Τα θεωρητικά ερωτήματα για το επέκεινα της ζωής και τη φύση του θανάτου σχετίζονται συνήθως με τα δόγματα της Ανατολής.
Οι μακρινές σε μας θρησκείες ενός άλλου κόσμου διδάσκουν ότι η ζωή του ανθρώπου δεν διαρκεί όσο η επίγεια παρουσία του, καθώς η ιδέα της μετεμψύχωσης δονεί τις πίστεις των ασιατικών πολιτισμών.
Την ίδια ώρα, η φιλοσοφική σκέψη των αρχαίων Ελλήνων είναι ταυτισμένη με τη λογική ανάλυση και την απομάγευση της Φύσης, θέτοντας σε πρώτο πλάνο τον αισθητό κόσμο και τα παρατηρησιακά δεδομένα της εμπειρίας μας. Ή έτσι τουλάχιστον θέλουμε να πιστεύουμε εμείς σήμερα!
Γιατί στην ουσία οι αρχαίοι ημών πρόγονοι ασχολήθηκαν με εξαιρετική προσοχή με τη διερεύνηση της θνητής ψυχής αλλά και την ίδια τη μετενσάρκωση, συζητώντας σοβαρά για την προΰπαρξη της συνείδησης αλλά και την αιώνια ζωή της πέρα από το φθαρτό σώμα.
Φιλοσοφικές παραδόσεις-ογκόλιθοι της σκέψης έθεσαν τη μετεμψύχωση στο επίκεντρο των αναζητήσεών τους, κάνοντας τη μεταφυσική αναπόσπαστο τμήμα της συλλογιστικής τους.
Ο Πυθαγόρας ισχυριζόταν πως μπορούσε να θυμηθεί τις προηγούμενες ζωές του και ο Πλάτωνας παρουσίασε λεπτομερείς περιγραφές μετεμψύχωσης στα κυριότερα έργα του, βάζοντας ακόμα και τον Σωκράτη (στον «Φαίδρο») να λέει πως «Είμαι πεπεισμένος πως υπάρχει αληθινά αυτό που λέμε ζεις ξανά και πως οι ζωντανοί προέρχονται από
τους νεκρούς»!
τους νεκρούς»!
Ήταν το ανήσυχο και διψασμένο για γνώση πνεύμα τους που δεν αρκούνταν στην ανακάλυψη των φυσικών νόμων και έψαχνε διαχρονικά τις απαντήσεις στα προαιώνια και πιεστικά ερωτήματα ή μήπως οι μεταφυσικές αυτές διερευνήσεις ήταν δάνεια από Ινδία και Αίγυπτο, όπως ισχυρίζεται μια μερίδα ιστορικής σκέψης;
Οι αρχαίοι Έλληνες ενδιαφέρθηκαν πολύ να μάθουν τι συμβαίνει μετά θάνατον, τι απογίνεται η ψυχή, αν επιζεί η γήινη προσωπικότητα και αν είναι δυνατή φυσικά η μετεμψύχωση σε άλλο σώμα. Οι διανοητές της Ελλάδας εξετάζουν εξάλλου το ανθρώπινο σώμα πάντα σε σχέση με την ψυχή που εδρεύει σε αυτό, μιας και στη σκέψη τους φυσικό σώμα χωρίς ψυχή είναι κάτι αδιανόητο.
Πυθαγόρειοι και Πλατωνικοί είδαν άλλωστε τον άνθρωπο ως κάτι σαφώς περισσότερο από την αισθητή εικόνα του, καθώς πνεύμα και ενσαρκωμένη προσωρινά ψυχή ήταν αυτά που έδιναν την ανθρώπινη υπόσταση. Ο Πλάτωνας δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνείας όταν μας λέει στον «Τίμαιο» (42D) πως «τὸ δὲ μετὰ τὸν σπόρον τοῖς νέοις παρέδωκεν θεοῖς σώματα πλάττειν θνητά, τό τ' ἐπίλοιπον, ὅσον ἔτι ἦν ψυχῆς ἀνθρωπίνης δέον».
Αλλά και στον «Φαίδωνα» (111Α) ισχυρίζεται χωρίς περιστροφές πως «άνθρωπος εστί ψυχή σώματι χρωμένη». Η ψυχή κείται για τους αρχαίους στην ενδιάμεση θέση μεταξύ νοητού και αισθητού κόσμου και είναι αυτή που έρχεται να εμψυχώσει τα σώματα, γεννώντας τον χώρο και τον χρόνο.
Ας κάνουμε λοιπόν ένα σύντομο ταξίδι στον μεταφυσικό κόσμο της ελληνικής σκέψης για να δούμε τις ενασχολήσεις των μεγάλων προγόνων μας με μια σειρά εννοιών που προσιδιάζουν κανονικά στις ανατολίτικες πίστεις…
Η πυθαγόρεια μετεμψύχωση
Ο Πυθαγόρας υπήρξε, πριν από όλα, θρησκευτικός ηγέτης και εισηγητής ενός νέου τρόπου ζωής, θέτοντας ως ακρογωνιαίο λίθο της περιώνυμης σχολής του δύο γνωρίσματα: την πεποίθηση ότι οι αριθμοί είναι οι αρχές των όντων αλλά και το δόγμα της μετεμψύχωσης!
Παρά το γεγονός ότι το ακριβές περιεχόμενο της θεωρητικής του διδασκαλίας το αγνοούμε, ξέρουμε ωστόσο από τους μεταγενέστερους Πυθαγορείους της κλασικής και ελληνιστικής εποχής ότι ο Πυθαγόρας πίστευε ότι η ψυχή είναι αθάνατη και μπορεί να μεταβαίνει μετά θάνατον σε άλλα ζωικά είδη. Οι Πυθαγόρειοι της κλασικής εποχής χωρίζονταν άλλωστε σε δυο στρατόπεδα σκέψης από τη βαρύτητα που απέδιδαν σε κάποιο από τα δυο αυτά πυρηνικά χαρακτηριστικά της φιλοσοφικής παράδοσης: στους «μαθηματικούς» το πρωτεύον ενδιαφέρον ήταν η γεωμετρία, η αστρονομία και η θεωρία της μουσικής, ενώ στους «ακουσματικούς» («ακροαματικούς») εντάσσονταν όσοι ήταν προσανατολισμένοι προς τις θρησκευτικές και μυστικιστικές διδαχές του πυθαγορισμού.
Οι μεταφυσικές αυτές ανησυχίες του Πυθαγόρα έκαναν τον Ξενοφάνη να τον ειρωνευτεί, όταν μας διηγείται περιπαικτικά στους στίχους του πως: «Λένε ότι όταν κάποτε είδε να βασανίζουν ένα σκυλάκι, το συμπόνεσε και είπε: ‘‘Σταμάτα, μην το χτυπάς, γιατί είναι η ψυχή κάποιου φίλου· την αναγνώρισα όταν άκουσα τη φωνή του’’»! Οι αρχαίοι γνώριζαν καλά ότι ο Πυθαγόρας πίστευε ακράδαντα στη μετενσάρκωση (για να λειτουργήσει το ειρωνικό ξενοφανικό σχήμα) και κήρυττε το δόγμα της μετεμψύχωσης, του οποίου φέρεται μάλιστα να είναι ο βασικός εισηγητής στον ελλαδικό χώρο, όπως μας λέει σωρεία αρχαίων ελλήνων συγγραφέων.
Ο Ηρόδοτος («Ιστορίαι» 2.123) θεωρεί ότι η δοξασία της μετεμψύχωσης έχει αιγυπτιακή καταγωγή, αφού, κατά τα λεγόμενά του, οι Αιγύπτιοι είναι οι πρώτοι που υποστήριξαν ότι η ψυχή του ανθρώπου είναι αθάνατη και ότι συμπληρώνει έναν κύκλο διαδοχικών μετενσαρκώσεων σε άλλα ζωικά είδη που διαρκεί 3.000 χρόνια, πριν επιστρέψει σε ένα νέο ανθρώπινο σώμα.
«Οι Αιγύπτιοι μάλιστα είναι οι πρώτοι που είπαν τούτη την κουβέντα, ότι η ψυχή του ανθρώπου είναι αθάνατη και ότι, καθώς το σώμα καταλύεται, αυτή μπαίνει σε κάποιο άλλο ζώο που γεννιέται κάθε φορά· και αφού τριγυρίσει σε όλα τα ζώα της ξηράς, της θάλασσας και του αέρα, ξαναμπαίνει στο σώμα ανθρώπου που γεννιέται, και η περιήγηση αυτή συντελείται σε τρεις χιλιάδες χρόνια. Το δόγμα αυτό το χρησιμοποίησαν μερικοί Έλληνες, άλλοι παλαιότερα, άλλοι κατοπινότερα, σαν να ήταν δικό τους: ξέρω τα ονόματά τους αλλά δεν τα γράφω».
Ο Ηρόδοτος εννοεί προφανώς τον Πυθαγόρα (αλλά και τον Εμπεδοκλή), ο οποίος διατηρούσε ιδιαίτερες σχέσεις με τους ανατολικούς πολιτισμούς και δη την Αίγυπτο, φέρνοντας την ιδέα της μετεμψύχωσης στον ελληνικό κόσμο. Γύρω από τη μέριμνα αυτή για τη μεταθανάτια μοίρα της ανθρώπινης ψυχής οργανώθηκαν μάλιστα από τα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ. ποικίλα θρησκευτικά κινήματα, το σημαντικότερο από τα οποία ήταν οι Πυθαγόρειοι.
Όπως μας λένε οι λόγιοι και οι μελετητές, η ιδέα της μετεμψύχωσης είναι όντως νέα στην Ελλάδα και το λογικότερο είναι να υποθέσουμε ότι δεν την επινόησε ο Πυθαγόρας, αλλά την εισήγαγε από κάπου αλλού. Και για τους αρχαίους Έλληνες η πηγή όλων των σεβαστών πνευματικών δανείων ήταν η Αίγυπτος.
Είτε από τη γειτονική Αίγυπτο λοιπόν είτε, κατά μια άλλη γραμμή σκέψης, από τη μακρινή Ινδία (με την οποία είχαν έμμεση επαφή οι Έλληνες μέσω των εμπορικών δρόμων της Περσίας), ο Πυθαγόρας εισάγει στην ελληνική σκέψη την πίστη στη μετεμψύχωση και τη μετατρέπει σε ιδρυτικό σημείο ενός νέου πνευματικού κινήματος στην Ελλάδα!
Η πίστη βέβαια σε κάποια μορφή μεταθανάτιας ζωής αποτελεί κοινό κτήμα των ανθρώπων από πολύ παλιά, όπως μαρτυρούν τα ταφικά έθιμα πολλών γνωστών πολιτισμών. Στα ομηρικά έπη έχουμε μάλιστα περιγραφές του Άδη όπου οι ψυχές των νεκρών παρουσιάζονται ως σκιές ή φαντάσματα που έχουν αποδεσμευτεί από το σώμα τους.
Επιπλέον, το δόγμα της μετεμψύχωσης προϋποθέτει ακόμη τη μεταθανάτια τιμωρία ή την ανταμοιβή, καθώς ο κύκλος των διαδοχικών μετενσαρκώσεων δεν μπορεί να είναι τυχαίος, αλλά θα πρέπει να εξαρτάται από τον τρόπο που έζησε κανείς τη ζωή του. Η δοξασία αυτή φαίνεται να προϋπήρχε στον ελλαδικό χώρο, αφού τα Ελευσίνια Μυστήρια προετοίμαζαν τους πιστούς για μια καλύτερη ζωή στον Άδη ήδη από τον 7ο π.Χ. αιώνα. Μεγαλύτερη απήχηση απέκτησε όμως κατά τον 5ο π.Χ. αιώνα και είναι λογικό να υποθέσουμε ότι το πυθαγόρειο ρεύμα έπαιξε καθοριστικό ρόλο σε αυτό.
Για τον Πυθαγόρειο, η προσχώρηση σε έναν νέο ασκητικό τρόπο ζωής είναι ο μοναδικός δρόμος για να ξεκινήσει ευνοϊκά ο κύκλος των μετενσαρκώσεων της ψυχής του. Με την πρακτική του επιδιώκει την καταπόνηση του σώματος και τον εξαγνισμό της ψυχής του. Επομένως, η ανθρώπινη ψυχή θεωρείται κάτι το εντελώς διαφορετικό από το σώμα, είναι μια οντότητα αθάνατη και αυθύπαρκτη που μπορεί να ζήσει μέσα σε διαφορετικά σώματα. Εδώ εντοπίζεται η θεωρητική επανάσταση του Πυθαγόρα.
Η πυθαγόρεια ψυχή αυτονομείται από το σώμα και η καλλιέργειά της γίνεται το πρωταρχικό καθήκον στις κοινότητες των Πυθαγορείων. Με τη σιωπή, τη νηστεία, το αυστηρό τελετουργικό, την ομαδική ζωή, τη μίμηση του «θείου ανδρός», με πρακτικές δηλαδή κατά βάση θρησκευτικές, οι μαθητές του Πυθαγόρα προσδοκούσαν τη σωτηρία της ψυχής τους.
Λέγεται συχνά ότι ο Πυθαγόρας ήταν περισσότερο θρησκευτικός μεταρρυθμιστής παρά φιλόσοφος με την τρέχουσα έννοια του όρου, καθώς η διδασκαλία του φαίνεται να εξαντλείται στην προετοιμασία της ψυχής για τις μεταθανάτιες μετενσαρκώσεις της. Είχε βέβαια τις απόψεις του για τους αριθμούς που θα τον έστελναν στον πάνθεο των αρχαίων διανοητών (τα σημαντικότερα επιτεύγματα στα μαθηματικά και την αστρονομία προέρχονται από τον κύκλο των Πυθαγορείων, όπως το πυθαγόρειο θεώρημα, η ανακάλυψη των ασύμμετρων μεγεθών, η σφαιρικότητα του σύμπαντος, η κίνηση της Γης και η θεωρία της μουσικής), ο μυστικισμός του μια φορά ζούσε και βασίλευε…
Η μεταφυσική πλατωνική ψυχή
Για τον κολοσσό της αρχαιοελληνικής σκέψης Πλάτωνα είναι πια κοινή η πεποίθηση ότι είναι βαθύτατα επηρεασμένος από την πυθαγόρεια κοσμοθεωρία. Υιοθετεί την αθανασία της ψυχής και τη μετεμψύχωση, ταυτίζει τη μέθοδο της φιλοσοφίας με τη μέθοδο των μαθηματικών, προβάλλει τη γεωμετρική δομή του σύμπαντος και ιδρύει τη δική του σχολή, την περιβόητη Πλατωνική Ακαδημία, στα ίδια πρότυπα της οργάνωσης των Πυθαγορείων.
Στον «Φαίδρο» του (245 C), ο μεγάλος διανοητής κάνει λόγο για την αθανασία της ψυχής, λέγοντας ότι αυτή φέρει εξαρχής φτερούγες, οι οποίες όσο διατηρούνται δυνατές, τη συγκρατούν στις υπερουράνιες περιοχές, ενώ όταν χάσει αυτή τη δύναμη, ενσαρκώνεται κατά πρώτον σε ανθρώπινα σώματα, για να μπορέσει να επιτύχει εκ νέου την άνοδό της, ενώ, αν δεν τα καταφέρει, είναι δυνατόν να καταποντιστεί σε σώματα ζώων: «Ψυχὴ πᾶσα ἀθάνατος. τὸ γὰρ ἀεικίνητον ἀθάνατον· τὸ δ’ ἄλλο κινοῦν καὶ ὑπ’ ἄλλου κινούμενον, παῦλαν ἔχον κινήσεως, παῦλαν ἔχει ζωῆς. μόνον δὴ τὸ αὑτὸ κινοῦν, ἅτε οὐκ ἀπολεῖπον ἑαυτό, οὔποτε λήγει κινούμενον, ἀλλὰ καὶ τοῖς ἄλλοις ὅσα κινεῖται τοῦτο πηγὴ καὶ ἀρχὴ κινήσεως».
Ο Πλάτωνας υπογραμμίζει ότι η ψυχή ενός αληθινού φιλόσοφου μπορεί να αποκτήσει ύστερα από 3.000 χρόνια και πάλι τα φτερά της και να ξαναγυρίσει εκεί που ανήκει, ενώ για τις κοινές ψυχές απαιτείται διάσημα τουλάχιστον 10.000 χρόνων. Οι γεννήσεις σε ανθρώπινα ή και σε ζωικά σώματα είναι μάλλον το επακόλουθο μιας πτώσης ή υποβάθμισης από έναν ανώτερο κόσμο σε έναν άλλο κατώτερο, με τη δυνατότητα όμως να ανυψωθεί και πάλι προς την πηγή του ανώτερου.
Είναι γνωστό ότι ο Πλάτωνας θεωρούσε το σώμα τάφο της ψυχής και στον «Κρατύλο» συμπλέει με τη διδασκαλία του Ορφέα όταν μας λέει ότι η ψυχή τιμωρείται μέσω της ένωσής της με το σώμα. Αυτός που ανέλαβε να δώσει σαφείς και ακριβείς απαντήσεις στο ερώτημα «γιατί η ψυχή εγκαταλείπει την ευδαιμονία της και έρχεται να δοκιμαστεί ενσαρκωμένη στη Γη;» είναι ο Πλωτίνος, ο ιδρυτής του νεοπλατωνισμού, ο οποίος απαντά στις «Εννεάδες» ότι αν παρέμενε η ψυχή στον νοητό κόσμο, τότε θα τελούσε σε αδράνεια χωρίς να μπορεί να προσφέρει τίποτα στην καθολική εξέλιξη, αλλά ούτε και η ίδια θα εμπλουτιζόταν με την πείρα που της είναι αναγκαία για να δράσει. Μέσα από τις δοκιμασίες πάνω στη Γη κινητοποιεί και δραστηριοποιεί η ψυχή τις υπάρχουσες γνώσεις της, εφαρμόζει τις άπειρες δυνατότητές της και επανέρχεται πιο ισχυρή και τελειότερη από όσο ήταν πριν κατέλθει.
Για τον αλεξανδρινό σοφό της ύστερης αρχαιότητας, οι ψυχές διαδραματίζουν κοσμικό ρόλο, καθώς η ψυχή έχει δημιουργική αποστολή και δίνει ζωή στα ουράνια σώματα, όπως διατυπώθηκε εξάλλου και από τον Πλάτωνα στον «Φαίδρο» και τους «Νόμους» (899b). Η ψυχή είναι υπεύθυνη για τα θαυμάσια του ουρανού, εισάγοντας παντού την τάξη και την κίνηση. Η παρουσία ή η απουσία της ψυχής ευθύνεται για τη ζωή ή τον θάνατο των όντων, τα οποία εξάλλου ζωοποιεί. Η ψυχή είναι ταυτόσημη με τη ζωή και, για τον Πλωτίνο, δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ ατομικής και κοσμικής ψυχής. Η του παντός ψυχή είναι παρούσα σε όλες τις ατομικές ψυχές. Η κάθοδός τους στα διάφορα σώματα δεν επηρεάζει καθόλου τη σύνδεσή τους με την κοσμική ψυχή, από την οποία εκπορεύονται. Η ψυχή έχει υπερβατικό περιεχόμενο σε σχέση με το σώμα, στο οποίο δίνει ζωή και υπόσταση. Η ψυχή υπαγορεύει στο σώμα τι θα πράξει, το χρησιμοποιεί και το κινεί απ’ έξω (Φαίδων 94b, Αλκιβιάδης I, 130a, Νόμοι, 895c-896c).
Αυτή είναι άλλωστε η ειδοποιός διαφορά του πλατωνισμού από τον αριστοτελισμό: ο τελευταίος ενώνει την ψυχή με το σώμα, ενώ στον πλατωνισμό η ψυχή ενεργεί εντός του σώματος ως ξεχωριστό από την ίδια ον (Εννεάδες, IV. 7.2, 8.5, Τίμαιος, 34b- 36e). «Οἷον σκοτεινὸν νέφος ἡλίου βολαὶ φωτίσασαι λάμπειν ποιοῦσι χρυσοειδῆ ὄψιν δίδουσαι, οὕτω τοὶ καὶ ψυχὴ ἐλθοῦσα εἰς σῶμα οὐρανοῦ ἔδωκε μὲν ζωὴν ἔδωκε δὲ ἀθανασίαν, ἢγειρε δὲ κείμενον», μας λέει στις «Εννεάδες» (V.I.2, 20-23). Προτού εκδηλωθεί η ψυχή, ο ουρανός ήταν σώμα νεκρό, «ὃ στυγέουσιν οἱ θεοί», όπως λέει εξάλλου και ο Όμηρος στην «Ιλιάδα» (ΧΧ,65). Αν ο ουρανός είναι «ζῶον εὐδαῖμον», αυτό το οφείλει στην ψυχή (Εννεάδες, V.1.2, 23-26).
Ο Πλωτίνος ονομάζει τον κόσμο Θεό γιατί ο κόσμος συμμετέχει στο θείον της ψυχής, η οποία του δίνει τη ζωή, την ύπαρξη και την κίνηση. Με τη σειρά της η ψυχή, πανταχού παρούσα και μία, ομοιάζει με τον γεννήτορα, δηλαδή με την ανώτερη από αυτήν υπόσταση (Εννεάδες, V.1.2, 35-45). Γι’ αυτό θα πρέπει για τον αλεξανδρινό δάσκαλο ο άνθρωπος, μέσω της κάθαρσης και της απογύμνωσης, να απαλλαγεί από το φθαρτό και θνητό του σώμα, το ένδυμα αυτό της ψυχής, όπως μας λέει χαρακτηριστικά ο πλατωνικός «Γοργίας» (Γοργίας, 523c).
Ακόμα και ο Πίνδαρος, σε ένα ποίημα που επικαλείται τον πλατωνικό διάλογο «Μένων», διηγείται πως η Περσεφόνη στέλνει τις ψυχές που δέχθηκε στο βασίλειο του Άδη για κάθαρση έπειτα από εννέα χρόνια στον πάνω κόσμο. Αλλά και ο Εμπεδοκλής ασχολείται με τη θεωρία της περιπλάνησης των ψυχών στα διασωθέντα αποσπάσματα του έργου του, λέγοντας για παράδειγμα ότι αν μια ψυχή κηλιδωθεί από πράξη φόνου, επιορκίας ή άλλου εγκλήματος, ντύνεται τη μορφή του θνητού, περιφέρεται μακριά από τη χώρα των Μακάρων και παραδίνεται από το ένα στοιχείο στο άλλο.
«Ένας εξ αυτών είμαι κι εγώ, ένας από τους θεούς εξόριστος και περιπλανώμενος, διότι ακολούθησα τις προτροπές της Διχόνοιας», ομολογεί ο ίδιος ο Εμπεδοκλής, παραδεχόμενος ότι υπήρξε άλλοτε νεανίας, κόρη, θάμνος, πτηνό και άφωνο ψάρι!
Η ορφική φιλοσοφική μετενσάρκωση
Οι γενναίοι θεωρητικά ορφικοί φιλόσοφοι αποτόλμησαν μια ριζοσπαστική ακροβασία, όταν πίστεψαν ότι όχι μόνο είναι δυνατή η επιστροφή του νεκρού στον επίγειο κόσμο, αλλά και ότι μπορεί κάποιος να βγει από τον αιώνιο κύκλο των συνεχόμενων μετενσαρκώσεων! Στην Ολβία του Εύξεινου Πόντου η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε εξάλλου στο φως οστέινες πλάκες του 5ου π.Χ. αιώνα που φέρουν το συμβολικό ορφικό σύνθημα: «Βίος-Θάνατος-Βίος».
Οι λεγόμενοι «Ιεροί Λόγοι» των ορφικών δοξασιών, που διασώζονται αποσπασματικά μέσα από το έργο του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, του Ηροδότου αλλά και των πλατωνικών και νεοπλατωνικών (Πλωτίνος, Πορφύριος, Δαμάσκιος κ.ά.), διδάσκουν ότι το σώμα είναι μια φυλακή της ψυχής. Η ψυχή φυλάσσεται εκεί μέσα («σώζεται», από όπου προκύπτει και η λέξη «σώμα») μέχρι να εκτίσει την ποινή της. Οι Ορφικοί ήθελαν να εξαγνίσουν τους ανθρώπους και την πόλη από τα κρίματά τους (όπως μας λέει ο Πλάτωνας στην «Πολιτεία» του αλλά και τους «Νόμους»), περιδιαβαίνοντας ουσιαστικά όλη τη λεκάνη της Μεσογείου για να μιλήσουν για την αθανασία της ψυχής και την επαναγέννησή της, έτσι που η λέξη ορφικός κατάντησε στην αρχαιότητα συνώνυμο της μετενσάρκωσης!
Για την ορφική φιλοσοφία ρυθμιστικό άρθρο πίστης είναι ο διαχωρισμός της ψυχής από το σώμα ως μια ξεχωριστή οντότητα. Οι Ορφικοί ήθελαν την ψυχή να υποκινεί τον άνθρωπο ως η απόλυτη αρχή των πάντων, αφήνοντας το σώμα σε υποδεέστερη θέση ως τάφος ή φυλακή της ψυχής. Ο πραγματικός άνθρωπος είναι η ψυχή. Ταυτοχρόνως βέβαια, μέσω του νόμου της ανάγκης (φθορά, πόνος, θλίψη, δυστυχία, πείνα), η ψυχή οφείλει να βρίσκεται αναγκαστικά μέσα σε ένα σώμα, καθώς το σώμα αυτό, αν και φυλακή, είναι που σώζει την ψυχή.
Αν όμως η ψυχή διακρίνεται από το σώμα και σώζεται απλώς μέσω αυτού, τότε κάθε φορά που πεθαίνουμε η ψυχή ψάχνει ένα νέο σώμα. Ποιος νόμος ορίζει όμως την προσκόλληση της αιώνιας ψυχής στο φθαρτό ανθρώπινο σώμα; Η τιμωρία! Η τιμωρία για κάποιο προγενέστερο αμάρτημα είναι που δένει τη θεϊκή ψυχή με το θνητό σώμα, αφού όταν εκτίσει την ποινή της σταματά ο φαύλος κύκλος της επαναλαμβανόμενης μετενσάρκωσης.
Ένα αμάρτημα είναι για τους Ορφικούς λοιπόν το αίτιο της μετενσάρκωσης του ανθρώπου και στη δική τους συλλογιστική, για όλα ευθύνονταν οι ανήθικοι πρόγονοι των ανθρώπων, οι Τιτάνες. Επιστρατεύοντας τον μύθο του διαμελισμού του Διόνυσου από τους Τιτάνες, όταν τον σκότωσαν για να πάρουν την εξουσία του και για να μην αποκαλυφθεί το αποτρόπαιο έγκλημά τους διαμέλισαν το άψυχο σώμα του και το έφαγαν, οι Ορφικοί έβλεπαν στο προαιώνιο αυτό κρίμα όλα τα δεινά της ψυχής αλλά και τις απανωτές μετεμψυχώσεις της.
Μόνο μέσω του εξαγνισμού μπορεί ο άνθρωπος να ανακόψει την κατάρα και να απαλλαγεί επιτέλους από τον φαύλο κύκλο της μετενσάρκωσης…
Τελικά
Μπορεί για μας σήμερα να φαντάζει αδιανόητο ότι η ίδια κοινωνία που γέννησε τη φιλοσοφία, την επιστήμη και τη λογική σκέψη ήταν επίσης αυτή που πίστευε σε μεταφυσικές έννοιες και αποκρυφιστικές δοξασίες, αν παρακολουθήσουμε ωστόσο τη μακρά ιστορία της ανθρώπινης σκέψης θα διαπιστώσουμε ότι ένα τέτοιο εκρηκτικό μείγμα είναι σχεδόν αυτονόητο.
Μόνο για τον σύγχρονο άνθρωπο η επιστήμη τέθηκε στους αντίποδες της θρησκείας και του μυστικισμού. Τα μαθηματικά εξάλλου, που αναπτύχθηκαν αρκετά νωρίς στην Ελλάδα, ασκούσαν πάντοτε ιδιαίτερη αίγλη στους μυστικιστικούς κύκλους, γιατί αποτελούσαν το υπόδειγμα της τελειότητας σε έναν κόσμο που έμοιαζε ακόμη χαοτικός και ανεξερεύνητος.
Όποιος αντιμετωπίζει με καχυποψία την καθημερινή ανθρώπινη εμπειρία και αναζητεί κάπου αλλού ένα ασφαλές σημείο σταθερότητας και αρμονίας, είναι φυσικό να γοητεύεται από τη μαθηματική σκέψη, η οποία μπορεί έτσι να συνυπάρχει απροβλημάτιστα με την τελετουργική μέθεξη και τις μυστικιστικές διδασκαλίες περί εξαγνισμού της ψυχής και μετενσαρκώσεων.
Ο συνδυασμός μαθηματικής σκέψης, λογικής επιστήμης και μυστικισμού, που δονεί την αρχαιοελληνική παράδοση, όχι μόνο δεν είναι καθόλου παράλογος αλλά φαίνεται να έχει ουσιαστικά ερείσματα στην ίδια την ανθρώπινη εμπειρία…
Περισσότερα θέματα για την αρχαία Ελλάδα εδώ.