Συναπαντήματα του σύγχρονου κόσμου που έμειναν ιστορικά!
Στον επιχειρηματικό κόσμο θα τα λέγαμε meetings, στις παρέες απλά μαζώξεις.
Όταν όμως μιλάμε για φυσιογνωμίες που άφησαν το στίγμα τους στην οικουμένη, τότε οι συναντήσεις αυτές αποκτούν ένα ιδιαίτερο χρώμα και πολλοί θα ήθελαν να τις παρακολουθήσουν από πρώτο χέρι!
Μιλάμε φυσικά για meetings που γέννησαν εταιρίες, πυροδότησαν διαξιφισμούς και έριδες, διαπραγματεύτηκαν παραδόσεις στρατών ή αντιθέτως έγραψαν ιστορία λόγω των προσωπικοτήτων που συμμετείχαν.
Γιατί υπάρχουν meetings βαρετά, υπάρχουν όμως κι αυτά...
Τσαρλς Ρολς και Φρέντρικ Ρόις
Όταν ο σερ Φρέντρικ Χένρι Ρόις αγόρασε το πρώτο δικύλινδρο αυτοκίνητό του (ένα γαλλικό Decauville) δεν έμεινε καθόλου ικανοποιημένος από τις επιδόσεις του. Αποφάσισε λοιπόν να κατασκευάσει το δικό του, παίρνοντας ένα έτοιμο όχημα και βελτιώνοντάς το, πριν αρχίσει να παράγει τα δικά του δικύλινδρα οχήματα των 10 αλόγων που θα έμεναν στην ιστορία της αυτοκίνησης για την αθόρυβη και χωρίς κραδασμούς λειτουργία τους!
Τα αυτοκίνητα του Ρόις σύντομα θα έμπαιναν στο στόχαστρο του Τσαρλς Στιούαρτ Ρολς, ο οποίος διατηρούσε αντιπροσωπεία στο Λονδίνο της γαλλικής Panhard. Ένα meeting οργανώθηκε τελικά ανάμεσα στους δύο κυρίους στο ξενοδοχείο Midland του Μάντσεστερ τον Μάιο του 1904, στο οποίο ο Ρολς έμεινε κατενθουσιασμένος από την αποφασιστικότητα και τη δημιουργικότητα του Ρόις και αποφάσισαν έτσι να ενώσουν τις δυνάμεις τους. Λίγο αργότερα οι δύο άντρες θα συμφωνούσαν να επεκτείνουν τη συνεργασία τους και η θρυλική Rolls-Royce είχε μόλις γεννηθεί. Το 1907, κάτω από την επίβλεψη του Τσαρλς Ρολς, η φίρμα επεκτάθηκε και στον τομέα της κατασκευής κινητήρων για μικρά αεροσκάφη...
Ντέξτερ Κινγκ και Τζέιμς Ερλ Ρέι
Η ιδιαίτερη αυτή συνάντηση έλαβε χώρα το 1997 στο νοσοκομείο της πολιτειακής φυλακής του Τενεσί ανάμεσα στον Ντέξτερ Κινγκ, τον γιο του δολοφονημένου ηγέτη του αφρο-αμερικανικού κινήματος Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, και τον Τζέιμς Ερλ Ρέι, τον καταδικασμένο δολοφόνο του πατέρα του. Ήταν η πρώτη φορά που οι δύο άντρες συναντιόνταν, με το meeting να σηματοδοτεί ταυτόχρονα την πρώτη δημόσια υποστήριξη της οικογένειας Κινγκ στους ισχυρισμούς του Ρέι ότι ήταν αθώος.
Όταν λοιπόν ο Ντέξτερ Κινγκ ρώτησε τον Ρέι αν εκείνος είχε σκοτώσει τον πατέρα του, ο κατάδικος απάντησε «όχι», με τον Ντέξτερ να σχολιάζει: «Σε πιστεύω, και η οικογένειά μου σε πιστεύει». Ο 36χρονος Ντέξτερ Κινγκ άκουσε υπομονετικά την απολογία του Ρέι, ο οποίος εκείνη την εποχή ήταν στα τελευταία του από πάθηση του συκωτιού. Ο Ρέι είχε παραδεχτεί στη σύζυγό του ότι είχε πράγματι εκτελέσει τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, λέγοντας: «Ναι, τον σκότωσα. Τι γίνεται όμως αν το έκανα; Δεν πέρασα ποτέ από δίκη». Ο Ρέι πέθανε στη φυλακή την επόμενη χρονιά (1998) σε ηλικία 70 ετών...
Έντγκαρ Άλαν Πόε και Τσαρλς Ντίκενς
Οι δύο «ογκόλιθοι» της λογοτεχνίας συναντήθηκαν τον Μάρτιο του 1842, όταν ο Ντίκενς έδωσε μια διάλεξη στη Φιλαδέλφεια για τη σπουδαιότητα των νόμων περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Ο Πόε του έστειλε λοιπόν μια επιστολή ζητώντας μια κατ' ιδίαν συνάντηση μαζί του. Ο Ντίκενς απάντησε αμέσως και αποδέχθηκε ευχαρίστως την πρόταση του Πόε. Ο βρετανός μυθιστοριογράφος ήταν στα 30 του χρόνια και είχε ήδη δημοσιεύσει τα πρώτα μυθιστορήματά του, απολαμβάνοντας φήμη και αναγνωρισιμότητα, με τον 32χρονο Πόε να είναι ακόμα σχετικά άγνωστος.
Η συνάντηση έλαβε χώρα λοιπόν στο ξενοδοχείο που διέμενε ο Ντίκενς, με τους δύο άντρες να συζητούν για τη σύγχρονη αμερικανική και βρετανική λογοτεχνία, πριν ο Πόε ζητήσει από τον Ντίκενς τη συμβολή του για να εκδοθούν οι δίτομες «Ιστορίες του Γκροτέσκου και του Αραβουργήματος» στην Αγγλία. Ο Ντίκενς υποσχέθηκε ότι θα προσπαθούσε και 9 μήνες αργότερα θα έγραφε στον Πόε παραδεχόμενος την αποτυχία του να τον βοηθήσει. Όταν μάλιστα ο Ντίκενς επισκέφθηκε την Αμερική για δεύτερη φορά, ο Πόε ήταν πλέον νεκρός, η μητέρα του ωστόσο ζούσε, παρά το γεγονός ότι ήταν άρρωστη και άπορη. Ο βρετανός συγγραφέας την επισκέφθηκε, έβαλε λίγα χρήματα στο χέρι της και αργότερα της έστειλε από την Αγγλία ένα γενναίο ποσό για να τα βγάλει πέρα...
Τόμας Στάφορντ και Αλεξέι Λεόνοφ
Στις 15 Ιουλίου 1975, οι δύο κοσμοναύτες του σοβιετικού πυραυλικού προγράμματος Soyuz και οι τρεις αστροναύτες της τελευταίας αμερικανικής αποστολής του Apollo εκτοξεύονταν από τα κοσμοδρόμιά τους με διαφορά 7,5 ωρών. Οι αστροναύτες ήταν επιφορτισμένοι να κάνουν μια σειρά από πειράματα για λογαριασμό των χωρών τους, ο βασικός ωστόσο στόχος της αποστολής ήταν συμβολικός: η εκτόνωση των ψυχροπολεμικών σχέσεων ΗΠΑ και Σοβιετικής Ένωσης!
Στις 17 Ιουλίου λοιπόν, ο Στάφορντ και ο Λεόνοφ συναντήθηκαν και αντάλλαξαν την πρώτη διεθνή χειραψία στο Διάστημα, μέσα από την ανοιχτή καταπακτή του Soyuz. Τα δύο διαστημόπλοια παρέμειναν συνδεδεμένα για 44 ώρες, χρόνος αρκετός για να επισκεφθούν οι μεν το σκάφος των δε, να φάνε παρέα και να συζητήσουν ό,τι είναι που συζητούν οι κοσμοναύτες. Οι Σοβιετικοί παρέμειναν στο Διάστημα για 5 μέρες και οι Αμερικανοί για 9, έχοντας ανταλλάξει ωστόσο σημαίες και δώρα, ανάμεσα στα οποία περιλαμβάνονταν και 3 σπόροι δέντρων, οι οποίοι φυτεύτηκαν αργότερα και στις δύο χώρες...
Πάπας Ιωάννης Παύλος Β' και Μεχμέτ Αλί Αγκτσά
Το 1981, ο Τούρκος Μεχμέτ Αλί Αγκτσά, μέλος της εθνικιστικής οργάνωσης «Γκρίζοι Λύκοι», πυροβόλησε και τραυμάτισε τον πάπα Ιωάννη Παύλο Β'. Λίγο μετά την απόπειρα δολοφονίας του, ο ποντίφικας ζήτησε από το ποίμνιό του να «προσευχηθεί για τον αδερφό μου [τον Αγκτσά], τον οποίο έχω ειλικρινά συγχωρέσει». Και το 1983 ο προκαθήμενος της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας επισκέφθηκε τον τούρκο εξτρεμιστή στο κελί του σε φυλακή της Ρώμης, με τους δύο άντρες να συνομιλούν κατ' ιδίαν.
Ο Αγκτσά και ο πάπας θα ανέπτυσσαν μια ιδιόμορφη φιλία με τα χρόνια, με τον ποντίφικα να διατηρεί σχέσεις και με την οικογένεια του Αγκτσά, γνωρίζοντας τη μητέρα του το 1987 και τον αδερφό του μια δεκαετία αργότερα. Κι όταν ο πάπας Ιωάννης Παύλος Β' θα πέθαινε το 2005, ο αδελφός του Αγκτσά, Αντνάν, θα ισχυριζόταν ότι όλη η οικογένεια πενθούσε για τον χαμό του, καθώς ο ποντίφικας ήταν πλέον καλός φίλος της φαμίλιας. Μέχρι και ο Αγκτσά αιτήθηκε να παραστεί στην κηδεία του πάπα, οι τουρκικές Αρχές αρνήθηκαν ωστόσο να του δώσουν άδεια να εγκαταλείψει τη φυλακή...
Ρίτσαρντ Νίξον και Έλβις Πρίσλεϊ
Εδώ η συνάντηση είναι ιστορική όχι γιατί ο «βασιλιάς» συνάντησε τον πρόεδρο των ΗΠΑ, αλλά για τα γεγονότα που οδήγησαν στο meeting. Χωρίς επίσημη πρόσκληση ή οποιαδήποτε επικοινωνία λοιπόν, ο Πρίσλεϊ σηκώθηκε ένα πρωί, πήρε το αεροπλάνο για Ουάσιγκτον -με δύο από τους μπράβους του- και απαίτησε να δει τον πρόεδρο! Κατά τη διάρκεια της πτήσης μάλιστα, ο Έλβις συνέταξε μια 6σέλιδη επιστολή που εξηγούσε τους λόγους που τον ανάγκαζαν να εμφανιστεί απρόσκλητος στο κατώφλι του Λευκού Οίκου.
Το πρωινό της 21ης Δεκεμβρίου 1970 λοιπόν ο Πρίσλεϊ έκανε την εμφάνισή του στις πύλες της προεδρικής κατοικίας, παρέδωσε την επιστολή στους φρουρούς και περίμενε. Οι σύμβουλοι του Νίξον τον παρότρυναν να συναντηθεί με τον αστέρα της μουσικής και η συνάντηση κανονίστηκε για το ίδιο απόγευμα: στο Οβάλ Γραφείο πια, ο Πρίσλεϊ προθυμοποιήθηκε να βοηθήσει τον Νίξον να αποκαταστήσει τον σεβασμό του κόσμου για την Αστερόεσσα, σεβασμό που έβλεπε να έχει χαθεί από την κουλτούρα των ναρκωτικών και τις αντι-αμερικανικές εξτρεμιστικές ομάδες. Στο τέλος της σύντομης συνάντησης, ο Έλβις δήλωσε πόσο είχε υποστηρίξει την υποψηφιότητα Νίξον και σε μια απροσδόκητη κίνηση πέρασε το χέρι του γύρω από το πρόεδρο και τον αγκάλιασε!
Χένρι Στάνλεϊ και Ντέιβιντ Λίβινγκστον
Ο Χένρι Μόρτον Στάνλεϊ ήταν ένας βρετανός δημοσιογράφος που θα έμενε βέβαια γνωστός στην Ιστορία για το εξερευνητικό του έργο στην Αφρική. Η εφημερίδα New York Herald τον προσέλαβε κάποια στιγμή για να αναζητήσει τον σκοτσέζο εξερευνητή Λίβινγκστον, ο οποίος είχε χαθεί στη Μαύρη Ήπειρο εδώ και τρία ολόκληρα χρόνια. Τον Μάρτιο του 1871 λοιπόν, ο Στάνλεϊ θα ξεκινούσε την περίφημη εκστρατεία του, με την πολυάριθμη αποστολή του να διαθέτει όλα τα καλούδια του κόσμου και 200 αχθοφόρους.
Η 700 μιλίων αποστολή μέσα στα τροπικά δάση της Αφρικής θα αποδεικνυόταν ωστόσο ιδιαίτερα απαιτητική, κάνοντας πολλά μέλη να λιποψυχήσουν και άλλα να πεθάνουν από τροπικές ασθένειες. Ο Στάνλεϊ βρήκε τελικά τον Λίβινγκστον στις 10 Νοεμβρίου 1871 κοντά στη Λίμνη Τανγκανίκα (στη σημερινή Τανζανία), χαιρετώντας τον με το ξακουστό πλέον «Dr. Livingstone, I presume» (ο δρ Λίβινγκστον, υποθέτω). Εκείνο που δεν είναι τόσο γνωστό είναι η απάντηση του τολμηρού σκοτσέζου εξερευνητή: «Ναι»!
Ντάγκλας ΜακΆρθουρ και αυτοκράτορας Χιροχίτο
Η περίφημη φωτογραφία τραβήχτηκε στις 27 Σεπτεμβρίου 1945 στην αμερικανική πρεσβεία στο Τόκιο, λίγες μόλις εβδομάδες μετά την επίσημη παράδοση της Ιαπωνίας. Σύμφωνα με τον ΜακΆρθουρ, ο Αμερικανός περίμενε ότι ο Χιροχίτο θα αρνιόταν οποιαδήποτε ευθύνη για εγκλήματα πολέμου που είχαν διαπραχθεί από τις ιαπωνικές δυνάμεις, ο αυτοκράτορας ωστόσο του είπε: «Έρχομαι σε σας, στρατηγέ ΜακΆρθουρ, για να προσφέρω τον εαυτό μου στην κρίση των δυνάμεων που εκπροσωπείτε, ως ο μόνος υπεύθυνος για κάθε πολιτική και στρατιωτική απόφαση που πάρθηκε και για κάθε πράξη που έγινε από τον λαό μου στις εχθροπραξίες του πολέμου».
Την ώρα λοιπόν που οι υπόλοιποι Σύμμαχοι, και κυρίως οι Άγγλοι και οι Ρώσοι, επιζητούσαν την παραδειγματική τιμωρία του Χιροχίτο για τα ιαπωνικά εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, οι αμερικανικές δυνάμεις -και κυρίως ο ΜακΆρθουρ- αποφάσισαν ότι θα ήταν ευκολότερο να σταθεροποιηθεί η κατάσταση στο εσωτερικό της Ιαπωνίας και να εγκαινιαστούν μεταρρυθμίσεις αν παρέμενε ο Χιροχίτο ηγεμόνας, στερώντας του ωστόσο τη θεϊκή του υπόσταση. Ο Χιροχίτο θα βοηθούσε πράγματι στον εκμοντερνισμό και εκδημοκρατισμό της χώρας του, ενώ αργότερα θα γινόταν και αξιοσέβαστος θαλάσσιος βιολόγος, συντελώντας καθοριστικά στον τομέα με τα βιβλία του...
Στρατηγός Γκραντ και στρατηγός Ρόμπερτ Λι
Ήταν το 1865 όταν ο στρατηγός Ρόμπερτ Λι συνειδητοποίησε ότι το μόνο που του έμενε να κάνει ήταν να παραδοθεί αυτός και ο στρατός του στον στρατηγό Γκραντ: αυτό θα ήταν η αρχή του τέλους για τον αιματοβαμμένο αμερικανικό εμφύλιο Βορρά-Νότου. Αφού λοιπόν επικοινώνησαν με μια σειρά επιστολές, οι δύο άντρες αποφάσισαν να συναντηθούν σε δικαστική αίθουσα της Βιρτζίνια: όταν έφτασε ο Λι, ο Γκραντ τον περίμενε εκεί και ξεκίνησε τη συνομιλία ενθυμούμενος το πώς είχαν γνωριστεί οι δύο άντρες όταν υπηρετούσαν στα εδάφη του Μεξικού.
Στις διαπραγματεύσεις που κράτησαν 2,5 ώρες αποφασίστηκαν επακριβώς οι όροι της παράδοσης του Νότου, με τους δύο στρατηγούς να αποχαιρετιούνται με θερμή χειραψία. Όταν μάλιστα ο Λι ανέφερε στον στρατηγό των Βορείων ότι οι άντρες του είχαν ξεμείνει χωρίς φαγητό για μπόλικες ημέρες, ο Γκραντ κανόνισε να παραδοθούν επιτόπου 25.000 μερίδες φαγητού στους πεινασμένους Νότιους...
Νιλς Μπορ και Βέρνερ Χάιζενμπεργκ
Η συνάντηση έλαβε χώρα ανάμεσα σε δύο καλούς φίλους που η μοίρα το ήθελε να είναι από τους διαπρεπέστερους φυσικούς του καιρού τους! Μπόλικη φιλολογία και εικασία περιβάλλουν τα όσα εκτυλίχθηκαν στη συνάντηση, ενώ ακόμη και θεατρικό έργο έχει γραφτεί για το γεγονός («Copenhagen»). Ο Γερμανός Χάιζενμπεργκ είχε γνωρίσει τον επιφανή δανό συνάδελφό του το 1922 και σύντομα αναπτύχθηκε μια βαθιά εκτίμηση και φιλία μεταξύ τους. Το 1939 ωστόσο, λίγο μετά το κολοσσιαίο επιστημονικό επίτευγμα της διάσπασης του ατόμου, το γερμανικό πυρηνικό πρόγραμμα θα εγκαινιαζόταν, με τον Χάιζενμπεργκ να γίνεται ένας από τους πρωτεργάτες στην έρευνα και την ανάπτυξη της πυρηνικής ενέργειας. Η σχέση των δύο φυσικών άρχισε προοδευτικά να κλονίζεται, καθώς η εβραϊκή καταγωγή του Μπορ και η παραμονή του στην κατεχόμενη Δανία τον έκανε επιφυλακτικό στις συζητήσεις του με τον γερμανό συνάδελφό του.
Το 1941 λοιπόν ο Χάιζενμπεργκ ταξίδεψε στη Δανία για να συναντήσει τον Μπορ, με τα πεπραγμένα της συνομιλίας να γίνονται έκτοτε αντικείμενο έριδας από τους ακαδημαϊκούς: πιθανολογείται ότι ο Χάιζενμπεργκ του αποκάλυψε την ύπαρξη του ναζιστικού προγράμματος για την ανάπτυξη της ατομικής βόμβας, με τη συνάντηση -και τη φιλία τους βεβαίως- να παίρνει απρόοπτο τέλος. Τον Φεβρουάριο του 2002 ανακαλύφθηκε επιστολή του Μπορ στον Χάιζενμπεργκ από το 1957, στην οποία ο Μπορ κάνει λόγο για την περιβόητη συνάντηση του 1941, ισχυριζόμενος ότι ο Χάιζενμπεργκ δεν είχε δείξει κανέναν ηθικό φραγμό για την ανάπτυξη της ατομικής βόμβας, την ίδια ώρα που εργαζόταν από το 1939 αποκλειστικά για το πρόγραμμα αυτό. Ο Χάιζενμπεργκ μετά τον πόλεμο ισχυρίστηκε ότι έκανε ό,τι μπορούσε για να επιβραδύνει τους ρυθμούς ανάπτυξης της βόμβας, διατηρώντας σαφώς ηθικές ενστάσεις...
Όταν όμως μιλάμε για φυσιογνωμίες που άφησαν το στίγμα τους στην οικουμένη, τότε οι συναντήσεις αυτές αποκτούν ένα ιδιαίτερο χρώμα και πολλοί θα ήθελαν να τις παρακολουθήσουν από πρώτο χέρι!
Μιλάμε φυσικά για meetings που γέννησαν εταιρίες, πυροδότησαν διαξιφισμούς και έριδες, διαπραγματεύτηκαν παραδόσεις στρατών ή αντιθέτως έγραψαν ιστορία λόγω των προσωπικοτήτων που συμμετείχαν.
Γιατί υπάρχουν meetings βαρετά, υπάρχουν όμως κι αυτά...
Τσαρλς Ρολς και Φρέντρικ Ρόις
Όταν ο σερ Φρέντρικ Χένρι Ρόις αγόρασε το πρώτο δικύλινδρο αυτοκίνητό του (ένα γαλλικό Decauville) δεν έμεινε καθόλου ικανοποιημένος από τις επιδόσεις του. Αποφάσισε λοιπόν να κατασκευάσει το δικό του, παίρνοντας ένα έτοιμο όχημα και βελτιώνοντάς το, πριν αρχίσει να παράγει τα δικά του δικύλινδρα οχήματα των 10 αλόγων που θα έμεναν στην ιστορία της αυτοκίνησης για την αθόρυβη και χωρίς κραδασμούς λειτουργία τους!
Τα αυτοκίνητα του Ρόις σύντομα θα έμπαιναν στο στόχαστρο του Τσαρλς Στιούαρτ Ρολς, ο οποίος διατηρούσε αντιπροσωπεία στο Λονδίνο της γαλλικής Panhard. Ένα meeting οργανώθηκε τελικά ανάμεσα στους δύο κυρίους στο ξενοδοχείο Midland του Μάντσεστερ τον Μάιο του 1904, στο οποίο ο Ρολς έμεινε κατενθουσιασμένος από την αποφασιστικότητα και τη δημιουργικότητα του Ρόις και αποφάσισαν έτσι να ενώσουν τις δυνάμεις τους. Λίγο αργότερα οι δύο άντρες θα συμφωνούσαν να επεκτείνουν τη συνεργασία τους και η θρυλική Rolls-Royce είχε μόλις γεννηθεί. Το 1907, κάτω από την επίβλεψη του Τσαρλς Ρολς, η φίρμα επεκτάθηκε και στον τομέα της κατασκευής κινητήρων για μικρά αεροσκάφη...
Ντέξτερ Κινγκ και Τζέιμς Ερλ Ρέι
Η ιδιαίτερη αυτή συνάντηση έλαβε χώρα το 1997 στο νοσοκομείο της πολιτειακής φυλακής του Τενεσί ανάμεσα στον Ντέξτερ Κινγκ, τον γιο του δολοφονημένου ηγέτη του αφρο-αμερικανικού κινήματος Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, και τον Τζέιμς Ερλ Ρέι, τον καταδικασμένο δολοφόνο του πατέρα του. Ήταν η πρώτη φορά που οι δύο άντρες συναντιόνταν, με το meeting να σηματοδοτεί ταυτόχρονα την πρώτη δημόσια υποστήριξη της οικογένειας Κινγκ στους ισχυρισμούς του Ρέι ότι ήταν αθώος.
Όταν λοιπόν ο Ντέξτερ Κινγκ ρώτησε τον Ρέι αν εκείνος είχε σκοτώσει τον πατέρα του, ο κατάδικος απάντησε «όχι», με τον Ντέξτερ να σχολιάζει: «Σε πιστεύω, και η οικογένειά μου σε πιστεύει». Ο 36χρονος Ντέξτερ Κινγκ άκουσε υπομονετικά την απολογία του Ρέι, ο οποίος εκείνη την εποχή ήταν στα τελευταία του από πάθηση του συκωτιού. Ο Ρέι είχε παραδεχτεί στη σύζυγό του ότι είχε πράγματι εκτελέσει τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, λέγοντας: «Ναι, τον σκότωσα. Τι γίνεται όμως αν το έκανα; Δεν πέρασα ποτέ από δίκη». Ο Ρέι πέθανε στη φυλακή την επόμενη χρονιά (1998) σε ηλικία 70 ετών...
Έντγκαρ Άλαν Πόε και Τσαρλς Ντίκενς
Οι δύο «ογκόλιθοι» της λογοτεχνίας συναντήθηκαν τον Μάρτιο του 1842, όταν ο Ντίκενς έδωσε μια διάλεξη στη Φιλαδέλφεια για τη σπουδαιότητα των νόμων περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Ο Πόε του έστειλε λοιπόν μια επιστολή ζητώντας μια κατ' ιδίαν συνάντηση μαζί του. Ο Ντίκενς απάντησε αμέσως και αποδέχθηκε ευχαρίστως την πρόταση του Πόε. Ο βρετανός μυθιστοριογράφος ήταν στα 30 του χρόνια και είχε ήδη δημοσιεύσει τα πρώτα μυθιστορήματά του, απολαμβάνοντας φήμη και αναγνωρισιμότητα, με τον 32χρονο Πόε να είναι ακόμα σχετικά άγνωστος.
Η συνάντηση έλαβε χώρα λοιπόν στο ξενοδοχείο που διέμενε ο Ντίκενς, με τους δύο άντρες να συζητούν για τη σύγχρονη αμερικανική και βρετανική λογοτεχνία, πριν ο Πόε ζητήσει από τον Ντίκενς τη συμβολή του για να εκδοθούν οι δίτομες «Ιστορίες του Γκροτέσκου και του Αραβουργήματος» στην Αγγλία. Ο Ντίκενς υποσχέθηκε ότι θα προσπαθούσε και 9 μήνες αργότερα θα έγραφε στον Πόε παραδεχόμενος την αποτυχία του να τον βοηθήσει. Όταν μάλιστα ο Ντίκενς επισκέφθηκε την Αμερική για δεύτερη φορά, ο Πόε ήταν πλέον νεκρός, η μητέρα του ωστόσο ζούσε, παρά το γεγονός ότι ήταν άρρωστη και άπορη. Ο βρετανός συγγραφέας την επισκέφθηκε, έβαλε λίγα χρήματα στο χέρι της και αργότερα της έστειλε από την Αγγλία ένα γενναίο ποσό για να τα βγάλει πέρα...
Τόμας Στάφορντ και Αλεξέι Λεόνοφ
Στις 15 Ιουλίου 1975, οι δύο κοσμοναύτες του σοβιετικού πυραυλικού προγράμματος Soyuz και οι τρεις αστροναύτες της τελευταίας αμερικανικής αποστολής του Apollo εκτοξεύονταν από τα κοσμοδρόμιά τους με διαφορά 7,5 ωρών. Οι αστροναύτες ήταν επιφορτισμένοι να κάνουν μια σειρά από πειράματα για λογαριασμό των χωρών τους, ο βασικός ωστόσο στόχος της αποστολής ήταν συμβολικός: η εκτόνωση των ψυχροπολεμικών σχέσεων ΗΠΑ και Σοβιετικής Ένωσης!
Στις 17 Ιουλίου λοιπόν, ο Στάφορντ και ο Λεόνοφ συναντήθηκαν και αντάλλαξαν την πρώτη διεθνή χειραψία στο Διάστημα, μέσα από την ανοιχτή καταπακτή του Soyuz. Τα δύο διαστημόπλοια παρέμειναν συνδεδεμένα για 44 ώρες, χρόνος αρκετός για να επισκεφθούν οι μεν το σκάφος των δε, να φάνε παρέα και να συζητήσουν ό,τι είναι που συζητούν οι κοσμοναύτες. Οι Σοβιετικοί παρέμειναν στο Διάστημα για 5 μέρες και οι Αμερικανοί για 9, έχοντας ανταλλάξει ωστόσο σημαίες και δώρα, ανάμεσα στα οποία περιλαμβάνονταν και 3 σπόροι δέντρων, οι οποίοι φυτεύτηκαν αργότερα και στις δύο χώρες...
Πάπας Ιωάννης Παύλος Β' και Μεχμέτ Αλί Αγκτσά
Το 1981, ο Τούρκος Μεχμέτ Αλί Αγκτσά, μέλος της εθνικιστικής οργάνωσης «Γκρίζοι Λύκοι», πυροβόλησε και τραυμάτισε τον πάπα Ιωάννη Παύλο Β'. Λίγο μετά την απόπειρα δολοφονίας του, ο ποντίφικας ζήτησε από το ποίμνιό του να «προσευχηθεί για τον αδερφό μου [τον Αγκτσά], τον οποίο έχω ειλικρινά συγχωρέσει». Και το 1983 ο προκαθήμενος της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας επισκέφθηκε τον τούρκο εξτρεμιστή στο κελί του σε φυλακή της Ρώμης, με τους δύο άντρες να συνομιλούν κατ' ιδίαν.
Ο Αγκτσά και ο πάπας θα ανέπτυσσαν μια ιδιόμορφη φιλία με τα χρόνια, με τον ποντίφικα να διατηρεί σχέσεις και με την οικογένεια του Αγκτσά, γνωρίζοντας τη μητέρα του το 1987 και τον αδερφό του μια δεκαετία αργότερα. Κι όταν ο πάπας Ιωάννης Παύλος Β' θα πέθαινε το 2005, ο αδελφός του Αγκτσά, Αντνάν, θα ισχυριζόταν ότι όλη η οικογένεια πενθούσε για τον χαμό του, καθώς ο ποντίφικας ήταν πλέον καλός φίλος της φαμίλιας. Μέχρι και ο Αγκτσά αιτήθηκε να παραστεί στην κηδεία του πάπα, οι τουρκικές Αρχές αρνήθηκαν ωστόσο να του δώσουν άδεια να εγκαταλείψει τη φυλακή...
Ρίτσαρντ Νίξον και Έλβις Πρίσλεϊ
Εδώ η συνάντηση είναι ιστορική όχι γιατί ο «βασιλιάς» συνάντησε τον πρόεδρο των ΗΠΑ, αλλά για τα γεγονότα που οδήγησαν στο meeting. Χωρίς επίσημη πρόσκληση ή οποιαδήποτε επικοινωνία λοιπόν, ο Πρίσλεϊ σηκώθηκε ένα πρωί, πήρε το αεροπλάνο για Ουάσιγκτον -με δύο από τους μπράβους του- και απαίτησε να δει τον πρόεδρο! Κατά τη διάρκεια της πτήσης μάλιστα, ο Έλβις συνέταξε μια 6σέλιδη επιστολή που εξηγούσε τους λόγους που τον ανάγκαζαν να εμφανιστεί απρόσκλητος στο κατώφλι του Λευκού Οίκου.
Το πρωινό της 21ης Δεκεμβρίου 1970 λοιπόν ο Πρίσλεϊ έκανε την εμφάνισή του στις πύλες της προεδρικής κατοικίας, παρέδωσε την επιστολή στους φρουρούς και περίμενε. Οι σύμβουλοι του Νίξον τον παρότρυναν να συναντηθεί με τον αστέρα της μουσικής και η συνάντηση κανονίστηκε για το ίδιο απόγευμα: στο Οβάλ Γραφείο πια, ο Πρίσλεϊ προθυμοποιήθηκε να βοηθήσει τον Νίξον να αποκαταστήσει τον σεβασμό του κόσμου για την Αστερόεσσα, σεβασμό που έβλεπε να έχει χαθεί από την κουλτούρα των ναρκωτικών και τις αντι-αμερικανικές εξτρεμιστικές ομάδες. Στο τέλος της σύντομης συνάντησης, ο Έλβις δήλωσε πόσο είχε υποστηρίξει την υποψηφιότητα Νίξον και σε μια απροσδόκητη κίνηση πέρασε το χέρι του γύρω από το πρόεδρο και τον αγκάλιασε!
Χένρι Στάνλεϊ και Ντέιβιντ Λίβινγκστον
Ο Χένρι Μόρτον Στάνλεϊ ήταν ένας βρετανός δημοσιογράφος που θα έμενε βέβαια γνωστός στην Ιστορία για το εξερευνητικό του έργο στην Αφρική. Η εφημερίδα New York Herald τον προσέλαβε κάποια στιγμή για να αναζητήσει τον σκοτσέζο εξερευνητή Λίβινγκστον, ο οποίος είχε χαθεί στη Μαύρη Ήπειρο εδώ και τρία ολόκληρα χρόνια. Τον Μάρτιο του 1871 λοιπόν, ο Στάνλεϊ θα ξεκινούσε την περίφημη εκστρατεία του, με την πολυάριθμη αποστολή του να διαθέτει όλα τα καλούδια του κόσμου και 200 αχθοφόρους.
Η 700 μιλίων αποστολή μέσα στα τροπικά δάση της Αφρικής θα αποδεικνυόταν ωστόσο ιδιαίτερα απαιτητική, κάνοντας πολλά μέλη να λιποψυχήσουν και άλλα να πεθάνουν από τροπικές ασθένειες. Ο Στάνλεϊ βρήκε τελικά τον Λίβινγκστον στις 10 Νοεμβρίου 1871 κοντά στη Λίμνη Τανγκανίκα (στη σημερινή Τανζανία), χαιρετώντας τον με το ξακουστό πλέον «Dr. Livingstone, I presume» (ο δρ Λίβινγκστον, υποθέτω). Εκείνο που δεν είναι τόσο γνωστό είναι η απάντηση του τολμηρού σκοτσέζου εξερευνητή: «Ναι»!
Ντάγκλας ΜακΆρθουρ και αυτοκράτορας Χιροχίτο
Η περίφημη φωτογραφία τραβήχτηκε στις 27 Σεπτεμβρίου 1945 στην αμερικανική πρεσβεία στο Τόκιο, λίγες μόλις εβδομάδες μετά την επίσημη παράδοση της Ιαπωνίας. Σύμφωνα με τον ΜακΆρθουρ, ο Αμερικανός περίμενε ότι ο Χιροχίτο θα αρνιόταν οποιαδήποτε ευθύνη για εγκλήματα πολέμου που είχαν διαπραχθεί από τις ιαπωνικές δυνάμεις, ο αυτοκράτορας ωστόσο του είπε: «Έρχομαι σε σας, στρατηγέ ΜακΆρθουρ, για να προσφέρω τον εαυτό μου στην κρίση των δυνάμεων που εκπροσωπείτε, ως ο μόνος υπεύθυνος για κάθε πολιτική και στρατιωτική απόφαση που πάρθηκε και για κάθε πράξη που έγινε από τον λαό μου στις εχθροπραξίες του πολέμου».
Την ώρα λοιπόν που οι υπόλοιποι Σύμμαχοι, και κυρίως οι Άγγλοι και οι Ρώσοι, επιζητούσαν την παραδειγματική τιμωρία του Χιροχίτο για τα ιαπωνικά εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, οι αμερικανικές δυνάμεις -και κυρίως ο ΜακΆρθουρ- αποφάσισαν ότι θα ήταν ευκολότερο να σταθεροποιηθεί η κατάσταση στο εσωτερικό της Ιαπωνίας και να εγκαινιαστούν μεταρρυθμίσεις αν παρέμενε ο Χιροχίτο ηγεμόνας, στερώντας του ωστόσο τη θεϊκή του υπόσταση. Ο Χιροχίτο θα βοηθούσε πράγματι στον εκμοντερνισμό και εκδημοκρατισμό της χώρας του, ενώ αργότερα θα γινόταν και αξιοσέβαστος θαλάσσιος βιολόγος, συντελώντας καθοριστικά στον τομέα με τα βιβλία του...
Στρατηγός Γκραντ και στρατηγός Ρόμπερτ Λι
Ήταν το 1865 όταν ο στρατηγός Ρόμπερτ Λι συνειδητοποίησε ότι το μόνο που του έμενε να κάνει ήταν να παραδοθεί αυτός και ο στρατός του στον στρατηγό Γκραντ: αυτό θα ήταν η αρχή του τέλους για τον αιματοβαμμένο αμερικανικό εμφύλιο Βορρά-Νότου. Αφού λοιπόν επικοινώνησαν με μια σειρά επιστολές, οι δύο άντρες αποφάσισαν να συναντηθούν σε δικαστική αίθουσα της Βιρτζίνια: όταν έφτασε ο Λι, ο Γκραντ τον περίμενε εκεί και ξεκίνησε τη συνομιλία ενθυμούμενος το πώς είχαν γνωριστεί οι δύο άντρες όταν υπηρετούσαν στα εδάφη του Μεξικού.
Στις διαπραγματεύσεις που κράτησαν 2,5 ώρες αποφασίστηκαν επακριβώς οι όροι της παράδοσης του Νότου, με τους δύο στρατηγούς να αποχαιρετιούνται με θερμή χειραψία. Όταν μάλιστα ο Λι ανέφερε στον στρατηγό των Βορείων ότι οι άντρες του είχαν ξεμείνει χωρίς φαγητό για μπόλικες ημέρες, ο Γκραντ κανόνισε να παραδοθούν επιτόπου 25.000 μερίδες φαγητού στους πεινασμένους Νότιους...
Νιλς Μπορ και Βέρνερ Χάιζενμπεργκ
Η συνάντηση έλαβε χώρα ανάμεσα σε δύο καλούς φίλους που η μοίρα το ήθελε να είναι από τους διαπρεπέστερους φυσικούς του καιρού τους! Μπόλικη φιλολογία και εικασία περιβάλλουν τα όσα εκτυλίχθηκαν στη συνάντηση, ενώ ακόμη και θεατρικό έργο έχει γραφτεί για το γεγονός («Copenhagen»). Ο Γερμανός Χάιζενμπεργκ είχε γνωρίσει τον επιφανή δανό συνάδελφό του το 1922 και σύντομα αναπτύχθηκε μια βαθιά εκτίμηση και φιλία μεταξύ τους. Το 1939 ωστόσο, λίγο μετά το κολοσσιαίο επιστημονικό επίτευγμα της διάσπασης του ατόμου, το γερμανικό πυρηνικό πρόγραμμα θα εγκαινιαζόταν, με τον Χάιζενμπεργκ να γίνεται ένας από τους πρωτεργάτες στην έρευνα και την ανάπτυξη της πυρηνικής ενέργειας. Η σχέση των δύο φυσικών άρχισε προοδευτικά να κλονίζεται, καθώς η εβραϊκή καταγωγή του Μπορ και η παραμονή του στην κατεχόμενη Δανία τον έκανε επιφυλακτικό στις συζητήσεις του με τον γερμανό συνάδελφό του.
Το 1941 λοιπόν ο Χάιζενμπεργκ ταξίδεψε στη Δανία για να συναντήσει τον Μπορ, με τα πεπραγμένα της συνομιλίας να γίνονται έκτοτε αντικείμενο έριδας από τους ακαδημαϊκούς: πιθανολογείται ότι ο Χάιζενμπεργκ του αποκάλυψε την ύπαρξη του ναζιστικού προγράμματος για την ανάπτυξη της ατομικής βόμβας, με τη συνάντηση -και τη φιλία τους βεβαίως- να παίρνει απρόοπτο τέλος. Τον Φεβρουάριο του 2002 ανακαλύφθηκε επιστολή του Μπορ στον Χάιζενμπεργκ από το 1957, στην οποία ο Μπορ κάνει λόγο για την περιβόητη συνάντηση του 1941, ισχυριζόμενος ότι ο Χάιζενμπεργκ δεν είχε δείξει κανέναν ηθικό φραγμό για την ανάπτυξη της ατομικής βόμβας, την ίδια ώρα που εργαζόταν από το 1939 αποκλειστικά για το πρόγραμμα αυτό. Ο Χάιζενμπεργκ μετά τον πόλεμο ισχυρίστηκε ότι έκανε ό,τι μπορούσε για να επιβραδύνει τους ρυθμούς ανάπτυξης της βόμβας, διατηρώντας σαφώς ηθικές ενστάσεις...