Η 10η Δεκεμβρίου 1893, για τους περισσότερους 'Ελληνες δεν σημαίνει τίποτε. Και όμως, την ημέρα αυτή, ουσιαστικά ξεκίνησε η περιπλάνηση του σύγχρονου ελληνικού κράτους στον αστερισμό των…πτωχεύσεων.
Ο Χαρίλαος Τρικούπης, από το βήμα της Βουλής, ανακοίνωσε το ιστορικό «δυστυχώς επτωχεύσαμεν», κλείνοντας με τον τρόπο αυτό ένα κεφάλαιο της ελληνικής ιστορίας που περιλαμβάνει : μία πορεία υπερδανεισμού, δημοσιονομικών ελλειμμάτων, ασύστολης κερδοσκοπίας από τους ξένους, αλλά και Έλληνες δανειστές, παρεμβάσεις των υπερδυνάμεων της εποχής για λογαριασμό των τραπεζιτών τους, των ομολογιούχων υπηκόων τους, γεωπολιτικά παιγνίδια , αλλά και μπόλικο παρασκήνιο στην ελληνική πολιτική σκηνή.
Η αλήθεια είναι ότι η πτώχευση του 1893 θυμίζει σε πολλά σημεία τη σημερινή κρίση. Τα αίτια που την προκάλεσαν, ο ρόλος του ξένου παράγοντα, οι πολιτικοί χειρισμοί στο εσωτερικό, η στάση των ξένων δανειστών και η στήριξη από τις κυβερνήσεις τους, ο ρόλος αλλά και η στάση των ελλήνων κεφαλαιούχων, οι ξένοι τεχνοκράτες και οι επιπτώσεις στο επίπεδο ζωής των ελλήνων, έχουν πολλά κοινά σημεία με τη σημερινή δεινή οικονομική κατάσταση. Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά:
Η ελληνική οικονομία πριν την κήρυξη της χρεωκοπίας είχε βρεθεί στη δίνη μίας διεθνούς οικονομικής ύφεσης, που ξεκίνησε το 1871. Η διεθνής κρίση είχε τρία κομβικά σημεία: την κρίση της Γαλλίας, τη διετία 1882-1884, την κρίση των σιδηροδρόμων στις ΗΠΑ και την κρίση Μπάρινγκ στην Αγγλία.
Οι επιπτώσεις στην Ελλάδα ήταν ανάλογες με αυτές που καταγράφηκαν στην πρόσφατη κρίση χρέους: σημειώθηκε κρίση στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών, η οποία στη συνέχεια μετατράπηκε σε δημοσιονομική κρίση που μετατράπηκε στη συνέχεια σε κρίση χρέους.
Το έλλειμμα του προϋπολογισμού για μία δεκαετία (1883-1893) χρηματοδοτήθηκε μέσω δανεισμού. Στην πραγματικότητα, με το δανεισμό χρηματοδοτήθηκαν οι υπερμεγέθεις για τις δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας δημόσιες δαπάνες και επενδύσεις, καθώς και οι δαπάνες εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους. Κοντολογίς, η χρηματοδότηση του ελλείμματος μεταφέρθηκε με τον τρόπο αυτό στις μελλοντικές γενιές.
Δεν τα έβλεπαν τα προβλήματα οι δανειστές; είναι το εύλογο ερώτημα για κάθε καλοπροαίρετο αναγνώστη. Η απάντηση και στην περίπτωση αυτή δεν διαφέρει και πολύ από εκείνη που ισχύει σήμερα. Στην παγκόσμια αγορά κεφαλαίων, από το 1870 υπήρξε πλεονάζουσα ρευστότητα και ταυτόχρονα τα ελληνικά δάνεια πρόσφεραν όρους ασυγκρίτως καλύτερους σε σύγκριση με εκείνους που ίσχυαν στην αγορά.
Για παράδειγμα, την περίοδο 1879-1893 συνήφθησαν εννέα δάνεια συνολικού ύψους (ονομαστική αξία) 640.000.000 χρυσών φράγκων. Η τιμή εκδόσεων όμως ήταν στο 72,68% της ονομαστική τιμής, με αποτέλεσμα στα ελληνικά ταμεία να μπουν 465.200.00 εκατομμύρια.
Παράλληλα, το ονομαστικό επιτόκιο ήταν 4-6% (χαμηλό φαινομενικά, αλλά με τον συνυπολογισμό της διαφοράς μεταξύ ονομαστικής και πραγματικής τιμής έκδοσης ήταν τοκογλυφικό). Με τον τρόπο αυτό οι δανειστές έπαιρναν πίσω το αρχικό τους κεφάλαιο σε 10 χρόνια και για τα υπόλοιπα (η διάρκεια των δανείων ήταν 75-100 χρόνια) είχαν καθαρό κέρδος.
Οι δανειστές
Ποιοι ήταν οι δανειστές; Ξένοι και Έλληνες. Υπήρχαν και ενδιάμεσοι, κυρίως Έλληνες με προεξέχοντα ένα σημερινό εθνικό ευεργέτη: τον Α. Συγγρό. Από τους ξένους ξεχώριζε η “HAMBRO and son” του Λονδίνου, η Copmtoir d΄Escompte de Paris (εκεί έπαιζε και ένας άλλος Έλληνας, ο Α. Βλαστός) και τέλος η γερμανική National bank fur Deutschland του Βερολίνου.
Από εκεί και πέρα στο παιγνίδι έμπαιναν περιστασιακά : Societe Generale, Bangue General d ΄Εgypte, Bangue de Paris et des Payw-Bas (οι τρεις γαλλικές), Antiny Gibbs and Son (βρετανική) και Bleicaroden (γερμανική). Υπήρχαν και Έλληνες κεφαλαιούχοι, τόσο από την Ελλάδα όσο και από το εξωτερικό, οι οποίοι μάλιστα αγόραζαν ελληνικά ομόλογα από το εξωτερικό, ώστε να εξασφαλίσουν τις εγγυήσεις που απολάμβαναν οι ξένοι και οι οποίες ήταν πιο ισχυρές σε σχέση με εκείνες που είχαν οι εγχώριοι ομολογιούχοι. Φυσικά, το μοντέλο του δανεισμού δεν μπορούσε να διαρκέσει στο διηνεκές.
Μία έκθεση (σαν και αυτή της Eurostat του 2010) άνοιξε το κουτί της Πανδώρας και επιτάχυνε τη χρεωκοπία. Πρόκειται για την έκθεση του Βρετανού ακολούθου Law προς τον Υπουργό Εξωτερικών της χώρας, η οποία συντάχθηκε τον Απρίλιο του 1893 και η οποία εκτός των άλλων επεσήμανε την οικονομική κατάσταση της χώρας. Αυτή ήταν η κατάληξη ενός βωβού πολέμου με πολιτικό παρασκήνιο, διαπλοκή, παρεμβάσεων του ξένου παράγοντα, ανταγωνισμού των διεθνών δανειστών, που είχαν κατάληξη τη χρεωκοπία.
Εξυπηρέτηση χρέους
Ήδη, από το 1891 το ελληνικό κράτος αντιμετώπιζε προβλήματα εξυπηρέτησης του χρέους. Οι Γάλλοι δανειστές, έχοντας ως αιχμή του δόρατος τους Έλληνες Α. Βλαστό και Α. Συγγρό, απαίτησαν να τους παραχωρηθεί έναντι του δημοσίου χρέους το προνόμιο για την ίδρυση της «Τραπέζης του Κράτους», η οποία θα είχε εκδοτικό προνόμιο (δηλαδή κοπή χρήματος) και το μονοπωλιακό δικαίωμα για την είσπραξη ορισμένων δημοσίων προσόδων έναντι χρέους.
Η κυβέρνηση Δηληγιάννη αρνήθηκε και τότε ξεκίνησε κερδοσκοπία σε βάρος της δραχμής και των ελληνικών ομολόγων. Σε τρεις μήνες, η αξία των ελληνικών ομολόγων στη διεθνή χρηματαγορά έπεσε 10-12%. Ο Συγγρός προχώρησε και παραπέρα. Υπέβαλε ένα υπόμνημα στο βασιλιά Γεώργιο, στο οποίο έλεγε ότι η Κυβέρνηση οδηγούσε την Ελλάδα σε «οικονομικό όλεθρο» και γι' αυτό θα έπρεπε να ανατραπεί.
Ο βασιλιάς πείστηκε, ζήτησε την παραίτηση της Κυβέρνησης, η κυβέρνηση όμως όχι μόνο δεν παραιτήθηκε, αλλά εξασφάλισε και την εμπιστοσύνη της Βουλής. Και ο Γεώργιος την έπαυσε το Φεβρουάριο του 1892. Φυσικά, υπήρχαν και οι δούρειοι ίπποι με την ταμπέλα των νέων πολιτικών δυνάμεων.
Εκλογές και Τρικούπης
Το όνομά του «Τρίτο Κόμμα» και υποστηρικτής και χρηματοδότης ο Συγγρός και η ομάδα του. Μάλιστα, σε στελέχη του δόθηκε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης με προφανή σκοπό τη βοήθεια στους Βλαστό και Συγγρό. Εκλογές έγιναν τελικά στις 3 Μαΐου 1892, με νικητή τον Τρικούπη, ο οποίος χρησιμοποίησε το σύνθημα «Φυγή προς τα εμπρός».
Και ενώ στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό, η ένταση και η πόλωση κορυφώθηκε, με το πρόγραμμα λιτότητας που βασίζονταν στην υπερφορολόγηση και στη συρρίκνωση των εισοδημάτων και της κατανάλωσης, είχε ξεκινήσει ένας πόλεμος δανειστών.
Οι Άγγλοι ήταν διατεθειμένοι να χορηγήσουν και νέα δάνεια προκειμένου να στηρίξουν τον Τρικούπη. Αντίθετα οι Γάλλοι, επεδίωκαν τη χρεωκοπία, ώστε να υλοποιήσουν ευκολότερα τα σχέδια τους για την «Τράπεζα του Κράτους» και να αποκτήσουν τον έλεγχο στην κρατική περιουσία. Η κυβέρνηση του Τρικούπη, συμφώνησε με την αγγλική πλευρά, να σταλεί ένας τεχνοκράτης-αξιολογητής προκειμένου να ελέγξει τη βιωσιμότητα της ελληνικής οικονομίας.
Οι Γάλλοι αντέδρασαν και πέτυχαν να στείλουν το δικό τους αξιολογητή. Ο Άγγλος αξιολογητής, ο Εδουάρδος Λώ, γνωμοδότησε ότι η ελληνική οικονομία έχει υγιείς βάσεις. Ο Γάλλος, ο Ρού, αμφισβήτησε τη γνωμοδότηση του Λώ και χάραξαν μία καινούργια στρατηγική: στο εσωτερικό κατηγορούσαν τον Τρικούπη ως χαλκευτή και στα Χρηματιστήρια του εξωτερικού διέδιδαν ότι «η Ελλάς φέρεται ως αναποφεύκτως προς χρεωκοπίαν».
Η... άλλη λύση
Η σπέκουλα του εξωτερικού μεταφέρθηκε στην Ελλάδα, όπου βουλευτές του «Τρίτου Κόμματος» άρχισαν να λένε ότι δεν υπάρχει άλλη λύση πέραν της πτώχευσης. Παρόλα αυτά, οι Άγγλοι κεφαλαιούχοι δέχθηκαν να χρηματοδοτήσουν το χρέος, παρέχοντας ένα δάνειο 3.500.000 στερλινών και απαιτώντας λεόντιους όρους, με αποκορύφωμα η δανειακή σύμβαση να μη κυρωθεί από την Βουλή, αλλά με βασιλικό διάταγμα!
Ο Συγγρός και η παρέα των Γάλλων, παρενέβησαν στο βασιλιά, με επιχείρημα ότι αν υπογράψει θέτει τις προϋποθέσεις αμφισβήτησης της εθνικής κυριαρχίας, ο βασιλιάς πείστηκε, δεν υπέγραψε και ο Τρικούπης παραιτήθηκε. Το Τρίτο Κόμμα, δημιούργημα των Γάλλων, χρησιμοποιήθηκε ξανά, αλλά τα πράγματα δεν πήγαν όπως τα περίμενε ο Συγγρός και Γάλλοι φίλοι του.
Ο πρωθυπουργός Σ. Σωτηρόπουλος, μη θέλοντας να χρεωθεί τη χρεωκοπία και τη ρετσινιά του πράκτορα των γαλλικών συμφερόντων, ήλθε σε συνεννόηση με τους Άγγλους της Hambro για την ουσιαστική αναδιάρθρωση του χρέους.
Οι Άγγλοι θα του έδιναν ένα δάνειο με το οποίο θα κεφαλαιοποιούνταν τα καθυστερούμενα τοκομερίδια των δανείων του 1881, 1884, 1889 και 1890. Δηλαδή, οι ομολογίες των δανείων αυτών που έληγαν την 1η Ιουλίου 1895, θα εξοφλούνταν με ομολογίες του νέου δανείου.
Για την εξυπηρέτησή του παραχωρήθηκαν στους άγγλους δανειστές τα έσοδα : από τους άμεσους φόρους, τα τέλη (προξενικά, αγκυροβολίας και φαρικά) και τα δικαιώματα του ελληνικού δημοσίου. Ήταν μία πρακτική που είχε εφαρμοστεί δύο χρόνια νωρίτερα από την Αργεντινή, η οποία βρισκόταν και αυτή σε κρίση. Οι Γάλλοι άρχισαν να μιλούν για «δόλια χρεωκοπία», οι περίφημες αγορές απαξίωναν τα ελληνικά ομόλογα. Το σύστημα άντεξε έξι μήνες πριν καταρρεύσει, συμπαρασύροντας μαζί του και την κυβέρνηση Σωτηρόπουλου (28/10/1893).
Η εντολή δόθηκε στον Τρικούπη, ο οποίος ακύρωσε το δάνειο και στράφηκε πάλι στις αγορές. Η επίσημη αναγγελία της χρεωκοπίας, ήταν πλέον υπόθεση λίγων εβδομάδων. Στις 10 Δεκεμβρίου, ο Τρικούπης από το βήμα της Βουλής είπε το περίφημο: «Δυστυχώς επτωχεύσαμεν».
Ο Τρικούπης ανακοίνωσε «κούρεμα» των τοκομεριδίων κατά 70% και εφαρμογή προγράμματος λιτότητας με ανελέητη φορολογία. Στα διεθνή χρηματιστήρια, η αξία των ελληνικών ομολόγων κατέρρευσε και οι θεσμικές ηγεσίες των χωρών των δανειστών, άρχισαν τον …πόλεμο.
Εξευτελισμός
Οι απειλές ήταν πρωτοφανείς, με προεξέχοντα το Γερμανό αυτοκράτορα Καϊζερ Γουλιέλμο, ο οποίος προσέβλεπε στον προσεταιρισμό της Τουρκίας μέσω του ελληνικού εξευτελισμού! Στο εσωτερικό διαμορφώθηκαν οι πλέον ετερόκλητες συμμαχίες.
Τα κόμματα της αντιπολίτευσης συσπειρώθηκαν σε ένα ενιαίο μέτωπο. Ο βασιλιάς «αγάπησε» τον Δηληγιάννη. Οι εκπρόσωποι των Γάλλων, ο Συγγρός και ο Βλαστός, «αγάπησαν» τους γερμανούς. Ένα διευθυντήριο κατά της χώρας και του Τρικούπη στήθηκε στο Παρίσι, με επικεφαλής τον Βλαστό.
Οι διαδηλώσεις στην Αθήνα διαδέχονταν η μία την άλλη και ο Τρικούπης στη Βουλή …ψήφιζε νομοσχέδια. Σε μία από αυτές, εμφανίστηκε ο διάδοχος του θρόνου ο Κωνσταντίνος -αυτός που συγκρούστηκε λίγες δεκαετίες μετά με τον Ελ. Βενιζέλο και προκάλεσε τον εθνικό διχασμό. Αυτό προκάλεσε την αντίδραση του Τρικούπη και την παραίτηση της κυβέρνησής του.
Η πρώτη χρεωκοπία του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους είχε ολοκληρωθεί…
Περισσότερα ιστορικά αφιερώματα εδώ.