Η φράση "ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος" σημαίνει "δεν μπορείς να πάρεις από αυτόν που δεν έχει".
Στην αρχαία Ελλάδα πίστευαν ότι ο Χάρων (ή Χάρος στα νέα ελληνικά) ήταν ο πορθμέας του Άδη. Μετέφερε με τη βάρκα του τους πρόσφατα αποθανόντες από τη μια όχθη του ποταμού Αχέροντα στην άλλη, όπου σύμφωνα με τη μυθολογία βρισκόταν η είσοδος του Άδη. Οι νεκροί έπρεπε οπωσδήποτε να πληρώσουν στον Χάροντα έναν οβολό για τα ναύλα. Γι' αυτό στην αρχαία Ελλάδα τοποθετούσαν πάντα έναν οβολό κάτω από τη γλώσσα των νεκρών σωμάτων πριν τα ενταφιάσουν, για να έχει να πληρώσει ο νεκρός τον Χάροντα. Όσοι δεν είχαν να πληρώσουν ήταν καταδικασμένοι να περιπλανιούνται στις όχθες του Αχέροντα για εκατό χρόνια.
Στο έργο του Λουκιανού, Νεκρικοί Διάλογοι, ο κυνικός φιλόσοφος Μένιππος αναφέρεται ως ο μόνος που διέσχισε ποτέ τον Αχέροντα χωρίς να πληρώσει τον οβολό στο Χάρο - αφού δεν είχε. Στο διάλογο αυτόν εμφανίζεται για πρώτη φορά και η ρήση "ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος" (δεν μπορείς να πάρεις από αυτόν που δεν έχει), η οποία έμεινε παροιμιώδης.
Για το e-didaskalia.blogspot.gr
Αποστόλης Ζυμβραγάκης
Φιλόλογος