Για την οικονομική κρίση που βιώνουμε την τελευταία πενταετία δεν θα άρμοζε παρά μόνο και μια παγκόσμια λέξη, η ελληνικής προέλευσης λέξη «κρίση».
H σημερινή λέξη προέρχεται από την αρχαία εκδοχή της λέξης (κρίσις, από το ρήμα κρίνω) με καταγωγή από την ινδοευρωπαϊκη ρίζα *(s)ker- κόβω (Μπαμπινιώτης) που έδωσε και αντίστοιχες λέξεις και σε άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες, όπως crisis (Λατινικά), crisis (Αγγλικά), crise (Γαλλικά), Krise (Γερμανικά), crisi (Ιταλικά), ризиск (Ρώσικα) και άλλα. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η λέξη στην Τουρκική (Kriz, δάνειο από Ευρωπαϊκές γλώσσες).
Ήδη από τους ομηρικούς χρόνους το ρήμα έχει την έννοια του αποφασίζω, ενώ η λέξη κρίσις έχει αργότερα (5ος αιώνας και μετά) πολλές σημασίες, όπως απόφασις, διαχωρισμός, αποτέλεσμα, τροπή αρρώστιας, δίκη (όπως και σήμερα) και άλλες.
Παρόμοιες έννοιες εκφράζει και στην μεσαιωνική Ελληνική, ενώ στη νέα Ελληνική με την έννοια της κορύφωσης μιας διαδικασίας με επιδείνωση των αρνητικών φαινομένων (π.χ. πολιτική, οικονομική, κυβερνητική κλπ) εμφανίζεται τους δυο τελευταίους αιώνες όταν χρειάζεται να αποδοθούν με κάποιον όρο αντίστοιχα οικονομικά φαινόμενα.
Είναι ενδιαφέρον ότι στην ελληνική η λέξη έχει διπλή σημασία θετική, όταν έχει την έννοια της ορθής αντίληψης των παραμέτρων που συνιστούν ένα φαινόμενο ή γεγονός και αρνητική όταν αναφέρεται στην επιδείνωση. Αντίθετα, στις ευρωπαϊκές γλώσσες φαίνεται να υπερτερεί η δεύτερη – αρνητική – σημασία.
Βλέπουμε πως εκτός από την λέξη crisis συναντάμε στην Αγγλική, ανάμεσα στις άλλες και τις λέξεις criterion, diacritic, critic, critical, hypocrisy. Το ίδιο συμβαίνει και στις άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες.
Περισσότερα φιλολογικά θέματα εδώ.