Είναι κοινός τόπος, ότι όσοι έχουν γεννηθεί μετά το 1964 (ημερομηνία όπου τα πρώτα τάπερ έφτασαν στην Ελλάδα) δεν μπορούν να φανταστούν τη ζωή τους χωρίς το τάπερ. Σε κάθε ηλικία, σε κάθε στιγμή το τάπερ, αυτός ο αφανής ήρωας της καθημερινότητας, ήταν εκεί.
Η εικόνα του έγινε οικεία σε μας από τους πρώτους μήνες της ζωής μας, όπου ξέραμε ότι όταν πλησίαζε αυτό το διαφανές αντικείμενο είχε έρθει η ώρα του φαγητού. Τα καλοκαίρια πάντα μας συνόδευε στην παραλία όπου αφού είχαμε κυλιστεί στην άμμο, έφτανε η ώρα όπου όλοι μαζεύονταν ευλαβικά πάνω από το αθώο στρογγυλό κατασκεύασμα που περιείχε, συνήθως, κεφτεδάκια ή στις πιο λάιτ εκδοχές, φέτα και ντομάτα. Αργότερα, στο σχολείο η σχέση κλιμακώθηκε και πέρασε στη φάση του μίσους-πάθους. Στις σχολικές εκδρομές του δημοτικού, το τάπερ έμοιαζε να ξεπροβάλλει ύπουλα από την τσάντα απειλώντας το όποιο coolness είχαμε καταφέρει να χτίσουμε γύρω από την προσωπικότητά μας. Στο γυμνάσιο και το λύκειο, το τάπερ αποτελούσε πια παρελθόν, ένα β0υβό απολίθωμα του ψυγείου. Κι έπειτα ήρθαν τα χρόνια της σχολής και της δουλειάς. Η ανάγκη να περνάμε σχεδόν όλη τη μέρα μακριά απ’το σπίτι (και άρα μακριά από το σπιτικό φαγητό) και παράλληλα να save money για συναυλίες και ταξίδια μας έφερε ενώπιον του παλιού μας φίλου. Εκτιμήσαμε τη χρηστικότητά του, ζητήσαμε συγγνώμη για τα λάθη του παρελθόντος και το επανεντάξαμε στη ζωή μας.
Όταν το 1917 ο δεκάχρονος Earl Tupper χτυπούσε τις πόρτες των σπιτιών μιας μικρής πόλης στο New Hampshire πουλώντας τα προϊόντα της οικογενειακής φάρμας του, δεν είχε φανταστεί τι επρόκειτο να εφεύρει. Σίγουρα πάντως το είχε ελπίσει, αφού από μικρός λέγεται ότι είχε επινοήσει διάφορες πατέντες όπως την καλτσοδέτα και μια τσατσάρα (!) που εφάρμοζε στη ζώνη του κατόχου της. Μετά τις σπουδές του, ανέλαβε μια εταιρεία με κηπευτικά και είδη καλλιέργειας ή οποία πτώχευσε μετά το Κραχ του ’29. Βλέποντας ότι οι εφευρέσεις του δεν έβρισκαν ανταπόκριση, ο Tupper έπιασε δουλειά στη χημική βιομηχανία DuPont όπου άρχισε να πειραματίζεται με το πολυαιθυλένιο (πρόγονος του πλαστικού) και να κατασκευάζει διάφορα προϊόντα από κούπες και μπωλ μέχρι μάσκες αερίου για το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μετά τον πόλεμο, προϊόντα της Tupper Plastics που είχε ιδρυθεί λίγο νωρίτερα από τον ίδιο, έκαναν την εμφάνισή τους στα ράφια του σούπερμαρκετ. Μάλιστα, σαν διαφημιστικό τρικ, προϊόντα τςη Tupper όπως θήκες για τσιγάρα και μικρές κανάτες δίνονταν δωρεάν μαζί με άλλες αγορές, με αποτέλεσμα μέχρι το 1946 κάθε Αμερικάνος είχε στην κατοχή του ένα προϊόν Tupper. Την ίδια χρονιά, ο Tupper παρουσίασε αυτό που έμελλε να είναι η σημαντικότερη εφεύρεσή του: ένα πλαστικό και ελαφρύ δοχείο φαγητού που συνοδευόταν από ένα αεροστεγές και αδιάβροχο κάλυμμα που βοηθούσε ώστε να μην ξεραίνεται το φαγητό και να μην αλλοιώνεται η γεύση του. Όμως, παρ’ ότι τα τάπερ κυκλοφόρησαν αμέσως στην αγορά, δε γνώρισαν μεγάλη επιτυχία επειδή οι καταναλωτές δεν ήξεραν πώς να χρησιμοποιήσουν το καινοτόμο σκεύασμα.
Τη λύση έδωσε το 1948 η ικανότατη πωλήτρια της εταιρείας, Brownie Wise η οποία εισήγαγε την τακτική των κατ’ οίκων παραδόσεων. Τα Tupperware home parties, όπως ονομάστηκαν προέβλεπαν ότι ο πωλητής της εταιρείας επισκεπτόταν κάποιο σπίτι και παρουσίαζε τα προϊόντα στις γυναίκες που είχε προσκαλέσει η οικοδέσποινα (η οποία έπαιρνε ποσοστό επί των πωλήσεων της βραδιάς). Μέσω αυτής της τακτικής, που λειτουργούσε στη λογική μιας πυραμίδας, οι νοικοκυρές μπορούσαν να συμμετέχουν στις πωλήσεις και να ανέρχονται σε υψηλότερες θέσεις, κερδίζοντας χρήματα. Η μέθοδος γνώρισε μάλιστα τόσο μεγάλη επιτυχία, που το 1951 η Tupperware απέσυρε τα προϊόντα της από τα σούπερμάρκετ και τα πουλούσε αποκλειστικά με κατ’ οίκον επισκέψεις. Όπως ήταν αναμενόμενο, η Wise έγινε πρόεδρος της εταιρείας.
«Στατιστικά δείχνουν ότι κάθε δύο δευτερόλεπτα πραγματοποιείται μια επίδειξη προϊόντων Tupperware σε όλο τον κόσμο.»
Η ιστορία του ιδρυτή της Tupperware έληξε άδοξα: το 1958 μετά από ρήξη με τη Wise, πούλησε την εταιρεία και αποσύρθηκε. H Tupperware ωστόσο, συνέχισε την επιτυχημένη πορεία της, επεκτάθηκε σε 100 χώρες σε όλο τον κόσμο και αυτή τη στιγμή η αξία της υπολογίζεται γύρω στο 1 δισ. Το δυναμικό της Tupperware εργάζεται αδιάκοπα για να βελτιώνει διαρκώς την ποιότητα των προϊόντων ώστε να ανταποκρίνονται και στις πιο ακραίες απαιτήσεις, όπως το να αντέχουν σε θερμοκρασίες -40 και 230 βαθμών Κελσίου. Μάλιστα, στατιστικά δείχνουν ότι κάθε δύο δευτερόλεπτα πραγματοποιείται μια επίδειξη προϊόντων Tupperware σε όλο τον κόσμο.
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.