Παρφέ, χωνάκι, γρανίτα, σοκολάτα, βανίλια,καϊμάκι σορμπέ… Όπως και να το γευτείς, το παγωτό αποτελεί το πιο απολαυστικό επιδόρπιο του καλοκαιριού. 'Έχει γράψει ιστορία ως ένα από τα αγαπημένα γλυκίσματα στον κόσμο και το πιο δημοφιλές επιδόρπιο του καλοκαιριού. Μικροί και μεγάλοι «παραδίδονται» στη μοναδική του γεύση, αποτυπώνοντας στον εγκέφαλο τους πιο «γλυκούς» συνειρμούς.
Η HuffPost Greece, μίλησε με τις τρεις εναπομείναντες εταιρίες, την ΕΒΓΑ η οποία έχει αγοραστεί από την Unilever, την ΔΕΛΤΑ η οποία έχει αγοραστεί από την Νestlé και τη ΚΡΙ ΚΡΙ την μοναδική αμιγώς ελληνική εταιρία που έχει έδρα τις Σέρρες, και δημιούργησε ένα «δροσερό» αφιέρωμα για την ιστορία των τριών εταιριών.
Στο παρελθόν υπήρξαν και άλλες εταιρίες με δραστηριότητα στο βιομηχανοποιημένο παγωτό. Παράδειγμα είναι η ΑΓΝΟ Βιομηχανία Γάλακτος Α.Ε η οποία ξεκίνησε τη δραστηριότητά της το 1950 στη Θεσσαλονίκη ως η πρώτη βιομηχανία παστερίωσης και εμφιάλωσης γάλακτος στη Βόρεια Ελλάδα. Στα τέλη της δεκαετίας του 1990, η ΑΓΝΟ αποτελούσε πρωτοπόρο εταιρεία του χώρου, διαθέτοντας ένα υπερσύγχρονο εργοστάσιο με μηχανολογικό εξοπλισμό τελευταίας τεχνολογίας.
Μέχρι το 2003, η ΑΓΝΟ παρέμεινε συνεταιριστική εταιρεία, λόγω οφειλών όμως, η πρώην Αγροτική Τράπεζα έθεσε την εταιρεία υπό τον έλεγχό της και κατόπιν την μεταβίβασε στην εταιρεία Κολιός ΑΕ μετά από τρεις διαγωνιστικές διαδικασίες, απαλλαγμένη από τα μέχρι τότε χρέη της, έναντι του πολύ χαμηλού ποσού των 10 εκ. ευρώ. Κατά τη διάρκεια της επόμενης δεκαετίας, η εταιρεία παρά το μεγάλο κύκλο εργασιών της δεν παρουσίασε κέρδη, με αποτέλεσμα να συσσωρεύονται χρέη. (σ.σ: Εκδικάζεται η αίτηση πτώχευσης της ΑΓΝΟ- Τι λένε οι δύο πλευρές: Δέσποινα Καραγιαννοπούλου).
Εκτός από την ΑΓΝΟ, και άλλες βιομηχανίες εξειδικεύτηκαν στο τυποποιημένο παγωτό όπως η περίφημη ΑΣΤΥ η οποία διέθετε ορισμένους από τους πιο γνωστούς κωδικούς όπως τους πύραυλος Jumbo και Golden Champion.
Όταν µιλάµε για την ΕΒΓΑ αναφερόµαστε ουσιαστικά στην εταιρεία που έµαθε τι εστί παγωτό σε γενιές και γενιές Ελλήνων. Η ΕΒΓΑ ήταν η εταιρία που άλλαξε τα δεδομένα στο παγωτό. Ιδρύθηκε το 1934 με πρωτοβουλία των αδελφών Σουρακά, ελληνοαμερικανών μεταναστών στην Αθήνα, για να παράγει παστεριωμένο αγελαδινό γάλα. Η δημιουργία της αποτελεί ουσιαστικά και την απαρχή της οικονομικής ιστορίας του κλάδου της βιομηχανοποίησης των γαλακτοκομικών προϊόντων στην Ελλάδα.
Δύο χρόνια μετά τη δημιουργία του εργοστασίου, το 1936, η Εθνική Βιομηχανία Γάλακτος μετονομάζεται σε Ελληνική Βιομηχανία Γάλακτος. Εκείνο το καλοκαίρι οι Έλληνες έφαγαν για πρώτη φορά παγωτό σε ξυλάκι.
Ήταν το πρώτο τυποποιημένο παγωτό στην Ελλάδα και μάλιστα με την έγκριση του Γενικού Χημείου του Κράτους που πιστοποιούσε την ποιότητα, καθησύχασε τον κόσμο και προτιμήθηκε από όλους.
Με έδρα τον Βοτανικό η ΕΒΓΑ έγινε σταδιακά η «ΕΒΓΑ της γειτονιάς», απέκτησε παρουσία σε όλους τους δρόμους της Ελλάδας και μπήκε στις καρδιές των Ελλήνων. Ως «ΕΒΓΑ της γειτονιάς» ονομάστηκαν όλα τα μικρά παντοπωλεία της μεταπολεμικής περιόδου που πωλούσαν διάφορα προϊόντα αλλά παράλληλα διέθεταν και τηλέφωνο, που τα έκανε σημείο συνάντησης.
Το 1936, δεν υπήρχαν ψυγεία και επιστρατεύτηκαν πλανόδιοι πωλητές που διέθεταν καρότσι με πάγο. Έτσι δημιουργήθηκε το επάγγελμα του παγωτατζή, ο οποίος φορούσε λευκή ποδιά και σκούφο και σάρωνε τις γειτονιές με τα περίφημα τρίκυκλα καρότσια.
Γύρω στο 1940 ο Μεταξάς επιτάσσει το εργοστάσιο της ΕΒΓΑ ώστε να δοθεί δωρεάν γάλα στο λαό. Μετά το τέλος του πολέμου και τις δυσκολίες που έφερε στη χώρα η γερμανική κατοχή, η εταιρία «ξανανθίζει» και προχωρά ανανεωμένη και με τους ίδιους υψηλούς στόχους που είχε από την αρχή της ίδρυσής της.
Οι ζηµιές που το εργοστάσιο είχε υποστεί στο διάστηµα της Κατοχής επανορθώνονται και η επιχείρηση τίθεται σε πλήρη λειτουργία. Η µονάδα του Βοτανικού ξανανοίγει, και αποκτά µάλιστα και πρόσθετους χώρους 2.500 τ.µ. Αν υπάρχει µια δεκαετία που θα µπορούσε να χαρακτηριστεί η πιο επιτυχηµένη για την ΕΒΓΑ, δεν είναι άλλη από αυτή του 1950. Η εταιρεία κατορθώνει και ασκεί µια επιθετική εµπορικά πολιτική, όπου σε κάθε γειτονιά βρίσκονται πρατήρια της ΕΒΓΑ. Πάνω από 850 υπήρξαν τα τοπικά σηµεία πώλησης αυτού του είδους, που προσοµοιάζουν σε µίνι µάρκετ. Είναι τα περίπτερα, τα µικρογαλακτοπωλεία, τα ζαχαροπλαστεία, όπως πολύ γραφικά διακρίνουµε στις παλιές καλές ελληνικές ταινίες.
Την δεκαετία του '60 η γκάμα των προϊόντων αναπτύσσεται και εμπλουτίζεται με νέες εκλεκτές προτάσεις: Σοκολάτα, γάλα, σοκολατούχο γάλα, παγωτά… «Το νέο χωνάκι της ΕΒΓΑ συσκευάζεται στο εργοστάσιο με αυτόματα μηχανήματα και διανέμεται πακεταρισμένο, χωρίς να μεσολαβήσει κανένα χέρι».
Στις πρώτες δεκαετίες κυριάρχησαν τα παγωτά ξυλάκια. Γεύσεις αγνές που ξεχώρισαν σε συσκευασίες πολύ δημιουργικές για την εποχή, πολύ προκλητικές στο ψυγείο. Ρόκετ, καϊμάκι, Τρινιτά, Chicago και τόσα άλλα.Τα κυπελλάκια αν και προστέθηκαν μετέπειτα στη γκάμα των παγωτών ΕΒΓΑ, αγαπήθηκαν αμέσως. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το Καϊμάκι που ακόμα και 80 χρόνια μετά έχει πιστούς θαυμαστές και δεν λείπει από κανένα ψυγείο. Το παγωτό μπορεί να περιέχει κακάο, ξηρούς καρπούς, φρούτα ή και πιο πρωτότυπα υλικά για τους πιο απαιτητικούς ουρανίσκους.
Μέσα στη δεκαετία του '70 η ΕΒΓΑ εκσυγχρονίζεται συνολικά και επικεντρώνει τη δραστηριότητα της στο παγωτό. Το 1981 παρουσιάζονται τα ιταλικά παγωτά Tartufo, που έφεραν νέες γεύσεις στην ελληνική αγορά, που αγαπήθηκαν αμέσως.
Η δεκαετία του 1980 έφερε μαζί της και τις αγαπημένες γεύσεις παγωτού σε οικογενειακή συσκευασία. Τούρτες, κορμοί και μοναδικοί συνδυασμοί γεύσεων που μπήκαν σε όλα τα σπίτια, σερβιρίστηκαν σε πάρα πολλές γιορτές και προσφέρθηκαν δώρο.
Τα παγωτά που αγαπήσαμε
Το 1980, λανσάρεται το οικογενειακό Variete, σε μια μεγάλη σειρά επιλογών και γεύσεων. Λανσάρεται επίσης το Καϊμάκι, παγωτό με έντονη γεύση μαστίχας και πλούσιο σιρόπι βύσσινο. Ένας εκρηκτικός συνδυασμός που από την πρώτη του κυκλοφορία ως σήμερα κράτησε αναλλοίωτη την ξεχωριστή του γεύση και τους «υποστηρικτές» του, που το ακολουθούν κάθε καλοκαίρι.
Εκτός από το Καϊμάκι την ίδια χρονιά είχαμε μια επίσης μεγάλη «άφιξη» Τρινιτά, βανίλια, κακάο,φουντούκι και κομματάκια ξηρών καρπών.
Το 1983 λανσάρεται ο πύραυλος Νο1. Ένα από τα πιο δυναμικά παγωτά της ΕΒΓΑ που έχει χρόνια την πρώτη θέση στην καρδιά όλων.
Το 1984 για τους λάτρεις της σοκολάτας έρχεται το Manhattan το οποίο ξεχώρισε αμέσως για την πλούσια γεύση του. Την ίδια χρονιά έχουμε δυο επίσης συναρπαστικές κυκλοφορίες. Τόγκο - η σημερινή μπανάνα και η Τρελή Πατούσα που αφήνει κάθε χρόνο το πιο γλυκό αποτύπωμα.
Το 1986 είναι η εποχή του Chicago. Αμερικάνικο όνομα και εικόνα, λαχταριστή και ελληνική γεύση. Ένα κυπελλάκι γεμάτο απόλαυση και σιρόπι σοκολάτας.
Ποίος μπορεί να ξεχάσει την Καραμπόλα, το διάσημο κυπελλάκι που χαρίζει υπέροχη γεύση και δώρα. Αρχικά, ήταν για όλα τα παιδιά, με το πέρασμα των χρόνων όμως διαφοροποιήθηκε για αγόρια και κορίτσια. Φιλοξένησε στη συσκευασία του τους πιο αγαπημένους παιδικούς ήρωες της κάθε εποχής.
Βρισκόμαστε στο 1989 όταν κυκλοφόρησε ένας υπερ - πύραυλος, το 4*4 που κυκλοφόρησε για να εκτοξεύσει τη γεύση. Ένας από τους μακροβιότερους κωδικούς της ΕΒΓΑ, που απέκτησε άμεσα πιστό κοινό. 120 δραχμές, η πρώτη του τιμή σε μια επίσης δελεαστική συσκευασία και ένα ανατρεπτικό για την εποχή του τηλεοπτικό spot.
Το 1993 είναι η εποχή Status. Πρωτοκυκλοφόρησαν κι αμέσως ξεχώρισαν, αφού ήταν το πρώτο ξυλάκι που βγήκε σε κουτί.
Τρία χρόνια αργότερα, το 1996 ήταν η χρονιά που κυκλοφόρησαν για πρώτη φορά τα κύπελλα Scandal που αμέσως ξεχώρισαν για τη γεύση τους.
Το 1997 εμπλουτίζεται η σειρά Variete, με πολύ περισσότερες γεύσεις: Τιραμισού, 0%, parfait, καραμέλα,βανίλια με κομματάκια σοκολάτα και πολλούς ακόμα προκλητικούς συνδυασμούς.
To 1998 βγήκε ο νέος πύραυλος Scandal και... απογειώθηκε από όλους τους καταναλωτές. To 2000 λανσάρεται το Status passion, ένα καινοτόμο προϊόν με σορμπέ από φρούτα του δάσους, πλούσια σοκολάτα, ξηρούς καρπούς και μπισκότα. Αγαπήθηκε και προτιμάται πιστά κάθε καλοκαίρι από τότε ως σήμερα.
Το 2004 οι γεύσεις του πύραυλου Scandal γίνονται ακόμα περισσότερες, για να μην ξέρετε ποιες να διαλέξετε. Παράλληλα κυκλοφορεί το 4x4 και σε sandwich. Mια δυναμική συσκευασία που περιείχε 4 λαχταριστά sandwich με τραγανό σοκολατένιο μπισκότο και γεύση παγωτού βανίλιας ή σοκολάτας.
Την ίδια χρονιά κυκλοφορούν τα πρώτα παγωτογλυκίσματα σε κάθε ελληνικό σπίτι, συνδυάζοντας αρμονικά το παγωτό με την παράδοση. Σε τρεις γεύσεις: μιλφέιγ, εκμέκ, καρυδόπιτα… σαν σπιτικό.
Το 2010 λανσάρεται η σειρά Cream House, με φρέσκια κρέμα. Το 2013 μπαίνουμε σε μια νέα εποχή με μια δυναμική συνεργασία. Στην απολαυστική γκάμα των Scandal έρχονται να προστεθούν νέες πρωτότυπες γεύσεις με την υπογραφή του Στέλιου Παρλιάρου.
Το 2013 λανσάρονται τα κεράσματα, μια νέα πρόταση που συνδυάζει παγωτό με αγαπημένα ελληνικά γλυκά. Τέλος το 2016 η σειρά Scandal By Parliaros επαναλανσάρεται με νέες συσκευασίες.
Το ιδιοκτησιακό καθεστώς της εταιρίας
Από το 1934 η εταιρία έχει αλλάξει τέσσερα χέρια. δημιουργήθηκε από τους αδελφούς Σουραπά και προτού καταλήξει στην Unilever πέρασε από τον Κ. Φιλίππου και τον Κάρολο Πολίτη.
Το 1971 η εταιρεία αλλάζει χέρια και μέσω της ΑΠΚΟ ΑΒΕ περνάει στην ιδιοκτησία του Κάρολου Πολίτη, ιδιοκτήτη και άλλων γνωστών εταιρειών της εποχής. Ως το 1978 δαπανώνται περί τα 500 εκατ. δρχ. για τον εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεων, ενώ παράλληλα αποσύρεται από τους περισσότερους τομείς στους οποίους δραστηριοποιείτο και επικεντρώνει αποκλειστικά την παραγωγική δραστηριότητά της στον τομέα του παγωτού.
Βρισκόμαστε πλέον στο 1988 την εποχή που η εταιρεία «αλλάζει χέρια» για δεύτερη φορά στην ιστορία της. Νέος ιδιοκτήτης είναι ο όμιλος εταιρειών Κυριάκου Φιλίππου. Η εταιρεία αρχίζει μια νέα περίοδο ανάπτυξης, γίνονται νέες επενδύσεις σε τεχνολογικό εξοπλισμό και το 1991 δραστηριοποιείται πλέον, πέραν του παγωτού, και στην αγορά παστεριωμένων χυμών με την επωνυμία Refresh.
Είναι το 1995 όταν η εταιρεία κυκλοφορεί δύο νέες σειρές προϊόντων, παγωτά με 0% λιπαρά και χυμούς μακράς διαρκείας. Τον επόμενο χρόνο, το 1996, η ΕΒΓΑ κερδίζει το βραβείο Sial D΄Οr στη Διεθνή Έκθεση Τροφίμων της Sial για τα παγωτά με 0% λιπαρά και αποκτά το διεθνές πιστοποιητικό ποιότητας ΙSΟ 9002.
Το 1998 ο όμιλος Κ. Φιλίππου αποκτά πλειοψηφικό πακέτο μετοχών της εταιρείας παραγωγής παγωτού CΑS, η οποία διαθέτει τρία εργοστάσια στη Νότια Αφρική, και μέσω αυτής τοποθετούνται τα προϊόντα της ΕΒΓΑ στη νοτιοαφρικανική αγορά.
Στις αρχές του 1999 η εταιρεία παραγωγής κρουασάν Folie συγχωνεύεται με την ΕΒΓΑ και η δεύτερη μετονομάζεται Ελληνική Βιομηχανία Γάλακτος και Αλεύρου. Έτσι, εκτός από τις αγορές του παγωτού και των χυμών, η εταιρεία εισέρχεται και στην αγορά των κατεψυγμένων αρτοσκευασμάτων «λανσάροντας» μια μεγάλη ποικιλία προϊόντων κατεψυγμένης ζύμης. Επίσης κατορθώνει να τοποθετήσει τα προϊόντα της σε 22 χώρες τριών ηπείρων. Δυο χρόνια αργότερα εξαγοράζει την ελληνική βιοτεχνία παγωτού και γλυκών Ιglοο, αναφέρει δημοσίευμα του Βήματος.
Το 2011 ανακοινώθηκε στην αγορά η συνεργασία της ΕΒΓΑ µε τη Unilever. Η Unilever είναι από τις μεγαλύτερες εταιρίες παραγωγής και εμπορίας ταχέως κινούμενων καταναλωτικών προϊόντων παγκοσμίως, με παρουσία σε περισσότερες από εκατό χώρες και παγκόσμιος ηγέτης στην κατηγορία του παγωτού. Στην Ελλάδα δραστηριοποιείται στους τομείς των τροφίμων, οικιακής φροντίδας και προσωπικής υγιεινής με την επωνυμία ΕΛΑΪΣ - Unilever Hellas Α.Ε.
Μέσα από τη στρατηγική συμφωνία με την ΕΒΓΑ η Unilever έχει αποκτήσει τις μάρκες παγωτού της ΕΒΓΑ καθώς επίσης και το δίκτυο διανομής τους. Η συνεργασία αυτή αξιοποιεί τα συγκριτικά πλεονεκτήματα και των δύο πλευρών, προσφέροντας συνέχεια στην πορεία του παγωτού, καθώς συνδυάζει τη δυνατή κληρονομιά και εμπειρία της ΕΒΓΑ με την τεχνογνωσία της Unilever.
Η γαλακτοκομική ιστορία της οικογένειας Δασκαλόπουλου ξεκίνησε το μακρινό 1890 από ένα μικρό εργαστήριο γαλακτοκομικών, στα Εξάρχεια, στο κέντρο της Αθήνας, στην οδό Ζωοδόχου Πηγής.
Εκείνη την εποχή παρασκεύαζε γιαούρτι και διακινούσε γάλα και γιαούρτι στις γειτονικές περιοχές.
Αναλαμβάνοντας από τον πατέρα και τον θείο του την οικογενειακή επιχείρηση ο Αριστείδης Δασκαλόπουλος το 1952 ιδρύει τη ΔΕΛΤΑ Γαλακτοκομική, μια οικογενειακή επιχείρηση γαλακτοκομικών για την παραγωγή και διανομή γιαουρτιού και γάλακτος. Τρία χρόνια αργότερα μεταφέρει το κατάστημα σε ένα μεγαλύτερο χώρο στην οδό Διδότου.
Το 1964 ο φιλόδοξος επιχειρηματίας αποφασίζει να πωλήσει το μοναδικό περιουσιακό στοιχείο που διέθετε, ένα χωράφι στο Χαλάνδρι, και να αγοράσει με δόσεις ένα αγρόκτημα στον Ταύρο της Αττικής, που απετέλεσε και το σημείο εκκίνησης της μετέπειτα βιομηχανικής ανάπτυξης, αναφέρει σε άρθρο του στο Βήμα ο Δήμητρης Χαροντάκης.
Είναι το 1967 όταν η εταιρία ξεκινά τη παραγωγή παγωτού. Η κυριαρχία της παραδοσιακής ΕΒΓΑ και της συνεταιριστικής ΑΣΤΥ ήταν δύσκολο να αμφισβητηθεί. Παρ' όλα αυτά ο Αριστείδης Δασκαλόπουλος κατορθώνει να επεκτείνει το δίκτυο διανομής του και να κερδίσει σε φήμη στην περιοχή της Αθήνας. Αφού η εταιρία μετατρέπεται σε ανώνυμη εταιρεία και εξασφαλίζοντας την απαραίτητη τεχνογνωσία (από τη Δανία) και τον απαιτούμενο εξοπλισμό, παράγει τα πρώτα παγωτά Δέλτα.
Το 1979 η ΔΕΛΤΑ αποκτά ισχυρή θέση στην κατηγορία του φρέσκου γάλακτος στην Ελλάδα ενώ το 1980 γίνεται ο ηγέτης στην αγορά του παγωτού. Μέσα σε αυτά τα χρόνια η ΔΕΛΤΑ αρχίζει να δημιουργεί έναν όμιλο επιχειρήσεων γύρω από τη γαλακτοβιομηχανία.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 τα ηνία της εταιρίας περνούν χέρια του γιου του Αριστείδη, Δημήτρη. Δέκα χρόνια αργότερα, η εταιρία μπαίνει στο χρηματιστήριο ενώ το 1991 επεκτείνεται στα Βαλκάνια, κυρίως με το παγωτό. Το 1993 έρχεται η συνεργασία με την Danone. Το 1994 η εταιρία κερδίζει μια ισχυρή θέση στα κατεψυγμένα προϊόντα με την εξαγορά της Froza και του Μπάρμπα Στάθης. Η μονάδα του γιαουρτιού μεταφέρεται σε καινούργιες εγκαταστάσεις στον Άγιο Στέφανο.
Μεταξύ του 1996 και του 2000 γίνεται ανακαίνιση και επέκταση του εργαστασίου παγωτού.
Το 2006 γίνεται η πώληση του 96,53 % της συνολικής συμμετοχής της ΔΕΛΤΑ Παγωτά στην Nestle. Συγχώνευση μέσω απορρόφησης των θυγατρικών της, για τη δημιουργία της VIVARTIA.
«Τα πρώτα παγωτά που έβγαλε η Δέλτα ήταν ξυλάκια κακάο και βανίλια. Το παγωτό ξυλάκι Φλορεάλ ήταν από τα πρώτα της παγωτά. Σιγά σιγά, χρόνο με τον χρόνο μπήκε στην γκάμα της το σάντουιτς και μετά ένας με δύο πύραυλοι.
Το Magnum, που βγήκε στις αρχές της δεκαετίας του 1980, ήταν το πιο επιτυχημένο παγωτό της εποχής που πουλούσε περισσότερο από κάθε άλλο παγωτό που πουλιόταν στην ελληνική επικράτεια.
Το Lucky Cup ήταν το αντίπαλο δέος του Lucky Cup. Το κόνσεπτ ίδιο. Δωράκι στον πάτο.
Μετά ήρθαν και τα οικογενειακά παγωτά. Το Αλόμα, που υπάρχει και σήμερα, ήταν από τα πρώτα παγωτά της εταιρείας.
Τρία ακόμη παγωτά που έκαναν αίσθηση ήταν:
Το Μαγιόρκα παγωτό κυπελλάκι, που είχε περισσότερα λιπαρά από τις υπόλοιπες συνταγές.
Το παγωτό μπαλάκι, που ήταν παγωτό μέσα σε ένα πλαστικό μπαλάκι. Αν και ήταν πολύ δημοφιλές αναγκάστηκαν να το σταματήσουν γιατί ήταν εξαιρετικά δύσκολο να κλείνουν το καπάκι του.
Το παγωτό κασάτο. Ένα ιδιαίτερο παγωτό μέσα σε κωνικό μπολ, που χρειαζόταν 35 άτομα για να φτιαχτεί και φτιαχνόταν την νεκρά σεζόν για το παγωτό, από τον Οκτώβριο δηλαδή μέχρι και τον Ιανουάριο. Με το παγωτό αυτό εφοδίαζαν καταστήματα εστίασης. Είχε μέσα σαντιγί και γλυκό του κουταλιού. Ήταν πολύ δύσκολο στην παρασκευή του.
Πώς ήταν να εργάζεσαι στην Δέλτα εκείνη την εποχή;
«Οι άνθρωποι της Δέλτα εκείνη την εποχή ένιωθαν περήφανοι που εργάζονταν εκεί και πήγαιναν χαρούμενοι στην δουλειά τους. Ήταν μια εταιρεία που αναπτυσσόταν δυναμικά και ήταν ο ηγέτης στην αγορά και όλοι ένιωθαν πως υπήρχε προοπτική. Επίσης ένιωθαν δεμένοι μεταξύ τους και ότι ανήκουν στην ίδια οικογένεια και αυτό επιβεβαιωνόταν σε καθημερινή βάση από την προσωπική παρουσία του κυρίου Δασκαλόπουλου στα γραφεία και τους χώρους παραγωγής»,απαντά στη HuffPost Greece εργαζόμενος της ΔΕΛΤΑ.
Η παραγωγή παγωτών στην Β. Ελλάδα ταυτίζεται με την αρχή των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων της οικογένειας Τσινάβου στην πόλη των Σερρών. Η ιστορική αφετηρία της βιομηχανίας παγωτών ΚΡΙ ΚΡΙ, οφείλει την ύπαρξη της σε μία οικογένεια δραστήριων ανθρώπων, που η δίψα τους για δημιουργία και κοινωνική προσφορά τους οδήγησε στη δημιουργία μίας επιχείρηση, η οποία πάνω απ’ όλα παράγει κοινωνικό έργο.
Κάπως έτσι ξεκινάει και η πορεία της επιχείρησης από τον Γεώργιο Τσινάβο στις αρχές της δεκαετίας του 50 στην πόλη των Σερρών, μιας επιχείρησης που έφτασε σήμερα, μετά από 60 χρόνια, να αποτελεί τη μεγαλύτερη βιομηχανία παγωτού στην Β. Ελλάδα και μία από τις δυναμικότερα αναπτυσσόμενες βιομηχανίες γαλακτοκομικών προϊόντων στην ελληνική αγορά και στο εξωτερικό.
Οι πρώτες πωλήσεις με κασελάκια πάγου
Οι πρώτες πωλήσεις των προϊόντων ΚΡΙ ΚΡΙ ξεκινούν ουσιαστικά το 1954 με την ταυτόχρονη παραγωγή και διάθεση παγωτών και ειδών ζαχαροπλαστικής στην πόλη των Σερρών, υπό την εποπτεία και καθοδήγηση του ιδρυτή της επιχείρησης, Γεωργίου Τσινάβου. Οι πρώτες διανομές παγωτών γίνονται με πλανόδιους πωλητές και ειδικά αυτοφερόμενα κασελάκια που χρησιμοποιούσα ως ψυκτικό μέσο τον πάγο και το αλάτι. Τα συγκεκριμένα κασελάκια ήταν φτιαγμένα από ξύλο και λαμαρίνα και ζύγιζαν περίπου 30 κιλά το καθένα, ενώ η χωρητικότητά τους ήταν περίπου 40 τεμάχια παγωτού έκαστο.
Ο πωλητής κρεμούσε το κασελάκι με ειδικό λουρί και το μετέφερε ο ίδιος στην αγορά. Τα πρώτα παγωτά της επιχείρησης ΚΡΙ ΚΡΙ ήταν τα κασάτα, ένα ιδιαίτερο παγωτό βασισμένο στο πρόβειο γάλα με πολύ πλούσια γεύση και τα κύπελλα, τα οποία παράγονταν σε χειροκίνητες μηχανές, με παραγωγική δυνατότητα 120 κιλών ημερησίως. Αρκετά αργότερα, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960, άρχισαν να τοποθετούνται τα πρώτα ηλεκτρικά ψυγεία παγωτού στην αγορά των Σερρών.
Το πρώτο ακίνητο
Τα παγωτά ΚΡΙ ΚΡΙ αρχίζουν να αποκτούν φήμη και εκτός ορίων του Ν. Σερρών και έτσι το 1968 πραγματοποιείται η μεταφορά των εγκαταστάσεων της εταιρίας σε νέους ιδιόκτητους χώρους. Λίγα χρόνια αργότερα και πιο συγκεκριμένα το 1971 γίνεται η πρώτη σημαντική ανανέωση του μηχανολογικού εξοπλισμού της επιχείρησης με την αγορά συγκροτήματος παστερίωσης 200 λίτρων/ ώρα και γεμιστικής μηχανής δυνατότητας 2.000 τεμαχίων / ώρα για κύπελλα και πυραύλους. Η ανανέωση αυτή σηματοδοτεί την αρχή μία νέας εποχής για την παραγωγή των παγωτών ΚΡΙ ΚΡΙ, καθώς πλέον γίνεται πιο αυτοματοποιημένη και με πολύ υψηλότερες δυνατότητες σε όγκο παραγωγής.
Ανάπτυξη εκτός Σερρών
Σχεδόν δέκα χρόνια μετά, το 1982 και ενώ τα παγωτά ΚΡΙ ΚΡΙ κυριαρχούν στην αγορά των Σερρών, ξεκινά η συμμετοχή του Παναγιώτη Τσινάβου, γιού του ιδρυτή της εταιρίας Γεωργίου Τσινάβου, στα κοινά της επιχείρησης. Μετά το πέρας των σπουδών του (απόφοιτος Χημικός Μηχανικός του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης με μετεκπαίδευση στο Μιλάνο της Ιταλίας σε θέματα τεχνολογίας του γάλακτος), ο Παναγιώτης Τσινάβος αναλαμβάνει ενεργό δράση.
Το 1987 δημιουργείται η πρώτη αποκλειστική αντιπροσωπεία παγωτού εκτός Ν. Σερρών, στη γειτονική Ξάνθη, ενώ την ίδια χρονιά μεταφέρονται εκ νέου οι εγκαταστάσεις της επιχείρησης στους σημερινούς ιδιόκτητους χώρους της εταιρίας, στο 3ο χλμ της Εθνικής Οδού Σερρών – Δράμας.
Τα χρόνια που ακολούθησαν ήταν πάρα πολύ δημιουργικά με αποτέλεσμα τα παγωτά ΚΡΙ ΚΡΙ να διατίθενται μέσω αποκλειστικών αντιπροσώπων σε όλη την Ελλάδα.
Μιλώντας στη HuffPost Greece ο κ.Τσινάβος ανέφερε: «Από την αγορά του παγωτού περάσαν πολλές ιστορικές εταιρίες η ΕΒΓΑ, η ΔΕΛΤΑ και τα τελευταία χρονιά η ΚΡΙ ΚΡΙ. Σήμερα είναι η μοναδική ελληνική εταιρία με πανελλαδικό δίκτυο διανομής καθώς η ΕΒΓΑ και η ΔΕΛΤΑ εξαγοράστηκαν από τους δυο πολυεθνικούς παίκτες του παγωτού Unilevel και Nestle. Σήμερα η ΚΡΙ ΚΡΙ βρίσκεται σε 1400 σημεία πώλησης σε όλη την Ελλάδα και εξάγουμε σε πάνω από 22 χώρες. Παράλληλα λανσάραμε εδώ και δυο χρονιά τα greek frozen your και πάμε πολύ καλά και έχουμε στόχο να μπουν και σε αλυσίδες του εξωτερικού».
Τα προϊόντα της ΚΡΙ ΚΡΙ σήμερα βρίσκονται στις μεγαλύτερες αλυσίδες S/M της Ευρώπης όπως:
Η HuffPost Greece, μίλησε με τις τρεις εναπομείναντες εταιρίες, την ΕΒΓΑ η οποία έχει αγοραστεί από την Unilever, την ΔΕΛΤΑ η οποία έχει αγοραστεί από την Νestlé και τη ΚΡΙ ΚΡΙ την μοναδική αμιγώς ελληνική εταιρία που έχει έδρα τις Σέρρες, και δημιούργησε ένα «δροσερό» αφιέρωμα για την ιστορία των τριών εταιριών.
Στο παρελθόν υπήρξαν και άλλες εταιρίες με δραστηριότητα στο βιομηχανοποιημένο παγωτό. Παράδειγμα είναι η ΑΓΝΟ Βιομηχανία Γάλακτος Α.Ε η οποία ξεκίνησε τη δραστηριότητά της το 1950 στη Θεσσαλονίκη ως η πρώτη βιομηχανία παστερίωσης και εμφιάλωσης γάλακτος στη Βόρεια Ελλάδα. Στα τέλη της δεκαετίας του 1990, η ΑΓΝΟ αποτελούσε πρωτοπόρο εταιρεία του χώρου, διαθέτοντας ένα υπερσύγχρονο εργοστάσιο με μηχανολογικό εξοπλισμό τελευταίας τεχνολογίας.
Μέχρι το 2003, η ΑΓΝΟ παρέμεινε συνεταιριστική εταιρεία, λόγω οφειλών όμως, η πρώην Αγροτική Τράπεζα έθεσε την εταιρεία υπό τον έλεγχό της και κατόπιν την μεταβίβασε στην εταιρεία Κολιός ΑΕ μετά από τρεις διαγωνιστικές διαδικασίες, απαλλαγμένη από τα μέχρι τότε χρέη της, έναντι του πολύ χαμηλού ποσού των 10 εκ. ευρώ. Κατά τη διάρκεια της επόμενης δεκαετίας, η εταιρεία παρά το μεγάλο κύκλο εργασιών της δεν παρουσίασε κέρδη, με αποτέλεσμα να συσσωρεύονται χρέη. (σ.σ: Εκδικάζεται η αίτηση πτώχευσης της ΑΓΝΟ- Τι λένε οι δύο πλευρές: Δέσποινα Καραγιαννοπούλου).
Εκτός από την ΑΓΝΟ, και άλλες βιομηχανίες εξειδικεύτηκαν στο τυποποιημένο παγωτό όπως η περίφημη ΑΣΤΥ η οποία διέθετε ορισμένους από τους πιο γνωστούς κωδικούς όπως τους πύραυλος Jumbo και Golden Champion.
ΕΒΓΑ
Δύο χρόνια μετά τη δημιουργία του εργοστασίου, το 1936, η Εθνική Βιομηχανία Γάλακτος μετονομάζεται σε Ελληνική Βιομηχανία Γάλακτος. Εκείνο το καλοκαίρι οι Έλληνες έφαγαν για πρώτη φορά παγωτό σε ξυλάκι.
Ήταν το πρώτο τυποποιημένο παγωτό στην Ελλάδα και μάλιστα με την έγκριση του Γενικού Χημείου του Κράτους που πιστοποιούσε την ποιότητα, καθησύχασε τον κόσμο και προτιμήθηκε από όλους.
Με έδρα τον Βοτανικό η ΕΒΓΑ έγινε σταδιακά η «ΕΒΓΑ της γειτονιάς», απέκτησε παρουσία σε όλους τους δρόμους της Ελλάδας και μπήκε στις καρδιές των Ελλήνων. Ως «ΕΒΓΑ της γειτονιάς» ονομάστηκαν όλα τα μικρά παντοπωλεία της μεταπολεμικής περιόδου που πωλούσαν διάφορα προϊόντα αλλά παράλληλα διέθεταν και τηλέφωνο, που τα έκανε σημείο συνάντησης.
Το 1936, δεν υπήρχαν ψυγεία και επιστρατεύτηκαν πλανόδιοι πωλητές που διέθεταν καρότσι με πάγο. Έτσι δημιουργήθηκε το επάγγελμα του παγωτατζή, ο οποίος φορούσε λευκή ποδιά και σκούφο και σάρωνε τις γειτονιές με τα περίφημα τρίκυκλα καρότσια.
Γύρω στο 1940 ο Μεταξάς επιτάσσει το εργοστάσιο της ΕΒΓΑ ώστε να δοθεί δωρεάν γάλα στο λαό. Μετά το τέλος του πολέμου και τις δυσκολίες που έφερε στη χώρα η γερμανική κατοχή, η εταιρία «ξανανθίζει» και προχωρά ανανεωμένη και με τους ίδιους υψηλούς στόχους που είχε από την αρχή της ίδρυσής της.
Οι ζηµιές που το εργοστάσιο είχε υποστεί στο διάστηµα της Κατοχής επανορθώνονται και η επιχείρηση τίθεται σε πλήρη λειτουργία. Η µονάδα του Βοτανικού ξανανοίγει, και αποκτά µάλιστα και πρόσθετους χώρους 2.500 τ.µ. Αν υπάρχει µια δεκαετία που θα µπορούσε να χαρακτηριστεί η πιο επιτυχηµένη για την ΕΒΓΑ, δεν είναι άλλη από αυτή του 1950. Η εταιρεία κατορθώνει και ασκεί µια επιθετική εµπορικά πολιτική, όπου σε κάθε γειτονιά βρίσκονται πρατήρια της ΕΒΓΑ. Πάνω από 850 υπήρξαν τα τοπικά σηµεία πώλησης αυτού του είδους, που προσοµοιάζουν σε µίνι µάρκετ. Είναι τα περίπτερα, τα µικρογαλακτοπωλεία, τα ζαχαροπλαστεία, όπως πολύ γραφικά διακρίνουµε στις παλιές καλές ελληνικές ταινίες.
Την δεκαετία του '60 η γκάμα των προϊόντων αναπτύσσεται και εμπλουτίζεται με νέες εκλεκτές προτάσεις: Σοκολάτα, γάλα, σοκολατούχο γάλα, παγωτά… «Το νέο χωνάκι της ΕΒΓΑ συσκευάζεται στο εργοστάσιο με αυτόματα μηχανήματα και διανέμεται πακεταρισμένο, χωρίς να μεσολαβήσει κανένα χέρι».
Στις πρώτες δεκαετίες κυριάρχησαν τα παγωτά ξυλάκια. Γεύσεις αγνές που ξεχώρισαν σε συσκευασίες πολύ δημιουργικές για την εποχή, πολύ προκλητικές στο ψυγείο. Ρόκετ, καϊμάκι, Τρινιτά, Chicago και τόσα άλλα.Τα κυπελλάκια αν και προστέθηκαν μετέπειτα στη γκάμα των παγωτών ΕΒΓΑ, αγαπήθηκαν αμέσως. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το Καϊμάκι που ακόμα και 80 χρόνια μετά έχει πιστούς θαυμαστές και δεν λείπει από κανένα ψυγείο. Το παγωτό μπορεί να περιέχει κακάο, ξηρούς καρπούς, φρούτα ή και πιο πρωτότυπα υλικά για τους πιο απαιτητικούς ουρανίσκους.
Μέσα στη δεκαετία του '70 η ΕΒΓΑ εκσυγχρονίζεται συνολικά και επικεντρώνει τη δραστηριότητα της στο παγωτό. Το 1981 παρουσιάζονται τα ιταλικά παγωτά Tartufo, που έφεραν νέες γεύσεις στην ελληνική αγορά, που αγαπήθηκαν αμέσως.
Η δεκαετία του 1980 έφερε μαζί της και τις αγαπημένες γεύσεις παγωτού σε οικογενειακή συσκευασία. Τούρτες, κορμοί και μοναδικοί συνδυασμοί γεύσεων που μπήκαν σε όλα τα σπίτια, σερβιρίστηκαν σε πάρα πολλές γιορτές και προσφέρθηκαν δώρο.
Τα παγωτά που αγαπήσαμε
Το 1980, λανσάρεται το οικογενειακό Variete, σε μια μεγάλη σειρά επιλογών και γεύσεων. Λανσάρεται επίσης το Καϊμάκι, παγωτό με έντονη γεύση μαστίχας και πλούσιο σιρόπι βύσσινο. Ένας εκρηκτικός συνδυασμός που από την πρώτη του κυκλοφορία ως σήμερα κράτησε αναλλοίωτη την ξεχωριστή του γεύση και τους «υποστηρικτές» του, που το ακολουθούν κάθε καλοκαίρι.
Εκτός από το Καϊμάκι την ίδια χρονιά είχαμε μια επίσης μεγάλη «άφιξη» Τρινιτά, βανίλια, κακάο,φουντούκι και κομματάκια ξηρών καρπών.
Το 1983 λανσάρεται ο πύραυλος Νο1. Ένα από τα πιο δυναμικά παγωτά της ΕΒΓΑ που έχει χρόνια την πρώτη θέση στην καρδιά όλων.
Το 1984 για τους λάτρεις της σοκολάτας έρχεται το Manhattan το οποίο ξεχώρισε αμέσως για την πλούσια γεύση του. Την ίδια χρονιά έχουμε δυο επίσης συναρπαστικές κυκλοφορίες. Τόγκο - η σημερινή μπανάνα και η Τρελή Πατούσα που αφήνει κάθε χρόνο το πιο γλυκό αποτύπωμα.
Το 1986 είναι η εποχή του Chicago. Αμερικάνικο όνομα και εικόνα, λαχταριστή και ελληνική γεύση. Ένα κυπελλάκι γεμάτο απόλαυση και σιρόπι σοκολάτας.
Βρισκόμαστε στο 1989 όταν κυκλοφόρησε ένας υπερ - πύραυλος, το 4*4 που κυκλοφόρησε για να εκτοξεύσει τη γεύση. Ένας από τους μακροβιότερους κωδικούς της ΕΒΓΑ, που απέκτησε άμεσα πιστό κοινό. 120 δραχμές, η πρώτη του τιμή σε μια επίσης δελεαστική συσκευασία και ένα ανατρεπτικό για την εποχή του τηλεοπτικό spot.
Το 1993 είναι η εποχή Status. Πρωτοκυκλοφόρησαν κι αμέσως ξεχώρισαν, αφού ήταν το πρώτο ξυλάκι που βγήκε σε κουτί.
Τρία χρόνια αργότερα, το 1996 ήταν η χρονιά που κυκλοφόρησαν για πρώτη φορά τα κύπελλα Scandal που αμέσως ξεχώρισαν για τη γεύση τους.
Το 1997 εμπλουτίζεται η σειρά Variete, με πολύ περισσότερες γεύσεις: Τιραμισού, 0%, parfait, καραμέλα,βανίλια με κομματάκια σοκολάτα και πολλούς ακόμα προκλητικούς συνδυασμούς.
Το 2004 οι γεύσεις του πύραυλου Scandal γίνονται ακόμα περισσότερες, για να μην ξέρετε ποιες να διαλέξετε. Παράλληλα κυκλοφορεί το 4x4 και σε sandwich. Mια δυναμική συσκευασία που περιείχε 4 λαχταριστά sandwich με τραγανό σοκολατένιο μπισκότο και γεύση παγωτού βανίλιας ή σοκολάτας.
Την ίδια χρονιά κυκλοφορούν τα πρώτα παγωτογλυκίσματα σε κάθε ελληνικό σπίτι, συνδυάζοντας αρμονικά το παγωτό με την παράδοση. Σε τρεις γεύσεις: μιλφέιγ, εκμέκ, καρυδόπιτα… σαν σπιτικό.
Το 2010 λανσάρεται η σειρά Cream House, με φρέσκια κρέμα. Το 2013 μπαίνουμε σε μια νέα εποχή με μια δυναμική συνεργασία. Στην απολαυστική γκάμα των Scandal έρχονται να προστεθούν νέες πρωτότυπες γεύσεις με την υπογραφή του Στέλιου Παρλιάρου.
Το 2013 λανσάρονται τα κεράσματα, μια νέα πρόταση που συνδυάζει παγωτό με αγαπημένα ελληνικά γλυκά. Τέλος το 2016 η σειρά Scandal By Parliaros επαναλανσάρεται με νέες συσκευασίες.
Το ιδιοκτησιακό καθεστώς της εταιρίας
Από το 1934 η εταιρία έχει αλλάξει τέσσερα χέρια. δημιουργήθηκε από τους αδελφούς Σουραπά και προτού καταλήξει στην Unilever πέρασε από τον Κ. Φιλίππου και τον Κάρολο Πολίτη.
Το 1971 η εταιρεία αλλάζει χέρια και μέσω της ΑΠΚΟ ΑΒΕ περνάει στην ιδιοκτησία του Κάρολου Πολίτη, ιδιοκτήτη και άλλων γνωστών εταιρειών της εποχής. Ως το 1978 δαπανώνται περί τα 500 εκατ. δρχ. για τον εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεων, ενώ παράλληλα αποσύρεται από τους περισσότερους τομείς στους οποίους δραστηριοποιείτο και επικεντρώνει αποκλειστικά την παραγωγική δραστηριότητά της στον τομέα του παγωτού.
Βρισκόμαστε πλέον στο 1988 την εποχή που η εταιρεία «αλλάζει χέρια» για δεύτερη φορά στην ιστορία της. Νέος ιδιοκτήτης είναι ο όμιλος εταιρειών Κυριάκου Φιλίππου. Η εταιρεία αρχίζει μια νέα περίοδο ανάπτυξης, γίνονται νέες επενδύσεις σε τεχνολογικό εξοπλισμό και το 1991 δραστηριοποιείται πλέον, πέραν του παγωτού, και στην αγορά παστεριωμένων χυμών με την επωνυμία Refresh.
Είναι το 1995 όταν η εταιρεία κυκλοφορεί δύο νέες σειρές προϊόντων, παγωτά με 0% λιπαρά και χυμούς μακράς διαρκείας. Τον επόμενο χρόνο, το 1996, η ΕΒΓΑ κερδίζει το βραβείο Sial D΄Οr στη Διεθνή Έκθεση Τροφίμων της Sial για τα παγωτά με 0% λιπαρά και αποκτά το διεθνές πιστοποιητικό ποιότητας ΙSΟ 9002.
Το 1998 ο όμιλος Κ. Φιλίππου αποκτά πλειοψηφικό πακέτο μετοχών της εταιρείας παραγωγής παγωτού CΑS, η οποία διαθέτει τρία εργοστάσια στη Νότια Αφρική, και μέσω αυτής τοποθετούνται τα προϊόντα της ΕΒΓΑ στη νοτιοαφρικανική αγορά.
Στις αρχές του 1999 η εταιρεία παραγωγής κρουασάν Folie συγχωνεύεται με την ΕΒΓΑ και η δεύτερη μετονομάζεται Ελληνική Βιομηχανία Γάλακτος και Αλεύρου. Έτσι, εκτός από τις αγορές του παγωτού και των χυμών, η εταιρεία εισέρχεται και στην αγορά των κατεψυγμένων αρτοσκευασμάτων «λανσάροντας» μια μεγάλη ποικιλία προϊόντων κατεψυγμένης ζύμης. Επίσης κατορθώνει να τοποθετήσει τα προϊόντα της σε 22 χώρες τριών ηπείρων. Δυο χρόνια αργότερα εξαγοράζει την ελληνική βιοτεχνία παγωτού και γλυκών Ιglοο, αναφέρει δημοσίευμα του Βήματος.
Το 2011 ανακοινώθηκε στην αγορά η συνεργασία της ΕΒΓΑ µε τη Unilever. Η Unilever είναι από τις μεγαλύτερες εταιρίες παραγωγής και εμπορίας ταχέως κινούμενων καταναλωτικών προϊόντων παγκοσμίως, με παρουσία σε περισσότερες από εκατό χώρες και παγκόσμιος ηγέτης στην κατηγορία του παγωτού. Στην Ελλάδα δραστηριοποιείται στους τομείς των τροφίμων, οικιακής φροντίδας και προσωπικής υγιεινής με την επωνυμία ΕΛΑΪΣ - Unilever Hellas Α.Ε.
Μέσα από τη στρατηγική συμφωνία με την ΕΒΓΑ η Unilever έχει αποκτήσει τις μάρκες παγωτού της ΕΒΓΑ καθώς επίσης και το δίκτυο διανομής τους. Η συνεργασία αυτή αξιοποιεί τα συγκριτικά πλεονεκτήματα και των δύο πλευρών, προσφέροντας συνέχεια στην πορεία του παγωτού, καθώς συνδυάζει τη δυνατή κληρονομιά και εμπειρία της ΕΒΓΑ με την τεχνογνωσία της Unilever.
ΔΕΛΤΑ
Εκείνη την εποχή παρασκεύαζε γιαούρτι και διακινούσε γάλα και γιαούρτι στις γειτονικές περιοχές.
Αναλαμβάνοντας από τον πατέρα και τον θείο του την οικογενειακή επιχείρηση ο Αριστείδης Δασκαλόπουλος το 1952 ιδρύει τη ΔΕΛΤΑ Γαλακτοκομική, μια οικογενειακή επιχείρηση γαλακτοκομικών για την παραγωγή και διανομή γιαουρτιού και γάλακτος. Τρία χρόνια αργότερα μεταφέρει το κατάστημα σε ένα μεγαλύτερο χώρο στην οδό Διδότου.
Το 1964 ο φιλόδοξος επιχειρηματίας αποφασίζει να πωλήσει το μοναδικό περιουσιακό στοιχείο που διέθετε, ένα χωράφι στο Χαλάνδρι, και να αγοράσει με δόσεις ένα αγρόκτημα στον Ταύρο της Αττικής, που απετέλεσε και το σημείο εκκίνησης της μετέπειτα βιομηχανικής ανάπτυξης, αναφέρει σε άρθρο του στο Βήμα ο Δήμητρης Χαροντάκης.
Είναι το 1967 όταν η εταιρία ξεκινά τη παραγωγή παγωτού. Η κυριαρχία της παραδοσιακής ΕΒΓΑ και της συνεταιριστικής ΑΣΤΥ ήταν δύσκολο να αμφισβητηθεί. Παρ' όλα αυτά ο Αριστείδης Δασκαλόπουλος κατορθώνει να επεκτείνει το δίκτυο διανομής του και να κερδίσει σε φήμη στην περιοχή της Αθήνας. Αφού η εταιρία μετατρέπεται σε ανώνυμη εταιρεία και εξασφαλίζοντας την απαραίτητη τεχνογνωσία (από τη Δανία) και τον απαιτούμενο εξοπλισμό, παράγει τα πρώτα παγωτά Δέλτα.
Το 1979 η ΔΕΛΤΑ αποκτά ισχυρή θέση στην κατηγορία του φρέσκου γάλακτος στην Ελλάδα ενώ το 1980 γίνεται ο ηγέτης στην αγορά του παγωτού. Μέσα σε αυτά τα χρόνια η ΔΕΛΤΑ αρχίζει να δημιουργεί έναν όμιλο επιχειρήσεων γύρω από τη γαλακτοβιομηχανία.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 τα ηνία της εταιρίας περνούν χέρια του γιου του Αριστείδη, Δημήτρη. Δέκα χρόνια αργότερα, η εταιρία μπαίνει στο χρηματιστήριο ενώ το 1991 επεκτείνεται στα Βαλκάνια, κυρίως με το παγωτό. Το 1993 έρχεται η συνεργασία με την Danone. Το 1994 η εταιρία κερδίζει μια ισχυρή θέση στα κατεψυγμένα προϊόντα με την εξαγορά της Froza και του Μπάρμπα Στάθης. Η μονάδα του γιαουρτιού μεταφέρεται σε καινούργιες εγκαταστάσεις στον Άγιο Στέφανο.
Μεταξύ του 1996 και του 2000 γίνεται ανακαίνιση και επέκταση του εργαστασίου παγωτού.
Το 2006 γίνεται η πώληση του 96,53 % της συνολικής συμμετοχής της ΔΕΛΤΑ Παγωτά στην Nestle. Συγχώνευση μέσω απορρόφησης των θυγατρικών της, για τη δημιουργία της VIVARTIA.
Από 1η Μαΐου 2011 ολοκληρώνεται και νομικά η συγχώνευση της Νestlé Ελλάς Παγωτά Α.Ε. με την Νestlé Ελλάς Α.Ε.Η εταιρεία διατηρεί το εργοστάσιό της στον Ταύρο και συγκεντρώνει όλα τα χαρακτηριστικά μιας σύγχρονης, ανανεωμένης και τεχνολογικά άρτιας εταιρείας χωρίς όμως να χάσει το τοπικό χαρακτήρα που έχουν αγαπήσει οι Έλληνες καταναλωτές. Η Νestlé Ελλάς A.E. σηματοδοτείται από μία ανανεωμένη εικόνα που έχει κάνει την εμφάνισή της στα σημεία πώλησης από το 2007, με βασικά χαρακτηριστικά της τη διατήρηση του πράσινου χρώματος, που ήδη γνωρίζουν οι Έλληνες καταναλωτές, μαζί με μία έντονη νότα ανανέωσης και φρεσκάδας.
H εταιρεία συνεχίζει να προσφέρει στους καταναλωτές της τα αγαπημένα BOSS®, NIRVANA®, MAGNUM, ALOMA®, καθώς κι άλλες αγαπημένες μάρκες, συνθέτοντας μια ελκυστική γκάμα παγωτών στην αγορά.Τα παγωτά που αγαπήσαμε
«Τα πρώτα παγωτά που έβγαλε η Δέλτα ήταν ξυλάκια κακάο και βανίλια. Το παγωτό ξυλάκι Φλορεάλ ήταν από τα πρώτα της παγωτά. Σιγά σιγά, χρόνο με τον χρόνο μπήκε στην γκάμα της το σάντουιτς και μετά ένας με δύο πύραυλοι.
Το Magnum, που βγήκε στις αρχές της δεκαετίας του 1980, ήταν το πιο επιτυχημένο παγωτό της εποχής που πουλούσε περισσότερο από κάθε άλλο παγωτό που πουλιόταν στην ελληνική επικράτεια.
Το Lucky Cup ήταν το αντίπαλο δέος του Lucky Cup. Το κόνσεπτ ίδιο. Δωράκι στον πάτο.
Μετά ήρθαν και τα οικογενειακά παγωτά. Το Αλόμα, που υπάρχει και σήμερα, ήταν από τα πρώτα παγωτά της εταιρείας.
Τρία ακόμη παγωτά που έκαναν αίσθηση ήταν:
Το Μαγιόρκα παγωτό κυπελλάκι, που είχε περισσότερα λιπαρά από τις υπόλοιπες συνταγές.
Το παγωτό μπαλάκι, που ήταν παγωτό μέσα σε ένα πλαστικό μπαλάκι. Αν και ήταν πολύ δημοφιλές αναγκάστηκαν να το σταματήσουν γιατί ήταν εξαιρετικά δύσκολο να κλείνουν το καπάκι του.
Το παγωτό κασάτο. Ένα ιδιαίτερο παγωτό μέσα σε κωνικό μπολ, που χρειαζόταν 35 άτομα για να φτιαχτεί και φτιαχνόταν την νεκρά σεζόν για το παγωτό, από τον Οκτώβριο δηλαδή μέχρι και τον Ιανουάριο. Με το παγωτό αυτό εφοδίαζαν καταστήματα εστίασης. Είχε μέσα σαντιγί και γλυκό του κουταλιού. Ήταν πολύ δύσκολο στην παρασκευή του.
Πώς ήταν να εργάζεσαι στην Δέλτα εκείνη την εποχή;
«Οι άνθρωποι της Δέλτα εκείνη την εποχή ένιωθαν περήφανοι που εργάζονταν εκεί και πήγαιναν χαρούμενοι στην δουλειά τους. Ήταν μια εταιρεία που αναπτυσσόταν δυναμικά και ήταν ο ηγέτης στην αγορά και όλοι ένιωθαν πως υπήρχε προοπτική. Επίσης ένιωθαν δεμένοι μεταξύ τους και ότι ανήκουν στην ίδια οικογένεια και αυτό επιβεβαιωνόταν σε καθημερινή βάση από την προσωπική παρουσία του κυρίου Δασκαλόπουλου στα γραφεία και τους χώρους παραγωγής»,απαντά στη HuffPost Greece εργαζόμενος της ΔΕΛΤΑ.
ΚΡΙ ΚΡΙ
Κάπως έτσι ξεκινάει και η πορεία της επιχείρησης από τον Γεώργιο Τσινάβο στις αρχές της δεκαετίας του 50 στην πόλη των Σερρών, μιας επιχείρησης που έφτασε σήμερα, μετά από 60 χρόνια, να αποτελεί τη μεγαλύτερη βιομηχανία παγωτού στην Β. Ελλάδα και μία από τις δυναμικότερα αναπτυσσόμενες βιομηχανίες γαλακτοκομικών προϊόντων στην ελληνική αγορά και στο εξωτερικό.
Οι πρώτες πωλήσεις με κασελάκια πάγου
Οι πρώτες πωλήσεις των προϊόντων ΚΡΙ ΚΡΙ ξεκινούν ουσιαστικά το 1954 με την ταυτόχρονη παραγωγή και διάθεση παγωτών και ειδών ζαχαροπλαστικής στην πόλη των Σερρών, υπό την εποπτεία και καθοδήγηση του ιδρυτή της επιχείρησης, Γεωργίου Τσινάβου. Οι πρώτες διανομές παγωτών γίνονται με πλανόδιους πωλητές και ειδικά αυτοφερόμενα κασελάκια που χρησιμοποιούσα ως ψυκτικό μέσο τον πάγο και το αλάτι. Τα συγκεκριμένα κασελάκια ήταν φτιαγμένα από ξύλο και λαμαρίνα και ζύγιζαν περίπου 30 κιλά το καθένα, ενώ η χωρητικότητά τους ήταν περίπου 40 τεμάχια παγωτού έκαστο.
Ο πωλητής κρεμούσε το κασελάκι με ειδικό λουρί και το μετέφερε ο ίδιος στην αγορά. Τα πρώτα παγωτά της επιχείρησης ΚΡΙ ΚΡΙ ήταν τα κασάτα, ένα ιδιαίτερο παγωτό βασισμένο στο πρόβειο γάλα με πολύ πλούσια γεύση και τα κύπελλα, τα οποία παράγονταν σε χειροκίνητες μηχανές, με παραγωγική δυνατότητα 120 κιλών ημερησίως. Αρκετά αργότερα, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960, άρχισαν να τοποθετούνται τα πρώτα ηλεκτρικά ψυγεία παγωτού στην αγορά των Σερρών.
Το πρώτο ακίνητο
Τα παγωτά ΚΡΙ ΚΡΙ αρχίζουν να αποκτούν φήμη και εκτός ορίων του Ν. Σερρών και έτσι το 1968 πραγματοποιείται η μεταφορά των εγκαταστάσεων της εταιρίας σε νέους ιδιόκτητους χώρους. Λίγα χρόνια αργότερα και πιο συγκεκριμένα το 1971 γίνεται η πρώτη σημαντική ανανέωση του μηχανολογικού εξοπλισμού της επιχείρησης με την αγορά συγκροτήματος παστερίωσης 200 λίτρων/ ώρα και γεμιστικής μηχανής δυνατότητας 2.000 τεμαχίων / ώρα για κύπελλα και πυραύλους. Η ανανέωση αυτή σηματοδοτεί την αρχή μία νέας εποχής για την παραγωγή των παγωτών ΚΡΙ ΚΡΙ, καθώς πλέον γίνεται πιο αυτοματοποιημένη και με πολύ υψηλότερες δυνατότητες σε όγκο παραγωγής.
Ανάπτυξη εκτός Σερρών
Σχεδόν δέκα χρόνια μετά, το 1982 και ενώ τα παγωτά ΚΡΙ ΚΡΙ κυριαρχούν στην αγορά των Σερρών, ξεκινά η συμμετοχή του Παναγιώτη Τσινάβου, γιού του ιδρυτή της εταιρίας Γεωργίου Τσινάβου, στα κοινά της επιχείρησης. Μετά το πέρας των σπουδών του (απόφοιτος Χημικός Μηχανικός του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης με μετεκπαίδευση στο Μιλάνο της Ιταλίας σε θέματα τεχνολογίας του γάλακτος), ο Παναγιώτης Τσινάβος αναλαμβάνει ενεργό δράση.
Το 1987 δημιουργείται η πρώτη αποκλειστική αντιπροσωπεία παγωτού εκτός Ν. Σερρών, στη γειτονική Ξάνθη, ενώ την ίδια χρονιά μεταφέρονται εκ νέου οι εγκαταστάσεις της επιχείρησης στους σημερινούς ιδιόκτητους χώρους της εταιρίας, στο 3ο χλμ της Εθνικής Οδού Σερρών – Δράμας.
Τα χρόνια που ακολούθησαν ήταν πάρα πολύ δημιουργικά με αποτέλεσμα τα παγωτά ΚΡΙ ΚΡΙ να διατίθενται μέσω αποκλειστικών αντιπροσώπων σε όλη την Ελλάδα.
Μιλώντας στη HuffPost Greece ο κ.Τσινάβος ανέφερε: «Από την αγορά του παγωτού περάσαν πολλές ιστορικές εταιρίες η ΕΒΓΑ, η ΔΕΛΤΑ και τα τελευταία χρονιά η ΚΡΙ ΚΡΙ. Σήμερα είναι η μοναδική ελληνική εταιρία με πανελλαδικό δίκτυο διανομής καθώς η ΕΒΓΑ και η ΔΕΛΤΑ εξαγοράστηκαν από τους δυο πολυεθνικούς παίκτες του παγωτού Unilevel και Nestle. Σήμερα η ΚΡΙ ΚΡΙ βρίσκεται σε 1400 σημεία πώλησης σε όλη την Ελλάδα και εξάγουμε σε πάνω από 22 χώρες. Παράλληλα λανσάραμε εδώ και δυο χρονιά τα greek frozen your και πάμε πολύ καλά και έχουμε στόχο να μπουν και σε αλυσίδες του εξωτερικού».
Τα προϊόντα της ΚΡΙ ΚΡΙ σήμερα βρίσκονται στις μεγαλύτερες αλυσίδες S/M της Ευρώπης όπως:
Στην Αγγλία Waitrose, Marks& Spenser, Tesco, Aldi με παρουσία σε 1500 σημεία πώλησης.Σήμερα η ΚΡΙ ΚΡΙ απασχολεί: 340 εργαζομένους και 200 εξωτερικούς συνεργάτες στη διανομή. Σχεδιάζοντας την επόμενη δεκαετία, το 2015 ξεκινήσαμε πολλές νέες συνεργασίες από έμπειρα και ικανά στελέχη της αγοράς, που θα συμβάλουν σημαντικά στην περαιτέρω ανάπτυξη της ΚΡΙΚΡΙ. Το 2015 έγιναν συνολικά 16 νέες προσλήψεις σε διάφορες ειδικότητες από τους οποίους 90% είναι πτυχιούχοι ΑΕΙ/ΤΕΙ.
Στο Βέλγιο, COLRUYT GROUP, με παρουσία σε 250 σημεία πώλησης.
Στην Γερμανία ,KAUFLAND, REWE, με παρουσία σε 3000 σημεία πώλησης.
Στην Ολλανδία, ALBERT HEIJN, με παρουσία σε 600 σημεία πώλησης.
Στην Ιταλία με παρουσία σε 1000 σημεία πώλησης.