Άνεργος είναι αυτός που δεν εργάζεται, επειδή δεν μπορεί να βρει δουλειά.
Από την άλλη, άεργος είναι αυτός που δεν εργάζεται, επειδή δε θέλει να βρει δουλειά.
άεργος < ελληνιστική κοινή ἄεργος < α- στερητικό + έργο
Για το e-didaskalia.blogspot.gr
Αποστόλης Ζυμβραγάκης
Φιλόλογος
Περισσότερα φιλολογικά θέματα εδώ.
- άνεργος < μεσαιωνική ελληνική ἄνεργος < σημασιολογικό δάνειο από γερμανική arbeitslos
Από την άλλη, άεργος είναι αυτός που δεν εργάζεται, επειδή δε θέλει να βρει δουλειά.
άεργος < ελληνιστική κοινή ἄεργος < α- στερητικό + έργο
Για το e-didaskalia.blogspot.gr
Αποστόλης Ζυμβραγάκης
Φιλόλογος
Περισσότερα φιλολογικά θέματα εδώ.