Διακόσιοι χιλιάδες Γαλάτες με αρχηγό τον Βρέννο το Β’ εισέβαλαν το 279 π.Χ στη Μακεδονία, όπου τους αντιμετώπισε ο Στρατηγός Σωσθένης με το στρατό του. Οι Γαλάτες, παρόλο που προξένησαν μεγάλες καταστροφές, δεν μπόρεσαν να εγκατασταθούν στη Μακεδονία και συνέχισαν την πορεία τους νότια, φτάνοντας έτσι στη Θεσσαλία. Ο Βρέννος είχε στόχο το Μαντείο των Δελφών, όπου υπήρχαν πολλά χρήματα σε νομίσματα και αφιερώματα από άργυρο και χρυσό. Ο στρατός του είχε 152 χιλιάδες άνδρες πεζούς και περίπου 60 χιλιάδες ιππείς και βοηθούς ιππείς. Στην εκστρατεία αυτή οι «Γαλάτες» συνάντησαν την οργανωμένη αντίσταση των Ελλήνων, που με κοινό αρχηγό τους τον Αθηναίο στρατηγό Κάλλιππο του Μοιροκλέους και περίπου 26.000 πεζικό στρατό και ικανό αριθμό πλοίων, είχαν λάβει θέση στο στενό των Θερμοπυλών.
Ο γαλατικός στρατός δεν κατάφερε να αιφνιδιάσει τους Έλληνες, οι οποίοι πρόλαβαν να οργανωθούν για να τους αντιμετωπίσουν. Πολλές από τις ελεύθερες πόλεις της Κεντρικής Ελλάδας, όπως η Βοιωτία, η Φωκίδα, η Αιτωλία, τα Μέγαρα, αλλά και η Αθήνα, συμμάχησαν για να τους απωθήσουν. Αρχηγός του στρατού των Ελλήνων, που έφτασε περίπου τις 30 χιλιάδες, (οι περισσότεροι ήταν Αιτωλείς) ήταν ο στρατηγός Κάλλιπος.
Οι δυο στρατοί συναντήθηκαν στις Θερμοπύλες
Η μάχη έγινε σε ένα έλος που υπήρχε στο στενό και οι Έλληνες αν και ήταν πολύ λιγότεροι από τους Γαλάτες, κατάφεραν να τους προκαλέσουν σημαντικές ζημιές και να τους αναγκάσουν να υποχωρήσουν προσωρινά. Μάλιστα ο Παυσανίας αναφέρει ( «Ελλάδος Περιήγησις» , β / Κεφ. 20) «…Εναντίον όμως των βαρβάρων που ήλθον από τον Ωκεανόν συνεκεντρώθησαν εις τας Θερμοπύλας οι εξής Έλληνες: 10.000 οπλίτες και 500 ιππείς Βοιωτοί, 3000 πεζοί και 500 ιππείς Φωκείς, 700 πεζοί Λοκροί, 400 οπλίτες Μεγαρείς, 7.000 οπλίτες και 790 ψιλοί Αιτωλοί, 1000 πεζοί και 500 ιππείς Αθηναίοι και όλα τα κατάλληλα προς πλούν πλοία, 500 Μακεδόνες και 500 από την Αντιόχεια της Μ. Ασίας».
Οι Γαλάτες κατακρεουργούν αθώους στο Κάλλιο (Κλαψί)
Ο Βρέννος αντέδρασε άμεσα και εφάρμοσε μια στρατηγική κίνηση. Έστειλε ισχυρή στρατιωτική δύναμη στην Αιτωλία, με σκοπό να αναγκάσει πολλούς από στρατιώτες που μάχονταν στις Θερμοπύλες, να επιστρέψουν για να υπερασπιστούν την πόλη τους. Αρχηγούς αυτής της στρατιωτικής δύναμης, ο Βρέννος, όρισε τον Ορεστόριο και τον Κόμβουτιν, οι οποίοι ήταν πολύ βάρβαροι και το απέδειξαν με τις απάνθρωπες πράξεις τους στο Κάλλιο, το σημερινό χωριό Κλαψί, κοντά στο Καρπενήσι. Οι Γαλάτες, ακολουθώντας τις εντολές των αρχηγών τους, έκαναν τρομερές θηριωδίες. ‘Έσφαξαν βρέφη και ήπιαν τον αίμα τους, κατακρεούργησαν ηλικιωμένους και βίασαν μέχρι θανάτου πολλές γυναίκες.
Ο Παυσανίας περιγράφει ( «Ελλάδος Περιήγησις» ,δ / Κεφ. 22): «Ο Ορεστόριος και ο Κόμβουτις ήσαν εκείνοι οι οποίοι διέπραξαν τα μεγαλύτερα ανοσιουργήματα απ’ όσα εξ ακοής γνωρίζομεν και δεν ομοιάζουν καθόλου με άλλα τολμηρά κακουργήματα των ανθρώπων. Έσφαξαν κάθε αρσενικόν άνθρωπον, χωρίς διάκρισιν γερόντων ή νηπίων επί των μαστών των μητέρων τους, όσα έκ των νηπίων είχον γίνει παχύτερα με το γάλα, τα εφόνευον, έπιναν το αίμα τους και έτρωγαν το κρέας τους. Αι γυναίκες και όσαι από τάς παρθένους ήσαν είς ώραν γάμου, αι έχουσαι φιλότιμον, έσπευσαν να αυτοκτονήσουν καθ’ όν χρόνον εκυριεύετο η περιοχή. Οσας εύρον έν τη ζωή οι Γαλάται τας μεταχειρίσθησαν με παντός είδους εξευτελισμούς χρησιμοποιούντες μεγάλην βίαν, εφόσον δεν ησθάνοντο καμμίαν συμπόνιαν ή έρωτα. Όσαι γυναίκες εύρισκον τα μαχαίρια των Γαλατών, αυτοκτονούσαν με αυτά, δια δε τας άλλας δεν εβράδυνεν το μοιραίον λόγω της ασιτίας και τις αϋπνίας, διότι οι αγροίκοι βάρβαροι ασχημονούσαν επ’ αυτών συνεχώς ο ένας κατόπιν του του άλλου, συνευρίσκοντο μάλιστα και με ψυχορραγούσας γυναίκας αλλά και με νεκράς ακόμη». Λέγεται μάλιστα ότι η περιοχή απέκτησε τη σύγχρονη ονομασία της, Κλαψί, από τον θρήνο των επιζώντων μετά την καταστροφή.
Η εκδίκηση των κατοίκων της Ευρυτανίας
Το τίμημα της βαρβαρότητας τους, πλήρωσαν οι Γαλάτες κατά την επιστροφή τους στο στενό των Θερμοπυλών, όπου είχε στρατοπεδεύσει ο υπόλοιπος στρατός. Κοντά στο σημερινό χωριό Άγιος Νικόλαος οι κάτοικοι της Ευρυτανίας μαζί με τμήμα του ελληνικού στρατού έστησε ενέδρα στους βάρβαρους. Άντρες και γυναίκες κάθε ηλικίας, που ήθελαν να πάρουν εκδίκηση για την άδικη σφαγή των συμπατριωτών τους, χρησιμοποιώντας για όπλα τα αγροτικά τους εργαλεία αλλά και αυτοσχέδια όπλα, ρίχτηκαν στη μάχη. Οι κάτοικοι, αν και δεν ήταν εκπαιδευμένοι, ήταν εξοργισμένοι και φανατισμένοι γι’ αυτό κατάφεραν να προξενήσουν σημαντικές απώλειες στους Γαλάτες.
Σύμφωνα με καταγραφές του Παυσανία, δεν κατάφεραν να γυρίσουν πίσω στις Θερμοπύλες ούτε οι μισοί από τους σφαγείς, ενώ σύμφωνα να με τη λαϊκή παράδοση, η περιοχή στην οποία στήθηκε η ενέδρα γέμισε με πτώματα Γαλατών. «…Οι Αιτωλοί και αι Αιτωλαί γυναίκες παρατεταγμένοι κατά μήκος όλου του δρόμου έρριχναν ακόντια κατά των βαρβάρων και επειδή οι Γαλάται δεν είχον παρά μόνο τας ασπίδας του τόπου των, ολίγα ακόντια αποτύγχανον. Όταν τους κατεδίωκον, οι Αιτωλοί ευκόλως εξέφευγον και αμέσως τους εκτυπούσαν εκ νέου […] Διότι από τους 40.800 βαρβάρους οι δυνηθέντες να σωθούν και να φθάσουν εις το στρατόπεδον των Θερμοπυλών ήσαν ολιγώτεροι από τους μισούς…» (Παυσ. Χ 22)].
Τα κόκαλά τους βρίσκονταν μέχρι πρόσφατα από αγρότες της περιοχής, που γι’ αυτό το λόγο πήρε το όνομα Κοκκάλια. Την ίδια στιγμή που το τμήμα του γαλατικού στρατού δέχτηκε την επίθεση των κατοίκων της Ευρυτανίας, οι άντρες του Βρέννου προσπάθησαν να πλησιάσουν στους Δελφούς, αλλά συνάντησαν και εκείνοι τη σθεναρή αντίσταση των κατοίκων, που τους είχαν κόψει το δρόμο. Ο Βρέννος τραυματίστηκε κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης με τους Έλληνες και λίγο αργότερα, μη μπορώντας να αντέξει την ήττα του, αυτοκτόνησε πίνοντας μεγάλη ποσότητα «άκρατου οίνου». Στην Ευρυτανία υπάρχει σήμερα το μνημείο της μάχης στα Κοκκάλια το 279 πΧ, που φτιάχτηκε προς τιμήν όσων θυσιάστηκαν πολεμώντας τους Γαλάτες.
Η μάχη που έγινε στα «Κοκκάλια», είναι μία από τις πιο ήταν καθοριστικές. Σύμφωνα με τους ιστορικούς εαν οι Γαλάτες έφθαναν στον προορισμό τους νικητές και τροπαιούχοι, τίποτα δεν θα μπορούσε να τους σταματήσει από το να νικήσουν και τις υπόλοιπες Ελληνικές δυνάμεις και να φθάσουν στη συνέχεια μέχρι την Αθήνα και την Πελοπόννησο και να εγκατασταθούν μόνιμα. Διότι οι Γαλάτες εισβάλλοντας στην Ελλάδα είχαν σκοπό όχι μόνο να τη λεηλατήσουν αλλά και να την αποικίσουν. Αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι πήραν μαζί τους τις γυναίκες και τα παιδιά τους με σκοπό να βρούνε νέες εστίες και να εγκατασταθούν μόνιμα σε αυτές. Στην άποψη αυτή συνηγορεί και το γεγονός ότι οι επιζήσαντες Γαλάτες δημιούργησαν αρχικά Βασίλειο στη Θράκη, το οποίο ονόμασαν Τύλη και στη συνέχεια εγκαταστάθηκαν στη Μικρά Ασία και παρέμειναν εκεί για αρκετούς αιώνες ως μία αυτοτελής εθνική ομάδα με την ονομασία Γαλάτες.
Με πληροφορίες από τον ι σ τ ό τ ο π ο του Παλαιοχωρίου Τυμφρηστού (Ομιλαίων) Φθιώτιδος (Κωνσταντίνος Παναγιώτου)