Όταν οι ΗΠΑ άλλαζαν για πάντα, την 11η Σεπτεμβρίου 2001, ένας άνδρας που βρισκόταν στο ισόγειο του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου για επαγγελματικό ραντεβού, ήταν μεταξύ εκείνων που διασώθηκαν από τα τρομοκρατικά χτυπήματα που συγκλόνισαν τη Νέα Υόρκη.
Ο 36χρονος Αμερικανός Μάθιου- το επώνυμό του δεν έχει γίνει γνωστό- βρισκόταν την περασμένη Παρασκευή στο Μπατακλάν την ώρα της επίθεσης των τζιχαντιστών αλλά τη γλίτωσε με μια σφαίρα στο πόδι. Ογδόντα εννέα άνθρωποι έπεσαν νεκροί στον πολυχώρο του Παρισιού εκείνο το βράδυ.
Όπως αφηγείται, όταν άκουσε τους πυροβολισμούς κατάλαβε πως κάποιος είχε ανοίξει πυρ και έτρεξε προς την έξοδο. «Ίσως είναι η αμερικανική μου κουλτούρα…», λέει.
Όταν χτυπήθηκε από τη σφαίρα έπεσε κάτω αλλά κατάφερνε να συρθεί προς την έξοδο κάθε φορά που οι δράστες σταματούσαν να πυροβολούν για να ξαναγεμίσουν τα Καλάσνικοφ. Έτσι βρέθηκε «τρία με τέσσερα μέτρα από την έξοδο με δύο- τρεις ανθρώπους πάνω του».
«Πλησίαζε εκατοστό το εκατοστό. Κάποια στιγμή είδα την έξοδο σε απόσταση αφής. Την άγγιξα με το ένα δάχτυλο, μετά και με δεύτερο», περιγράφει.
Μόλις έφτασε έξω, εξαντλημένος, κατέρρευσε στο πεζοδρόμιο όπου έσπευσαν να τον βοηθήσουν ο δημοσιογράφος της Le Monde Daniel Psenny κι ένας άλλος άνδρας.
Αυτή ήταν η δεύτερη φορά που ο Μάθιου τη γλιτώνει στο παρά πέντε από τρομοκρατικό χτύπημα, καθώς είχε γλιτώσει και όταν το αεροπλάνο της United Airlines έπεφτε πάνω σε έναν από τους Δίδυμους Πύργους στη Νέα Υόρκη, πριν από 14 χρόνια.
«Έτρεξα το μισό Μανχάταν», περιγράφει, «αλλά αυτό που έζησα στο Μπατακλάν ήταν χίλιες φορές χειρότερο».
Ο Psenny κατάφερε να σύρει τον Μάθιου σε ασφαλές μέρος και στην προσπάθειά του αυτή χτυπήθηκε και ο ίδιος από σφαίρα των τζιχαντιστών.
«Έκανα τον νεκρό», λέει ο Μάθιου στη Le Monde. «Όταν ένιωσα κάποιον να με τραβά από τα χέρια δεν σήκωσα καν το κεφάλι μου να δω. Είπα, τουλάχιστον από μέσα μου, "σε αγαπώ, άγγελέ μου"».
Η γυναίκα του Μάθιου επρόκειτο να τον συνοδεύσει στη συναυλία αλλά τελικά έμεινε σπίτι επειδή δεν βρήκαν babysitter για να προσέχει τα παιδιά τους.
Μέσα στο κτήριο πια, όπου τον είχε τραβήξει ο Psenny, οι γείτονες προσπάθησαν να περιορίσουν την αιμορραγία και των δύο. Ο Μάθιου ήταν τόσο σοκαρισμένος που πέρασαν δύο ώρες για να μπορέσει να θυμηθεί τον αριθμό τηλεφώνου της γυναίκας του, για να την πάρει να της πει πως είναι ζωντανός.
Χάνοντας αίμα και παραμένοντας παγιδευμένοι μέσα στο διαμέρισμα- καθώς ήταν σε εξέλιξη η επιχείρηση των γαλλικών αρχών στο Μπατακλάν, τόσο ο Μάθιου όσο και ο Psenny φοβήθηκαν πως θα χάσουν τη ζωή τους πριν προλάβει να φτάσει εκεί βοήθεια.
Τελικά η αστυνομία επέτρεψε στους τρομοκρατημένους κατοίκους να βγουν από τα σπίτια τους τρεις ώρες αργότερα και τότε οι δύο τραυματίες μεταφέρθηκαν στο νοσοκομείο.
«Δεν σκεφτόμουν τίποτα, ενεργούσα με βάση το ένστικτό μου. Είχα το ανθρώπινο αντανακλαστικό να μην αφήσω κάποιον να πεθάνει μπροστά στα μάτια μου αλλά ήταν και οι συνθήκες που μου το επέτρεψαν», λέει ο Psenny που απορρίπτει τον χαρακτηρισμό «ήρωας». «Αν έπεφταν προς τα εμένα πυροβολισμοί χωρίς αμφιβολία δεν θα είχα βοηθήσει τον Μάθιου».
Οι δύο άνδρες ξανασυναντήθηκαν στο νοσοκομείο και κανόνισαν να πιούν ένα ποτό μαζί, όταν θα έχουν πλήρως αναρρώσει.
Ο Μάθιου, που μετακόμισε με την οικογένειά του στο Παρίσι τον Ιούλιο, λέει πως δεν αποκλείεται να ξαναπάει στο Μπατακλάν για κάποια μελλοντική συναυλία.
«Μπορεί να ξαναπάω στο Μπατακλάν μια μέρα», καταλήγει, «θα δούμε».
Περισσότερες αληθινές ιστορίες εδώ.