Χάβελοκ Έλις: «Το μέρος όπου ανθεί περισσότερο η αισιοδοξία είναι τα άσυλα των τρελών».
Άλμπερτ Αϊνστάιν: «Εγώ λοιπόν Θα προτιμούσα να είμαι ένας αισιόδοξος τρελός παρά ένα απαισιόδοξο γουρούνι».
Δυο ιστορίες καθημερινών ανθρώπων που νόμιζαν ότι δεν μπορεί να αλλάξει τίποτα στη ζωή τους. Η Άννα έκανε ένα άνοιγμα στον έρωτα. Ο Ρότζερ αποφάσισε να βλέπει πιο αισιόδοξα και να αναζητήσει με αποφασιστικότητα....
Κείμενο του συγγραφέα και ψυχοθεραπευτή Λουίς Ρόχας Μάρκος
Μια αποτελεσματική μέθοδος για την ενίσχυση της αισιόδοξης διάθεσης είναι η υιοθέτηση θετικού τρόπου σκέψης. Για να γίνει αυτό, το πρώτο που πρέπει να κάνουμε είναι «να αναλύσουμε τον τρόπο που σκεφτόμαστε». Δηλαδή πρέπει να αναλύσουμε, ν’ αμφισβητήσουμε και ν’ αξιολογήσουμε τη λογική, τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα των αυθόρμητων κρίσεών μας σχετικά με τον ίδιο μας τον εαυτό, με τους συνανθρώπους μας, με τα γεγονότα που μας επηρεάζουν, με τις πιθανότητες που θα έχουμε στο μέλλον να καταφέρουμε αυτό που θέλουμε και, τέλος, σχετικά με τη ζωή γενικότερα.
Το επόμενο βήμα είναι να προσπαθήσουμε να διαμορφώσουμε τον τρόπο σκέψης μας ώστε να είναι όσο το δυνατό πιο ωφέλιμος, θετικός και συνετός. Καθήκον μας, όπως έλεγε και ο Γουίλιαμ Τζέιμς περίπου εκατό χρόνια πριν, είναι να υιοθετήσουμε και να εφαρμόσουμε ένα νέο τρόπο σκέψης, έστω κι αν στην αρχή αυτό γίνεται συνειδητά ή «τεχνητά». Στην ερώτηση «Τι μπορεί να κάνει ένα άτομο που νιώθει δυστυχισμένο κι έχει κλειστεί στον εαυτό του;», ο Μπέρτραντ Ράσελ απάντησε: «Αν, λόγου χάρη, η ανησυχία του οφείλεται σε κάποιο αίσθημα ενοχής, μπορεί πρώτα να πείσει το συνειδητό πνεύμα του πως δεν έχει δίκιο να νιώθει ενοχή... Μάθετε να αισθάνεστε πως τη ζωή αξίζει τον κόπο να τη ζει κάνεις...»
Παρακάτω θα παρουσιάσω τα πιο συνηθισμένα προβλήματα του τρόπου σκέψης μας με συγκεκριμένα παραδείγματα και θα κάνω και κάποια σχόλια σχετικά με τις βλαβερές συνέπειες των γενικότερων λανθασμένων πεποιθήσεων ή υποθέσεων.
Όλοι οι άνθρωποι κάνουμε κάποιες σκέψεις μηχανικά, οι οποίες συνοψίζουν πώς αξιολογούμε μια συγκεκριμένη κατάσταση. Η διαίσθηση και το προαίσθημα είναι πολύ σημαντικά εργαλεία που μας βοηθούν ν’ αποφασίσουμε. Χωρίς αυτά θα μας ήταν πολύ δύσκολο ν’ αποτιμήσουμε πολλές περιστάσεις, ειδικά τις πιο αβέβαιες. Θυμάμαι, για παράδειγμα, τον Ρότζερ, ένα νέο δικηγόρο 29 χρονών. Ήταν ένας μελαγχολικός άνθρωπος που ένιωθε αποκαρδιωμένος, επειδή έψαχνε πάρα πολύ καιρό για δουλειά. Καθώς ξανακάναμε βήμα βήμα το δρόμο της αναζήτησής του, ο Ρότζερ συνειδητοποίησε ότι από την πρώτη κιόλας στιγμή που έβλεπε μια ενδιαφέρουσα αγγελία στην εφημερίδα, γεννιόταν αυτόματα μέσα του, αντανακλαστικά, το εξής προαίσθημα: «Γιατί να πάρω τηλέφωνο, αφού δεν θα πιστέψουν ότι έχω κάτι να προσφέρω». Μετά από λίγη σκέψη συμφωνήσαμε ότι αυτή η στάση ήταν παράλογη κι απογοητευτική. Λίγες μέρες αργότερα ο Ρότζερ άρχισε να πηγαίνει σε γραφεία ευρέσεως εργασίας και μετά από μερικές εβδομάδες βρήκε τελικά δουλειά. Οι πιθανότητες να κερδίσουμε το λότο είναι ελάχιστες, αλλά αν δεν παίξουμε είναι μηδενικές.
Η ιστορία της Άννας -37 χρονών, ικανής και αξιόλογης γιατρού στην ειδικότητά της, σίγουρης για τον εαυτό της και ελκυστικής- αποκαλύπτει επίσης το βρόμικο παιχνίδι που μπορούν να μας παίξουν ορισμένες σκέψεις που γεννιούνται αυτόματα. Για πολύ καιρό η Άννα ονειρευόταν να κάνει οικογένεια, ταυτόχρονα όμως δεν μπορούσε να ξεπεράσει μια βαθιά αίσθηση απαισιοδοξίας όταν σκεφτόταν το ενδεχόμενο μιας σταθερής συναισθηματικής σχέσης. Όταν της ζήτησα να μου εξηγήσει τι ακριβώς ένιωθε, απάντησε: «Είμαι σίγουρη ότι δεν θα βρω ποτέ σύντροφο, γιατί κανένας άντρας δεν είναι διατεθειμένος να συμβιώσει με μια τόσο δυνατή κι ανεξάρτητη γυναίκα όπως εγώ».
Και μετά από λίγο πρόσθεσε αποφασιστικά: «Απλά, τους τρομάζω!» Όταν της ζήτησα να μου δώσει ένα παράδειγμα, η Άννα μου εκμυστηρεύτηκε ότι πριν από λίγο καιρό είχε γνωρίσει σε μια κοινωνική εκδήλωση έναν άντρα που εκ πρώτης όψεως της άρεσε πολύ. Μετά από κάνα δυο ώρες φιλικής κουβέντας, εκείνος άφησε να εννοηθεί ότι περνούσε πολύ καλά μαζί της κι ότι του άρεσε. Η Άννα σκέφτηκε αμέσως: «Κατά βάθος, το μόνο που θέλει είναι μια επιφανειακή σεξουαλική σχέση αν με γνώριζε καλύτερα, θα ένιωθε ν’ απειλείται και θα το βάζε στα πόδια». Πολύ σύντομα πανικοβλήθηκε, προσποιήθηκε ότι είχε ένα επείγον περιστατικό, ζήτησε συγγνώμη κι έφυγε βιαστικά χωρίς ν’ αφήσει ίχνη. Αφού σκεφτήκαμε μαζί ποιος τελικά είχε τρομάξει ποιον, καταλήξαμε ότι αυτός που είχε αισθανθεί να απειλείται ήταν η ίδια κι όχι το αντίστροφο, όπως λαθεμένα υποστήριζε η θεωρία της.
Το επιχείρημα που χρησιμοποιούσε η Άννα για να δικαιολογήσει την αρνητική και δυσοίωνη άποψη ότι δεν θα τα κατάφερνε να φτιάξει μια σχέση, εκτός από σαθρό, ήταν τόσο απόλυτο και γενικό, που ακόμη και σε μια εξαιρετικά ευοίωνη προοπτική, όπως αυτή του παραδείγματος, δεν άφηνε το παραμικρό περιθώριο ελπίδας.
Ο Πολ Βατζλάβικ, καθηγητής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, σκιαγραφεί με αρκετή ειρωνεία στο Πώς να κάνετε τη ζωή σας μαύρη τις αρνητικές συνέπειες του απαισιόδοξου τρόπου σκέψης που υιοθετούν κάποιοι υποσυνείδητα. Στο συγκεκριμένο παράδειγμα, ο Βατζλάβικ αναφέρεται στην άποψη που έχουμε για το παρελθόν: «Όλοι σχεδόν μπορούμε να καταφέρουμε να κοιτάξουμε το παρελθόν μέσα από ένα φίλτρο που αφήνει να περάσει μόνο το φως του καλού και του όμορφου.
Κι αν δεν πετύχει αυτό το κόλπο, μπορούμε απλά να θυμόμαστε την παιδική μας ηλικία σαν μια ευχάριστη ανάμνηση. Όμως οι υποψήφιοι απαισιόδοξοι είτε επικεντρώνονται μόνο στο οδυνηρό παρελθόν είτε εξιδανικεύουν τη νεότητα τους, θεωρώντας τη μια χρυσή εποχή που έχασαν για πάντα — κάτι που μπορεί να γίνει αστείρευτη πηγή νοσταλγίας και θλίψης».
Περισσότερα θέματα ψυχολογίας εδώ.