Σύμφωνα με τον Μπαμπινιώτη, το αρχ. ρ. μειγνύω (που σώζεται καλύτερα στο αρχαίο και σύγχρονο ρ. αναμειγνύω) και τα παράγωγα του ήδη στην αρχαία γεννούν ζητήματα ορθογραφίας, πιθανώς και λόγω τού πρώιμου ιωτακισμού, της συμπτώσεως στην προφορά τού -ει- με το -ι-. Αν ληφθούν υπ' όψιν η κατανομή των βαθμίδων τής ρίζας μειγ- στο ρήμα και τα παράγωγα του, καθώς και η γραπτή παράδοση τους, κρίνονται ως ορθότερες οι εξής ορθογραφήσεις: (α) με -ει-(ανα)μειγνύω, (ανα)μείξω, (αν)έμειξα (β) με -ι-: (αναμίχθηκα, (ανα)μιγμένος. Παράγωγα: (α) με -ει-: μείγμα και μείξη (ανάμειξη) (β) με -ι-: μικτός (ανάμικτος), επι-μιξία, μιγάς, αμιγής, μίγδην. Προκειμένου για το μείξη (αρχ. μείξις), θα μπορούσε μεν να δικαιολογηθεί η γραφή του ως μίξη (πολλά αρχαία ουσιαστικά σε -σις σχηματίζονταν με το ασθενές θέμα: δόσις, θέσις, τάσις έναντι των δίδωμι, τίθημι, τείνω-αλλά πνεύσις, ζεύξις, λήψις, πράξις), ωστόσο μέσα από τη χειρόγραφη παράδοση φαίνεται προτιμότερη η γραφή με -ει-. Ακόμη και το μικτός υπήρξε η τάση να γραφεί ως μεικτός, πράγμα που δεν επικράτησε τελικά.
Περισσότερα γλωσσικά λάθη εδώ.