Η μύτη, τα αυτιά και τα οστά του προσώπου του έχουν παραμορφωθεί από τα χτυπήματα.
Στο κεφάλι του διακρίνονται λιγοστά ίχνη από έναν κότινο, το στεφάνι ελιάς που ήταν το έπαθλο των νικητών στους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Η ταυτότητά του μπορεί να μην είναι γνωστή με βεβαιότητα, η ιδιότητά του όμως είναι σαφής.
Το χάλκινο κεφάλι από το ανδρικό άγαλμα φυσικών διαστάσεων, που είχε ανατεθεί στο ιερό του Διός στην Ολυμπία και σήμερα βρίσκεται στο ισόγειο του εθνικού αρχαιολογικού μουσείου.
Ανήκε σε ένα πυγμάχο, νικητή μεν, αλλά ταλαιπωρημένο από τους αγώνες και χρονολογείται στο 330-320 π. Χ.
Οι ρυτίδες στις άκρες των ματιών ήταν ένθετες και έχουν χαθεί και οι ρυτίδες στο μέτωπο ενισχύουν το σοβαρό ύφος του άνδρα και την κούραση που έχει υποστεί ύστερα από πολλά χρόνια προπονήσεων και αγώνων.
Το στόμα του είναι μισάνοιχτο για να ανασαίνει ευκολότερα. Τα χείλη του είναι και αυτά ένθετα. Στο κεφάλι εάν προσέξει κάποιος θα δει το στέλεχος και τους λιγοστούς μίσχους ελιάς από το στεφάνι που προστέθηκαν μετά την χύτευση του αγάλματος.
Γιατί όμως αυτός ο πυγμάχος έμεινε στην αιωνιότητα μέσω ενός σπάνιου πορτρέτου για την αρχαία ελληνική τέχνη;
Διότι σύμφωνα με τον Ρωμαίο ιστορικό Πλίνιο, η ακριβής απόδοση των χαρακτηριστικών γινόταν σε εξαιρετικές μόνο περιπτώσεις. Πορτρέτα δηλαδή αποκτούσαν μόνο όσοι είχαν αποδειχθεί άξιοι για να μείνουν αλησμόνητοι στις επόμενες γενεές, με τις νίκες σε μεγάλες αθλητικές διοργανώσεις και κυρίως τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Αν είχαν νικήσει τρεις φορές αποτυπώνονταν στα αγάλματά τους τα ατομικά τους χαρακτηριστικά τους για να μείνουν στην αιωνιότητα.
Αν και κανείς δεν μπορεί να το πει με βεβαιότητα, δεν αποκλείεται να απεικονίζει τον περίφημο πυγμάχο Σάτυρο, γιο του Λυσιάνακτος, από το γένος των Ιαμιδών με καταγωγή από την Ηλίδα ο οποίος είχε νικήσει πέντε φορές σε αγώνες πυγμαχίας στα Νέμεα, δύο στα Πύθεια (αγώνες στους Δελφούς) και δύο στους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Αν όντως το άγαλμα απεικονίζει τον Σάτυρο, θα πρέπει να είναι έργο, όπως μαρτυρεί ο περιηγητής Παυσανίας που επισκέφθηκε το ιερό του Διός στην Ολυμπία τον 2ο αιώνα μ.Χ., του σπουδαίου αθηναίου χαλκοπλάστη Σιλανίωνος, καλλιτέχνη σύγχρονου του Λυσίππου, ο οποίος φημιζόταν για τους ανδριάντες του και κυρίως για τα πορτρέτα του.
Ο «Ρόκι» της αρχαιότητας
Οι πυγμάχοι φορούσαν στα χέρια τους ιμάντες, ειδικά λουριά από λεπτό δέρμα βοδιού, ώστε ο καρπός και τα δάχτυλά τους να είναι σταθερά.
Στα ρωμαϊκά χρόνια φορούσαν γάντια ενισχυμένα από σίδερο και μολύβι.
Για να μειώνουν τους τραυματισμούς ή τις παραμορφώσεις κατά τη διάρκεια των προπονήσεων, οι πυγμάχοι κάλυπταν τα αυτιά τους με τις επωτίδες που ήταν κατασκευασμένες από δέρμα.
Ξακουστός πυγμάχος που δεν είχε τραυματιστεί ήταν ο Μελαγκόμας, από την Καρία, της Μ. Ασίας, ο οποίος μπορούσε να αποφεύγει τα χτυπήματα των αντιπάλων και να αμύνεται ώσπου οι αντίπαλοι να αποδεχτούν την ήττα τους.
Πηγή: «Αρχαία Κρυμμένα Μυστικά», επιμέλεια: Μαίρη Αδαμοπούλου
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.