Τι σημαίνει έρεισμα;
1. Στήριγμα
2. Ερέθισμα
3. Κίνητρο
4. Μερίδιο
Δείτε παρακάτω την απάντηση:
Το σωστό είναι το 1. Έρεισμα σημαίνει στήριγμα.
Έρεισμα {το, του ερείσματος} = 1. το στήριγμα, το υποστήριγμα, η βάση, ό,τι τοποθετείται ή κατασκευάζεται σε δεδομένη θέση, για να προσφέρει στήριξη
2. (α) το πλευρικό τμήμα τού δρόμου (μεταξύ τού οδοστρώματος και
τής τάφρου ή των ορίων τής εδαφικής έκτασης τού δρόμου) (β) το
τμήμα τής σιδηροδρομικής γραμμής μεταξύ τής σιδηροτροχιάς και
τής σκυρόστρωσης 3. (μεταφορικά) οποιοσδήποτε ή οτιδήποτε μπορεί να
προσφέρει υποστήριξη, λειτουργεί ως βάση θεμελίωσης και παρέχει
τα εχέγγυα για εγχείρημα, θέση, απόφαση κ.λπ.
Παράδειγμα:
1. έρεισμα δρόμου, έρεισμα γέφυρας
2. (μεταφορικά) Η απόφαση τους δεν έχει κανένα ηθικό έρεισμα.
Ετυμολογία: από το αρχαίο «ερείδω». Βλ. και αποθετικό ρήμα «ερείδομαι», που σημαίνει «βασίζομαι, στηρίζομαι».
Για το e-didaskalia.blogspot.gr
Αποστόλης Ζυμβραγάκης
Φιλόλογος
Κάνε περισσότερα γλωσσικά κουίζ εδώ.