Το πολυπόθητο από τους εργαζομένους ρεπό, μολονότι έχει γίνει «αγνώριστο» από τις πολλές μεταβολές που έχει υποστεί περνώντας από αρκετές γλώσσες, εντούτοις διατήρησε τη βασική σημασία τής λέξης από την οποία προήλθε, τής λέξης παύση(αρχαία παῦσις). Αυτή είναι που έδωσε το λατινικό pausa, απ’όπου το λατινικό pausare και ως σύνθετο re-pausare «παύω, σταματώ» (πρβλ. το αντίστοιχο ελλην ἀνα-παύω). Αυτό πήραν οι Γάλλοι με τον τύπο reposer και με την εξελιγμένη σημασία «αναπαύω, ησυχάζω». Από το ρήμα αυτό προήλθε, τελικά, το γαλλικό repos με τη σημασία «παύση από την εργασία σε τακτά διαστήματαγια ξεκούραση» (πρβλ. και ανάπαυση).Έτσι, με άλλη μορφή και με άλλο πιο εξειδικευμένο σημασιολογικό περιεχόμενο επανήλθε η δάνεια λέξη παῦσις στην Ελληνική ως αντιδάνειο με τον τύπο ρεπό (που μάλιστα κλίνεται από μερικούς ομιλητές όπως λ.χ. το ποσ-ό : το ρεπό - τα ρεπά).
Γεώργιος Μπαμπινιώτης
Δείτε περισσότερες ιστορίες λέξεων εδώ.