Το πνεύμα του Τρίτου Ράιχ επιζεί στις τελετές αφής της Ολυμπίας και τη λαμπαδηδρομία. Ο άνθρωπος που στη Γερμανία θεωρείται συνεργάτης του Γκέμπελς, τιμάται στην Ελλάδα ως θεμελιωτής του σύγχρονου ολυμπισμού.
Οσο κι αν θέλουμε να το ξεχνάμε, η ολυμπιακή φλόγα που ξεκινάει από το βωμό της Ιερής Αλτης την παγκόσμια περιπλάνησή της δεν έχει καμιά σχέση με την περίφημη «αρχαία ελληνική κληρονομιά». Η έμπνευση, η οργάνωση της τελετής και η εκτέλεση της πρώτης λαμπαδηδρομίας ανήκει εξολοκλήρου στο ναζιστικό καθεστώς και ειδικότερα στον δαιμόνιο υπουργό προπαγάνδας του Τρίτου Ράιχ, τον Γιόζεφ Γκέμπελς που επιμελήθηκε την Ολυμπιάδα του Βερολίνου το 1936.
Πράγματα γνωστά και χιλιοειπωμένα, όμως δυσάρεστα και απωθημένα. Το 1936, όμως, δεν είχε κανείς αμφιβολία για το ρόλο του Γκέμπελς στην αναβίωση του «αρχαιοελληνικού» ολυμπιακού πνεύματος. Ηδη ένα χρόνο πριν από την έναρξη της Ολυμπιάδας του Βερολίνου, τον Αύγουστο του 1935, η «Εστία» κυκλοφόρησε με ολοσέλιδο άρθρο που έφερε τον εύγλωττο τίτλο «Ολυμπιακή Φλόγα. Μια θαυμάσια ιδέα του Δρος Γκέμπελς». Αλλά τώρα πια, ο καημένος ο Γκέμπελς είναι κόκκινο πανί ακόμα και για τους παράγοντες του διεθνούς ολυμπιακού κινήματος. Κανένας δεν τολμάει να τον μνημονεύσει, πολύ περισσότερο να τον συνδέσει με την «ιερή» τελετή. Βρέθηκε λοιπόν ο «πραγματικός» εμπνευστής της ολυμπιακής φλόγας στο πρόσωπο ενός άλλου ιστορικού παράγοντα του γερμανικού ολυμπισμού, του Καρλ Ντιμ.
Οπως διαβάζουμε στην επίσημη ιστοσελίδα της ΕΟΕ (Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή), «η αφή της ολυμπιακής φλόγας και η λαμπαδηδρομία τελέστηκαν για πρώτη φορά το 1936 στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου. Η ιδέα ήταν του Γερμανού καθηγητή και μέλους της Γερμανικής Ολυμπιακής Επιτροπής δρ. Καρλ Ντιμ, ο οποίος και την εισηγήθηκε στην Οργανωτική Επιτροπή των ΧΙ Ολυμπιακών Αγώνων. Από τότε η αφή της φλόγας γίνεται πάντα στο ναό της Ηρας στην Αρχαία Ολυμπία».
Η περιγραφή της «μαύρης» Ολυμπιάδας από τους Ελληνες υπευθύνους της ΕΟΕ είναι απίστευτα υμνητική: «Για πρώτη φορά έγινε άφιξη της Ολυμπιακής Φλόγας, η οποία λάμπρυνε ακόμα περισσότερο την τελετή έναρξης των Αγώνων». Στο ίδιο σημείο το κείμενο αναφέρεται στις διαβεβαιώσεις των διοργανωτών «ότι δεν θα υπάρξουν φυλετικές διακρίσεις σε βάρος των εβραίων και των νέγρων», ενώ το μόνο που προσάπτεται στους ναζιστές είναι κάτι ...θετικό, δηλαδή ότι «η προπαγάνδα των οργανωτών ήταν τόσο μεγάλη που είχε σαν αποτέλεσμα να φτάσουν στο Βερολίνο 3.000 αντιπρόσωποι των μέσων ενημέρωσης». Αφήνουμε κατά μέρος τον τουλάχιστον άκομψο όρο «νέγροι» που προδίδει τις βαθύτερες ρατσιστικές ιδέες του «ολυμπιακού κινήματος», στα χνάρια του ακραίου ρατσιστή Κουμπερτέν. Σημειώνουμε με έκπληξη ότι ακόμα και η λαμπαδηδρομία του 1936 δεν αντιμετωπίζεται ως στοιχείο της ναζιστικής προπαγάνδας. Ομως είναι κοινό μυστικό για τους ιστορικούς της περιόδου, αυτό που σημειώνει ο Ιωάννης Λουκάς: «Ολη αυτή η Σκυταλοδρομία ...της 'ιερής φλόγας' είχε τεράστια σημασία για τη γερμανική προπαγάνδα, η οποία είχε παρουσιάσει την Ολυμπιάδα ως μια στην ουσία 'πολεμική αναμέτρηση'. (...) Η ολυμπιακή φλόγα διέσχισε τη Γερμανία μέσα σ' ένα εθνικοσοσιαλιστικό λαϊκό παραλήρημα, κατάλληλα οργανωμένο από τις υπηρεσίες του Γκέμπελς, τον Ράιχσπορτφίρερ Τσάμερ φον Οστεν, τις νεολαιϊστικες οργανώσεις, τους αθλητικούς συλλόγους και τα Ες Ες».
Για το συμβολισμό της φλόγας, του πυρσού και της λαμπαδηδρομίας στη ναζιστική ιδεολογία αρκεί να παραθέσουμε λίγους στίχους από το πολεμικό εμβατήριο του Χάινριχ Ανακερ, του επιλεγόμενου και «ποιητή της μαύρης στρατιάς»:
«Ο πυρσός περνά από χέρι σε χέρι/ Οταν ο θάνατος τον αρπάζει από κάποιον/ Ο πιο κοντινός τον ξαναπαίρνει/ Οι πυρσοί αλλάζουν χέρια/ Συνέχισε...
Θα τον μεταφέρουμε λοιπόν και συ και εγώ/ αυτόν τον πυρσό, προς ένα τέλος μακρινό/ στο τέλος του δρόμου./ Ο πυρσός λάμπει καθάρια!/ Ηδη μπροστά μας, μέσ' τη σκοτεινιά καρτερούν/ οι Αλλοι!»
Ο ρόλος του πυρσού και η αναφορά στους Αλλους (Eβραίους, υπανθρώπους, κ.λπ.) εύγλωττη από τον ποιητή εκατοντάδων εμβατηρίων για τη χιτλερική νεολαία και τα Τάγματα Εφόδου.
Δεν χρειάζεται βέβαια να είναι κανείς ειδικευμένος στη σημειολογία του ναζισμού για να αντιληφθεί ότι όλο το τελετουργικό κιτς που συνοδεύει μέχρι σήμερα την τελετή αφής της «ιερής φλόγας» (με τις ιέρειες, τις πρωθιέρειες, τους βωμούς και τους θεούς-ήλιους) δεν είναι τίποτα άλλο παρά επανεισαγωγή της χιτλερικής άποψης για την Αρχαία Ελλάδα και τις τελετές της. Ακόμα και η επιστήμη της αρχαιολογίας υποτάχθηκε σ' αυτή τη σκοπιμότητα. Ακούστε τον ίδιο τον Χίτλερ: «Τα φιλοσοφικά θεμέλια της παρουσίασης των αναγεννημένων ολυμπιακών αγώνων στον κόσμο, εντοπίζονται στην απώτερη αρχαιότητα. Αυτές οι πνευματικές δυνάμεις προέρχονται από μια ιερή πόλη η οποία για περισσότερα από χίλια χρόνια ήταν η πόλη γιορτών που εξέφραζαν τα θρησκευτικά συναισθήματα και τις βασικές πεποιθήσεις του ελληνικού Volk. Ως ένα ανθεκτικό μνημείο για τον εορτασμό της ενδέκατης Ολυμπιάδας στο Βερολίνο, αποφάσισα να ξαναρχίσω και να ολοκληρώσω τις ανασκαφές της Ολυμπίας. Η επιτυχία αυτών των προγραμμάτων είναι η δική μου και η δική μας ειλικρινέστερη ευχή». («Λαϊκός Παρατηρητής» 3/8/1936, αναφέρεται στο «Εθνικοσοσιαλισμός και Ελληνισμός»).
Δεν πέρασαν ούτε πέντε χρόνια και οι «ανασκαφές» του Χίτλερ επεκτάθηκαν από την Ολυμπία σε ολόκληρη την Ελλάδα.
Εμπνευστής της μαύρης φλόγας
Για να τα ξεχάσουμε όλα αυτά, το παγκόσμιο ολυμπιακό κίνημα αποσιωπά το ρόλο του Γκέμπελς και αναδεικνύει τον Καρλ Ντιμ ως εμπνευστή και οργανωτή της Ολυμπιάδας του 1936. Οι υπεύθυνοι της ΔΟΕ έχουν ένα ισχυρό ατού στα χέρια τους. Ο Ντιμ δεν υπήρξε ποτέ μέλος του εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος. Αρα -συμπεραίνουν- μπορούν πάνω στις δικές του πλάτες να στηρίξουν την ενότητα και τη συνέχεια του ολυμπισμού.
Ειδικά από τους Ελληνες ολυμπιστές ο Καρλ Ντιμ τιμάται διπλά. Δεν του αποδίδονται μόνο οι τιμές για την έμπνευση της «ιερής φλόγας», αλλά και για την ίδρυση της Διεθνούς Ολυμπιακής Ακαδημίας (ΔΟΑ), ενός είδους «θινκ τανκ» του παγκόσμιου ολυμπιακού κινήματος, το οποίο είχε εμπνευστεί ο Κουμπερτέν, αλλά υλοποιήθηκε μετά το θάνατό του από τον Καρλ Ντιμ, σε συνεργασία με τον Ελληνα Ιωάννη Κετσέα. Οι εγκαταστάσεις της ΔΟΑ βρίσκονται στο χώρο της Ολυμπίας και εκεί -δίπλα στη στήλη που τιμά τον Κουμπερτέν- φιλοξενείται κοινό μνημείο για τον Ντιμ και τον Κετσέα. Αλλά και μέσα στο Μουσείο των Σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων που βρίσκεται στο χωριό Αρχαία Ολυμπία υπάρχει μια ξεχωριστή γωνιά αφιερωμένη στον Ντιμ.
Κάθε ετήσια σύνοδος της ΔΟΑ ξεκινά με την κατάθεση στεφάνου στο μνημείο του Ντιμ.
Τη σχέση του ελληνικού ολυμπισμού με τον Καρλ Ντιμ περιέγραφε ο τότε πρόεδρος της ΔΟΑ Επαμεινώνδας Πετραλιάς κατά την προσφώνησή του στη 13η Σύνοδο της ΔΟΑ (13/7/1973): "Ο Κουμπερτέν κατά τους Ολυμπιακούς Αγώνας του Βερολίνου, το 1936, εσκέφθη την ίδρυσιν ενός διεθνούς Ολυμπιακού Ινστιτούτου, το οποίον θα προέβαλλε τας ιδέας του και θα έπρεπε να διδάσκη τας αρχάς του. Από την σκέψιν αυτήν του Κουμπερτέν εδημιουργήθη η Διεθνής Ολυμπιακή Ακαδημία, χάρις εις την μελέτην, συνεργασίαν και δράσιν των αειμνήστων Ιωάννου Κετσέα και Καρλ Ντιμ. (...) Εις την πραγματοποίησιν πλέον του σκοπού τούτου, ο Ι. Κετσέας και η ΕΟΑ εύρον θερμόν συμπαραστάτην και συνεργάτην τον Γερμανόν Καρλ Ντιμ, όστις τότε ήτο Διευθυντής του εν Κολωνία ανωτάτου Ινστιτούτου Σωματικής Αγωγής και όστις υπήρξεν εις εκ των θεμελιωτών της ακαδημίας αυτής".
Βέβαια τότε ήταν χούντα, και μαζί με τον Ντιμ τις ευχαριστίες του τότε προέδρου (και πατέρα της σημερινής υπουργού Πολιτισμού) εισέπραττε και ο Ασλανίδης και η «Εθνική Κυβέρνησις», αλλά αυτά έτσι πάνε, πακέτο: "Χάρις εις την πρόθυμον συμπαράστασιν προς την Επιτροπήν Ολυμπιακών Αγώνων της Εθνικής Κυβερνήσεως, ήτις διά της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού και του προσωπικού ενδιαφέροντος του Γενικού Γραμματέως κ. Κ. Ασλανίδη, ανέλαβε τας μεγάλας όντως δαπάνας, εις την Ολυμπίαν σήμερον λειτουργεί μεγαλοπρεπές αληθώς εις εγκαταστάσεις Πνευματικόν Κέντρον, το ιδεολογικόν Κέντρον του Παγκοσμίου Αθλητισμού".
Αυτό το μεγαλοπρεπές «ιδεολογικόν κέντρον του παγκόσμιου αθλητισμού» που έχτισε η χούντα στην Ολυμπία συνέχισε αδιατάρακτα τις δραστηριότητές του και επί μεταπολίτευσης. Στην πρώτη σύνοδο της ΔΟΕ μετά την πτώση της χούντας, ο νέος πρόεδρος της ΔΟΑ Αθανάσιος Τζάρτζανος μνημόνευσε και πάλι τον Κάρολο Ντιμ και ζήτησε από τους συνέδρους να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη τους προς αυτόν «τον της παιδείας της ημετέρας μετασχόντα» (12/7/1975). Λίγα χρόνια αργότερα, το εισαγωγικό στο τεύχος αφιέρωμα για τα 20 χρόνια της ΔΟΑ ο Καρλ Ντιμ αναφέρεται ως «εμπνευσμένος ηγήτωρ» (φίρερ;) της Ολυμπιακής Ιδέας (20ή Σύνοδος, 16/6-1/7/1980).
Αλλά και ο σημερινός πρόεδρος της ΔΟΑ Νικόλαος Φιλάρετος δεν παραλείπει σε κάθε ευκαιρία να υμνήσει τον «μεγάλο φιλέλληνα, φίλο και συνεργάτη του Κουμπερτέν, διευθυντή της Σχολής Σωματικής Αγωγής της Κολωνίας, καθηγητή Καρλ Ντιμ» (27η Σύνοδος ΔΟΑ, 1/7/1987).
Ναζί αντιναζιστής
Παρόμοιες τιμές μ' αυτές που δέχεται από τους Ελληνες ολυμπιστές, εισέπραττε ο Ντιμ μέχρι πριν από λίγα χρόνια και από τους συμπατριώτες του. Ανήκε στην κατηγορία εκείνων των στελεχών του εθνικοσοσιαλιστικού καθεστώτος που μετά τον πόλεμο πέρασε στην υπηρεσία των συμμαχικών δυνάμεων κατοχής. Ο Ντιμ είχε δύο ατού στα χέρια του. Πρώτα-πρώτα ότι δεν είχε διαπράξει το σφάλμα πολλών συναδέλφων του και δεν είχε γίνει μέλος του ναζιστικού κόμματος. Και το σημαντικότερο: ο Κουμπερτέν τον είχε χρίσει διάδοχό του πριν πεθάνει το 1937 και είχε αφήσει την περιουσία του στο «Ολυμπιακό Ινστιτούτο», με πρόεδρο τον Ντιμ και έδρα το Βερολίνο. Βέβαια ο Κουμπερτέν είχε ονομάσει και τον Χίτλερ «ένα από τα μεγαλύτερα δημιουργικά πνεύματα της εποχής μας» (συνέντευξη στο "L' Auto", 29/8/1936), αλλά είχε την «τύχη» να πεθάνει πριν από τον πόλεμο και την αποκάλυψη της ναζιστικής φρίκης.
Ο Ντιμ έπαιξε σημαντικό ρόλο στην «αποναζιστικοποίηση» του γερμανικού αθλητισμού και με τη βοήθεια των βρετανικών κατοχικών δυνάμεων τοποθετήθηκε το 1947 επικεφαλής του «Γερμανικού Αθλητικού Πανεπιστημίου» που ιδρύθηκε στην Κολωνία.
Για να είμαστε ακριβείς, δεν έλειψαν ποτέ στη Γερμανία οι φωνές εκείνων που επέκριναν την αποκατάσταση του Ντιμ στη μεταναζιστική Γερμανία. Οι πρώτες αποκαλύψεις ήρθαν στο φως ήδη το 1949. Η εφημερίδα Neue Zeitung τον χαρακτήρισε «βακτηρίδιο στον γερμανικό αθλητισμό». Ο φιλοναζιστικός χαρακτήρας των κειμένων του αποτέλεσαν το 1950 αντικείμενο κοινοβουλευτικής συζήτησης, την οποία προκάλεσε το SPD. Η συμπαράσταση, όμως, του διεθνούς ολυμπιακού κινήματος αποτέλεσε ασπίδα για τον Ντιμ έως το θάνατό του, το 1962. Για να τον τιμήσουν πολλοί δήμοι έδωσαν το όνομά του σε δρόμους, πλατείες και αθλητικές εγκαταστάσεις.
To 1968 η ανάπτυξη του φοιτητικού κινήματος επέτρεψε την κριτική ανάλυση του τραυματικού ιστορικού παρελθόντος. Ειδικά εν όψει των Ολυμπιακών Αγώνων του Μονάχου (1972), η δράση και οι απόψεις του Ντιμ μπήκαν και πάλι στο στόχαστρο της αντιναζιστικής κριτικής. Αρχισαν πλέον να ασχολούνται με την υπόθεση οι ιστορικοί.
Η σχετική συζήτηση αναζωπυρώθηκε το 1994, όταν ο Ράινχαρντ Απελ, γνωστός δημοσιογράφος της τηλεόρασης και αρχισυντάκτης στο τηλεοπτικό δίκτυο ZDF αποκάλυψε το περιεχόμενο της ομιλίας που απηύθυνε ο Ντιμ στο Βερολίνο στις 18 Μαρτίου 1945, προς την επιστρατευμένη χιτλερική νεολαία. Ο Απελ, 17χρονος τότε, ανήκε στη γνωστή «Μεραρχία Χίτλερ», όπου είχαν συγκεντρωθεί τα ανήλικα παιδιά για να σταλούν στη μάχη ως τελευταία εφεδρεία του καθεστώτος. Σ' αυτά τα παιδιά διάλεξε ο Ντιμ να χρησιμοποιήσει τα λόγια του Τυρταίου: «Ο θάνατος είναι θαυμάσιος, όταν ο ευγενής πολεμιστής πέφτει για την πατρίδα». («Τεθνάμεναι γαρ καλόν ενί προμάχοισι πεσόντα, άνδρ' αγαθόν περί ήι πατρίδι μαρνάμενον»). Για να φανατίσει τα παιδιά αυτά ο Ντιμ τα παρομοίωσε με τους Σπαρτιάτες. Τους είπε ότι κι εκείνοι ήταν Δωριείς, Βόρειοι, Αριοι, ξανθοί και γαλανομάτες. Από αυτά τα 3.000 παιδιά μέσα σε λίγες μέρες σκοτώθηκαν τα 2.000, τα περισσότερα 13 και 14 χρόνων.
Η μαρτυρία του Απελ για το ρόλο του Ντιμ στη ναζιστική προπαγάνδα προκάλεσε ζωηρή εντύπωση. Στα χαρτιά του Ντιμ βρέθηκαν οι σημειώσεις του για εκείνη την ομιλία. Μεταξύ άλλων, ο «ολυμπιστής» σημείωνε: «Κάθε πόλη που κατακτούμε, θα την καταστρέφουμε».
Και τότε ξαφνικά όλοι κατάλαβαν ότι δεν μπορούσαν να κρύβουν πια το παρελθόν του. Μπορεί ο Ντιμ να μην ήταν ενταγμένος στο χιτλερικό κόμμα, αλλά συνέβαλε όσο κανείς άλλος στη στρατιωτικοποίηση του γερμανικού αθλητισμού και στην πολεμική προπαγάνδα του Τρίτου Ράιχ. Ηδη το 1932 διακήρυσσε ότι «οι Γερμανοί μπορούν να ηττηθούν μόνο από Γερμανούς... Η Γερμανία είναι κατά βάση ανίκητη». Σε ένα υπόμνημά του το 1941 ο Καρλ Ντιμ περιέγραφε ως εξής την ανάπτυξη των Ολυμπιακών Αγώνων στο Τρίτο Ράιχ: «Πιστεύω ότι ο μόνος τρόπος να διατηρηθεί η κυριαρχία της ανώτερης φυλής σε βάθος χρόνου είναι να στηρίζεται σε σωματική υγεία και δύναμη και γι' αυτό θεωρώ ότι για την Ευρώπη οι Αγώνες είναι ακριβώς αυτό το οποίο σκόπευε ο Κουμπερτέν για τη Γαλλία: η διαρκώς ανανεούμενη δοκιμασία στην πιο δυνατή φωτιά και το κέντρισμα να κάνουμε το καλύτερο από όλους τους λαούς. Επιθυμούμε Παγκόσμιους Αγώνες διότι θέλουμε να δείξουμε στον κόσμο τις δυνατότητές μας!»
Ο Καρλ Ντιμ απέδωσε τη γερμανική νίκη εναντίον της Γαλλίας το 1940 στον αθλητικό ενθουσιασμό των γερμανών στρατιωτών: "Η επιθετική πορεία μέσω της Πολωνίας, της Νορβηγίας, της Ολλανδίας, του Βελγίου και της Γαλλίας κατέληξε σε μια νικηφόρο προέλαση που οδηγεί σε μια καλύτερη Ευρώπη .... Οι αθλητικές νίκες είναι ένα προϊόν της φυσικής δύναμης και πνευματικής πειθαρχίας που δεν πρέπει να αναμένονται από τους πρωτόγονους λαούς επειδή αυτοί στερούνται το υψηλό πνεύμα». Και βέβαια ήταν ο πρώτος θεωρητικός του αθλητικού φυλετισμού: «Μόνο οι ανήμποροι φοβούνται τη σύγκρουση με τις άλλες φυλές. Η λευκή φυλή κερδίζει χάρη στην υψηλή της ευφυία».
Επί μια εικοσαετία διεξάγεται στη Γερμανία εξαντλητική συζήτηση για τον Ντιμ. Μία μία οι κοινότητες αποφασίζουν να μετονομάσουν τις οδούς και τις πλατείες που φέρουν το όνομά του. Πρώτα οι Πράσινοι, στη συνέχεια οι Σοσιαλδημοκράτες και τελικά ακόμα και οι Χριστιανοδημοκράτες συναινούν στην αποκατάσταση της ιστορικής πραγματικότητας. Μετονομάζονται οδοί (π.χ. στο Βερολίνο, το Χανάου, το Ρόιτλινγκεν, το Ζεστ, το Χάιντε), τιμητικές εκδηλώσεις (Πάντερμπορν), σχολεία (Βερολίνο). Οι μαθητές του Στέγκλιτς κατάφεραν μάλιστα να μετονομάσουν το 2001 σε «Σοχό» το αθλητικό τους κέντρο, τιμώντας έτσι τους Ελληνες μετανάστες της περιοχής τους.
Η Γερμανική Ενωση Στίβου αποφάσισε το 2000 να μετονομάσει το ετήσιο βραβείο «Καρλ Ντιμ», με αποτέλεσμα να της υποβάλει αγωγή ο γιος του Ντιμ. Ομως το δικαστήριο του Ντάρμσταντ δικαίωσε στις αρχές του 2002 τους υπευθύνους της Ενωσης, επικυρώνοντας και δικαστικά την αποκαθήλωση του Ντιμ.
Το τελευταίο χτύπημα η ήδη καταρρακωμένη μνήμη του Ντιμ το δέχτηκε εκεί ακριβώς που ο ίδιος μεγαλουργούσε πριν από εξήντα χρόνια, στο Ολυμπιακό Στάδιο του Βερολίνου. Η γενική συνέλευση των εκπροσώπων του δημοτικού διαμερίσματος, στη δικαιοδοσία της οποίας υπάγεται το στάδιο, αποφάσισε τον περασμένο Δεκέμβριο να ξηλώσει οριστικά την προσωπογραφία του Καρλ Ντιμ. Μετά τη λήξη του πολέμου είχε αφαιρεθεί από τις αρχές κατοχής η ανάγλυφη τιμητική στήλη για τον Χίτλερ, τον Τσάμερ φον Οστεν και τον Ντιμ που είχε τοποθετηθεί στο Ολυμπιακό Στάδιο το 1936. Ομως το 1965 αποκαταστάθηκε εν μέρει ο Ντιμ με την τοποθέτηση ενός πορτρέτου του στο χώρο του Σταδίου.
Η πρόσφατη απόφαση στηρίζεται σε ντοκουμέντα για τη δράση του Ντιμ και σε «όλη τη σχετική συζήτηση που διεξάχθηκε τις δεκαετίες το ’70 και του ‘80». Η κατάληξή της είναι κατηγορηματική: «Τώρα πια δεν επιδέχεται αμφισβήτηση. Ο Ντιμ και άλλοι επικεφαλής του Αθλητισμού ήταν στενά δεμένοι με το ναζιστικό καθεστώς. Ο Καρλ Ντιμ ως εκπρόσωπος του Αθλητισμού και της παράδοσής του τέθηκε στην υπηρεσία του ψυχολογικού πολέμου. Γι' αυτό το λόγο πρέπει να αφαιρεθεί το πορτρέτο του Ντιμ από το Ολυμπιακό Στάδιο».
Τίποτα από όλα αυτά δεν ταράσσει την ολύμπια ηρεμία των Ελλήνων υμνητών του Καρλ Ντιμ. Κατανοούμε τους λόγους που οι Ελληνες ολυμπιστές κάνουν ότι δεν γνωρίζουν το παρελθόν του Καρλ Ντιμ και εξακολουθούν να τον τιμούν με την ίδια συνέπεια που εκείνος υπηρέτησε το εθνικοσοσιαλιστικό καθεστώς. Κατανοούμε επίσης την πλήρη αποσιώπηση από τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης της καμπάνιας για αποκαθήλωση του Καρλ Ντιμ στη Γερμανία. Αν αποκαθηλώσουμε τον Ντιμ και στην Ελλάδα, με τι μούτρα θα πουλάμε κάθε τέσσερα χρόνια την «ιδέα» του; Και αν παραδεχτούμε το φαιό παρελθόν του Ντιμ, πώς θα εξηγήσουμε ότι ο Κουμπερτέν τον έχρισε διάδοχό του;
Αλλά τότε, για να είμαστε δίκαιοι, θα πρέπει δίπλα στο μνημείο του Καρλ Ντιμ στην Ολυμπία να χτίσουμε κι ένα μικρό «βωμό» για τον Γιόζεφ Γκέμπελς. Να αποθέτουμε και σ' αυτόν κάθε χρόνο ένα στεφάνι, εφόσον εκείνος αξιοποίησε πρώτος την ιδέα του Ντιμ για την ολυμπιακή λαμπαδηδρομία και της έδωσε τις σημερινές διαστάσεις.
Η εκδίκηση ενός αναψυκτικού
Ειρωνεία της τύχης. Οταν απέτυχε η πρώτη προσπάθεια να διοργανωθούν Ολυμπιακοί Αγώνες στην Αθήνα το 1996, με την ευκαιρία των 100 χρόνων από την «αναβίωση», όλοι έσπευσαν να αποδώσουν την επιλογή της Ατλάντα από τους Αθανάτους της ΔΟΕ στην καταραμένη την Κόκα-Κόλα που τα «εξαγόρασε όλα». Ηταν, βλέπετε, αυτή η πρωτεύουσα της πολιτείας Τζόρτζια ταυτόχρονα και η έδρα του αναψυκτικού με την παγκόσμια διάδοση. Και σήμερα, λίγα χρόνια αργότερα, για μια ακόμα φορά το «αρχαίο πνεύμα, το αθάνατο θριαμβεύει». Το ίδιο αναψυκτικό με την παγκόσμια λάμψη αναλαμβάνει τη χορηγία της ολυμπιακής λαμπαδηδρομίας, για να μας θυμίσει ότι στις μπίζνες και τις σόου-μπίζνες γελά καλύτερα όποιος γελάει τελευταίος.
Υποτίθεται ότι η διοργάνωση της Αθήνας το 2004 θα επανέφερε τους Ολυμπιακούς Αγώνες στην ανθρώπινή τους διάσταση, θα σταματούσε τη ραγδαία εμπορευματοποίηση και θα αποκαθιστούσε το «ολυμπιακό πνεύμα». Το αποτέλεσμα ήταν να επιλεγεί και πάλι η Κόκα-Κόλα (και οι υπόλοιποι συνήθεις μεγαλοσπόνσορες του ολυμπισμού) ως συνεργάτες για το νέο εγχείρημα.
Το ιστορικό της ελληνικής μεγαλοστομίας για την «μη εμπορική εκμετάλλευση» των Ολυμπιακών Αγώνων έχει ακόμα μεγαλύτερο ιστορικό βάθος. Ηδη από την εποχή της προετοιμασίας των Ολυμπιακών Αγώνων του Λος Αντζελες (1984), είχε δημιουργηθεί «σκάνδαλο», όταν αποκαλύφτηκε ότι η λαμπαδηδρομία καλύπτεται από σπόνσορες!
Το επίσημο δελτίο της ελληνικής Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων (ΕΟΑ) φιλοξένησε αναλυτικό άρθρο με τίτλο «Οι επιχειρήσεις παίρνουν τη θέση των ολυμπιακών λαμπαδηδρόμων» (Ιανουάριος-Ιούνιος 1982). Μεταξύ άλλων αναφέρεται με έκπληξη ότι «ο διαφημιστικός ζήλος για την υποστήριξη των αθλητικών εκδηλώσεων γίνεται όλο και πιο έντονος, καθώς πλησιάζουν οι Ολυμπιακοί. Η Κόκα Κόλα έσπευσε να προσφέρει 15 εκατ. δολάρια για να γίνει επίσημος χορηγός στην κατηγορία της». Το πολιτικό κλίμα της εποχής στην Ελλάδα (πρώτα χρόνια ΠΑΣΟΚ) δεν συμβιβαζόταν με την εμπορική διάσταση των Αγώνων. Η εμπορευματοποίηση της λαμπαδηδρομίας θεωρήθηκε τότε «ιεροσυλία». Ακολούθησε δημόσια αντιπαράθεση της ΕΟΑ με την Οργανωτική Επιτροπή των Αγώνων του Λος Αντζελες που καταγράφτηκε και στο Δελτίο της ΕΟΑ («Η ολυμπιακή λαμπαδηδρομία», Απρίλιος-Ιούνιος 1984). Η υπόθεση κατέληξε σε συμβιβασμό, χωρίς βέβαια να σταματήσει η εμπορευματοποίηση. Απλώς η διαφήμιση των εταιρειών έγινε με πιο κομψό τρόπο και η ΕΟΑ διεκδίκησε μέχρι τέλος την πρωτοκαθεδρία της στις τελετές αφής και το ξεκίνημα της λαμπαδηδρομίας. Στο ίδιο Δελτίο η ΕΟΑ απολογείται για την υπαναχώρησή της: «Η άρνηση να συμπράξει (η ΕΟΑ) στην παράδοση της Φλόγας θα ήταν εύκολη, αλλά καταστροφική. (...) Ο,τι περισσότερο ζητούν ορισμένοι από την ΕΟΑ είναι έξω από τις δυνατότητές της, γιατί δεν διαθέτει, βέβαια, υπερεξουσίες, που θα της επέτρεπαν την επιβολή των μέτρων εξαναγκασμού ή κυρώσεων. Οσο για την ομαλή εφαρμογή των αποφασισθέντων, η ευθύνη ανήκει στην Πολιτεία, που είναι βέβαιο πως θα φροντίσει γι' αυτό, ώστε να αποφευχθούν πράξεις που θα εκθέσουν την Πατρίδα μας και θα έχουν σαν αποτέλεσμα την απώλεια κεκτημένων δικαιωμάτων στον Ολυμπισμό».
Το «κεκτημένο δικαίωμα» δεν είναι άλλο από τη χρήση της Ολυμπίας, της Φλόγας και της λαμπαδηδρομίας. Λέγοντας χρήση, εννοούμε βέβαια εμπορική χρήση. Οσο για την Κόκα Κόλα, δεν θα περίμενε από την ελληνική ΕΟΑ την άδεια να εκμεταλλευτεί τη λαμπαδηδρομία. Οι δεσμοί της με το «ολυμπιακό κίνημα» είναι πλέον ακατάλυτοι και επισφραγίστηκαν ήδη από το 1994 με την εκλογή μεταξύ των Αθανάτων του Ζαν-Κλοντ Κιλί, μέλους του ΔΣ της πολυεθνικής εταιρείας.
(Ελευθεροτυπία, 21/3/2004)