Ο Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ γεννήθηκε το 1945. Από το 1969, όταν γύρισε την πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία με τίτλο Η αγάπη είναι πιο κρύα από το θάνατο, μέχρι το τραγικό του τέλος λόγω υπερβολικής δόσης το 1982, σε ηλικία μόλις 37 ετών, θα σκηνοθετήσει 41 ταινίες (όλες μεγάλου μήκους) μέσα σε 13 χρόνια – ρεκόρ ακατάρριπτο στην ιστορία του κινηματογράφου. Ο Φασμπίντερ ανήκε σε εκείνη τη γενιά Γερμανών σκηνοθετών που υπήρξαν πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους και με εντελώς διαφορετικό έργο ο καθένας, οι οποίοι στα τέλη της δεκαετίας του 1960 αποτέλεσαν ένα κινηματογραφικό ρεύμα με την επωνυμία Νέος Γερμανικός Κινηματογράφος. Ο ίδιος υπήρξε επίσης σκηνοθέτης του θεάτρου, ηθοποιός και συγγραφέας θεατρικών έργων. Αυτή η ενασχόλησή του με το θέατρο -που υπήρξε σταθερή καθ' όλη την διάρκεια της ζωής του- έχει σημαδέψει και την παρουσία του στον χώρο του κινηματογράφου: η θεατρικότητα είναι ένα μορφολογικό χαρακτηριστικό πολλών ταινιών του.
Το πρόσωπο που ίσως άσκησε την μεγαλύτερη επιρροή στον Φασμπίντερ και το έργο του υπήρξε ο Ντάγκλας Σερκ, ένας σκηνοθέτης κορυφαίος στο είδος του μελοδράματος, στην κλασική εποχή του Χόλιγουντ. Γι' αυτό και το μεγαλύτερο μέρος της εκτεταμένης φιλμογραφίας του Φασμπίντερ κινείται στον χώρο του μελοδράματος, αλλά σαφώς σε πιο σκοτεινούς τόνους, καθώς και σε μια μηδενιστική διάσταση. Οι ήρωές του -άνδρες και γυναίκες, ομοφυλόφιλοι ή ετεροφυλόφιλοι- ζουν καταπιεσμένοι στο περιθώριο και συχνά βρίσκονται σε κατάσταση απόγνωσης. Η ανθρώπινη φθορά, ο πόνος, η αδυναμία έκφρασης των συναισθημάτων, η βία σε όλες τις εκφάνσεις της, τα αδιέξοδα και με τραγική κατάληξη ερωτικά πάθη, είναι στην καρδιά του φασμπιντερικού μελοδράματος. Το έργο του Φασμπίντερ αποτελεί ένα σκληρό σχόλιο για την ηθική παρακμή της μεταπολεμικής Γερμανίας, για την κάθε είδους εξάρτηση, την εκπόρνευση, την προδοσία και την απιστία. Ο δημιουργός απεικόνισε, με ωμότητα αλλά και ιδιαίτερη ευαισθησία, το δράμα προσώπων που εγκλωβίζονται και ασφυκτιούν μέσα στις εξουσιαστικές δομές της κοινωνίας και τα οποία τελικά συντρίβονται από τις κοινωνικές προκαταλήψεις και την ανηλεή εκμετάλλευση (συναισθηματική ή υλική).
Αδιαφορώντας για την τεχνική τελειότητα (μόνο στις τελευταίες του ταινίες ενδιαφέρθηκε για την καλλιέπεια της εικόνας), ο Φασμπίντερ με επιμονή, πάθος και ακατάβλητη δημιουργικότητα, εστιάζοντας στα προσωπικά αδιέξοδα των ατόμων, σκιαγράφησε σε ζοφερούς τόνους το συλλογικό αδιέξοδο μιας ολόκληρης κοινωνίας. Η σύντομη ζωή του υπήρξε βίαιη και ταραχώδης, αντίστοιχη μ’ αυτή ενός άλλου μεγάλου Ευρωπαίου δημιουργού, του Πιερ Πάολο Παζολίνι. Ζώντας συνεχώς στο κόκκινο και φλερτάροντας διαρκώς με τα όρια, ο Φασμπίντερ έζησε αντιμέτωπος τόσο με εσωτερικούς όσο και εξωτερικούς δαίμονες. Η δύσκολη συμφιλίωση με τη σεξουαλική του ταυτότητα, η μοναχική και καταπιεσμένη ζωή ενός ομοφυλόφιλου άνδρα, η ροπή του προς τα ναρκωτικά, αλλά και οι αυτοκαταστροφικές τάσεις του, αποτέλεσαν για τον Φασμπίντερ μια μόνιμη πηγή προβλημάτων και διαταραχών, οι οποίες όμως μετουσιώθηκαν σ’ ένα μοναδικό κινηματογραφικό έργο.