Εκείνη την εποχή, τους παρανομούντες τους δίκαζε η Σύγκλητος κυρίως με δυο τρόπους: Αν το παράπτωμα του παρανομούντα ήταν βαρύ, τον παρέδινε στο λαό, να τον κάνει ότι θέλει. Σε αρκετές περιπτώσεις, ο κατηγορούμενος κατόρθωνε να πείσει τους τιμωρούς του, ότι ήταν αθώος και τη γλίτωνε με ένα χρηματικό πρόστιμο. Ήταν όμως υποχρεωμένος να εγκαταλείψει την πόλη του και να αυτοεξοριστεί.
Αν η Σύγκλητος δεν τον καταδίκαζε σε θάνατο (πολύ σπάνια η θανατική καταδίκη εκείνη την εποχή), εφάρμοζε άλλες τιμωρίες: Την τύφλωση, το κόψιμο των χεριών ή των ποδιών, το κόψιμο της μύτης κτλ. Το Βυζάντιο ήταν πλημμυρισμένο από τυφλούς και κοψομύτηδες. Τα σκληρά αυτά έθιμα, εξακολουθούσαν δυστυχώς να εφαρμόζονται και μετά την άλωση του 1453. Πολλές φορές, αντί να του κόψουν τη μύτη, την τρυπούσαν, από όπου προήλθε και η σημερινή παροιμιώδες έκφραση «Να μου τρυπήσεις τη μύτη».
Περισσότερες προελεύσεις γνωστών φράσεων εδώ.