Ο έρωτας με τον λάθος άνδρα ήταν στο παρελθόν μεγάλη υπόθεση για τις οικογένειες που είχαν κόρες. Μια τέτοια τραγωδία αφηγείται και η ιστορία μιας νεαρής Γαλλίδας από το 1876, την οποία η μητέρα της κλείδωσε στη σοφίτα επί 25 ολόκληρα χρόνια.
Στο Παρίσι του 1876, η 25χρονη Blanche Monnier αναζητούσε έναν άνδρα για να «ταχτοποιηθεί». Ερωτεύτηκε όμως έναν μεγαλύτερό της, πάμφτωχο δικηγόρο. Εκείνη ήθελε να τον παντρευτεί αλλά η μητέρα της δεν τον ενέκρινε.
Και ξαφνικά, η Blanche απλώς εξαφανίστηκε.
Κανείς στη Γαλλία δεν την ξαναείδε. Η μητέρα και ο αδελφός της την πένθησαν και συνέχισαν τη ζωή τους. Πίσω από αυτό το προσωπείο, ωστόσο, έκρυβαν ένα τρομακτικό μυστικό.
Στις 32 Μαΐου του 1901, το γραφείο του γενικού εισαγγελέα του Παρισιού έλαβε ένα μυστηριώδες γράμμα. Ήταν ανυπόγραφο και ανέφερε: «έχω την τιμή να σας ενημερώσω για μια πολύ σοβαρή υπόθεση. Αναφέρομαι σε μια ανύπαντρη γυναίκα που είναι κλειδωμένη στο σπίτι της Madame Monnier. Λιμοκτονεί και ζει μέσα στα σκουπίδια εδώ και 25 χρόνια-με μια κουβέντα, ζει μέσα στη βρώμα».
Σοκαρισμένη από την επιστολή, η αστυνομία αποφάσισε να ερευνήσει την οικία Monnier παρά την εξαιρετική φήμη της οικογένειας. Οι αστυνομικοί που ερεύνησαν το σπίτι ανακάλυψαν μια πόρτα κλειδωμένη με λουκέτο στον επάνω όροφο. Όταν έσπασαν το λουκέτο, μια απαίσια μυρωδιά τους έπνιξε.
Προς μεγάλη έκπληξή τους αντίκρισαν μια αποστεωμένη γυναίκα, θαμμένη μέσα σε φαγητό και τις ίδιες της τις ακαθαρσίες, να αιφνιδιάζεται από το φως που δεν είχε δει τα τελευταία 25 χρόνια.
Η Blanche Monnier με βάρος πλέον στα 25 κιλά είχε μείνει φυλακισμένη για ένα τέταρτο του αιώνα. Το διάστημα αυτό δεν είχε αντικρίσει άλλον άνθρωπο ούτε καν το φως.
«Η άτυχη γυναίκα ήταν ξαπλωμένη εντελώς γυμνή πάνω σε ένα σάπιο χαλασμένο στρώμα. Γύρω της τα απορρίμματα είχαν δημιουργήσει ένα στρώμα πάνω από τα πάντα: ακαθαρσίες, κομμάτια κρέατος, λαχανικά, ψάρια και μουχλιασμένο ψωμί», ήταν η τρομακτική περιγραφή αυτόπτη μάρτυρα.
«Υπήρχαν έντομα που περπατούσαν πάνω στο κρεβάτι. Ο αέρας ήταν τόσο βαρύς που δεν μπορούσες να ανασάνεις, η δυσοσμία ήταν τόσο έντονη που δεν αντέχαμε να συνεχίσουμε την έρευνα».
Η Madame Monnier, που είχε λάβει και βραβείο για την προσφορά της στην πόλη, συνελήφθη αμέσως.
Πέθανε στη φυλακή 15 ημέρες αργότερα αφότου είχε ομολογήσει την αποτρόπαια μοίρα που επιφύλασσε στην κόρη της. Όταν η νεαρή κοπέλα αρνήθηκε να διακόψει τη σχέση της με τον δικηγόρο, εκείνη την κλείδωσε στο μικροσκοπικό δωμάτιο μέχρι να κάνει πίσω.
Για 25 χρόνια η Blanche έτρωγε τα αποφάγια από τα γεύματα της μητέρας της. Η «ποινή» της συνεχίστηκε ακόμα και μετά το θάνατο του αγαπημένου της, το 1885.
Ο αδελφός της, Marcel, δικάστηκε για την παροχή βοήθειας στη μητέρα τους και καταδικάστηκε σε 15μηνη φυλάκιση. Αργότερα υποστήριξε πως η αδελφή του θα μπορούσε να φύγει όποτε ήθελε αλλά εκείνη επέλεξε να μην το κάνει. Εν τέλει αφέθηκε ελεύθερος.
Η Blanche Monnier, γνωστή στη Γαλλία και ως «La Séquestrée de Poitiers», πέθανε το 1913 σε σανατόριο.
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.