Ήταν μια φορά και ένα καιρό μια παρέα από 4 φίλους. Τον Χρήστο, τον Γιώργο, τον Δημήτρη και τον Στέλιο. Σιγά σιγά πέρναγαν τα χρόνια και ο καθένας με τη…. σειρά του «έφευγε» για τον άλλο κόσμο. Τελευταίος πέθανε ο Στέλιος οπότε πάει στον Παράδεισο όπου τον υποδέχεται ο Άγιος Πέτρος. Τον ξεναγεί για λίγο :
– Από εδώ είναι οι καταρράκτες, από εδώ τα δέντρα με τα φρούτα που δεν τελειώνουν ποτέ, από εδώ οι καλλονές που δεν είναι και ιδιαίτερα δύσκολες …, αλλά πρόσεχε, του τονίζει ο Άγιος Πέτρος, καθώς πρέπει να προσέχεις να μην πατήσεις την μαγική μπανανόφλουδα!
Ο Στέλιος υπόσχεται ότι θα προσέχει και ξεκινά μόνος να κάνει μια βόλτα. Ξαφνικά βλέπει τον φίλο του τον Χρήστο να κάνει έρωτα με μια πανάσχημη πατσόγρια, οπότε τον πλησιάζει και τον ρωτά :
– Τι έγινε ρε φίλε; Τόσες γκομενάρες είναι εδώ και εσύ με αυτήν βρήκες;
– Άσε ρε Στέλιο, πάτησα την μαγική μπανανόφλουδα και αυτή είναι η τιμωρία μου
– Θα πρέπει να προσέχω να μην την πατήσω, σκέφτεται ο Στέλιος. Μετά από λίγο βλέπει και τον Γιώργο να το κάνει με μια που ήταν χειρότερη από την άλλη, με ξύλινα πόδια και τέτοια.
– Άσε ρε Στέλιο, πάτησα την μαγική μπανανόφλουδα και αυτή είναι η τιμωρία μου
– Θα πρέπει να προσέχω να μην την πατήσω, σκέφτεται ο Στέλιος. Μετά από λίγο βλέπει και τον Γιώργο να το κάνει με μια που ήταν χειρότερη από την άλλη, με ξύλινα πόδια και τέτοια.
Τον πλησιάζει και τον ρωτάει τι γίνεται.
– Άσε φίλε, πάτησα την μαγική μπανανόφλουδα…., του απαντάει ο Γιώργος.
Συνεχίζει την βόλτα του σκεπτικός ο Στέλιος, ώσπου βλέπει και τον Δημήτρη να κάνει έρωτα με μια ξανθιά γκομενάρα, που όμοια της δεν είχε ξαναδεί.
– Πω ρε μεγάλε, που την πέτυχες αυτή; Δεν έχω ξαναδεί πιο ωραία γκόμενα!
Και πετάγεται η ξανθιά :
– Άσε μεγάλε, πάτησα την καταραμένη μαγική μπανανόφλουδα!...
Περισσότερα ανέκδοτα εδώ.