ιδρύσει τη αστυνομία.
- Είναι απαραίτητο να κάνει το κράτος τρομερό ώστε να εμπνέει το σεβασμό των γειτόνων.
Η εσωτερική πολιτική της δεν διέφερε και πολύ από αυτή των προκατόχων της. Στη μέση της βασιλείας της πραγματοποίησε διοικητική μεταρρύθμιση, την εδαφική διαίρεση της χώρας, και τη μεταρρύθμιση του δικαστικού συστήματος. Το έδαφος του ρωσικού κράτους έχει αυξηθεί σημαντικά με την προσθήκη της νότιων εδαφών - της Κριμαίας, Μαύρης Θάλασσας και του ανατολικού τμήματος της Πολωνό-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας. Ο πληθυσμός αυξήθηκε από 23,2 εκατομμύρια (1763) σε 37.400.000 (1796) κατοίκους. Έτσι η Ρωσία έγινε η μεγαλύτερη χώρα στην Ευρώπη (αντιπροσώπευε το 20% του ευρωπαϊκού πληθυσμού). Η Αικατερίνη Β΄, καθιέρωσε 29 νέες επαρχίες και είχε δημιουργήσει περίπου 144 πόλεις.
Την ίδια στιγμή, η αύξηση του πληθυσμού ήταν σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα της ενσωμάτωσης στη Ρωσική Αυτοκρατορία άλλων πολιτειών (με πληθυσμό περίπου 7 εκατομμύρια άτομα), που συνέβη κατά κανόνα χωρίς επιθυμία του τοπικού πληθυσμού, κάτι που οδήγησε στην εμφάνιση των "πολωνικού", "ουκρανικού" και "εβραϊκού" ζητημάτων.
Η ρωσική οικονομία συνέχισε να παραμένει αγροτική. Συνολικά, στο τέλος του XVIII αιώνα υπήρχαν 1.200 μεγάλες επιχειρήσεις (το 1767 υπήρχαν μόνο 663). Σημαντικά αυξήθηκε η εξαγωγή των ρωσικών προϊόντων σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, από τα νέα λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας. Ωστόσο, στη δομή των εξαγωγών δεν υπήρχαν αρκετά έτοιμα προϊόντα, πρώτες ύλες και ημικατεργασμένα προϊόντα μόνο. Ενώ στη Δύση το δεύτερο εξάμηνο του XVIII αιώνα η βιομηχανική επανάσταση έλαβε χώρα, η ρωσική βιομηχανία παράμενε «πατριαρχική» και αγροτική. Τέλος, το 1770-1780 ξέσπασε οξεία κοινωνική κρίση, με επακόλουθη την οικονομική κρίση.
Η εξωτερική πολιτική της Αικατερίνης Β΄
Επέκταση των συνόρων της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Η εξωτερική πολιτική της Αικατερίνης Β΄ είχε ως στόχο την ενίσχυση του ρόλου της Ρωσίας στον κόσμο και την επέκταση της επικράτειάς της. Το σύνθημα της διπλωματίας της ήταν το εξής: «θα πρέπει να είμαστε φίλοι με όλες τις δυνάμεις, για να διατηρήσουμε πάντοτε τη δυνατότητα να σταθούμε στο πλευρό του ασθενέστερου ... να αφήσουμε ανοιχτά τα χέρια ... και να μην σερνόμαστε από την ουρά κανενός». Ωστόσο, αυτό το σύνθημα παραμελήθηκε πολλές φόρες.
Νέα εδαφική επέκταση αρχίζει με την Αικατερίνη Β΄. Μετά το πρώτο Ρώσο-τουρκικό πόλεμο το 1774, η Ρωσία αποκτά σημαντικά εδάφη στις εκβολές του ποταμού Δνείπερου, Ντον και στα στενά του Κερτς. Το 1783, ενώνει την Μπάλτα, Κριμαία και την Κουμπάν. Ο δεύτερος Ρώσο-τουρκικός πόλεμος τελειώνει με την απόκτηση της παράκτιας λωρίδας μεταξύ του Μπούγκ και του Δνείστερου (1792). Με όλες αυτές τις κατακτήσεις, η Ρωσία έχει σταθερή πρόσβαση στη Μαύρη Θάλασσα. Την ίδια στιγμή, οι Πολωνοί παραχωρούν στη Ρωσία τη δυτική Ρωσία. Έτσι το 1773 η Ρωσία αποκτά ένα μέρος της Λευκορωσίας, το δεύτερο διαμέρισμα της Πολωνίας(1793), τις επαρχίες της Λιθουανίας. Μαζί με το τρίτο τμήμα συνδέθηκε με τη Ρωσία και το Δουκάτο της Κυρλανδίας.
Οι σχέσεις με τη Γεωργία. Συνθήκη του Γεωργίου
Επί της βασιλείας του Ηρακλή Β΄ το ενωμένο βασίλειο της Γεωργίας και Καχέτη (1762-1798) ενισχύθηκε και αύξησε την επιρροής της στον Καύκασο. Οι Τούρκοι εκδιώχθηκαν από τη χώρα. Ο Ηρακλής Β΄ στράφηκε προς τη Ρωσία για την προστασία από την Περσία και την Τουρκία. Η Αικατερίνη Β΄, που βρισκόταν σε πόλεμο με την Υψηλή Πύλη, από τη μία πλευρά, ενδιαφέρθηκε για το σύμμαχο, από την άλλη, ήταν απρόθυμη να στείλει πολλά στρατεύματα στη Γεωργία. Τελικά τα έτη 1769-1772 ένα μικρο τμήμα ρωσικού στρατού υπό τη διοίκηση του στρατηγού Τοτλεμπέν πολέμησαν εναντίον της Τουρκίας με τη γεωργιανή πλευρά. Το 1783, η Ρωσία και η Γεωργία υπέγραψαν συνθήκη για την ίδρυση του Ρωσικού προτεκτοράτου στο Βασίλειο της Γεωργίας και Καχέτη με αντάλλαγμα τη στρατιωτική προστασία από τη Ρωσία.
Το Ελληνικό σχέδιο
Ένα από τα φιλόδοξα σχέδια της Αικατερίνης Β΄ στην εξωτερική πολιτική ήταν το λεγόμενο Ελληνικό σχέδιο, τα κοινά σχέδια της Ρωσίας και της Αυστρίας για το διαμελισμό της Τουρκίας, την εκδίωξη των Τούρκων από την Ευρώπη, την αναβίωση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και η διακήρυξη του εγγονού της Αικατερίνης Β΄ ως αυτοκράτορα, του Μέγα Δούκα Κωνσταντίν Πάβλοβιτς. Σύμφωνα με τα σχέδιο, στις περιοχές της Βεσσαραβίας, της Μολδαβίας και της Βλαχίας δημιουργείται το κράτος Ντάκια, και το δυτικό τμήμα της Βαλκανικής Χερσονήσου παραχωρείται στην Αυστρία. Το Ελληνικό σχέδιο, το σχέδιο αναδημιουργίας του Ελληνικού κράτους παρουσιάστηκε μετά από το Ανατολικό Ζήτημα και τα Ορλωφικά. Το σχέδιο αναπτύχθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1780, αλλά δεν υλοποιήθηκε λόγω των αντιφάσεων μεταξύ των συμμάχων και την ανακατάληψη των μεγάλων Τουρκικών εδαφών από την ίδια τη Ρωσία χωρίς τη βοήθεια των συμμάχων της.
Η ιδέα αναδημιουργίας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας πάνω στα ερείπια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έγειρε όμως σοβαρές ανησυχίες κάποιων ξένων δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας, η οποία έχει συνάψει Γάλλο-τουρκική συμμαχία, και της Αγγλίας, που φοβόταν παραβίαση της «ισορροπίας δυνάμεων» στην Ευρώπη και την καθιέρωση της ρωσικής ηγεμονίας στην Ανατολική Μεσόγειο. Τα χριστιανικά κράτη της Δυτικής Ευρώπης, που υποστήριζαν την ύπαρξη της μεγαλύτερης ισλαμικής δύναμης, και έτσι καταπίεσαν Χριστιανούς στα Βαλκάνια, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ονομαζόμενο «Ανατολικό Ζήτημα». Μετά την ανασύσταση του ανεξάρτητου Ελληνικού Κράτους το "Ελληνικό σχέδιο" πήρε τη μορφή της "Μεγάλης ιδέας".
Προσωπική ζωή και θάνατος
Η Αικατερίνη Β΄ ήταν μελαχρινή μέσου ύψους. Συνδύασε την υψηλή νοημοσύνη, την εκπαίδευση, την πολιτική ικανότητα και τη δέσμευση για το «ελεύθερο έρωτα». Η Αικατερίνη Β΄ είχε πολλούς εραστές, των οποίων ο αριθμός έφθανε στα 23 άτομα. Οι πιο διάσημοι από αυτούς ήταν ο Σεργκέι Σαλτικόφ, ο Γκριγκόρι Ορλόφ, ο υπολοχαγός Βασίλτσικοφ, Ποτέμκιν, Ουσάρος Ζόριτς, Λάνσκι, και ο τελευταίος ήταν ο Πλάτων Ζούμποφ, ο οποίος έγινε και Στρατηγός. Με τον Ποτέμκιν, σύμφωνα με κάποιες πληροφορίες, η Αικατερίνη Β΄ παντρεύτηκε κρυφά (το 1775). Μετά το 1762 σχεδίαζε να παντρευτεί τον Ορλόφ, κάτι που δεν έγινε. Ακουγόταν, επίσης, πως η Αικατερίνη διατηρούσε δεσμό με τον Μανιάτη Σκυλογιάννη Μαυρομιχάλη, κάτι που δεν είναι ιστορικά εξακριβωμένο και αμφισβητείται. Αληθεύει σίγουρα όμως το ότι τον θεωρούσε έναν σπουδαίο πολεμιστή, παρόλες τις αντιθέσεις που δημιουργήθηκαν στη σχέση τους για λόγους πολιτικούς και στρατιωτικούς.
Η Αικατερίνη Β΄ είχε δύο γιους, τον Παύλο Α΄ και τον Αλεξέι Γκριγκόριεβιτς Μπομπρίνσκι (1762 - γιος του Γκριγκόρι Ορλόφ), και μια κόρη που πέθανε σε βρεφική ηλικία, την Άννα Πετρόβνα (1757 - 1759, πιθανώς από το μελλοντικό βασιλιά της Πολωνίας, Στανισλάβ Πολιατόβσκι).
Η Μεγάλη Αικατερίνη πέθανε στις (6) 17 Νοεμβρίου 1796 από κολπική αιμορραγία.