Η σχολική ετοιμότητα είναι ένας σχετικά καινούριος όρος στην μαθησιακή διαδικασία.
Η μαθησιακή ετοιμότητα περιλαμβάνει κυρίως τη διανοητική, τη συναισθηματική, την κοινωνική και τη σωματική ετοιμότητα του παιδιού να δεχτεί, να επεξεργαστεί και να αξιοποιήσει τα ερεθίσματα του περιβάλλοντος και να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις του σχολικού αναλυτικού προγράμματος. Παλαιότερα οι ερευνητές απέδιδαν την ετοιμότητα του παιδιού να πάει σχολείο αποκλειστικά σε βιολογικούς παράγοντες.
Αυτό σήμαινε ότι ένα παιδί, μπορεί να μάθει ανάγνωση και γραφή επειδή είναι έτοιμο ηλικιακά. Αργότερα, έγινε εμφανές ότι η ετοιμότητα του παιδιού για μάθηση δεν αφορά μόνο στη βιολογική ανάπτυξη αλλά και στις περιβαλλοντικές επιρροές. Έτσι ορίστηκαν οι τομείς ανάπτυξης που είναι απαραίτητοι για την ετοιμότητα του παιδιού για μάθηση. Οι βασικές δεξιότητες είναι: γλωσσικές, μαθηματικές, κοινωνικές, κινητικές και δεξιότητες αυτονομίας στη μάθηση.
Οι γλωσσικές δεξιότητες αφορούν στις δεξιότητες του παιδιού να αναγνωρίσει γράμματα, να τα συνθέσει και να τα αναλύσει σε φωνές. Είναι δεξιότητες που μαθαίνονται στο νηπιαγωγείο και προετοιμάζουν το παιδί για την ανάγνωση και τη γραφή. Οι μαθηματικές δεξιότητες αφορούν στην ικανότητα του παιδιού να ομαδοποιεί αντικείμενα, να σειροθετεί, να έχει κατακτήσει τις έννοιες του χρόνου.
Οι κοινωνικές δεξιότητες είναι επίσης πολύ σημαντικές για την καλή προσαρμογή του παιδιού στη σχολική κοινότητα του δημοτικού. Οι κοινωνικές δεξιότητες έχουν να κάνουν με τη συνεργασία, τη συμμόρφωση σε κανόνες, και τα βασικά στοιχεία της επικοινωνίας που είναι η ακρόαση και η συζήτηση.
Οι κινητικές δεξιότητες αφορούν στην αντίληψη του σώματος, την αντίληψη του ρυθμού και την αμφιπλευρικότητα. Είναι πολύ σημαντικές δεξιότητες καθώς σχετίζονται με την καλύτερη κατανόηση του μηχανισμού ανάγνωσης και γραφής.
Τέλος οι δεξιότητες αυτονομίας στη μάθηση είναι η συγκέντρωση προσοχής, η αυτοεξυπηρέτηση και η ανάληψη πρωτοβουλιών. Τα παιδιά που έχουν αναπτύξει επαρκώς τις δεξιότητες αυτονομίας στη μάθηση, έχουν καλύτερη προσαρμοστικότητα στις αυξημένες απαιτήσεις της Α δημοτικού.
Μερικά παιδιά ολοκληρώνουν τη φοίτηση στο νηπιαγωγείο χωρίς να έχουν αναπτύξει τις παραπάνω δεξιότητες. Τότε οι νηπιαγωγοί είναι καλό να μιλούν εγκαίρως στους γονείς σχετικά με αυτό. Από την άλλη μεριά οι γονείς οφείλουν να το διερευνήσουν περαιτέρω καθώς το χρονικό διάστημα από το νηπιαγωγείο έως την πρώτη δημοτικού είναι πολύ σημαντικό για την απόκτηση των συγκεκριμένων δεξιοτήτων. Για παράδειγμα ένα παιδί που δεν έχει καλή φωνολογική ενημερότητα στο νηπιαγωγείο (σύνθεση- ανάλυση φθόγγων) είναι πιθανόν να δυσκολευτεί να κατακτήσει τον μηχανισμό ανάγνωσης και γραφής στο δημοτικό. Επίσης, ένα παιδί που δεν έχει καλές κινητικές δεξιότητες μπορεί με την παρέμβαση εργοθεραπείας να βελτιωθεί και να έχει καλύτερες επιδόσεις στην γραφή στην Α δημοτικού.
Σε μερικές περιπτώσεις η επαναφοίτηση στο νηπιαγωγείο κρίνεται απαραίτητη. Αυτό όμως είναι κάτι που αποφασίζεται από τους γονείς λαμβάνοντας υπόψη την γνώμη του νηπιαγωγού και των ειδικών αναπτυξιολόγων και ψυχολόγων που θα αξιολογήσουν το παιδί. Μερικές φορές είναι προτιμότερο ένα παιδί να επαναλάβει το νηπιαγωγείο και να του δοθεί η ευκαιρία να «ωριμάσει» σε ορισμένους τομείς, παρά να βρεθεί στην Α δημοτικού χωρίς να έχει τις απαραίτητες δεξιότητες. Αυτό που κρίνεται απαραίτητο είναι παράλληλα με την επαναφοίτηση να ακολουθείται πρόγραμμα παρέμβασης σχολικής ετοιμότητας. Ανάλογα με τις δυνατότητες και τις αδυναμίες του παιδιού καταρτίζεται εξατομικευμένο πρόγραμμα παρέμβασης από ειδικούς θεραπευτές (ψυχολόγο, λογοθεραπευτή, εργοθεραπευτή) με σκοπό την ενδυνάμωση του παιδιού στους τομείς που δυσκολεύεται.
Σε κάθε περίπτωση η συνεργασία μεταξύ σχολείου, οικογένειας και ειδικών κρίνεται απαραίτητη.
Βασιλική Τσούτσου
Ψυχολόγος
M.Sc. Παιδαγωγική Ψυχολογία
Ψυχολόγος
M.Sc. Παιδαγωγική Ψυχολογία
Περισσότερα θέματα για τα σχολεία εδώ.