ΕΝΩΠΙΟΝ ΠΑΝΤΟΣ ΑΡΜΟΔΙΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΑΡΧΗΣ ΕΞΩΔΙΚΗ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ –ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ-ΔΗΛΩΣΗ ΠΡΟΣ Τον κ. Νικόλαο Φίλη, Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων
Αθήνα, 15 Απριλίου 2016
Όπως είναι γνωστό, στις 8-4-2016 δημοσιοποιήθηκε, αιφνιδιαστικά, η πρόθεση της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου, για ανάληψη νομοθετικής πρωτοβουλίας, με απροκάλυπτο στόχο να εξουδετερωθεί η συμβολή της πραγματικής εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας ως κριτηρίου κατάταξης στους πίνακες αναπληρωτών για το έτος 2016-2017 και συνακόλουθα να παραμεριστούν όλοι εκείνοι οι εκπαιδευτικοί, που με αυταπάρνηση και υπό αντίξοες συνθήκες, αποδέχονταν επί σειρά ετών την τοποθέτηση τους και επιτελούσαν το λειτούργημα τους σε όποιο σημείο της ελληνικής επικράτειας ανέκυπταν αντίστοιχες ανάγκες, στις νησιωτικές περιοχές, στις δυσπρόσιτες γωνιές και στις εσχατιές αυτής.
Ειδικότερα, από την απλή ανάγνωση του κειμένου της διάταξης, που προορίζεται να εισαχθεί ως εμβόλιμη ρύθμιση στον Νόμο 3848/2010, συνάγεται αβίαστα το συμπέρασμα πως κύριο μέλημα των συντακτών της είναι η δραστική συρρίκνωση της βαθμολογικής αποτίμησης της πραγματικής προϋπηρεσίας, μέσω της θέσπισης ορίου στους συνυπολογιζόμενους μήνες (μέχρι 60) και στις βαθμολογικές μονάδες του συγκεκριμένου κριτηρίου (μέχρι 16,80). Ως μόνη τεκμηρίωση για την άθλια αυτή μεθόδευση εισφέρεται δε η δήθεν ανάγκη συμμόρφωσης προς την –μη ειδικότερα προσδιοριζόμενη- νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας. Ο εντελώς σαθρός και ασύστατος χαρακτήρας του αιτιολογικού αυτού επιχειρήματος, καταφαίνεται πρωταρχικά από το γεγονός ότι με την πρόσφατη 4303/2015 απόφασή του Συμβουλίου της Επικρατείας απορρίφθηκε στο σύνολό της, κατά το μέρος που ερευνήθηκε στην ουσία της, η αίτηση ακύρωσης που είχε ασκηθεί κατά της υπ’ αριθμ. 132812/Ε2/25.8.2015 κανονιστικής απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων (ΦΕΚ Β 1842/26.8.2015), με την οποία είχαν κληθεί οι εκπαιδευτικοί των κατονομαζόμενων σε αυτήν κλάδων να υποβάλουν αίτηση για ένταξη στους ετήσιους πίνακες αναπληρωτών και ωρομισθίων εκπαιδευτικών σχολικού έτους 2015-2016. Η απορριπτική τούτη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, που στηρίχθηκε μάλιστα στην απερίφραστη και μη επιδεχόμενη ερμηνευτική αμφισβήτηση κρίση του Δικαστηρίου, ότι το εφαρμοζόμενο μεταβατικό σύστημα του άρθρου 9 του Νόμου 3848/2010, στηρίζεται σε προκαθορισμένα και αντικειμενικά ουσιαστικά κριτήρια επιλογής των προσλαμβανομένων με σχέση ορισμένου χρόνου αναπληρωτών, τα οποία-με προεχόντως μάλιστα μνημονευόμενο το κριτήριο της προϋπηρεσίας συμβαδίζουν προς τις συνταγματικές αρχές της ισότητας και της αξιοκρατίας (ίδετε 12η σκέψη, στίχοι 12-14 της απόφασης 4303/2015), έχει ως συνέπεια την οριστικοποίηση της ανεπιτυχώς προσβληθείσας πράξης και των ερειδόμενων σε αυτήν διοικητικών πράξεων που ακολούθησαν και παράγει ως εκ τούτου όχι μόνον τυπικό αλλά και ουσιαστικό δεδικασμένο για τον Υπουργό Παιδείας Έρευνας και Θρησκευμάτων(ΣτΕ 1143/1995). Πράγματι, στη διάταξη του άρθρου 50 § 5 του π.δ. 18/1989 ορίζεται ότι «οι αποφάσεις της Ολομελείας, ακυρωτικές και απορριπτικές, καθώς και των Τμημάτων, αποτελούν μεταξύ των διαδίκων δεδικασμένο, που ισχύει σε κάθε υπόθεση ή διαφορά ενώπιον δικαστικής ή άλλης αρχής, κατά την οποία προέχει το διοικητικής φύσεως ζήτημα που κρίθηκε από το Συμβούλιο». Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, το δεδικασμένο από ακυρωτική ή απορριπτική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας καλύπτει τα κριθέντα από το Δικαστήριο αυτό ζητήματα. Ως κριθέν δε θεωρείται το ζήτημα, το οποίο βρίσκεται σε συνάρτηση προς το γενόμενο δεκτό από την απόφαση συμπέρασμα και αποτελεί αναγκαίο τούτου στήριγμα, όχι όμως και άλλα περιστατικά, ιστορικώς αναφερόμενα, τα οποία δεν είναι αναγκαία για τη συναγωγή του συμπεράσματος της αποφάσεως που διατυπώνεται στο διατακτικό (βλ. σχετ. ΣτΕ 2049/2011 ,1692/2007, 3802/2000 7μ., 484/1991, 801/1974). Στην προκειμένη περίπτωση, από την απορριπτικού χαρακτήρα 4303/2015 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, πηγάζει δεδικασμένο που κατευθύνεται, όπως προαναφέρθηκε, στην παραγωγή δέσμευσης για τον Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων να θεωρήσει έγκυρη την ακολουθηθείσα διαδικασία πρόσληψης αναπληρωτών εκπαιδευτικών για το έτος 2015-2016. Κατά τα λοιπά, η προαναφερόμενη απόφασή -ως απορριπτική- δεν εμπίπτει στις δικαστικές εκείνες αποφάσεις, που κατά το άρθρο 1 του ν. 3068/2002, παράγουν υποχρέωση συμμόρφωσης της Διοίκησης. (βλ. απόφαση 24/2006 Τριμελούς Συμβουλίου του Συμβουλίου της Επικρατείας) Η μόνη δε ερμηνευτικής φύσης παρατήρηση που μπορεί να αντληθεί από την επισκόπηση των πλεοναστικού χαρακτήρα-καθότι μη αναγκαίως συναπτόμενων προς το διατακτικό της απόφασης, αφού το αντικείμενο της δίκης, που εξαντλείτο στην εξέταση της νομιμότητας διοικητικών πράξεων εντασσόμενων στη διαδικασία πρόσληψης αναπληρωτών αποκλειστικά για το έτος 2015-2016- συλλογισμών- είναι ότι το μεταβατικό σύστημα παρίσταται θεμιτό από συνταγματική άποψη ενόσω παραμένουν σε ισχύ οι εξαιρετικές ρυθμίσεις, δημοσιονομικού προσανατολισμού. Συνεπώς εάν οι μνησθείσες εξαιρετικές ρυθμίσεις, που εμποδίζουν την πρόσληψη μονίμων εκπαιδευτικών, εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την 31-12-2016 και σε κάθε περίπτωση, εφόσον εκδηλωθεί νομοθετική πρωτοβουλία για εκ νέου αντιμετώπιση του ζητήματος, η σχετική ρύθμιση θα πρέπει να έχει πάγιο χαρακτήρα, αποκλειομένης της τροποποίησης της φυσιογνωμίας του υφιστάμενου μεταβατικού καθεστώτος με την αλλοίωση των αξιολογικών κριτηρίων, που αυτό προβλέπει για το σχολικό έτος 2016-2017. Σημειώνεται ότι η ιδιότητα της προϋπηρεσίας και μάλιστα της μακρόχρονης, ως αντικειμενικού κριτηρίου συνδεόμενου με την τεκμηρίωση της συνδρομής στο πρόσωπο του εκπαιδευτικού που τη διαθέτει του πολύτιμου ουσιαστικού προσόντος της διδακτικής εμπειρίας στη δημόσια εκπαίδευση και ταυτόχρονα με τον αυταπόδεικτο αποκλεισμό του κινδύνου ότι ο συγκεκριμένος εκπαιδευτικός έχει αποξενωθεί από το αντικείμενο των σπουδών του, έχει ρητώς καταφαθεί από όλες τις αποφάσεις της Ολομέλειας και των άλλων σχηματισμών του Συμβουλίου της Επικρατείας που έχουν επιληφθεί σχετικών αμφισβητήσεων (βλ. ήδη Ολομέλεια ΣτΕ 3593/2008,10η σκέψη). Επισημαίνεται ακόμη, ότι εμείς οι δηλούντες, τυγχάνουμε άπαντες εκπαιδευτικοί ,που αντιπροσωπεύουμε σχεδόν του σύνολο του φάσματος των ειδικοτήτων και όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης , με πραγματική προϋπηρεσία προσωρινών αναπληρωτών, που υπερβαίνει τους εξήντα μήνες και επιπλέον όλοι είτε είμαστε επιτυχόντες γραπτών διαγωνισμών ΑΣΕΠ της χρονικής περιόδου 2004-2008, υπό την έννοια ότι συγκεντρώσαμε βαθμολογία μείζονα της βαθμολογικής βάσης, είτε προερχόμαστε από κλάδους για τους οποίους δεν υφίστανται ενεργοί πίνακες επιτυχόντων γραπτού διαγωνισμού για την προαναφερόμενη περίοδο .Υπενθυμίζεται ότι κατά τη διάρκεια της απασχόλησης μας με την ιδιότητα του αναπληρωτή παρείχαμε δημόσια υπηρεσία, υποκείμενοι στο περιοριστικό καθεστώς που εφαρμόζεται για τους δημόσιους υπαλλήλους, δίχως βεβαίως να επεκτείνονται σε εμάς οι εγγυήσεις και τα δικαιώματα που ισχύουν για τους τελευταίους. Καθίσταται, λοιπόν, εμφανές ότι κάθε ρύθμιση που μας θέτει σε ήσσονα μοίρα έναντι άλλων υποψηφίων για την πρόσληψη ως προσωρινών αναπληρωτών, οι οποίοι υστερούν σε προϋπηρεσία ή δεν διαθέτουν καν προϋπηρεσία, δηλαδή μειονεκτούν στο πιο νευραλγικό κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής κριτήριο καταλληλότητας για την άσκηση του λειτουργήματος του εκπαιδευτικού και κατά τα λοιπά δεν υπερέχουν σε κάποιο άλλο κριτήριο (αφού άπαντες εμείς έχουμε συμμετάσχει επιτυχώς σε διαγωνισμό ΑΣΕΠ) αντιτίθεται κατάφωρα στις συνταγματικώς κατοχυρωμένες αρχές της ισότητας, της αξιοκρατίας, της χρηστής διοικήσεως και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Επιπρόσθετα, δεν θα πρέπει να παραγνωρίζεται, προκειμένου να αξιολογηθεί η ένταση της αντισυνταγματικότητας της επίμαχης ρύθμισης, ιδίως από την άποψη της αντίθεσης της προς τις αρχές της χρηστής διοίκησης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης το σωρευτικό και επιβαρυντικό της έννομης κατάστασης μας αποτέλεσμα, που αναπτύσσει σε συνέργεια με τις αλληλοδιάδοχες νομοθετικές μεταβολές που επήλθαν κατά το παρελθόν (Νόμοι 3255/2004, 3687/2008, 3848/2010, 4283/2014), με αρνητική επίπτωση στην εύλογη προσδοκία μας -που πήγαζε ακριβώς από προϋφιστάμενες νομοθετικές διατάξεις-για τη διαμόρφωση σταθερού εργασιακού δεσμού. Στη συνάφεια αυτή, ιδιαίτερη σημασία αποκτά, εν όψει και των στομφωδών εξαγγελιών σας περί δημιουργίας χιλιάδων μονίμων θέσεων εργασίας στη δημόσια εκπαίδευση, η απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 26ης Νοεμβρίου 2014, στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-22/13,C-61/13 έως C-63/13 και C-418/13 με την οποία κρίθηκε ότι οι συμβασιούχοι εκπαιδευτικοί εμπίπτουν στο προστατευτικό πεδίο της οδηγίας 1999/70 και έχουν αξίωση, σύμφωνα και με τα διαλαμβανόμενα στη ρήτρα 5 αυτής, για τη λήψη αντισταθμιστικών μέτρων που αποβλέπουν στην ανακούφιση της επισφαλούς εργασιακής κατάστασης στην οποία έχουν περιέλθει με υπαιτιότητα της Πολιτείας. Ακολούθως, με αποφάσεις της 21-1-2015 του αρμοδίου ιταλικού δικαστηρίου (Tribunale di Napoli) ,που είχε υποβάλει και ορισμένα από τα σχετικά προδικαστικά ερωτήματα ,αναγνωρίστηκε ότι συνδέονται με σύμβαση αορίστου χρόνου με τον εργοδότη τους, ήτοι με το ιταλικό υπουργείο παιδείας, πανεπιστημίων και έρευνας. Αντί ,όμως, να πράξετε το αυτονόητο, να εξαντλήσετε δηλαδή κάθε δυνατότητα για την αποκατάσταση των αδικιών που έχουν υποστεί οι από μακρού εγκλωβισμένοι σε ελαστικές σχέσεις εργασίας αναπληρωτές εκπαιδευτικοί, αξιοποιώντας προς τούτο και τις περιγραφείσες ανωτέρω νομικές εξελίξεις, ενσυνείδητα επιλέξατε να αναιρέσετε κάθε τέτοια προοπτική, με χαρακτηριστικότερο δείγμα γραφής την εκμηδένιση κάθε έννομης σημασίας για το επέκεινα των εξήντα μηνών χρονικό διάστημα προϋπηρεσίας και την θέσπιση βαθμολογικής οροφής 16,80 μονάδων, όταν δεν αμφισβητείται σοβαρά ούτε από τον πιο κακόπιστο ότι η ως άνω προϋπηρεσία αντιστοιχεί σε επιτέλεση εκπαιδευτικού λειτουργήματος προς κάλυψη πάγιων και διαρκών αναγκών. Εκ παραλλήλου, μεροληπτείτε σκανδαλωδώς υπέρ εκείνων των επιτυχόντων του παρωχημένου διαγωνισμού του έτους 2008 που επέλεξαν να μην συνεισφέρουν στην αντιμετώπιση των πάγιων και διαρκών αναγκών της δημόσιας εκπαίδευσης ως αναπληρωτές , ή να συνεισφέρουν κατά το δοκούν και μόνον όταν επιτύγχαναν τοποθέτηση στον τόπο των συμφερόντων τους και της οικογενειακής τους εστίας, επιχειρώντας με περισσή προπέτεια να εμφανίσετε ως επικρατέστερη και άξια μείζονος προστασίας την αξίωση πρόσληψης που αυτοί προβάλλουν και παρασιωπώντας το γεγονός, ότι η ισχύς των καταρτιζόμενων ύστερα από γραπτό διαγωνισμό πινάκων είναι σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ.3 του Νόμου 2525/1997 διετής και επομένως έχει εκπνεύσει προ πολλού .Είναι, άλλωστε, ενδεικτικό του εντελώς αυθαίρετου χαρακτήρα της επίμαχης νομοθετικής πρωτοβουλίας, ότι δεν δίδεται καμιά εξήγηση για την προνομιακή μεταχείριση που επιφυλάσσεται σε αυτή την κατηγορία επιτυχόντων του διαγωνισμού του έτους 2008 σε σύγκριση με τους επιτυχόντες των προηγούμενων διαγωνισμών του 2004 και του 2006. Ακόμη, επιμελώς αποκρύπτεται ότι η απόφαση 527/2015 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας σχετίζεται αποκλειστικά με το σύστημα πρόσληψης μονίμων εκπαιδευτικών και καθόλου δεν αφορά στην περίπτωση των προσωρινών αναπληρωτών, όπως προκύπτει από την απλή επισκόπηση της δωδέκατης σκέψης της προρρηθείσας 4303/2015 απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας που με ενάργεια αποσαφήνισε τη διαφορά που υφίσταται ανάμεσα στις διακριτές αυτές διαδικασίες και το νομικό πλαίσιο αναφοράς για την καθεμιά. Επίσης με την ίδια απόφαση απορρίφθηκε ρητά λόγος ακύρωσης αντλούμενος από την δήθεν παραβίαση δεδικασμένου συναρτώμενου προς τα κριθέντα με την 527/2015 απόφας. Επιπρόσθετα και ανεξαρτήτως των ανωτέρω η μνησθείσα 527/2015 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας δεν επέλυσε οριστικά κάποια ένδικη διαφορά, ώστε να πηγάσει από αυτήν δεδικασμένο και υποχρέωση συμμόρφωσης, αλλά απάντησε σε προδικαστικά ερωτήματα που τέθηκαν με την 2223/2012 απόφασή του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών και ανέπεμψε την υπόθεση στο εν λόγω Διοικητικό Εφετείο(Η΄ Τμήμα Ακυρωτικό), δηλαδή στον φυσικό της δικαστή, χωρίς να έχει δημοσιευτεί, στο μέτρο που δυνάμεθα να γνωρίζουμε, οριστική απόφασή του τελευταίου. Σημειώνεται ότι το ζήτημα αντισυνταγματικότητας που εντοπίστηκε σε σχέση με το σύστημα πρόσληψης των μονίμων εκπαιδευτικών, μεταξύ άλλων και από ενιαίους πίνακες αναπληρωτών, αναφέρεται αφενός στο ασταθές και διαρκώς μεταβαλλόμενο νομικό πλαίσιο,το οποίο τόσο μας έχει ταλανίσει και αφετέρου στην απουσία των απαιτούμενων διαδικαστικών εγγυήσεων υπό την έννοια της έλλειψης πρόβλεψης για διενέργεια ελέγχου νομιμότητας της διαδικασίας κατάρτισης των πινάκων προσωρινών αναπληρωτών καθηγητών από το ΑΣΕΠ. Το ανωτέρω ζήτημα επιβάλλεται να επιλυθεί άμεσα με την πρόβλεψη διεξαγωγής του σχετικού ελέγχου νομιμότητας(βλ. για την απαιτούμενη κατά το Σύνταγμα έκταση αυτού του έλεγχου, Π.Ε. Συμβουλίου της Επικρατείας 230/2008),τούτο δε αυτονοήτως αποτελεί και δικό μας αίτημα ουδόλως όμως, συνδέεται με την επιχειρούμενη αυθαίρετη επέμβαση στα ουσιαστικά κριτήρια αξιολόγησης για την πρόσληψη αναπληρωτών κατά το προσεχές σχολικό έτος. Τέλος, εν όψει της αδιάστικτης διατύπωσης της απορριπτικής απόφασης 4303/2015 του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά το σκέλος της που περιλαμβάνει την παραδοχή(προαναφερθείσα 12η σκέψη) ότι οι μόνιμοι εκπαιδευτικοί δεν τελούν σε ίδιες συνθήκες με τους προσωρινούς αναπληρωτές, αντίκειται κατάφωρα στην αρχή της ισότητας η σχεδιαζόμενη επέκταση του τρόπου μοριοδότησης που ισχύει σύμφωνα με το άρθρο 3 του Νόμου 3848/2010,προκειμένου περί πρόσληψης μόνιμων εκπαιδευτικών και μάλιστα ύστερα από νέο διαγωνισμό, στη διαδικασία πρόσληψης αναπληρωτών καθηγητών με αναγωγή σε παρωχημένο διαγωνισμό, διενεργηθέντα προ οκταετίας. Είναι,μάλιστα, άξιο μνείας ότι ακόμη και τα κριτήρια του άρθρου 3 του Νόμου 3848/2010 τοποθετούνται στην προκρούστεια κλίνη, προκειμένου να προσαρμοστούν στα ιδιοτελή συμφέροντα της ομάδας εκείνης που εξυπηρετεί η επίμαχη ρύθμιση, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον τρόπο βαθμολόγησης της επιτυχίας σε διαγωνισμό ΑΣΕΠ που ,βάσει της εν θέματι ρύθμισης ,βαθμολογείται ανελαστικά με μια μονάδα για κάθε βαθμό που συγκέντρωσε ο υποψήφιος πάνω από τη βάση στον τελευταίο διαγωνισμό και με μισή μονάδα για κάθε βαθμό που συγκέντρωσε ο υποψήφιος πάνω από τη βάση στον προτελευταίο διαγωνισμό ,ενώ στο άρθρο 3 του Νόμου 3848/2010 προβλέπεται ότι λαμβάνεται υπ’οψιν ο διαγωνισμός εκείνος στον οποίον ο υποψήφιος συγκέντρωσε την υψηλότερη συνολική του βαθμολογία. Υπό τα δεδομένα αυτά, που λεπτομερώς ιστορήθηκαν και παρατέθηκαν, καθίσταται εμφανής η πρόδηλη αντισυνταγματικότητα της μελετώμενης νομοθετικής μεταβολής και ο αφόρητα άδικος χαρακτήρας του ουσιαστικού της περιεχομένου. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ και με την ρητή επιφύλαξη των νομίμων δικαιωμάτων μας. Καταγγέλλουμε την απροσχημάτιστη απόπειρα που ενσωματώνει η επίμαχη ρύθμιση, για εξουδετέρωση του αντικειμενικού κριτηρίου αξιολόγησης της προϋπηρεσίας κατά τη διαδικασία πρόσληψης προσωρινών αναπληρωτών, ώστε να αποκτήσουν αθέμιτο πλεονέκτημα απέναντι σε εμάς υποψήφιοι που υστερούν καταφανώς στο συγκεκριμένο κριτήριο. Σας καλούμε να αποσύρετε άμεσα την επίμαχη ρύθμιση και ταυτόχρονα να προβείτε άμεσα σε όλες τις επιβαλλόμενες ενέργειες, προς την κατεύθυνση που υποδεικνύει και η απόφασή της 26ης Νοεμβρίου 2014 του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε να κατοχυρωθεί επιτέλους η σταθερότητα του εργασιακού δεσμού για όλους εμάς που διαθέτουμε μακροχρόνια και ευδόκιμη προϋπηρεσία ως συμβασιούχοι αναπληρωτές εκπαιδευτικοί. Σας δηλώνουμε ότι ενδεχόμενη εμμονή σας στην προώθηση της επίμαχης ρύθμισης, μετά την κοινοποίηση του παρόντος εξωδίκου, ισοδυναμεί με κυνική ομολογία ωμής παραβίασης των προστατευόμενων σε συνταγματικό και υπερνομοθετικό επίπεδο εργασιακών μας δικαιωμάτων και ότι στην περίπτωση αυτή δεν θα φεισθούμε κανενός νόμιμου μέσου αντίδρασης. Αρμόδιος Δικαστικός Επιμελητής παραγγέλλεται να επιδώσει νόμιμα την παρούσα προς τον Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, κατοικοεδρεύοντα στο Αμαρούσιο Αττικής(οδός Ανδρέα Παπανδρέου αρ.37) προς γνώση του και για τις νόμιμες συνέπειες, αντιγράφων αυτήν ολόκληρη στη συνταχθησόμενη Έκθεση Επίδοσης.
Αθήνα,15-4-2016 Ο Πληρεξούσιος Δικηγόρος
Περισσότερα εκπαιδευτικά νέα εδώ.