Τα Τάγματα Εργασίας (τουρκική: Amele Taburları, Αρμεν. ատանքային բատալիոն, συχνά αναφερόμενα στην ελληνική βιβλιογραφία ως "αμελέ ταμπουρού") χρησιμοποιήθηκαν στη Μ. Ασία (Ανατολία) κατά τα τελευταία χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ή στις περιοχές που ελέγχονταν από τους Νεότουρκους ή τις δυνάμεις του Κεμάλ Ατατούρκ, καθώς και από την Τουρκία στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου για να ετοιμάσουν ενδεχόμενη συμμετοχή της Τουρκίας σ' αυτόν. Στα τάγματα αυτά αναγκάζονταν να εργαστούν άνδρες μη μουσουλμάνοι σε βαριές εργασίες υπό απάνθρωπες συνθήκες. Ήταν μία από τις μεθόδους εθνοκάθαρσης που χρησιμοποιήθηκαν από τους Τούρκους, αφού οι περισσότεροι εργάτες πέθαιναν.
Η άνοδος του τουρκικού εθνικισμού και οικονομικών συμφερόντων σχετιζόμενων με την διείσδυση της Γερμανίας στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, οδήγησε σε συστηματικές διώξεις κατά των Ελλήνων και άλλων μειονοτήτων από το 1913 μέχρι την Μικρασιατική Εκστρατεία. Μεταξύ των άλλων μεθόδων χρησιμοποιήθηκε η καταναγκαστική εργασία. Κυρίως Έλληνες, Αρμένιοι και Εβραίοι υποχρεώνονταν να εκτελούν βαριές εργασίες στην οδοποιία, τα ορυχεία, τους αγρούς κλπ στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας . Εκτιμάται ότι μέχρι το τέλος του 1918 περίπου 250.000 Έλληνες είχαν χάσει τη ζωή τους σ' αυτά τα τάγματα. Έγγραφο Γερμανών διπλωματών προς το Βερολίνο την 12-5-1918 αναφέρει ότι "μέχρι το τέλος του 1917 περισσότεροι από 200.000 Έλληνες είχαν καταταγεί, ηλικίας 15 έως 48 ετών. Πολλοί από αυτούς πέθαναν από την κακομεταχείριση, τις ασθένειες, την πείνα και το κρύο".
Οι γυναίκες, οι γέροντες και τα παιδιά που άφηναν πίσω τους οι άνδρες, υφίσταντο σεξουαλική βία, κάψιμο των σπιτιών κτλ. όπως αναφέρεται σε αυτοβιογραφία του Αντ. Γαβριηλίδη το 1924.
Με την εργασία των Ελλήνων κατασκευάστηκε μεταξύ άλλων ο δρόμος από το Ερζερούμ μέχρι το Ulukishla.
Την εμπειρία του στα τάγματα εργασίας περιέγραψε ο Ηλίας Βενέζης που μαζί με άλλους 3.000 Αϊβαλιώτες υποχρεώθηκε να υπηρετήσει σ' αυτά για 14 μήνες από το 1922, σε ηλικία 18 ετών. Αυτός ήταν ο ένας από τους 23 συμπατριώτες του που επιβίωσαν. Το βιβλίο του "Το Νούμερο 31328 Το βιβλίο της σκλαβιάς" χωρίζεται σε είκοσι κεφάλαια, έκαστο το οποίων έχει για τίτλο έναν από τους θρήνους των Ψαλμών του Δαυίδ. Ο αριθμός του δόθηκε όταν συμφωνήθηκε η ανταλλαγή πληθυσμών.
Στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου η Τουρκία επέβαλε ειδικό φόρο στους μη μουσουλμάνους με σκοπό την εθνική ομογενοποίηση του κράτους. Όσοι δεν μπορούσαν να καταβάλλουν το φόρο υποχρεώνονταν σε καταναγκαστική εργασία. Η πρώτη ομάδα 32 ατόμων απεστάλη για καταναγκαστική εργασία την 27 Ιανουαρίου 1943 προς Ερζερούμ – Άσκαλε. Όλοι ήταν μη μουσουλμάνοι της Κωνσταντινούπολης. Μεταξύ Φεβρουαρίου και Σεπτεμβρίου 1943 εστάλησαν 1299 άτομα σε στρατόπεδα εργασίας, εκ των οποίων οι 21 πέθαναν ως «οφειλέτες του δημοσίου» στο Ερζερούμ-Άσκαλε. Η υποχρέωση εργασίας επιβαλλόταν μόνο σε μη μουσουλμάνους.
Η εμπειρία ενός Εβραίου που κατετάγη σε τάγματα εργασίας δύο φορές, το 1919-1922 και πάλι στον Β' Π.Π., περιγράφεται σε βιβλίο της Τουρκάλας ιστορικού Leyla Neyzi.
Περισσότερα ιστορικά αφιερώματα εδώ.