«Είναι πολύ πιθανό οι Σύροι πρόσφυγες που φεύγουν από τη χώρα τους για να φτάσουν στη δική μας, να είναι αύριο οι καινούργιοι Έλληνες. Όπως οι Έλληνες του 1950, του 1960, του 1970 που έφυγαν στο εξωτερικό, ενδέχεται να υπάρξουν οι Σύροι του 2050, του 2060, του 2070, οι οποίοι θα ζήσουν μόνιμα στην Ελλάδα. Με τον ίδιο τρόπο που οι Έλληνες της Γερμανίας είναι σήμερα Γερμανοί πολίτες δεύτερης και τρίτης γενιάς».
Γράφει ο Γιώργος Λαμπίρης
Φωτογραφίες: Γιάννης Κέμμος
Ο Σωτήρης Παπασπυρόπουλος είναι ψυχίατρος και ιδρυτής των Γιατρών χωρίς Σύνορα στην Ελλάδα. Στη συνέντευξη παραδέχεται πως εκτός από την ελληνική κυβέρνηση και τους ευρωπαίους αξιωματούχους, ουδείς περίμενε ότι το προσφυγικό θα λάμβανε τις διαστάσεις που έχει σήμερα.
Αφηγείται παράλληλα τη δική του προσωπική διαδρομή. Αλλά κι εκείνη των Γιατρών χωρίς Σύνορα στην Ελλάδα. Το ελληνικό τμήμα ιδρύθηκε το 1990. Οι άνθρωποί του συνέχισαν το έργο που είχε ξεκινήσει από το 1971 μία ομάδα γάλλων γιατρών και δημοσιογράφων. Τα μέλη των ελλήνων γιατρών έχουν συμμετάσχει σε αποστολές στη Συρία, την Αϊτή, την Παλαιστίνη, τη Ρουάντα, την Αιθιοπία, το Αφγανιστάν ή αλλού.
Τον Οκτώβριο του 2015 η βομβιστική επίθεση Αμερικανών στο Αφγανιστάν προκάλεσε το θάνατο 14 μελών της οργάνωσης και συνολικά 42 ανθρώπων.
Τότε, ο συνταγματάρχης Μπράιν Τράιμπους, εκπρόσωπος των δυνάμεων των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν παραδέχθηκε ότι οι αμερικανικές δυνάμεις πραγματοποίησαν αεροπορική επιδρομή με στόχο «άτομα που απειλούσαν τη δύναμη. Η επίθεση μπορεί να οδήγησε σε παράπλευρες απώλειες σε κοντινές ιατρικές εγκαταστάσεις».
Ο Σωτήρης Παπασπυρόπουλος αποτραβήχτηκε από τους Γιατρούς χωρίς Σύνορα το 1996. Αντιθέτως η Κωνσταντίνα Μπουγονικολού συνεχίζει να συμμετέχει σε αποστολές. Και οι δύο αφηγούνται προσωπικές διαδρομές. Μιλούν για κλειστά σύνορα και θανάτους ανθρώπων, οι οποίοι προσπάθησαν να περάσουν τα σύνορα για να βρουν τη γη της Επαγγελίας. Κάποιοι τα κατάφεραν και κάποιοι όχι…
Το πρώτο ταξίδι…
«Το πρώτο μου ταξίδι στο εξωτερικό ήταν το 1979, σε ηλικία μόλις 16 ετών. Παρακολούθησα μία συνέντευξη των Γιατρών χωρίς Σύνορα, οι οποίοι δεν ήταν παρά μία μικρή οργάνωση στη Γαλλία. Τα όσα έλεγαν με συνεπήραν καθώς εκείνοι μιλούσαν για τις αποστολές σε περιοχές όπως η Αφρική. Δεν έκαναν κάτι απλά για να το κάνουν. Επιζητούσαν και το ιδανικό αποτέλεσμα. Η δράση τους συνδύαζε τεχνοκρατισμό και συνέπεια, γεγονός το οποίο αποτέλεσε ισχυρό θέλγητρο για εμένα. Δεν με αφορούσε οποιαδήποτε αναφορά σε πολιτικό ή θρησκευτικό περιεχόμενο, η οποία ενδεχομένως οδηγούσε σε φανατισμό», σημειώνει ο γιατρός.
Η αλληλογραφία με τους Γάλλους Γιατρούς χωρίς Σύνορα
«Αφού σημείωσα τη διεύθυνσή τους, άρχισα να αλληλογραφώ μαζί τους από τη στιγμή που γύρισα στην Ελλάδα. Στην αρχή δεν απαντούσαν δεδομένου ότι ήμουν ακόμα μαθητής Λυκείου. Όταν μπήκα στην Ιατρική τους έγραψα ξανά. Εκείνοι και πάλι δεν μου απάντησαν. Λίγο καιρό μετά έλαβα μία τυπική πρόσκληση για να παρευρεθώ στη γενική τους συνέλευση. Ήμουν 19 ετών. Πήρα το τρένο και ταξίδεψα για το Παρίσι. Ενώ βρισκόμουν στο ξενοδοχείο όπου διέμενα, έβλεπα να συρρέουν άνθρωποι από όλες τις γωνιές του πλανήτη, συζητώντας για τις αποστολές τους».
Η αλήθεια είναι ότι σε κάθε αποστολή των Γιατρών, οι πολιτικοί τακτικισμοί ήταν παρόντες. Σε μία από αυτές ο Σωτήρης Παπασπυρόπουλος βρισκόταν στα σύνορα Ονδούρας - Ελ Σαλβαδόρ. Εκεί όπου τα κλειστά σύνορα δεν άφηναν κανένα περιθώριο δράσης ή αντίδρασης.
«Οι αρχές απαγόρευαν στους πρόσφυγες να περάσουν τα σύνορα. Μήπως σας θυμίζει κάτι;» αναρωτιέται ρητορικά.
Αρκετοί φυγάδες ήταν τραυματισμένοι. Κινδύνευαν να πεθάνουν στην άλλη πλευρά των συνόρων, καθώς ήταν αδύνατον να περάσουν από το Ελ Σαλβαδόρ στην Ονδούρα.
«Κυρίως ήταν αποκλεισμένοι οι πρόσφυγες του FMLN (Μέτωπο Εθνικής Απελευθέρωσης Φαραμπούντο Μαρτί). Το FMLN βρισκόταν τότε σε εμφύλιο πόλεμο με το Αρένα (Εθνικιστικό Συντηρητικό Μέτωπο στο Ελ Σαλβαδόρ). Και κάθε δική μας απόπειρα να περιθάλψουμε όσους είχαν ανάγκη ήταν αναποτελεσματική λόγω της έκρυθμης κατάστασης που επικρατούσε στην περιοχή», λέει ο ιδρυτής των Γιατρών χωρίς Σύνορα.
«Τα σύνορα δεν μπορούν να μένουν κλειστά»
«Τα σύνορα όμως δεν μπορούν να μένουν κλειστά. Δεν μπορεί κανείς να εμποδίσει δεκάδες ή εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους, οι οποίοι εγκατέλειψαν την ασφάλεια της καθημερινότητάς τους για να συναντήσουν ένα φράχτη. Κανείς δεν μπορεί να τους εμποδίσει στην αναζήτηση ενός καλύτερου τρόπου ζωής. Σκεφθείτε τους εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες αποκλεισμένους στα σύνορα με της Ειδομένης. Παρόλ' αυτά υπάρχουν και άλλοι τρόποι με τους οποίους μπορούμε να διαχειριστούμε αυτές τις καταστάσεις».
Όταν κινδύνευσε η ζωή του
Ταξιδεύοντας το 1996 αψήφησε τους κανόνες ασφαλείας και πέρασε τα σύνορα με το Ιράκ για να προσφέρει βοήθεια στους κούρδους πρόσφυγες. «Εκείνοι προσπαθούσαν να περάσουν τα χερσαία σύνορα, καθώς βρισκόταν σε εξέλιξη ο εμφύλιος των Κούρδων μεταξύ Μπαζανί και Ταλαμπανί, οι οποίοι ηγούνταν στις δύο αντίπαλες φατρίες», αφηγείται.
Θυμάται τους ένοπλους να ροβολούν την πλαγιά και να βρίσκονται απέναντί του σε απόσταση μερικών εκατοντάδων μέτρων. «Μόνο όταν βρέθηκαν σε απόσταση βολής συνειδητοποίησα ότι κινδύνευε η ζωή μου. Ο κόσμος έτρεχε πανικόβλητος, κάποιοι έπεφταν στο έδαφος. Την τελευταία στιγμή έκανα μεταβολή, και μπήκα στα σύνορα του Ιράν. Οι ένοπλοι έφτασαν κι εκείνοι με τη σειρά τους έως τα σύνορα. Ταυτόχρονα οι ιρανοί στρατιώτες σχημάτισαν ένα ανθρώπινο τοίχος. "Μήπως θέλεις να περάσεις ξανά στην άλλη πλευρά;" θυμάμαι έναν από αυτούς να με ρωτάει».
«Οι κάτοικοι έβγαιναν τρομαγμένοι μέσα από υπόγεια…»
Είδε να σκοτώνονται συνάδελφοί του, μέλη αποστολών σε εμπόλεμες ζώνες όπως η Γιουγκοσλαβία. «Η κατάσταση που επικρατούσε ήταν ιδιαίτερα επικίνδυνη. Ιδίως όταν ταξιδέψαμε με διεθνή αποστολή για να απεγκλωβίσουμε ορισμένους πολίτες από το Βούκοβαρ το 1991. Παρά το γεγονός ότι είχαμε λάβει όλα τα μέτρα ασφαλείας, με εγγυήσεις και από τους σέρβους, αλλά και από τους κροάτες στρατηγούς, η συμφωνία παραβιάστηκε. Θυμάμαι τους κατοίκους του Βούκοβαρ. Έβγαιναν τρομαγμένοι μέσα από υπόγεια. Είχαν μήνες να δουν άνθρωπο στα μάτια τους και λιμοκτονούσαν, όπως ακριβώς λιμοκτονούν σήμερα οι πολίτες της Συρίας. Φτάσαμε στο νοσοκομείο, ένα πενταόροφο κτίριο, το οποίο ήταν μισογκρεμισμένο. Είχε απομείνει μόνο το ισόγειο και ο πρώτος όροφος. Εκεί φιλοξενούνταν στοιβαγμένοι οι ασθενείς που είχαν επιζήσει από τους βομβαρδισμούς.
Σχέδιό μας ήταν να περισυλλέξουμε τους πιο αδύναμους, τα παιδιά. Ωστόσο οι αντίπαλοι διέλυσαν την εκεχειρία και μας βομβάρδισαν, ενώ βρισκόμαστε στο νοσοκομείο. Σκοτώθηκαν άνθρωποι μπροστά στα μάτια μου. Μανάδες πετούσαν τα παιδιά τους άτσαλα πάνω στα φορτηγά μήπως και κατάφερναν να τα σώσουν. Όταν πήραμε το δρόμο της επιστροφής, μας σταμάτησε με το όπλο ένας στρατιωτικός: "Από εδώ θα πάτε", διέταξε, δείχνοντας τη ναρκοθετημένη περιοχή. Αναγκαστήκαμε να υπακούσουμε. Ήταν σαν να παίζαμε ρώσικη ρουλέτα. Ανέβηκα στο φορτηγό με τον αριθμό 10. Λίγα μέτρα πιο μπροστά, το φορτηγό με τον αριθμό 8 ανατινάχτηκε. Μπροστά στα μάτια μου. Ακολούθησε διεθνής εκεχειρία, ενώ περάσαμε με συνοδεία μπροστά από την πρώτη γραμμή του πολέμου, καθώς είχε δημιουργηθεί παγκόσμιος θόρυβος. Ακόμα θυμάμαι τα τανκς σε παράταξη και στις δύο πλευρές».
«Η μεγάλη μου κόρη έζησε τον πρώτο χρόνο της ζωής της στο Ιράν»
Κάποια στιγμή αποφάσισε να ολοκληρώσει τη διαδρομή των 12 χρόνων στο τιμόνι των Γιατρών χωρίς Σύνορα. «Βρισκόμουν στην τελευταία μου αποστολή στο Ιράν. Η γυναίκα μου είχε έρθει κι εκείνη μαζί. Υποχρεώθηκε όμως να επιστρέψει στην Ελλάδα για να ξεγεννήσει και γύρισε πάλι πίσω με το παιδί να είναι μόλις 40 ημερών.Η μεγάλη μου κόρη, η οποία είναι φοιτήτρια σήμερα, έζησε τον πρώτο χρόνο της ζωής της στο Ιράν υπό πολύ δύσκολες συνθήκες. Ενώ περνούσα πολύ χρόνο με τους ιρακινούς πρόσφυγες, η γυναίκα μου ζούσε τον περισσότερο καιρό μόνη της. Φορούσε μαντήλα και προσπαθούσε να κινηθεί χωρίς μεταφορικό μέσο, ελλείψει γιατρού. Ήταν τότε που αναρωτήθηκα εάν αξίζει να διακινδυνεύω συνεχώς τη ζωή μου».
Έλαβε την οριστική απόφαση να φύγει όταν το ελληνικό τμήμα έπαψε να είναι αυτόνομο και αυτεξούσιο, όπως λέει. Η κεντρική διοίκηση της οργάνωσης έκρινε πως όλα τα τμήματα θα γίνονταν ένα. Οι Γιατροί χωρίς Σύνορα Ελλάδος, μετονομάστηκαν σε Γιατρούς χωρίς Σύνορα και υπάχθηκαν στο κεντρικό τμήμα.
«Τότε θεώρησα ότι η διεθνής οργάνωση δεν ήταν απόλυτα σταθερή στα όσα είχαμε συμφωνήσει κατά την ίδρυση του ελληνικού τμήματος. Και αυτό όπως και όλα τα προηγούμενα είχαν γεννηθεί κατά τον ίδιο τρόπο. Από ομάδες γιατρών, οι οποίοι λάμβαναν την πρωτοβουλία, λέγοντας πως "ή θα αποτύχουμε ή θα πετύχουμε, με στόχο να αναπτύξουμε ένα ανθρωπιστικό κίνημα, το οποίο θα κάνει και δικές του αποστολές". Για εμένα όμως η συνένωση όλων των τμημάτων ήταν μία προσωπική απογοήτευση. Κανείς πλέον δεν διοργανώνει αποστολές ως αυτόνομη ομάδα κάθε κράτους».
Έζησε τη γέννηση και την αποδοχή του κόσμου προς την οργάνωση. Όταν εκείνος αποφάσισε να αποστασιοποιηθεί το 1996, ήδη 110.000 συνδρομητές υποστήριζαν τους Έλληνες Γιατρούς χωρίς Σύνορα.
Ποτέ δεν περίμενε την έκρηξη του προσφυγικού
Ομολογεί ότι ποτέ δεν περίμενε πως οι Γιατροί χωρίς Σύνορα θα δραστηριοποιούνταν και στην Ελλάδα λόγω της έξαρσης του προσφυγικού. «Αυτό που λέγαμε πάντοτε ήταν ότι δεν χρειαζόταν να κάνουμε αποστολή στην Ελλάδα. Πως η Ελλάδα ήταν μια δυτική χώρα, δεν θα αντιμετώπισε κανένα πρόβλημα. Και σ’ αυτή την περίπτωση όμως οι καταστάσεις μας ξεπέρασαν. Εκατοντάδες άνθρωποι των Γιατρών χωρίς Σύνορα βρίσκονται πλέον διάσπαρτοι στα νησιά και προσφέρουν καθημερινά τις υπηρεσίες τους».
«Στην Ελλάδα δεν πήραμε χαμπάρι τι επρόκειτο να συμβεί ή τι συνέβαινε ήδη. Δεν αντιληφθήκαμε πόσο γρήγορα διογκώθηκε το προσφυγικό. Η Ευρώπη από την πλευρά της βρέθηκε μπροστά σε κάτι πρωτόγνωρο. Θεωρούσε πάντα ότι δεν επρόκειτο ποτέ να συμβεί τίποτα, με εξαίρεση κάποιες χώρες της μεθορίου όπως η Ιταλία ή η Ελλάδα. Αλλά πιάστηκε κι εκείνη στον ύπνο».
Ένα νοσοκομείο γεμάτο φορείς του AIDS
Η Κωνσταντίνα Μπουγονικολού από την πλευρά της είναι μέλος των Γιατρών από το 2003. Τα πρώτα χρόνια θύμωνε όταν διαπίστωνε την αδικία που κυριαρχεί γύρω της. Για εκείνη η πιο σοκαριστική στιγμή της διαδρομής ήταν το 2006 στη Ζιμπάμπουε. Βρέθηκε σε ένα νοσοκομείο γεμάτο ενήλικες και παιδιά. Όλοι ήταν φορείς του AIDS.
«Την πρώτη ημέρα έφτασα στη Ζιμπάμπουε, και συνάντησα ανθρώπους με παιδιά. Ένας συνάδελφός μου με πληροφόρησε ότι όλοι τους ήταν φορείς του AIDS. Παιδιά ηλικίας από 5 έως 15 ετών. Το προσδόκιμο ζωής τους ήταν τα 15 χρόνια. Παρά το γεγονός ότι ήξεραν πως θα πεθάνουν, είχαν πολύ έντονη θέληση για ζωή. Να ζήσουν πολύ έντονα το χρόνο που τους απέμενε».
«Ένιωθα ανασφαλής καθώς βρισκόμουν σε ένα νοσοκομείο γεμάτο ασθενείς»
«Τις πρώτες ημέρες ήμουν ιδιαίτερα σοκαρισμένη και φοβισμένη. Αυτό που παρατήρησα όσο περνούσε ο καιρός όμως, ήταν ότι γευόμουν πιο ανάλαφρα την αγκαλιά των παιδιών. Τα περισσότερα από αυτά όταν έφταναν στο νοσοκομείο έτρεχαν προς το μέρος μου. Ήταν ορφανά και είχαν μεγάλη ανάγκη την ανθρώπινη επαφή. Στην αρχή ένιωθα κάπως ανασφαλής, καθώς βρισκόμουν στην Αφρική σε ένα χώρο με ασθενείς».
Για εκείνη οι Γιατροί χωρίς Σύνορα είναι εμπειρίες ζωής, οι οποίες διαμορφώνουν την αγάπη της για τη ζωή και τις εμπειρίες.
«Αρχικά ήθελα να δω πώς μπορώ να προσφέρω σε ένα διαφορετικό πολιτισμικό περιβάλλον. Στην πορεία οι άνθρωποι που γνώριζα σε κάθε χώρα, ο καθένας με διαφορετικό τρόπο ζωής, με ωθούσαν να συνεχίσω».
«Εξοικειώθηκα με την ιδέα του θανάτου. Τα πρόσωπα που γνώρισα με βοήθησαν να αποκτήσω νέες εμπειρίες. Άλλαξε η στάση μου προς το θάνατο και τη ζωή. Ο θάνατος είναι κάτι πολύ φυσιολογικό το οποίο θα έρθει. Κι αυτό το κάτι με έκανε να αγαπήσω πολύ περισσότερο τη ζωή».
Σε ένα από τα ταξίδια της βρέθηκε στην Υεμένη. Είδε κι εκεί τον πόνο και το θάνατο μπροστά στα μάτια της.
«Το κράτος είχε θεσπίσει ένα πρόγραμμα ψυχικής υγείας για τους πολίτες, οι οποίοι ήταν εκτοπισμένοι από το σπίτι τους. Με συγκλόνιζε όταν έβλεπα παιδιά να βρίσκονται τόσο κοντά στο θάνατο. Ακόμα πιο συγκλονιστική όμως ήταν η παρουσία των προσφύγων από Αιθιοπία, Ερυθραία, Σομαλία, οι οποίοι έρχονταν στην Υεμένη. Περπατούσαν στην έρημο σε θερμοκρασίες 40 και 50 βαθμών Κελσίου για να φτάσουν στη Σαουδική Αραβία. Ήταν πολύ εξαθλιωμένοι και στις περισσότερες των περιπτώσεων είχαν υποστεί εκτεταμένα βασανιστήρια. Άνθρωποι που αντιμετώπιζαν ήπια έως και πολύ σοβαρά ψυχωσικά συμπτώματα».
Οι καημένες…
«Δεν θα ξεχάσω τις γυναίκες από την Αιθιοπία, τις οποίες είχαν βιάσει οι διακινητές. Στα αραβικά τις ονόμαζαν "meskina" (καημένη). Η πραγματικότητά τους ήταν πολύ σκληρή. Δεν έτρωγαν, δεν μιλούσαν, δεν είχαν καμία οπτική επαφή με τον κόσμο και πολλές φορές έλεγαν διάφορες κουβέντες, συνήθως ακαταλαβίστικες. Άλλοτε, μετά την εισαγωγή τους στο νοσοκομείο κάποιες από αυτές τις γυναίκες συνέρχονταν. Έβλεπα έτσι μία εικόνα παντελώς αντίθετη με αυτή που είχα στην αρχή».
«Τα όνειρα κρατάνε τόσο εμένα όσο και τους ανθρώπους με τους οποίους συναναστρέφομαι. Τα όνειρα δεν τα πειράζει κανείς, παρά συμπορεύονται με την ελπίδα».
Ονειρευόταν να μπει στους Γιατρούς χωρίς Σύνορα. Ξεκίνησε για να συμμετάσχει μόνο φορά σε κάποια αποστολή. «Μετά θα έβλεπα τι θα κάνω», αφηγείται.
«Δεν φαντάζομαι τον εαυτό μου κλεισμένο σε ένα γραφείο»
«Τελικά νιώθω ότι κέρδισα πολλά πράγματα», απαντάει όταν τη ρωτάω αν έχασε ένα κομμάτι της προσωπικής της ζωής. «Δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου κλεισμένο σε ένα γραφείο. Το έχω κάνει είναι η αλήθεια και μου φαίνεται βαρετό. Ωστόσο με έχει βοηθήσει το γεγονός ότι και ο σύντροφός μου πηγαίνει επίσης σε αποστολές. Η παρουσία του με βοήθησε να διατηρήσω την ορμητικότητά μου».
Συχνά κάποιοι δικοί της την παροτρύνουν να τα παρατήσει. Την παροτρύνουν να μείνει στο σπίτι της. Κι εκείνη εκνευρίζεται με την επιμονή τους. «Είναι δύσκολο να καταλάβουν τον τρόπο ζωής μου. Για ποιο λόγο ρισκάρω τόσα πράγματα και δεν βολεύομαι στη θαλπωρή της καθημερινότητας που προσφέρει μία κατασταλαγμένη ζωή».
Ο φόβος…
Στα 13 χρόνια που ταξιδεύει με τους Γιατρούς χωρίς Σύνορα, πιο πολύ φοβήθηκε το 2011. Στο μεγάλο σεισμό των 7,2 Ρίχτερ στο Βαν της Τουρκίας. «Ήμαστε σε ένα τριώροφο κτίριο όταν έγινε ένας μεγάλος μετασεισμός. Υπήρξαν συνάδελφοί μας σε άλλα σημεία της πόλης, οι οποίοι σκοτώθηκαν στη διάρκεια του μετασεισμού. Το δικό μας ευτυχώς άντεξε. Τίποτα δεν μπορεί να περιγράψει το φόβο που ένιωσα…»
Το 2015, οι Γιατροί χωρίς Σύνορα στην Ελλάδα έκλεισαν τα 25 χρόνια αποστολών, ζωής, δράσης, περιπέτειας, προσφοράς. Στο ένα τέταρτο του αιώνα. Η πορεία τους χαράχτηκε από γεγονότα και πολεμικές αποστολές με το θάνατο να παραμονεύει κάθε στιγμή. Το μόνο που δεν περίμεναν οι Γιατροί όσο και πολλοί ακόμα ήταν πως θα χρειαζόταν να στείλουν τους ανθρώπους τους και εντός συνόρων. Έως τα μέσα Δεκεμβρίου του 2015 πέρασαν από τα ελληνικά νησιά 802.786 πρόσφυγες. Ένας αριθμός που το 2014 άγγιξε μόλις τα 43.500 άτομα.
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.