Ο Sigmund Freud ήταν ο πρώτος που έδωσε μια ερμηνεία στο εν λόγω φαινόμενο. Μέσα από πολύπλοκες διαδικασίες επεξήγησης κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν θυμόμαστε τα πρώτα χρόνια της ζωής μας επειδή εκείνες οι εμπειρίες είναι τρομακτικές για ένα μωρό που μόλις έχει γεννηθεί και ο εγκέφαλος του αν και τις καταγράφει, τις καταχωνιάζει και δεν τις ανασύρει ποτέ.
Χρόνια αργότερα, και με τα σημάδια προόδου της ιατρικής να είναι έκδηλα, διαπιστώθηκε ότι ο λόγος που δεν θυμόμαστε την πρώιμη παιδική μας ηλικία είναι ανατομικός. Το νευρικό σύστημα ενός μωρού δεν είναι ακόμη πλήρως αναπτυγμένο για να μπορεί να δέχεται και να αφομοιώνει μνήμες και ερεθίσματα. Τα μέρη του εγκεφάλου που σχετίζονται με τη συνειδητή μνήμη, όπως είναι ο ιππόκαμπος και ο προμετωπιαίος λοβός, δεν είναι επαρκώς ανεπτυγμένα πριν το 3ο ή 4ο έτος.
Όπως αποδείχτηκε, η μνήμη είναι κάτι το ζωντανό που αλλάζει και αυξάνεται όσο το παιδί μεγαλώνει. Επίσης, σε μια από τις πολλές έρευνες που έγιναν, αποδείχτηκε πως τα μικρότερα παιδιά μπορούν με μεγαλύτερη ευκολία να ανακαλέσουν τις αναμνήσεις τους από την πρώιμη παιδική ηλικία. Τέλος, οι επιστήμονες τονίζουν ότι παρόλο που δεν θυμόμαστε την πρώιμη παιδική μας ηλικία, την έχουμε καταγεγραμμένη σε ασυνείδητο επίπεδο.
Περισσότερες απαντήσεις σε γιατί εδώ.