Πώρωση ή πόρωση;

Αποστόλης Ζυμβραγάκης
0
Η λέξη πώρωση προέρχεται από τα αρχαία ελληνικά και διατηρεί την ιστορική ορθογραφία. Στα νέα ελληνικά σημαίνει κυρίως «φανατισμός»: Έχει πώρωση με το ποδόσφαιρο. Καμία σχέση με τη λέξη πόρος.

Περισσότερα γλωσσικά λάθη εδώ.

Δημοσίευση σχολίου

0Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου (0)