Ήταν 26 Ιανουαρίου 1970 όταν η ελληνική κοινωνία συγκλονίζεται από ένα τρομακτικό ατύχημα. Ένα σχολικό λεωφορείο έχει παραλάβει παιδιά νηπιαγωγείου και δημοτικού και ξεκινά το δρομολόγιο προκειμένου να πάει στα σπίτια τους και να τα παραδώσει στους γονείς.
Ξαφνικά, ωστόσο, η μυρωδιά της φωτιάς μετατρέπει ένα δρομολόγιο ρουτίνας σε ένα θρίλερ επιβίωσης όπου μικρά παιδιά προσπαθούν να γλιτώσουν από τις πύρινες φλόγες που μέσα σε λίγα λεπτά τύλιξαν το λεωφορείο.
Σαν από θαύμα κανένα από τα παιδιά δεν έχασε τη ζωή του. Κάποια από αυτά τραυματίστηκαν σοβαρά και αναγκάστηκαν να νοσηλευτούν για μεγάλο χρονικό διάστημα προκειμένου να καταφέρουν οι γιατροί να αποτρέψουν κάθε κίνδυνο.
Στην δίκη που ακολούθησε η ελληνική κοινωνία, αυτή τη φορά, άφωνη παρακολουθεί την εξέλιξη της υπόθεσης που αποκάλυψε πως το συγκεκριμένο λεωφορείο ήταν ένα «κινούμενο φέρετρο».
Το δρομολόγιο του τρόμου
Το σχολικό λεωφορείο άνηκε στο εκπαιδευτήριο «Γ. Κουμαντάκου» που βρισκόταν στον Χολαργό. Τα μαθήματα είχαν τελειώσει και οι δάσκαλοι οδηγούσαν τα συνολικά 13 παιδιά (νηπιαγωγείου και δημοτικού) στο λεωφορείο προκειμένου να ξεκινήσει το δρομολόγιο της επιστροφής στα σπίτια τους.
Περίπου 600 μέτρα μακριά από το σχολείο, τα παιδιά ειδοποίησαν τον οδηγό πως μυρίζει κάτι περίεργο, σα να καίγεται κάτι. Ο οδηγός σταμάτησε το όχημα στην συμβολή των οδών Κεραμεικού και Περικλέους, και χωρίς να κλείσει τη μηχανή κατέβηκε για να ελέγξει τι συμβαίνει.
Ελάχιστες στιγμές μετά, άνοιξε το καπό και αμέσως η μηχανή άρπαξε φωτιά. Οι φλόγες μέσα σε δευτερόλεπτα άρχισαν να τυλίγουν το όχημα. Στη συνέχεια ακολούθησαν σκηνές αλλοφροσύνης.
Τα παιδιά προσπαθούσαν έντρομα να βγουν από την πόρτα. Κάποια από αυτά καιγόντουσαν. Περίοικοι αλλά και οδηγοί που περνούσαν από το πολυσύχναστο σημείο έσπευσαν να βοηθήσουν με όποιον τρόπο μπορούσαν.
Τελικά λίγο αργότερα, όλα τα παιδιά είχαν καταφέρει να βγουν μέσα από το φλεγόμενο όχημα και σταδιακά άρχισαν να μεταφέρονται στο νοσοκομείο «Παιδών» προκειμένου να τους παρασχεθούν οι πρώτες βοήθειες.
Εκεί διαπιστώνεται πως αν και υπάρχουν τραυματισμένα παιδιά κανένα από αυτά δεν κινδυνεύει να χάσει τη ζωή του. Οκτώ, ωστόσο, από αυτά έχουν υποστεί σοβαρότατα εγκαύματα και οι γιατροί θεωρούν επιβεβλημένες τις πλαστικές επεμβάσεις όταν αυτό το επιτρέψει η υγεία τους.
Την ίδια ώρα, που οι γιατροί έδιναν τον δικό τους αγώνα, η αστυνομία ξεκίνησε την προανάκριση προκειμένου να στείλει στη δικαιοσύνη τους υπεύθυνους αυτού του φρικτού ατυχήματος.
Τελικά, με βάση και την δικογραφία που σχηματίσθηκε στο εδώλιο του κατηγορούμενου κάθισαν πέντε άτομα.
Η δίκη των υπευθύνων και ο σωλήνας του καρμπιρατέρ που ήταν… δεμένος με σπάγκο
Η δίκη για την απόδοση των ευθυνών ξεκίνησε τον Μάρτιο του 1973. Κατηγορούμενοι ήταν ο ιδιοκτήτης του σχολείου, ο οδηγός του λεωφορείου, ένας μηχανικός του υπουργείου Μεταφορών και δύο ιδιοκτήτες συνεργείων αυτοκινήτων, στους οποίους είχε ανατεθεί η συντήρηση του σχολικού.
Η έναρξη της δίκης σημαδεύτηκε από δυο «εικόνες». Από τη μια οι εξοργισμένοι γονείς οι οποίοι απαιτούσαν δικαιοσύνη για τα παιδιά τους και εκτόξευαν κατάρες κατά των υπευθύνων. Κατήγγειλαν την γενικότερη κατάσταση αλλά και τον έλεγχο του οχήματος ως... ανύπαρκτο και κατέθεσαν ότι επρόκειτο για «ένα κινούμενο φέρετρο». Παράλληλα, σχετικά με την στάση του οδηγού της ώρα της φωτιάς αποκάλυψαν πως «το ένα παιδί έσωζε το άλλο, ενώ εκείνος αδρανούσε και έδειχνε να τα έχει χαμένα».
Από την άλλη, ανατριχίλα προκάλεσε η παρουσία των τραυματισμένων παιδιών. «Συρρικνωμένα πρόσωπα, φαλακρά κεφάλια, βαθιές ουλές στην σάρκα, κλειστά μάτια, κομμένα αυτιά και καμένα χεράκια», σύμφωνα με τα δημοσιεύματα της εποχής.
Την ίδια ώρα, όπως είναι… φυσιολογικό, οι κατηγορούμενοι έριχναν ο ένας τις ευθύνες στον άλλο. Ο ιδιοκτήτης του σχολείου, όπως ανέφερε στην κατάθεση του, είχε ευθύνη μόνο να πηγαίνει το λεωφορείο προς έλεγχο από εκεί και πέρα ήταν δουλειά του τεχνικού να κάνει την σωστή συντήρηση. Οι τεχνικοί, από την πλευρά τους, έλεγαν πως η συντήρηση γινόταν κανονικά και πως «τα κρυμμένα ελαττώματα δεν ήταν δική τους ευθύνη»!
Από την έρευνα της αστυνομίας, ωστόσο, προέκυψε πως το λεωφορείο έπρεπε να έχει αποσυρθεί τουλάχιστον τρία χρόνια νωρίτερα, η κάρτα ελέγχου… μυστηριωδώς είχε «χαθεί», ενώ το σημαντικότερο είναι πως ο σωλήνας του καρμπιρατέρ που ήταν… δεμένος με σπάγκο. Το συγκεκριμένο σημείο, σύμφωνα με την έκθεση της αστυνομίας, ήταν εκεί απ’ όπου ξεκίνησε η φωτιά…
Η απόφαση του δικαστηρίου και η ιδιαίτερη περίπτωση της Καλλιόπης Αθανασιάδη
Το Τριμελές πλημμελειοδικείο έκρινε ένοχους τον ιδιοκτήτη του σχολείου και τον οδηγό του λεωφορείου στους οποίους υπεβλήθη ποινή φυλάκισης ενός έτους και έξι μηνών και ενός έτους και δύο μηνών αντίστοιχα, ενώ απήλλαξε από τις κατηγορίες του άλλους τρεις εμπλεκόμενους.
Η απόφαση δεν ικανοποίησε τους περισσότερους από τους συγγενείς των παιδιών ενώ κάποιοι άλλοι εκτίμησαν πως αποδόθηκε δικαιοσύνη παρά το γεγονός ότι οι ποινές ήταν μικρές. Η «επόμενη ημέρα», ωστόσο, βρήκε τους πάντες να προσπαθούν να επουλώσουν τις πληγές τους, σωματικές και ψυχικές. Κάποιοι τα κατάφεραν, κάποιοι άλλοι έμειναν για πάντα «σημαδεμένοι» από εκείνο το φρικτό περιστατικό.
Ίσως η πιο ιδιαίτερη περίπτωση, ωστόσο, είναι αυτή της μικρούλας Καλλιόπης Αθανασιάδη. Στο ατύχημα ήταν μόλις τεσσάρων ετών. Περίπου 46 χρόνια αργότερα είναι πλέον η θωρακοχειρουργός δρ Καλλιόπη Αθανασιάδη! Προέδρος της Ελληνικής Εταιρείας Χειρουργών Θώρακος-Καρδίας-Αγγείων και υπεύθυνη του Θωρακοχειρουργικού Τμήματος στον «Ευαγγελισμό».
Τα σημάδια στο πρόσωπό της και στα χέρια της από το φρικτό ατύχημα του 1970 δεν την εμπόδισαν να κάνει μια εντυπωσιακή πορεία στην ιατρική. Η ίδια σε πρόσφατή συνέντευξή της είχε δηλώσει: «Εγώ δεν έχω κανένα πρόβλημα με αυτό, έχω συμφιλιωθεί απόλυτα με αυτή την εικόνα»!
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.