Η ναυμαχία της Σαλαμίνας κατά πολλούς πραγματοποιήθηκε στις 22 Σεπτεμβρίου του 480 π.Χ, μεταξύ των αρχαίων Ελληνικών πόλεων-κρατών και της Περσικής Αυτοκρατορίας.
Αποτέλεσε σημαντική σύγκρουση της δεύτερης περσικής εισβολής στην Ελλάδα, η οποία άρχισε το 480 π.Χ. Σήμερα είναι η επέτειος
Η νίκη εξασφάλισε την ανεξαρτησία των Ελληνικών πόλεων-κρατών, η οποία πρόσφερε τόσο το περιβάλλον όσο και τη στρατιωτική ισχύ στον Μέγα Αλέξανδρο για να δημιουργήσει την τεράστια αυτοκρατορία του έναν αιώνα αργότερα. Αυτή η αυτοκρατορία επέβαλε την κυριαρχία της ελληνικής φιλοσοφίας στον Δυτικό πολιτισμό κατά τους επόμενους αιώνες.
Παρά την ήττα τους από τους Έλληνες στον Μαραθώνα το 490 π.Χ., οι Πέρσες διατηρούσαν πάντα έναν τρομερό στρατό και ένα ναυτικό που ήλεγχε τις θαλάσσιες οδούς. Ο Δαρείος Α', που είχε ηττηθεί στον Μαραθώνα, σκόπευε να αρχίσει άλλη μια επίθεση εναντίον της Ελλάδας, αλλά πρώτα έπρεπε να καταστείλει μια επανάσταση στην Αίγυπτο.
Πέθανε όμως πριν γίνει αυτό, το 486 π.Χ. Ο γιος του Ξέρξης πήρε τη θέση του και σύντομα απέδειξε τις πολεμικές ικανότητες του νικώντας τους Αιγυπτίους επαναστάτες. Ύστερα στράφηκε κατά της Ελλάδας για να εκδικηθεί την ήττα του πατέρα του και να επεκτείνει τα όρια της Περσικής Αυτοκρατορίας προς δυσμάς.
Στη δεκαετία που ακολούθησε τη νίκη στον Μαραθώνα, οι Έλληνες ταλανίζονταν από εσωτερικές διαμάχες. Όταν ωστόσο έφθασαν οι ειδήσεις ότι ο Ξέρξης είχε ξεκινήσει εναντίον τους με στρατό που ίσως ξεπερνούσε το 1.000.000.000 άνδρες και τα 1.200 πλοία, οι νότιες ελληνικές πόλεις-κράτη της Αθήνας, της Σπάρτης και των Κυκλάδων συνενώθηκαν για να αντιμετωπίσουν τους εισβολείς.
Οι βόρειες περιοχές, που ήταν πολύ δύσκολο να αντισταθούν και βρίσκονταν στον δρόμο του προελαύνοντος περσικού στρατού, έδειξαν απροθυμία να μετάσχουν στη συμμαχία.
Σε μια προσπάθεια να εξασφαλίσει την υποστήριξη των βόρειων περιοχών, η νότια συμμαχία έστειλε έναν μικρό στρατό από Σπαρτιάτες για να υπερασπιστούν το πέρασμα των Θερμοπυλών. Πριν αρχίσει η μάχη οι περισσότεροι Σπαρτιάτες γύρισαν πίσω, αφήνοντας μόνο 300 άνδρες και 1.000 Βοιωτούς συμμάχους για να κρατήσουν το πέρασμα
Εκείνοι το έκαναν με τόση γενναιότητα, ώστε σκοτώθηκαν όλοι. Μολονότι όμως άφησαν ένα αιώνιο παράδειγμα ικανότητας και ανδρείας, η μάχη τους είχε ελάχιστη ή και καθόλου επίδραση στη σύγκρουση που ακολούθησε.
Από τις Θερμοπύλες οι Πέρσες συνέχισαν την πορεία τους νοτίως προς την Αθήνα, παραλλήλως προς την ακτογραμμή. Το ναυτικό ακολουθούσε κατά μήκος των παραλίων μεταφέροντας εφόδια για την τεράστια χερσαία δύναμη.
Ορισμένες περιγραφές, κυρίως Ελλήνων που επιδίωξαν να μεγιστοποιήσουν την αξία της επακόλουθης νίκης τους, υπολογίζουν τον όγκο του περσικού στρατού σε 2.000.000 άτομα κάποια μάλιστα φτάνει στα 5.000.000.
Ακόμη όμως και αν υπολογίσουμε το βοηθητικό προσωπικό και τους συνοδούς της εκστρατείας, αυτοί οι αριθμοί είναι εξαιρετικά υπερβολικοί, αφού ούτε ο περσικός πληθυσμός ούτε το σύστημα ανεφοδιασμού εκείνης της εποχής μπορούσαν να αντέξουν έναν τόσο μεγάλο στρατό. Στην πραγματικότητα, οι περσικές χερσαίες δυνάμεις πιθανότατα να έφθαναν τα 200.000 άτομα
Ανεξαρτήτως του ακριβούς αριθμού των Περσών, οι Έλληνες αντιλήφθηκαν ότι δεν μπορούσαν να αντισταθούν σε μια τόσο μεγάλη δύναμη. Ο ηγέτης τους, ο Αθηναίος Θεμιστοκλής, σκέφτηκε ότι η μοναδική ελπίδα νίκης βρισκόταν στη θάλασσα. Αν νικούσαν τον περσικό στόλο, ο εχθρικός στρατός θα υποχωρούσε από έλλειψη εφοδίων.
Παρά τις ανησυχίες ορισμένων υφισταμένων του, ο Θεμιστοκλής έπεισε τους συμμάχους του να εγκαταλείψουν την ελληνική ενδοχώρα και να μεταβούν στη γειτονική Σαλαμίνα. Εκεί θα παρέτασσαν το ενωμένο ναυτικό τους κατά του περσικού στόλου.
Ο Ξέρξης μπήκε στην Αθήνα και νίκησε γρήγορα τη μικρή ελληνική φρουρά που είχε μείνει εκεί για να υπερασπιστεί την Ακρόπολη. Ενώ οι Πέρσες λεηλατούσαν και έκαιγαν την πόλη, ο Θεμιστοκλής έστειλε αγγελιαφόρους που υποκρίθηκαν ότι ήταν λιποτάκτες για να πουν στον Ξέρξη ότι οι Έλληνες ήταν διχασμένοι από εσωτερικές διαμάχες και ετοιμάζονταν να φύγουν με τα πλοία τους. Ο Πέρσης ηγέτης αποφάσισε να αναλάβει μια επίθεση για να καταστρέψει τα ελληνικά σκάφη πριν προλάβουν να απομακρυνθούν
Ο Ξέρξης έστησε το στρατόπεδο του στην ξηρά και τοποθέτησε έναν χρυσό θρόνο σε μια πλαγιά του Αιγάλεω που έβλεπε προς τα νερά της Σαλαμίνας, από οπού θα μπορούσε να παρακολουθήσει την επικείμενη νίκη του.
Το πρωί της 23 Σεπτεμβρίου 480 π.Χ. κάθισε στον θρόνο και έδωσε διαταγή να επιτεθούν τα πλοία του. Το περσικό ναυτικό, που είχε μειωθεί σε 1.000 πλοία λόγω μιας πρόσφατης θύελλας, εξακολουθούσε να υπερέχει του ελληνικού σε αναλογία τρία προς ένα. Ωστόσο, οι 370 ελληνικές τριήρεις, με την τριπλή σειρά κουπιών, ήταν ταχύτερες και μεγαλύτερες από τα εχθρικά πλοία. Οι Έλληνες είχαν επίσης το πλεονέκτημα ότι γνώριζαν πολύ καλά τα νερά στα οποία γινόταν η σύγκρουση.
Ακόμη πιο σημαντικό ήταν το γεγονός ότι κάθε Έλληνας ναυτικός και στρατιώτης ήξερε πολύ καλά ότι μόνο ο ίδιος και οι συμπολεμιστές του βρίσκονταν ανάμεσα στις οικογένειες τους και στον περσικό στρατό. Η ύπαρξη της Ελλάδας κρεμόταν από τα χέρια τους.
Οι Πέρσες πλησίασαν με τον ημικυκλικό σχηματισμό τους, που ήταν χαρακτηριστικός εκείνης της εποχής. Τα ελληνικοί πλοία εμβόλισαν τα εχθρικά και τα ακινητοποίησαν με άρπαγες, έτσι ώστε να μπορέσει το πεζικό να περάσει σε αυτά και να εξουδετερώσει τα αντίπαλα πληρώματα.
Μια μικρή Ελληνική δύναμη περίπου 30 πλοίων, που είχε μείνει σε εφεδρεία, χτύπησε τις περσικές πτέρυγες καθώς οι κύριες ελληνικές δυνάμεις άρχισαν να αποκτούν την πρωτοβουλία των κινήσεων.
Σε διάστημα οκτώ ωρών ο Ξέρξης είδε από τον θρόνο του το μισό σχεδόν ναυτικό του να καταλήγει στον βυθό της θάλασσας. Οι ελληνικές απώλειες ήταν μόλις 40 πλοία. Για πρώτη φορά στην ιστορία μια ναυμαχία είχε κρίνει το αποτέλεσμα ενός πολέμου.
Με το μεγαλύτερο μέρος του ναυτικού του κατεστραμμένο και τα βοηθητικά σκάφη του απειλούμενα πλέον άμεσα, ο Ξέρξης δεν είχε άλλη επιλογή παρά να επιστρέφει στη Μικρά Ασία. Άφησε όμως πίσω του έναν στρατό 10.000 περίπου ανδρών για να κρατήσει την Ελληνική ενδοχώρα, αλλά μέχρι τον επόμενο Αύγουστο είχαν όλοι παραδοθεί στους Έλληνες.
Το περσικό ναυτικό παρέμεινε ισχυρό παρά την ήττα στη Σαλαμίνα. Ωστόσο, οι Έλληνες πήραν τη θέση των Περσών ως κυρίαρχη δύναμη στη Μεσόγειο. Χρειάστηκε άλλος ένας αιώνας και πολλοί ακόμη εσωτερικοί πόλεμοι πριν ο Μέγας Αλέξανδρος ενώσει όλη την Ελλάδα και κατανικήσει την Περσική Αυτοκρατορία, αλλά ο ακρογωνιαίος λίθος της τελικής νίκης του είχε ήδη τεθεί.
Η ναυμαχία της Σαλαμίνας εγγυόταν πλέον τη διαρκή ανεξαρτησία της Ελλάδας και την πρόοδο ενός πολιτισμού και μιας φιλοσοφίας που θα επηρέαζε ολόκληρη την Ευρώπη και θα επεκτεινόταν τελικά μέχρι τη βόρεια Αμερική.
Αν ο Ξέρξης είχε νικήσει στη Σαλαμίνα, είναι αμφίβολο αν οι διχασμένοι Έλληνες θα κατάφερναν να ενωθούν εκ νέου για να διώξουν τους Πέρσες από την πατρίδα τους. Αν η Σαλαμίνα είχε διαφορετική κατάληξη, είναι πολύ πιθανόν ότι η Περσία -και όχι η Ελλάδα- θα είχε εξαπλώσει την επιρροή της στην Ευρώπη και στη Δύση.
“Οι 100 μεγαλύτερες μάχες όλων των εποχών”. Από τον Michael Lee Lanning-ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΝΑΛΙΟΣ
ΔΕΙΤΕ ΣΕ ΒΙΝΤΕΟ ΟΛΑ ΟΣΑ ΑΦΟΡΟΥΝ ΣΤΗ ΝΑΥΜΑΧΙΑ ΤΗΣ ΣΑΛΑΜΙΝΑΣ
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.
Αποτέλεσε σημαντική σύγκρουση της δεύτερης περσικής εισβολής στην Ελλάδα, η οποία άρχισε το 480 π.Χ. Σήμερα είναι η επέτειος
Η νίκη εξασφάλισε την ανεξαρτησία των Ελληνικών πόλεων-κρατών, η οποία πρόσφερε τόσο το περιβάλλον όσο και τη στρατιωτική ισχύ στον Μέγα Αλέξανδρο για να δημιουργήσει την τεράστια αυτοκρατορία του έναν αιώνα αργότερα. Αυτή η αυτοκρατορία επέβαλε την κυριαρχία της ελληνικής φιλοσοφίας στον Δυτικό πολιτισμό κατά τους επόμενους αιώνες.
Παρά την ήττα τους από τους Έλληνες στον Μαραθώνα το 490 π.Χ., οι Πέρσες διατηρούσαν πάντα έναν τρομερό στρατό και ένα ναυτικό που ήλεγχε τις θαλάσσιες οδούς. Ο Δαρείος Α', που είχε ηττηθεί στον Μαραθώνα, σκόπευε να αρχίσει άλλη μια επίθεση εναντίον της Ελλάδας, αλλά πρώτα έπρεπε να καταστείλει μια επανάσταση στην Αίγυπτο.
Πέθανε όμως πριν γίνει αυτό, το 486 π.Χ. Ο γιος του Ξέρξης πήρε τη θέση του και σύντομα απέδειξε τις πολεμικές ικανότητες του νικώντας τους Αιγυπτίους επαναστάτες. Ύστερα στράφηκε κατά της Ελλάδας για να εκδικηθεί την ήττα του πατέρα του και να επεκτείνει τα όρια της Περσικής Αυτοκρατορίας προς δυσμάς.
Στη δεκαετία που ακολούθησε τη νίκη στον Μαραθώνα, οι Έλληνες ταλανίζονταν από εσωτερικές διαμάχες. Όταν ωστόσο έφθασαν οι ειδήσεις ότι ο Ξέρξης είχε ξεκινήσει εναντίον τους με στρατό που ίσως ξεπερνούσε το 1.000.000.000 άνδρες και τα 1.200 πλοία, οι νότιες ελληνικές πόλεις-κράτη της Αθήνας, της Σπάρτης και των Κυκλάδων συνενώθηκαν για να αντιμετωπίσουν τους εισβολείς.
Οι βόρειες περιοχές, που ήταν πολύ δύσκολο να αντισταθούν και βρίσκονταν στον δρόμο του προελαύνοντος περσικού στρατού, έδειξαν απροθυμία να μετάσχουν στη συμμαχία.
Σε μια προσπάθεια να εξασφαλίσει την υποστήριξη των βόρειων περιοχών, η νότια συμμαχία έστειλε έναν μικρό στρατό από Σπαρτιάτες για να υπερασπιστούν το πέρασμα των Θερμοπυλών. Πριν αρχίσει η μάχη οι περισσότεροι Σπαρτιάτες γύρισαν πίσω, αφήνοντας μόνο 300 άνδρες και 1.000 Βοιωτούς συμμάχους για να κρατήσουν το πέρασμα
Εκείνοι το έκαναν με τόση γενναιότητα, ώστε σκοτώθηκαν όλοι. Μολονότι όμως άφησαν ένα αιώνιο παράδειγμα ικανότητας και ανδρείας, η μάχη τους είχε ελάχιστη ή και καθόλου επίδραση στη σύγκρουση που ακολούθησε.
Από τις Θερμοπύλες οι Πέρσες συνέχισαν την πορεία τους νοτίως προς την Αθήνα, παραλλήλως προς την ακτογραμμή. Το ναυτικό ακολουθούσε κατά μήκος των παραλίων μεταφέροντας εφόδια για την τεράστια χερσαία δύναμη.
Ορισμένες περιγραφές, κυρίως Ελλήνων που επιδίωξαν να μεγιστοποιήσουν την αξία της επακόλουθης νίκης τους, υπολογίζουν τον όγκο του περσικού στρατού σε 2.000.000 άτομα κάποια μάλιστα φτάνει στα 5.000.000.
Ακόμη όμως και αν υπολογίσουμε το βοηθητικό προσωπικό και τους συνοδούς της εκστρατείας, αυτοί οι αριθμοί είναι εξαιρετικά υπερβολικοί, αφού ούτε ο περσικός πληθυσμός ούτε το σύστημα ανεφοδιασμού εκείνης της εποχής μπορούσαν να αντέξουν έναν τόσο μεγάλο στρατό. Στην πραγματικότητα, οι περσικές χερσαίες δυνάμεις πιθανότατα να έφθαναν τα 200.000 άτομα
Ανεξαρτήτως του ακριβούς αριθμού των Περσών, οι Έλληνες αντιλήφθηκαν ότι δεν μπορούσαν να αντισταθούν σε μια τόσο μεγάλη δύναμη. Ο ηγέτης τους, ο Αθηναίος Θεμιστοκλής, σκέφτηκε ότι η μοναδική ελπίδα νίκης βρισκόταν στη θάλασσα. Αν νικούσαν τον περσικό στόλο, ο εχθρικός στρατός θα υποχωρούσε από έλλειψη εφοδίων.
Παρά τις ανησυχίες ορισμένων υφισταμένων του, ο Θεμιστοκλής έπεισε τους συμμάχους του να εγκαταλείψουν την ελληνική ενδοχώρα και να μεταβούν στη γειτονική Σαλαμίνα. Εκεί θα παρέτασσαν το ενωμένο ναυτικό τους κατά του περσικού στόλου.
Ο Ξέρξης μπήκε στην Αθήνα και νίκησε γρήγορα τη μικρή ελληνική φρουρά που είχε μείνει εκεί για να υπερασπιστεί την Ακρόπολη. Ενώ οι Πέρσες λεηλατούσαν και έκαιγαν την πόλη, ο Θεμιστοκλής έστειλε αγγελιαφόρους που υποκρίθηκαν ότι ήταν λιποτάκτες για να πουν στον Ξέρξη ότι οι Έλληνες ήταν διχασμένοι από εσωτερικές διαμάχες και ετοιμάζονταν να φύγουν με τα πλοία τους. Ο Πέρσης ηγέτης αποφάσισε να αναλάβει μια επίθεση για να καταστρέψει τα ελληνικά σκάφη πριν προλάβουν να απομακρυνθούν
Ο Ξέρξης έστησε το στρατόπεδο του στην ξηρά και τοποθέτησε έναν χρυσό θρόνο σε μια πλαγιά του Αιγάλεω που έβλεπε προς τα νερά της Σαλαμίνας, από οπού θα μπορούσε να παρακολουθήσει την επικείμενη νίκη του.
Το πρωί της 23 Σεπτεμβρίου 480 π.Χ. κάθισε στον θρόνο και έδωσε διαταγή να επιτεθούν τα πλοία του. Το περσικό ναυτικό, που είχε μειωθεί σε 1.000 πλοία λόγω μιας πρόσφατης θύελλας, εξακολουθούσε να υπερέχει του ελληνικού σε αναλογία τρία προς ένα. Ωστόσο, οι 370 ελληνικές τριήρεις, με την τριπλή σειρά κουπιών, ήταν ταχύτερες και μεγαλύτερες από τα εχθρικά πλοία. Οι Έλληνες είχαν επίσης το πλεονέκτημα ότι γνώριζαν πολύ καλά τα νερά στα οποία γινόταν η σύγκρουση.
Ακόμη πιο σημαντικό ήταν το γεγονός ότι κάθε Έλληνας ναυτικός και στρατιώτης ήξερε πολύ καλά ότι μόνο ο ίδιος και οι συμπολεμιστές του βρίσκονταν ανάμεσα στις οικογένειες τους και στον περσικό στρατό. Η ύπαρξη της Ελλάδας κρεμόταν από τα χέρια τους.
Οι Πέρσες πλησίασαν με τον ημικυκλικό σχηματισμό τους, που ήταν χαρακτηριστικός εκείνης της εποχής. Τα ελληνικοί πλοία εμβόλισαν τα εχθρικά και τα ακινητοποίησαν με άρπαγες, έτσι ώστε να μπορέσει το πεζικό να περάσει σε αυτά και να εξουδετερώσει τα αντίπαλα πληρώματα.
Μια μικρή Ελληνική δύναμη περίπου 30 πλοίων, που είχε μείνει σε εφεδρεία, χτύπησε τις περσικές πτέρυγες καθώς οι κύριες ελληνικές δυνάμεις άρχισαν να αποκτούν την πρωτοβουλία των κινήσεων.
Σε διάστημα οκτώ ωρών ο Ξέρξης είδε από τον θρόνο του το μισό σχεδόν ναυτικό του να καταλήγει στον βυθό της θάλασσας. Οι ελληνικές απώλειες ήταν μόλις 40 πλοία. Για πρώτη φορά στην ιστορία μια ναυμαχία είχε κρίνει το αποτέλεσμα ενός πολέμου.
Με το μεγαλύτερο μέρος του ναυτικού του κατεστραμμένο και τα βοηθητικά σκάφη του απειλούμενα πλέον άμεσα, ο Ξέρξης δεν είχε άλλη επιλογή παρά να επιστρέφει στη Μικρά Ασία. Άφησε όμως πίσω του έναν στρατό 10.000 περίπου ανδρών για να κρατήσει την Ελληνική ενδοχώρα, αλλά μέχρι τον επόμενο Αύγουστο είχαν όλοι παραδοθεί στους Έλληνες.
Το περσικό ναυτικό παρέμεινε ισχυρό παρά την ήττα στη Σαλαμίνα. Ωστόσο, οι Έλληνες πήραν τη θέση των Περσών ως κυρίαρχη δύναμη στη Μεσόγειο. Χρειάστηκε άλλος ένας αιώνας και πολλοί ακόμη εσωτερικοί πόλεμοι πριν ο Μέγας Αλέξανδρος ενώσει όλη την Ελλάδα και κατανικήσει την Περσική Αυτοκρατορία, αλλά ο ακρογωνιαίος λίθος της τελικής νίκης του είχε ήδη τεθεί.
Η ναυμαχία της Σαλαμίνας εγγυόταν πλέον τη διαρκή ανεξαρτησία της Ελλάδας και την πρόοδο ενός πολιτισμού και μιας φιλοσοφίας που θα επηρέαζε ολόκληρη την Ευρώπη και θα επεκτεινόταν τελικά μέχρι τη βόρεια Αμερική.
Αν ο Ξέρξης είχε νικήσει στη Σαλαμίνα, είναι αμφίβολο αν οι διχασμένοι Έλληνες θα κατάφερναν να ενωθούν εκ νέου για να διώξουν τους Πέρσες από την πατρίδα τους. Αν η Σαλαμίνα είχε διαφορετική κατάληξη, είναι πολύ πιθανόν ότι η Περσία -και όχι η Ελλάδα- θα είχε εξαπλώσει την επιρροή της στην Ευρώπη και στη Δύση.
“Οι 100 μεγαλύτερες μάχες όλων των εποχών”. Από τον Michael Lee Lanning-ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΝΑΛΙΟΣ
ΔΕΙΤΕ ΣΕ ΒΙΝΤΕΟ ΟΛΑ ΟΣΑ ΑΦΟΡΟΥΝ ΣΤΗ ΝΑΥΜΑΧΙΑ ΤΗΣ ΣΑΛΑΜΙΝΑΣ
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.