72 χρόνια πριν από την εξέγερση του Πολυτεχνείου μια άλλη αιματηρή εξέγερση φοιτητών, οδήγησε στην παραίτηση της κυβέρνησης Θεοτόκη.
Η αρχή των γεγονότων του Νοεμβρίου του 1901 εντοπίζεται λίγα χρόνια νωρίτερα στην περίοδο του ατυχούς πολέμου του 1897.
Η Ελλάδα ηττήθηκε και διασώθηκε με την «ευγενή» παρέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων, την τρόικα της τότε εποχής.
Θρησκευτικοί κύκλοι της εποχής ερμήνευσαν τη συμφορά ως θεϊκή οργή.
«Ο Θεός ήθελε να τιμωρήσει την ασέβεια του λαού προς τη θρησκεία».
Αυτό τουλάχιστον υποστήριξε η ρωσικής καταγωγής βασίλισσα Όλγα. Βαθιά θρησκευόμενη η ίδια, πίστευε ότι μόνο όταν οι άνθρωποι με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο θα μπορέσουν να διαβάσουν την Αγία Γραφή και το Ευαγγέλιο, τότε και μόνο τότε θα πάψουν να έλκουν τις συμφορές.
Τα χριστιανικά κείμενα όμως ήταν γραμμένα σε αρχαϊκή διάλεκτο κάτι που δημιουργούσε ένα επιπλέον πρόβλημα σε μεγάλο μέρος του λαού.
Εννοείται δε, ότι οι περισσότεροι δεν ήξεραν καν να διαβάζουν. Κατά συνέπεια, πολλοί δεν καταλάβαιναν τα λόγια της Θείας Λειτουργίας.
Μετάφραση στην καθαρεύουσα
Έτσι, ελήφθη η απόφαση να μεταφραστούν τα Ευαγγέλια και η Αγία Γραφή από την αρχαΐζουσα στην καθαρεύουσα. Παρά τις αντιδράσεις, με την υποστήριξη του καθηγητή Ιωάννη Πανταζίδη, η βασίλισσα Όλγα έδωσε εντολή να αρχίσουν οι μεταφράσεις.
Ο μητροπολίτης Αθηνών Προκόπιος που ήταν αφοσιωμένος στην Αυλή, προσπάθησε να εμφανίσει την προσπάθεια ως πράξη σύμφωνη με τους κανόνες της Ορθοδοξίας.
Οι αντιδράσεις ωστόσο από άλλους φορείς συνεχίζονταν.
Η Όλγα ζήτησε απ τον υπουργό Παιδείας Αντώνη Μομφεράτο να εκδοθεί ειδική εγκύκλιος από το υπουργείο, ώστε βασιζόμενη στον μητροπολίτη και στο υπουργείο, να κατευνάσει τις αντιδράσεις. Ο υπουργός παρέπεμψε το θέμα στην Ιερά Σύνοδο, η οποία απάντησε αρνητικά.
Παρά τη γενική δυσαρέσκεια, τα μεταφρασμένα Ευαγγέλια κυκλοφόρησαν σε 1000 αντίτυπα το 1900. Η βασίλισσα Όλγα βρέθηκε στη μέση υπερασπιστών της κίνησής της και των πολεμίων, που έφτασαν στο σημείο να την κατηγορήσουν ως πράκτορα του Τσάρου που είχε σκοπό να υπονομεύσει την ελλαδική εκκλησία και το ελληνικό κράτος.
Τη γενική δυσαρέσκεια εκμεταλλεύτηκαν και οι Γερμανοί που δεν ήθελαν τον Γεώργιο και εμφάνιζαν τον διάδοχο Κωνσταντίνο και τη Σοφία ως την καλύτερη λύση για την Ελλάδα.
Το κρυφό τσιμπούσι!
Με την εξάντληση των βιβλίων η κατάσταση ηρέμησε, μέχρι τη στιγμή που ο δημοτικιστής Αλέξανδρος Πάλλης ξεκίνησε μια νέα μετάφραση του Ευαγγελίου.
Αυτή τη φορά στη δημοτική. Τα κείμενα εκτυπώθηκαν σε «εργαστήριον εν Αλεξανδρεία της Αιγύπτου» το 1901 με έξοδα της βασίλισσας Όλγας και κυκλοφόρησαν σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων στην Αλεξάνδρεια.
Τα μεταφρασμένα κείμενα άρχισαν να δημοσιεύονται στην εφημερίδα «Ακρόπολις» με τίτλο: «Το έργον της Βασιλίσσης η Ακρόπολις το συνεχίζει».
Έτσι, τα πυρά άρχισαν να έρχονται από παντού.
Ειδικά η ατυχής μετάφραση της φράσης «Μυστικός Δείπνος», προκάλεσε μεγάλες αναταραχές.
Ο μυστικός δείπνος μεταφράστηκε ως «κρυφό Τσιμπούσι» και τότε κανείς δεν μπορούσε να συγκρατήσει τις αντιδράσεις.
Ο Πάλλης κατηγορήθηκε ως άθεος πράκτορας και η βασίλισσα Όλγα ως η εμπνεύστρια μιας συνωμοσίας κατά της Ελλάδος.
Ο Πατριάρχης Ιωακείμ ζητούσε την απαγόρευση των βιβλίων, ενώ επικοί διάλογοι ανάμεσα στον Πάλλη και καθηγητές της Θεολογικής μονοπώλησαν τις στήλες της «Ακρόπολις».
Τα αίματα άναψαν ακόμα περισσότερο, όταν ο Πάλλης με ένα άρθρο του απευθυνόταν στους «κουτσόσοφους» καθηγητές.
Το ίδιο απόγευμα ξεσηκώθηκαν οι φοιτητές με διαδήλωση διαμαρτυρίας που κατέληξε με επιθέσεις εναντίον των εφημερίδων που φιλοξένησαν τέτοια άρθρα.
Περίπου 500 φοιτητές εισέβαλαν στα γραφεία της εφημερίδας «Ακρόπολις», στην οδό Σταδίου, απειλώντας όσους βρήκαν να εργάζονται, ότι «θα την πυρπολήσουν». Με δυσκολία τους ηρέμησε ο αστυνομικός διευθυντής.
Οι εφημερίδες «Εμπρός», «Σκριπ» και «Καιροί» καταδίκασαν την «Ακρόπολη «και πήραν το μέρος των φοιτητών.
Στις εξεγέρσεις πλέον δεν συμμετείχαν μόνο φοιτητές αλλά και καθηγητές, δάσκαλοι και παπάδες, έτοιμοι όλοι να λιντσάρουν τους «πράκτορες του εχθρού που προσπαθούν να εξαφανίσουν τη γλώσσα των προγόνων μας».
Οι διαδηλώσεις συνεχίστηκαν και τις επόμενες μέρες και η κυβέρνηση αποφάσισε να κινητοποιήσει το στρατό και αγήματα του ναυτικού για να καταπνίξει την εξέγερση. Αυτή η κίνηση εξαγρίωσε τους φοιτητές.
Έντεκα άτομα σκοτώθηκαν και τραυματίστηκαν πάνω από ογδόντα.
Ο μητροπολίτης Προκόπιος παραιτήθηκε και η κυβέρνηση Θεοτόκη έπεσε. Ο Ζαϊμης που ανέλαβε την πρωθυπουργία κινδύνευσε να λιντσαριστεί από το εξαγριωμένο πλήθος. Το κύρος του θρόνου αλλά και της Εκκλησίας τραυματίστηκαν άσχημα.
Σήμερα το «αμετάφραστο»του Ευαγγελίου είναι κατοχυρωμένο από το Σύνταγμα, ενώ η Καινή Διαθήκη έχει μεταφραστεί στη δημοτική εδώ και δεκαετίες.
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.
Η αρχή των γεγονότων του Νοεμβρίου του 1901 εντοπίζεται λίγα χρόνια νωρίτερα στην περίοδο του ατυχούς πολέμου του 1897.
Η Ελλάδα ηττήθηκε και διασώθηκε με την «ευγενή» παρέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων, την τρόικα της τότε εποχής.
Θρησκευτικοί κύκλοι της εποχής ερμήνευσαν τη συμφορά ως θεϊκή οργή.
«Ο Θεός ήθελε να τιμωρήσει την ασέβεια του λαού προς τη θρησκεία».
Αυτό τουλάχιστον υποστήριξε η ρωσικής καταγωγής βασίλισσα Όλγα. Βαθιά θρησκευόμενη η ίδια, πίστευε ότι μόνο όταν οι άνθρωποι με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο θα μπορέσουν να διαβάσουν την Αγία Γραφή και το Ευαγγέλιο, τότε και μόνο τότε θα πάψουν να έλκουν τις συμφορές.
Τα χριστιανικά κείμενα όμως ήταν γραμμένα σε αρχαϊκή διάλεκτο κάτι που δημιουργούσε ένα επιπλέον πρόβλημα σε μεγάλο μέρος του λαού.
Εννοείται δε, ότι οι περισσότεροι δεν ήξεραν καν να διαβάζουν. Κατά συνέπεια, πολλοί δεν καταλάβαιναν τα λόγια της Θείας Λειτουργίας.
Μετάφραση στην καθαρεύουσα
Έτσι, ελήφθη η απόφαση να μεταφραστούν τα Ευαγγέλια και η Αγία Γραφή από την αρχαΐζουσα στην καθαρεύουσα. Παρά τις αντιδράσεις, με την υποστήριξη του καθηγητή Ιωάννη Πανταζίδη, η βασίλισσα Όλγα έδωσε εντολή να αρχίσουν οι μεταφράσεις.
Ο μητροπολίτης Αθηνών Προκόπιος που ήταν αφοσιωμένος στην Αυλή, προσπάθησε να εμφανίσει την προσπάθεια ως πράξη σύμφωνη με τους κανόνες της Ορθοδοξίας.
Οι αντιδράσεις ωστόσο από άλλους φορείς συνεχίζονταν.
Η Όλγα ζήτησε απ τον υπουργό Παιδείας Αντώνη Μομφεράτο να εκδοθεί ειδική εγκύκλιος από το υπουργείο, ώστε βασιζόμενη στον μητροπολίτη και στο υπουργείο, να κατευνάσει τις αντιδράσεις. Ο υπουργός παρέπεμψε το θέμα στην Ιερά Σύνοδο, η οποία απάντησε αρνητικά.
Παρά τη γενική δυσαρέσκεια, τα μεταφρασμένα Ευαγγέλια κυκλοφόρησαν σε 1000 αντίτυπα το 1900. Η βασίλισσα Όλγα βρέθηκε στη μέση υπερασπιστών της κίνησής της και των πολεμίων, που έφτασαν στο σημείο να την κατηγορήσουν ως πράκτορα του Τσάρου που είχε σκοπό να υπονομεύσει την ελλαδική εκκλησία και το ελληνικό κράτος.
Τη γενική δυσαρέσκεια εκμεταλλεύτηκαν και οι Γερμανοί που δεν ήθελαν τον Γεώργιο και εμφάνιζαν τον διάδοχο Κωνσταντίνο και τη Σοφία ως την καλύτερη λύση για την Ελλάδα.
Το κρυφό τσιμπούσι!
Με την εξάντληση των βιβλίων η κατάσταση ηρέμησε, μέχρι τη στιγμή που ο δημοτικιστής Αλέξανδρος Πάλλης ξεκίνησε μια νέα μετάφραση του Ευαγγελίου.
Αυτή τη φορά στη δημοτική. Τα κείμενα εκτυπώθηκαν σε «εργαστήριον εν Αλεξανδρεία της Αιγύπτου» το 1901 με έξοδα της βασίλισσας Όλγας και κυκλοφόρησαν σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων στην Αλεξάνδρεια.
Τα μεταφρασμένα κείμενα άρχισαν να δημοσιεύονται στην εφημερίδα «Ακρόπολις» με τίτλο: «Το έργον της Βασιλίσσης η Ακρόπολις το συνεχίζει».
Έτσι, τα πυρά άρχισαν να έρχονται από παντού.
Ειδικά η ατυχής μετάφραση της φράσης «Μυστικός Δείπνος», προκάλεσε μεγάλες αναταραχές.
Ο μυστικός δείπνος μεταφράστηκε ως «κρυφό Τσιμπούσι» και τότε κανείς δεν μπορούσε να συγκρατήσει τις αντιδράσεις.
Ο Πάλλης κατηγορήθηκε ως άθεος πράκτορας και η βασίλισσα Όλγα ως η εμπνεύστρια μιας συνωμοσίας κατά της Ελλάδος.
Ο Πατριάρχης Ιωακείμ ζητούσε την απαγόρευση των βιβλίων, ενώ επικοί διάλογοι ανάμεσα στον Πάλλη και καθηγητές της Θεολογικής μονοπώλησαν τις στήλες της «Ακρόπολις».
Τα αίματα άναψαν ακόμα περισσότερο, όταν ο Πάλλης με ένα άρθρο του απευθυνόταν στους «κουτσόσοφους» καθηγητές.
Το ίδιο απόγευμα ξεσηκώθηκαν οι φοιτητές με διαδήλωση διαμαρτυρίας που κατέληξε με επιθέσεις εναντίον των εφημερίδων που φιλοξένησαν τέτοια άρθρα.
Περίπου 500 φοιτητές εισέβαλαν στα γραφεία της εφημερίδας «Ακρόπολις», στην οδό Σταδίου, απειλώντας όσους βρήκαν να εργάζονται, ότι «θα την πυρπολήσουν». Με δυσκολία τους ηρέμησε ο αστυνομικός διευθυντής.
Οι εφημερίδες «Εμπρός», «Σκριπ» και «Καιροί» καταδίκασαν την «Ακρόπολη «και πήραν το μέρος των φοιτητών.
Στις εξεγέρσεις πλέον δεν συμμετείχαν μόνο φοιτητές αλλά και καθηγητές, δάσκαλοι και παπάδες, έτοιμοι όλοι να λιντσάρουν τους «πράκτορες του εχθρού που προσπαθούν να εξαφανίσουν τη γλώσσα των προγόνων μας».
Οι διαδηλώσεις συνεχίστηκαν και τις επόμενες μέρες και η κυβέρνηση αποφάσισε να κινητοποιήσει το στρατό και αγήματα του ναυτικού για να καταπνίξει την εξέγερση. Αυτή η κίνηση εξαγρίωσε τους φοιτητές.
Έντεκα άτομα σκοτώθηκαν και τραυματίστηκαν πάνω από ογδόντα.
Ο μητροπολίτης Προκόπιος παραιτήθηκε και η κυβέρνηση Θεοτόκη έπεσε. Ο Ζαϊμης που ανέλαβε την πρωθυπουργία κινδύνευσε να λιντσαριστεί από το εξαγριωμένο πλήθος. Το κύρος του θρόνου αλλά και της Εκκλησίας τραυματίστηκαν άσχημα.
Σήμερα το «αμετάφραστο»του Ευαγγελίου είναι κατοχυρωμένο από το Σύνταγμα, ενώ η Καινή Διαθήκη έχει μεταφραστεί στη δημοτική εδώ και δεκαετίες.
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.