To 1915 η Οθωμανική Αυτοκρατορία επιδόθηκε με αγριότητα στην πρώτη γενοκτονία του 20ού αιώνα, την εθνοκάθαρση των Αρμενίων.
Περίπου 1,5 εκατ. ψυχές αφανίστηκαν από προσώπου γης, όταν εκδιώχθηκαν από την πατρώα γη, σύρθηκαν σε πορείες θανάτου μέσα στην έρημο και εκτελέστηκαν μαζικά. Το γεγονός ότι υπήρξαν άνθρωποι που γλίτωσαν από αυτό μόνο ως θαύμα μπορεί να λογιστεί, ένα θαύμα ζωής σε πείσμα του δολοφονικού μίσους.
Η αρμενική πολιτεία αναγνωρίζει επισήμως σήμερα, το 2016, ότι κάπου 30 άνθρωποι που επιβίωσαν από τη γενοκτονία ζουν ήρεμες ζωές σε μικρά χωριουδάκια. Η συντριπτική πλειονότητα των οποίων είναι μάλιστα αρκετά πάνω από έναν αιώνα ζωής!
Την ώρα που η Τουρκία συνεχίζει να αρνείται τη Γενοκτονία των Αρμενίων και λιγότερες από πενήντα χώρες έχουν αναγνωρίσει διεθνώς την εθνοκάθαρση, οι άνθρωποι αυτοί με τις ολοζώντανες αναμνήσεις λειτουργούν ως κειμήλια Ιστορίας αλλά και ως τραγικές επιβεβαιώσεις γεγονότων που θέλει η Τουρκία να απαλείψει από τη συλλογική μνήμη της ανθρωπότητας.
Και δεν είναι βέβαια οι μόνοι που συνδέονται με μεγάλα ιστορικά γεγονότα, εκεί που η συλλογική ιστορία μπλέκεται δηλαδή με την ατομική…
Ο τελευταίος άνθρωπος του 19ου αιώνα
Γεννημένη στα βόρεια της Ιταλίας στις 29 Νοεμβρίου 1899, η Έμα Μοράνο έζησε όλο τον αδυσώπητο 20ό αιώνα και είδε με τα μάτια μας γεγονότα που μόνο ως διηγήσεις έφτασαν σε μας. Στα 116 της σήμερα, δεν έχει φυσικά αναμνήσεις από τον 19ο αιώνα, θυμάται ωστόσο όλο τον 20ό, τον αιώνα που τόσο άλλαξε το πρόσωπο της ανθρωπότητας!
Ανακαλεί έναν κόσμο που δεν ήξερε από παγκόσμιους πολέμους και το αυτοκίνητο δεν ήταν παρά ένα πανάκριβο παιχνίδι αποκλειστικά για την άρχουσα τάξη. Και μια εποχή που κανείς 0εν είχε καταφέρει να ταξιδέψει στον αέρα χωρίς παρατράγουδα φυσικά! Φανταστείτε πόσα είδε και πόσα άκουσε στη ζωή της ως ο τελευταίος συνδετικός κρίκος με τον 19ο αιώνα…
Η τελευταία υπήκοος της βασίλισσας Βικτορίας
Όταν πέθανε η περιβόητη μονάρχης της Κοινοπολιτείας στις 22 Ιανουαρίου 1901, ήταν επικεφαλής της μεγαλύτερης αυτοκρατορίας που είδε ποτέ ο κόσμος: Καναδάς, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία, Νέα Γουινέα, Νότια Αφρική, Αίγυπτος, Σουδάν, Νιγηρία, Τζαμάικα και τόσες ακόμα γωνιές της οικουμένης δεν ήταν παρά κτήσεις της Βρετανικής Αυτοκρατορίας.
Η Βρετανία ήταν η υπερδύναμη του πλανήτη, η χώρα που ο ήλιος δεν έδυε ποτέ, και το Λονδίνο η σημαντικότερη μεγαλούπολη της υδρογείου. Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο γεννήθηκε η Τζαμαϊκανή Βάιολετ Μπράουν, ο δεύτερος πιο ηλικιωμένος άνθρωπος του κόσμου σήμερα. Η υπεραιωνόβια έχασε μάλιστα τον 19ο αιώνα για τρεις μόλις μήνες, καθώς ήρθε στον κόσμο τον Μάρτιο του 1900.
Το γεγονός ότι γεννήθηκε στην Τζαμάικα, κάτω από βρετανικό ζυγό εκείνη την εποχή, τη μετατρέπει σε τελευταία υπήκοο της Βικτορίας και ζωντανή συνέχεια μιας αυτοκρατορίας που δεν υπάρχει πια. Η Βάιολετ έζησε κατακλυσμιαίες αλλαγές στη ζωή της, όσο οι σιδηροδρομικές ράγες στρώνονταν κατά μήκος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας και ο φεμινισμός ρίζωνε ολοένα και πιο πολύ.
Η ίδια θυμάται την εφεύρεση των ποδηλάτων(!) και τη χαρτογράφηση της Αφρικής, αλλά και πολλές θεαματικές ανακαλύψεις μιας εποχής κοσμοϊστορικών αλλαγών. Μιας εποχής που η Αγγλία ήταν το κέντρο του κόσμου και μια δύναμη που δεν είχε ξαναδεί ποτέ η Ιστορία.
Όταν φύγει από τον κόσμο, δεν θα χαθεί ένας άνθρωπος αλλά ένα ολόκληρο ιστορικό κεφάλαιο…
Ο τελευταίος κατήγορος της Νυρεμβέργης
Σε τρυφερή ηλικία 27 ετών, ο Μπέντζαμιν Φέρεντς επιστρατεύτηκε με ένα καθόλου ζηλευτό έργο: την ποινική δίωξη της ανατριχιαστικής ναζιστικής συμμορίας των SS, της Einsatzgruppen, που όργωνε την Ανατολική Ευρώπη για να εκτελεί μαζικά εβραίους πολίτες και εχθρούς του Γ’ Ράιχ και έστειλε το νούμερο της φρίκης στο ένα εκατομμύριο περίπου ψυχές.
Το Τάγμα του Θανάτου των SS μπήκε στο στόχαστρο του νεαρού δικηγόρου, που είχε συνυπογράψει λίγο πρωτύτερα την ίδρυση του αποσπάσματος του αμερικανικού στρατού για τα εγκλήματα πολέμου. Σήμερα, σε ηλικία 98 ετών, θυμάται ακόμα ως ο τελευταίος εισαγγελέας της Νυρεμβέργης το πώς κέρδισε τη δική του δίκη ανάμεσα στις δώδεκα της πολύκροτης υπόθεσης της απόδοσης ευθυνών στους 24 ηγέτες του Γ’ Ράιχ, στον απόηχο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Καθηγητής διεθνούς Δικαίου σε νεοϋορκέζικο πανεπιστήμιο αργότερα, ο Φέρεντς έβαλε την προσωπική του σφραγίδα και στην ίδρυση του Διεθνούς Δικαστηρίου (με έδρα τη Χάγη), όντας κατόπιν αναπόσπαστο μέλος στη δίωξη φοβερών εγκληματιών πολέμου, από σέρβους σφαγείς μέχρι πολεμάρχους της Ρουάντα και αφρικανούς μαζικούς δολοφόνους.
Ο αιωνόβιος σχεδόν εισαγγελέας ήταν μέλος μιας ελίτ ομάδας των κατηγόρων που άλλαξαν τον κόσμο για πάντα, εγκαινιάζοντας μια νέα εποχή απόδοσης ποινικών ευθυνών με διεθνή χροιά…
Ο τελευταίος του πληρώματος του βομβαρδισμού της Χιροσίμα
Όταν ο Ράσελ Γκάκενμπαχ κοίταξε έξω από το παράθυρο του αεροπλάνου, η πόλη από κάτω δεν υπήρχε πια. Τη θέση της είχε πάρει ένα γιγαντιαίο νέφος σε σχήμα μανιταριού που κατάπινε τα νησάκια της Ιαπωνίας. Εκεί κάτω, χαμηλά, περισσότερες από 70.000 ανθρώπινες ζωές είχαν χαθεί μονομιάς και εκατομμύρια άλλες θα πλήττονταν ανεπανόρθωτα στα χρόνια που θα έρχονταν.
Τι έκανε τότε ο Γκάκενμπαχ; Έβγαλε ατάραχος τη φωτογραφική του μηχανή και τράβηξε μερικά ενσταντανέ. Κι αυτό γιατί ήξερε ότι είχε γίνει μόλις μάρτυρας σε ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα του 20ού αιώνα, αυτού που θα άλλαζε τον κόσμο όπως τον ξέραμε: της ατομικής της Χιροσίμα.
Ο φωτογράφος πάνω στο «Αναγκαίο Κακό» δεν ήταν μέλος του πληρώματος που απελευθέρωσε τη βόμβα, ήταν όμως εκεί όταν η ατομική εξερράγη και εγκαινίασε με τραγικό τρόπο την πυρηνική εποχή. Και βέβαια από όλες αυτές τις εκατοντάδες των Ιαπώνων που θυμούνται ακόμα με ρίγος την ατομική καταστροφή της Χιροσίμα, ο Γκάκενμπαχ είναι ο μόνος ζωντανός από την πλευρά των Αμερικανών.
Οι υπόλοιποι επιβαίνοντες τόσο του «Enola Gay» όσο και του «Necessary Evil» δεν βρίσκονται πια στη ζωή. Για τους ιάπωνες επιζώντες βέβαια το ίδιο γεγονός αντιπροσωπεύει εντελώς διαφορετικές μνήμες…
Ο τελευταίος αιχμάλωτος πολέμου της πραγματικής «Μεγάλης Απόδρασης»
Πριν γίνει κλασικό πολεμικό φιλμ, η «Μεγάλη Απόδραση» (1963) ήταν μια πραγματικότατη απόπειρα αιχμαλώτων πολέμου της Κοινοπολιτείας να ξεφύγουν από τα χέρια των ναζιστών δεσμοφυλάκων τους. Ήταν τη νύχτα της 24ης (προς 25η) Μαρτίου 1944 όταν από το στρατόπεδο αιχμάλωτων πολέμου Stalag Luft III της Κάτω Σιλεσίας απέδρασαν 76 κρατούμενοι μέσα από τα τρία τούνελ που είχαν κοπιωδώς διανοίξει, μεταξύ αυτών και ο Έλληνας Σωτήριος Σκάντζικας.
Μόλις τρεις πιάστηκαν κατόπιν, αν και τα αιματοβαμμένα αντίποινα των ναζί θα έφερναν στο απόσπασμα 49 κρατουμένους. Οι 76 της «Μεγάλης Απόδρασης» έγιναν λαϊκοί ήρωες, όσο ο χρόνος όμως περνούσε ο αριθμός τους συνεχώς μειωνόταν.
Σήμερα απομένει ζωντανός μόνο ο Ντικ Τσόρτσιλ, που δεν έχει καμιά σχέση με τον πρωθυπουργό της Βρετανίας, αν και οι Γερμανοί πίστευαν φυσικά πως είχε και παραείχε.
Ήταν μάλιστα λόγω αυτής της «σχέσης» που είχε γλιτώσει την εκτέλεση και στάλθηκε τελικά στο στρατόπεδο αιχμαλώτων. Ο άντρας το έσκασε από το Stalag Luft, έζησε τον υπόλοιπο 20ό και πέρασε με γενναιότητα και στον 21ο αιώνα. Φέτος συμπληρώνονται 72 χρόνια από τον λαμπρό άθλο των δραπετών, τον οποίο έχει φυσικά καμάρι ο Ντικ, καθώς ρεζιλέψανε όπως λέει τους ναζί μέσα στο ίδιο τους το σπίτι…