Όσοι έχετε διαβάσει του «Τρεις σωματοφύλακες» του Αλέξανδρου Δουμά θυμάστε τον τέταρτο σωματοφύλακα που προστέθηκε στην παρέα, η οποία έσωσε τη βασίλισσα, τον Ντ’Αρτανιάν.
Ο Ντ’Αρτανιάν, λοιπόν, ήταν ένα απολύτως ιστορικό πρόσωπο, που η κανονική του ονομασία ήταν Κάρολος Μπα Καστελμόρ.
Η εξωτερική του εμφάνιση δεν διέφερε από αυτήν που περιέγραφε ο Δουμάς στο βιβλίο του, στον χαρακτήρα όμως δεν εμφάνιζε καμία ομοιότητα με τον μυθιστορηματικό ήρωα.
Από νεαρή ηλικία κόλλησε σ’έναν πανίσχυρο άνδρα της εποχής τον καρδινάλιο Μαζαρίνο, του οποίου έγινε έμπιστος.
Χάρη στη δική του επιρροή, υπηρέτησε για πολλά χρόνια σε διάφορες θέσεις του σώματος των Βασιλικών Σωματοφυλάκων, σε θέσεις με περίεργα και δυσνόητα ονόματα, άλλα με τεράστιο κύρος εκείνη την εποχή.
Τότε ολόκληρη η βασιλική φρουρά ασχολιόταν περισσότερο με την ψυχαγωγία του βασιλιά παρά με την προστασία του.
Ο Μαζαρίνος πεθαίνοντας κληροδότησε τον Ντ’ Αρτανιάν στο νεαρό τότε βασιλιά Λουδοβίκο το ΙΔ’, τον περίφημο Βασιλιά Ήλιο. Ο Λουδοβίκος γρήγορα εκτίμησε τις ικανότητες και την αφοσίωση του λαμπρού αυτού σωματοφύλακα, καθώς φαίνεται ότι ο Ντ’Αρτανιάν, σε αντίθεση με το ήθος που αποπνέει το βιβλίο του Δουμά, δεν είχε κανέναν ενδοιασμό να αναλαμβάνει την εκτέλεση των βρόμικων επιχειρήσεων του αφεντικού του.
Συνέλαβε και επιτήρησε στις φυλακές της Αγγέρης τον υπουργό Οικονομικών Φουκέ, συνέλαβε τον περίφημο κόμη Ντε Λοζέν, που είχε εξοργίσει το βασιλιά επειδή άφησε να τον ερωτευτεί μια ανιψιά του, ενώ κατέστειλε και μια αγροτική εξέγερση στο Βιβαράι το 1670, κατασφάζοντας του απελπισμένους χωρικούς που ζητούσαν καλύτερες συνθήκες διαβίωσης.
Φυσικό ήταν ο Λουδοβίκος να εκτιμήσει αυτές τις λεπτές υπηρεσίες του Ντ’Αρτανιάν και να τον ανταμείψει ανάλογα με τίτλους και θέσεις.
Τον ονόμασε κόμη και αυτός άρχισε να διαδίδει ότι κρατούσε από αρχοντική γενιά, αν και ήταν γνωστό ότι ο προπάππος του, ο Άρνό Ντε Μπα, αγόρασε τον πύργο στον οποίο κατοικούσε ο Ντ’Αρτανιάν από έναν ξεπεσμένο αριστοκράτη, χωρίς ο ίδιος να έχει ευγενική καταγωγή.
Είχε κερδίσει πολλά χρήματα από το εμπόριο, αλλά τότε το εμπόριο δεν ήταν διόλου κολακευτική ασχολία για τους σοβαρούς ανθρώπους.
Ο Λουδοβίκος του ανέθεσε επίσης τη διοίκηση της φλαμανδικής πόλης Λίλλη, που ήταν στρατηγικής σημασίας, την εποχή που είχε ξεσπάσει ο πόλεμος ανάμεσα στους Γάλλους και στους Ολλανδούς.
Ήταν τόσο κυκλοθυμικός και τυπολάτρης, ώστε κόντεψε να σκοτώσει ένα λοχαγό, τον ιππότη Ντε Μπζιβρό, επειδή δεν έβγαλε το καπέλο του μόλις τον αντίκρισε, όπως προέβλεπε το πρωτόκολλο. Στη συνέχεια ο Ντ’ Αρτανιάν απασχολούσε διαρκώς το βασιλιά με αυτό το θέμα, ενώ εκείνος προσπαθούσε να τα βγάλει πέρα με τον πόλεμο.
Όταν όμως το 1673 οι γαλλικές δυνάμεις πολιόρκησαν το Μάαστριχτ που υπεράσπιζαν οι Ολλανδοί, ο Ντ’ Αρτανιάν έδειξε φοβερή αυτοθυσία. Μαχόταν ακάλυπτος, κάτι που ικανοποίησε ιδιαιτέρως το βασιλιά, ενώ οι Ολλανδοί έριχναν εκρηκτικά, που έσκαγαν γύρω του.
Στις 23 Ιουνίου του 1673 οι πολιορκημένοι έκαναν μια αντεπίθεση για να ματαιώσουν την κατασκευή ενός φράχτη κατά μήκος του οχυρού.
Ο Ντ’ Αρτανιάν έτρωγε αμέριμνος, όταν άκουσε την οχλαγωγία της μάχης και έτρεξε. Είδε έναν Άγγλο που πολεμούσε στο πλευρό των Γάλλων, τον δούκα Μουμάουθ, νόθο γιο του βασιλιά Καρόλου Β’ της Αγγλίας, να μάχεται μπροστά απ’όλους.
Ως καθαρόαιμος Γάλλος ο Ντ’ Αρτανιάν δεν δέχτηκε τέτοιο μάθημα γενναιότητας και έτρεξε αυτός πρώτος και ακάλυπτος.
Αναμενόμενο ήταν το επόμενο λεπτό να γίνει σουρωτήρι από τις σφαίρες των ολλανδικών μουσκέτων και ν’ αφήσει την τελευταία του πνοή στον άθλιο αυτό φράχτη.
Ο Λουδοβίκος ο ΙΔ’ στενοχωρήθηκε πολύ για τον θάνατό του κι έκανε κάτι που δεν συνήθιζαν οι βασιλείς. Υιοθέτησε τα δύο του παιδιά και ανέλαβε τα έξοδά τους.
ΠΗΓΗ: Μια σταγόνα ιστορία, Δημήτρης Καμπουράκης, εκδόσεις Πατάκη, mixanitouxronou.gr
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.