Χτισμένη στους πρόποδες της οροσειράς της Πίνδου, στην είσοδο του Κορινθιακού Κόλπου, η περιοχή συνδυάζει βουνό και θάλασσα.
Βρίσκεται ανάμεσα στο Αντίρριο και τις εκβολές του ποταμού Μόρνου και αποτελεί μία από τις αρχαιότερες ελληνικές πόλεις.
«Κουβαλά» 2,5 χιλιάδες χρόνια ιστορίας, κατά τα οποία γνώρισε μεγάλη ακμή και συνδέθηκε με σημαντικά ιστορικά γεγονότα.
Αυτό επιβεβαιώνεται από την άρτια οχύρωσή της, η οποία ξεκινά από το λιμάνι, συνεχίζεται με τρία αλλεπάλληλα τείχη και καταλήγει στο κάστρο.
Λέγεται ότι πήρε το όνομά της από τις λέξεις ναυς και πήγνυμι, που σημαίνει «κατασκευάζω πλοίο».
Η ιστορία της ξεκινά από το 1104 π.Χ, όταν οι Δωριείς κατά την κάθοδό τους χρησιμοποίησαν τη Ναύπακτο για να κατασκευάσουν σχεδίες.
Η ναυμαχία
Η ιστορία της περιοχής κορυφώνεται με την περιβόητη ναυμαχία-ορόσημο του 1571, που έλαβε χώρα στο στόμιο του Πατραϊκού Κόλπου δίπλα στις Εχινάδες νήσους.
Στις 7 Οκτωβρίου 1571 ο στόλος της Lega Santa (Ιερά Ένωση) δηλαδή Ισπανία, Βενετία, Γένουα, Ιωαννίτες Ιππότες της Μάλτας, δουκάτο της Σαβόιας, δουκάτο του Ουρμπίνο, δουκάτο της Τοσκάνης και οι δυνάμεις του Πάπα, αντιμετώπισαν τον οθωμανικό στόλο του σουλτάνου Σελίμ Β’. Ο Ιερός Συνασπισμός δημιουργήθηκε ως ρωμαιοκαθολικό αντίβαρο στην οθωμανική ναυτική ισχύ. Τη γενική διοίκηση του χριστιανικού στόλου είχε Δον Ιωάννη ο Αυστριακός (Δον Ζουάν d’Austria).
Η ναυμαχία αυτή υπήρξε σημαντικό ιστορικό γεγονός, καθώς σε αυτήν αναχαιτίσθηκε η απειλητική για την Ευρώπη τουρκική ναυτική δύναμη.
Εκεί πολέμησε και τραυματίστηκε σοβαρά στο χέρι του ο συγγραφέας του Δον Κιχώτη, Μιχαήλ Θερβάντες.
Το άγαλμά του κοσμεί σήμερα την πόλη και βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του λιμανιού στο επονομαζόμενο «Πάρκο Θερβάντες».
Γλαφυρή είναι η περιγραφή που περιέχεται στα απομνημονεύματα ενός ανώνυμου συγγραφέα, τον οποίο αναφέρει ο Γκουΐγιέν:
«Η μεγάλη ένταση της μάχης διήρκεσε σχεδόν 4 ώρες, και ήταν τόσο αιματηρή και φοβερή, ώστε η θάλασσα και η φωτιά έμοιαζαν να έχουν γίνει ένα, καθώς πολλές τούρκικες γαλέρες καίγονταν και η επιφάνεια του νερού είχε γίνει κόκκινη από το αίμα…αλλά κυρίως πτώματα, χριστιανών και Τούρκων. Άλλοι ήταν νεκροί, άλλοι τραυματίες, άλλοι ήταν κομματισμένοι, ενώ κάποιοι δεν είχαν αφεθεί ακόμη στην έσχατη μοίρα τους και αγωνίζονταν να κρατηθούν στην επιφάνεια στις τελευταίες τους στιγμές, ενώ οι δυνάμεις τους τους εγκατέλειπαν…αλλά παρ’όλη αυτή τη δυστυχία οι άνδρες μας δεν αισθάνονταν οίκτο για τους εχθρούς…και ενώ αυτοί ζητούσαν έλεος, αντίθεται δέχονταν βολές από αρκεβούζια και χτυπήματα με τα κοντάρια».
Η ελληνική συμμετοχή
Σύμφωνα με τον αρχιμανδρίτη Δαμασκηνό Βασιλόπουλο («Η Ναυμαχία της Ναυπάκτου: 7 Οκτωβρίου 1571»- πηγή «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος Ι»), η ελληνική συμμετοχή στον χριστιανικό στόλο ήταν αξιοσημείωτη, καθώς στα ενετικά πολεμικά περιλαμβάνονταν πολλά τα οποία εξοπλίστηκαν και διοικούνταν από Έλληνες της Βενετίας.
Επίσης, υπήρχαν τέσσερις γαλέρες από την Κέρκυρα (υπό τους Χριστόφορο Κοντοκάλη, Πέτρο Μπούα, Γεώργιο Κοκκίνη, Στυλιανό Χαλικιόπουλο), καθώς και τέσσερα πολεμικά από τη Ζάκυνθο (Αντώνιος Κουτούβαλης, Νικόλαος Μονδίνος, Δημήτριος Κομούτος, Μαρίνος Σιγούρος).
Σε μικρότερα σκάφη επίσης βρίσκονται και αρκετοί Κεφαλλονίτες, καθώς και εθελοντές από τα Κύθηρα και τις Κυκλάδες.
Ωστόσο, ιδιαίτερης σημασίας ήταν η κρητική συμμετοχή, με 22 Κρητικούς ευγενείς βενετικής και 6 ελληνικής καταγωγής να κυβερνούν γαλέρες. Μεγάλος αριθμός Ελλήνων επίσης υπηρετούσαν ως στρατιώτες ή κωπηλάτες σε ενετικά πλοία. «Από την Κρήτη στρατολογήθηκαν στα τρία χρόνια του πολέμου γύρω στις 7.000 οπλίτες διαφόρων ειδικοτήτων και 9.000 κωπηλάτες», αναφέρεται χαρακτηριστικά, με τον ίδιο τον Δον Ιωάννη να θεωρεί ως πλέον αξιόμαχο τμήμα του ενετικού στόλου αυτό που είχε εξοπλιστεί και επανδρωθεί στην Κρήτη. Ακόμη, πολλοί Έλληνες υπηρετούσαν και στον ισπανικό στόλο.
Τα ονόματα των Ελλήνων καπετάνιων που πολέμησαν στη ναυμαχία, όπως αναφέρεται, περιλαμβάνουν τους Γεώργιο Καλλέργη, Στυλιανό Κονδυλάκη, Πέτρο Μπούα, Μιχαήλ Βιτσιμπάνο, Αντώνιο Τσιμάρα, Νικόλα Μουδινό, Γεώργιο Κοκκίνη, Νικόλαο Φισκάρδο, Αντώνιο Κουτσούβαλη, Δανιήλ Καλαφάτη, Μιχαήλ Σιγούρο, Φραγκίσκο Βομβίνο, Στυλιανό Χαλκιόπουλο, Ανδρέα Καλέγκα.
Όσον αφορά στην πλευρά των Οθωμανών, όπως αναφέρεται, εκτιμάται ότι μεταξύ των τουρκικών πληρωμάτων (περιλαμβανομένων κωπηλατών) το ποσοστό των Ελλήνων δεν ήταν μικρότερο του 30%. Γενικότερα, όπως αναφέρει ο Μπιτσένο, μεταγενέστερες εκτιμήσεις (Φίνλεϊ) κάνουν λόγο για 30.000 Έλληνες μαζί και στους δύο στόλους, ενώ ιδιαίτερη μνεία γίνεται στους Έλληνες μαχητές, κυρίως Κρητικούς, που βρίσκονταν στην ομάδα που συγκρούστηκε και κατανίκησε την ισχυρή μοίρα της Κωνσταντινούπολης. Στην επίσημη ιστορία που συντάχθηκε με εντολή της Συγκλήτου της Βενετίας επαινείται η μεγάλη ανδρεία των Ελλήνων:
«Το ιταλικό πεζικό κέρδισε πολλούς επαίνους. Και οι Ισπανοί δεν αξίζουν λιγότερους. Αλλά από όλους τους άλλους, οι Έλληνες έδειξαν περισσότερο θάρρος και πειθαρχία. Επειδή ήταν πιο συνηθισμένοι σε αυτό το είδος του πολέμου, και ήξεραν όλους τους τρόπους για να καταφέρουν πλήγματα και να αποφεύγουν να τα δέχονται οι ίδιοι, συμπεριφέρθηκαν πολύ αξιέπαινα και αποδοτικά».
Αποτελούσε τμήμα της οχύρωσης της μεσαιωνικής Ναυπάκτου, ενώ σήμερα αποτελεί σημείο αναφοράς και συνάντησης για τους κατοίκους της καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας.
Οι πολύχρωμες βάρκες και τα ιστιοπλοϊκά δίνουν το δικό τους χρώμα σε ένα από τα πλέον πολυφωτογρα φημένα σημεία της Δυτικής Ελλάδας.
Πάνω από την πόλη δεσπόζει το Κάστρο της Ναυπάκτου, που αποτελεί ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα φρουριακής αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα.
Έλληνες, Τούρκοι, Ενετοί, Άγγλοι και πειρατές, το χρησιμοποίησαν σαν ορμητήριό τους, βάζοντας ο καθένας και τη δική του σφραγίδα στη σημερινή του μορφή.
Η θέα από το κάστρο είναι μοναδική, με τον Κορινθιακό κόλπο «στο πιάτο» και την φωτισμένη γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου.
Κατά την επίσκεψη στο κάστρο, μπορεί κανείς να έχει μια ευχάριστη συνάντηση με τα σκιουράκια που ζουν στην πευκόφυτη έκταση και είναι πολύ εξοικειωμένα με τους ανθρώπους.
Από το Κάστρο ξεκινούν τα πλακόστρωτα καλντερίμια που προσφέρονται για μια βόλτα κάτω από το μεσαιωνικό πέπλο της παλιάς πόλης.
Ανηφορίζοντας από το πλακόστρωτο σοκάκι πίσω από τον Μητροπολιτικό Ναό του Άγιου Δημήτριου, του πολιούχου της Ναυπάκτου, θα αντικρίσει κανείς το Ρολόι της πόλης που χτίστηκε το 1914 από τον Μητροπολίτη Σεραφείμ Δομβοϊτη. Οι ντόπιοι το αποκαλούν «Σεραφείμ» προς τιμή του εμπνευστή του.
Η καρδιά της πόλης χτυπά στο Στενοπάζαρο, το πλακόστρωτο σοκάκι που σφύζει από ζωή, με διώροφα παραδοσιακά κτίρια, καλαίσθητα καφέ και προσεγμένα εμπορικά καταστήματα.
Στο σημείο αυτό βρισκόταν παλιότερα η κεντρική αγορά της πόλης.
Πάνω ακριβώς από την πλατεία του λιμανιού βρίσκονται τα Μποτσαρεϊκα, μια συνοικία με πλακόστρωτα σοκάκια που πήρε το όνομά της από τον Πύργο του Μπότσαρη.
Ο πύργος κατασκευάστηκε από τους Βενετούς τον 15ο αιώνα και χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία των τότε κατακτητών της πόλης.
Μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους το οίκημα περιήλθε στον Σουλιώτη στρατηγό Νότη Μπότσαρη.
Σήμερα ο Πύργος ανήκει στο ίδρυμα Δημητρίου και Αίγλης Μπότσαρη και στους χώρους του στεγάζεται η έκθεση για τη Ναυμαχία της Ναυπάκτου.
Εκεί ο επισκέπτης μπορεί να δει ισπανικές πανοπλίες, σημαίες και παντιέρες των χωρών που συμμετείχαν αλλά και αντίγραφα έργων που εκτίθενται σε μουσεία της Ευρώπης και έχουν σαν θέμα τη Ναυμαχία.
Η Ναύπακτος διαθέτει δύο τεράστιες παραλίες, τη Ψανή και το Γρίμποβο, η καθεμιά από τις οποίες βρίσκεται σε διαφορετική πλευρά του λιμανιού.
Το χαρακτηριστικό τους είναι τα αιωνόβια πλατάνια που φθάνουν στην ακροθαλασσιά και προσφέρουν τον ίσκιο τους στους λουόμενους. Πολύ κοντά βρίσκεται η παραλία Παραθάλασσο με τα βαθιά κρύα νερά, απέναντι από τη λίμνη. Λίγα χιλιόμετρα πιο μακρυά από το λιμάνι της Ναυπάκτου, κοντά στο χωριό Βλαχομάντρα, συναντώνται οι λάτρεις του ράφτινγκ, οι οποίοι απολαμβάνουν τα νερά του Εύηνου ποταμού και το τοπίο της ορεινής πλέον φύσης.
Από τη Ναύπακτο κατάγονται διάφορες σημαντικές προσωπικότητες όπως ο ιστοριοδίφης Γιάννης Βλαχογιάννης, ο ακαδημαϊκός λογοτέχνης και πολιτικός Γεώργιος Αθανασιάδης – Νόβας, ο συγγραφέας Σπύρος Μελάς και άλλοι.
Η αρχική φωτογραφία ελήφθη το 1910.
Η ετήσια εκδήλωση της Ναυμαχίας της Ναυπάκτου θα πραγματοποιηθεί φέτος στις 10 Οκτωβρίου, στην πόλη της Ναυπάκτου.
mixanitouxronou.gr
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.
Βρίσκεται ανάμεσα στο Αντίρριο και τις εκβολές του ποταμού Μόρνου και αποτελεί μία από τις αρχαιότερες ελληνικές πόλεις.
«Κουβαλά» 2,5 χιλιάδες χρόνια ιστορίας, κατά τα οποία γνώρισε μεγάλη ακμή και συνδέθηκε με σημαντικά ιστορικά γεγονότα.
Αυτό επιβεβαιώνεται από την άρτια οχύρωσή της, η οποία ξεκινά από το λιμάνι, συνεχίζεται με τρία αλλεπάλληλα τείχη και καταλήγει στο κάστρο.
Λέγεται ότι πήρε το όνομά της από τις λέξεις ναυς και πήγνυμι, που σημαίνει «κατασκευάζω πλοίο».
Η ιστορία της ξεκινά από το 1104 π.Χ, όταν οι Δωριείς κατά την κάθοδό τους χρησιμοποίησαν τη Ναύπακτο για να κατασκευάσουν σχεδίες.
Η ναυμαχία
Η ιστορία της περιοχής κορυφώνεται με την περιβόητη ναυμαχία-ορόσημο του 1571, που έλαβε χώρα στο στόμιο του Πατραϊκού Κόλπου δίπλα στις Εχινάδες νήσους.
Στις 7 Οκτωβρίου 1571 ο στόλος της Lega Santa (Ιερά Ένωση) δηλαδή Ισπανία, Βενετία, Γένουα, Ιωαννίτες Ιππότες της Μάλτας, δουκάτο της Σαβόιας, δουκάτο του Ουρμπίνο, δουκάτο της Τοσκάνης και οι δυνάμεις του Πάπα, αντιμετώπισαν τον οθωμανικό στόλο του σουλτάνου Σελίμ Β’. Ο Ιερός Συνασπισμός δημιουργήθηκε ως ρωμαιοκαθολικό αντίβαρο στην οθωμανική ναυτική ισχύ. Τη γενική διοίκηση του χριστιανικού στόλου είχε Δον Ιωάννη ο Αυστριακός (Δον Ζουάν d’Austria).
Η ναυμαχία αυτή υπήρξε σημαντικό ιστορικό γεγονός, καθώς σε αυτήν αναχαιτίσθηκε η απειλητική για την Ευρώπη τουρκική ναυτική δύναμη.
Εκεί πολέμησε και τραυματίστηκε σοβαρά στο χέρι του ο συγγραφέας του Δον Κιχώτη, Μιχαήλ Θερβάντες.
Το άγαλμά του κοσμεί σήμερα την πόλη και βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του λιμανιού στο επονομαζόμενο «Πάρκο Θερβάντες».
Γλαφυρή είναι η περιγραφή που περιέχεται στα απομνημονεύματα ενός ανώνυμου συγγραφέα, τον οποίο αναφέρει ο Γκουΐγιέν:
«Η μεγάλη ένταση της μάχης διήρκεσε σχεδόν 4 ώρες, και ήταν τόσο αιματηρή και φοβερή, ώστε η θάλασσα και η φωτιά έμοιαζαν να έχουν γίνει ένα, καθώς πολλές τούρκικες γαλέρες καίγονταν και η επιφάνεια του νερού είχε γίνει κόκκινη από το αίμα…αλλά κυρίως πτώματα, χριστιανών και Τούρκων. Άλλοι ήταν νεκροί, άλλοι τραυματίες, άλλοι ήταν κομματισμένοι, ενώ κάποιοι δεν είχαν αφεθεί ακόμη στην έσχατη μοίρα τους και αγωνίζονταν να κρατηθούν στην επιφάνεια στις τελευταίες τους στιγμές, ενώ οι δυνάμεις τους τους εγκατέλειπαν…αλλά παρ’όλη αυτή τη δυστυχία οι άνδρες μας δεν αισθάνονταν οίκτο για τους εχθρούς…και ενώ αυτοί ζητούσαν έλεος, αντίθεται δέχονταν βολές από αρκεβούζια και χτυπήματα με τα κοντάρια».
Η ελληνική συμμετοχή
Σύμφωνα με τον αρχιμανδρίτη Δαμασκηνό Βασιλόπουλο («Η Ναυμαχία της Ναυπάκτου: 7 Οκτωβρίου 1571»- πηγή «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος Ι»), η ελληνική συμμετοχή στον χριστιανικό στόλο ήταν αξιοσημείωτη, καθώς στα ενετικά πολεμικά περιλαμβάνονταν πολλά τα οποία εξοπλίστηκαν και διοικούνταν από Έλληνες της Βενετίας.
Επίσης, υπήρχαν τέσσερις γαλέρες από την Κέρκυρα (υπό τους Χριστόφορο Κοντοκάλη, Πέτρο Μπούα, Γεώργιο Κοκκίνη, Στυλιανό Χαλικιόπουλο), καθώς και τέσσερα πολεμικά από τη Ζάκυνθο (Αντώνιος Κουτούβαλης, Νικόλαος Μονδίνος, Δημήτριος Κομούτος, Μαρίνος Σιγούρος).
Σε μικρότερα σκάφη επίσης βρίσκονται και αρκετοί Κεφαλλονίτες, καθώς και εθελοντές από τα Κύθηρα και τις Κυκλάδες.
Ωστόσο, ιδιαίτερης σημασίας ήταν η κρητική συμμετοχή, με 22 Κρητικούς ευγενείς βενετικής και 6 ελληνικής καταγωγής να κυβερνούν γαλέρες. Μεγάλος αριθμός Ελλήνων επίσης υπηρετούσαν ως στρατιώτες ή κωπηλάτες σε ενετικά πλοία. «Από την Κρήτη στρατολογήθηκαν στα τρία χρόνια του πολέμου γύρω στις 7.000 οπλίτες διαφόρων ειδικοτήτων και 9.000 κωπηλάτες», αναφέρεται χαρακτηριστικά, με τον ίδιο τον Δον Ιωάννη να θεωρεί ως πλέον αξιόμαχο τμήμα του ενετικού στόλου αυτό που είχε εξοπλιστεί και επανδρωθεί στην Κρήτη. Ακόμη, πολλοί Έλληνες υπηρετούσαν και στον ισπανικό στόλο.
Τα ονόματα των Ελλήνων καπετάνιων που πολέμησαν στη ναυμαχία, όπως αναφέρεται, περιλαμβάνουν τους Γεώργιο Καλλέργη, Στυλιανό Κονδυλάκη, Πέτρο Μπούα, Μιχαήλ Βιτσιμπάνο, Αντώνιο Τσιμάρα, Νικόλα Μουδινό, Γεώργιο Κοκκίνη, Νικόλαο Φισκάρδο, Αντώνιο Κουτσούβαλη, Δανιήλ Καλαφάτη, Μιχαήλ Σιγούρο, Φραγκίσκο Βομβίνο, Στυλιανό Χαλκιόπουλο, Ανδρέα Καλέγκα.
Όσον αφορά στην πλευρά των Οθωμανών, όπως αναφέρεται, εκτιμάται ότι μεταξύ των τουρκικών πληρωμάτων (περιλαμβανομένων κωπηλατών) το ποσοστό των Ελλήνων δεν ήταν μικρότερο του 30%. Γενικότερα, όπως αναφέρει ο Μπιτσένο, μεταγενέστερες εκτιμήσεις (Φίνλεϊ) κάνουν λόγο για 30.000 Έλληνες μαζί και στους δύο στόλους, ενώ ιδιαίτερη μνεία γίνεται στους Έλληνες μαχητές, κυρίως Κρητικούς, που βρίσκονταν στην ομάδα που συγκρούστηκε και κατανίκησε την ισχυρή μοίρα της Κωνσταντινούπολης. Στην επίσημη ιστορία που συντάχθηκε με εντολή της Συγκλήτου της Βενετίας επαινείται η μεγάλη ανδρεία των Ελλήνων:
«Το ιταλικό πεζικό κέρδισε πολλούς επαίνους. Και οι Ισπανοί δεν αξίζουν λιγότερους. Αλλά από όλους τους άλλους, οι Έλληνες έδειξαν περισσότερο θάρρος και πειθαρχία. Επειδή ήταν πιο συνηθισμένοι σε αυτό το είδος του πολέμου, και ήξεραν όλους τους τρόπους για να καταφέρουν πλήγματα και να αποφεύγουν να τα δέχονται οι ίδιοι, συμπεριφέρθηκαν πολύ αξιέπαινα και αποδοτικά».
Τον Ιούλιο του 1687 η Ναύπακτος καταλήφθηκε από τους Ενετούς και έμεινε υπό την κυριαρχία τους για 12 χρόνια.
Με την Συνθήκη του Κάρλοβιτς, η Ναύπακτος όπως και η υπόλοιπη Στερεά περιήλθε στους Τούρκους.
Το 1821 οι κάτοικοι της περιοχής πήραν μέρος στην Επανάσταση. Τον Απρίλιο του 1829 η Ναύπακτος απελευθερώθηκε οριστικά από τους Τούρκους, όταν ο Ανδρέας Μιαούλης απέκλεισε το λιμάνι της πόλης και ανάγκασε τους Τούρκους να παραδώσουν το φρούριο.
Με την Συνθήκη του Κάρλοβιτς, η Ναύπακτος όπως και η υπόλοιπη Στερεά περιήλθε στους Τούρκους.
Το 1821 οι κάτοικοι της περιοχής πήραν μέρος στην Επανάσταση. Τον Απρίλιο του 1829 η Ναύπακτος απελευθερώθηκε οριστικά από τους Τούρκους, όταν ο Ανδρέας Μιαούλης απέκλεισε το λιμάνι της πόλης και ανάγκασε τους Τούρκους να παραδώσουν το φρούριο.
Διαβάστε επίσης στη «ΜτΧ»: Έμεινε ανάπηρος στη ναυμαχία της Ναυπάκτου, αιχμαλωτίστηκε από τους πειρατές και έγινε φοροεισπράκτορας. Μιγκέλ ντε Θερβάντες ο συγγραφέας του «Δον Κιχώτη»…
Το ενετικό λιμάνι, με τους δύο πύργους που κλείνουν την είσοδο του, αποτελεί το σήμα κατατεθέν της Ναυπάκτου.Αποτελούσε τμήμα της οχύρωσης της μεσαιωνικής Ναυπάκτου, ενώ σήμερα αποτελεί σημείο αναφοράς και συνάντησης για τους κατοίκους της καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας.
Οι πολύχρωμες βάρκες και τα ιστιοπλοϊκά δίνουν το δικό τους χρώμα σε ένα από τα πλέον πολυφωτογρα φημένα σημεία της Δυτικής Ελλάδας.
Πάνω από την πόλη δεσπόζει το Κάστρο της Ναυπάκτου, που αποτελεί ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα φρουριακής αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα.
Έλληνες, Τούρκοι, Ενετοί, Άγγλοι και πειρατές, το χρησιμοποίησαν σαν ορμητήριό τους, βάζοντας ο καθένας και τη δική του σφραγίδα στη σημερινή του μορφή.
Το κάστρο της Ναυπάκτου δεν κατακτήθηκε ποτέ αν και πολιορκήθηκε πολλές φορές .
Η θέα από το κάστρο είναι μοναδική, με τον Κορινθιακό κόλπο «στο πιάτο» και την φωτισμένη γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου.
Κατά την επίσκεψη στο κάστρο, μπορεί κανείς να έχει μια ευχάριστη συνάντηση με τα σκιουράκια που ζουν στην πευκόφυτη έκταση και είναι πολύ εξοικειωμένα με τους ανθρώπους.
Από το Κάστρο ξεκινούν τα πλακόστρωτα καλντερίμια που προσφέρονται για μια βόλτα κάτω από το μεσαιωνικό πέπλο της παλιάς πόλης.
Ανηφορίζοντας από το πλακόστρωτο σοκάκι πίσω από τον Μητροπολιτικό Ναό του Άγιου Δημήτριου, του πολιούχου της Ναυπάκτου, θα αντικρίσει κανείς το Ρολόι της πόλης που χτίστηκε το 1914 από τον Μητροπολίτη Σεραφείμ Δομβοϊτη. Οι ντόπιοι το αποκαλούν «Σεραφείμ» προς τιμή του εμπνευστή του.
Η καρδιά της πόλης χτυπά στο Στενοπάζαρο, το πλακόστρωτο σοκάκι που σφύζει από ζωή, με διώροφα παραδοσιακά κτίρια, καλαίσθητα καφέ και προσεγμένα εμπορικά καταστήματα.
Στο σημείο αυτό βρισκόταν παλιότερα η κεντρική αγορά της πόλης.
Πάνω ακριβώς από την πλατεία του λιμανιού βρίσκονται τα Μποτσαρεϊκα, μια συνοικία με πλακόστρωτα σοκάκια που πήρε το όνομά της από τον Πύργο του Μπότσαρη.
Ο πύργος κατασκευάστηκε από τους Βενετούς τον 15ο αιώνα και χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία των τότε κατακτητών της πόλης.
Μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους το οίκημα περιήλθε στον Σουλιώτη στρατηγό Νότη Μπότσαρη.
Σήμερα ο Πύργος ανήκει στο ίδρυμα Δημητρίου και Αίγλης Μπότσαρη και στους χώρους του στεγάζεται η έκθεση για τη Ναυμαχία της Ναυπάκτου.
Εκεί ο επισκέπτης μπορεί να δει ισπανικές πανοπλίες, σημαίες και παντιέρες των χωρών που συμμετείχαν αλλά και αντίγραφα έργων που εκτίθενται σε μουσεία της Ευρώπης και έχουν σαν θέμα τη Ναυμαχία.
Η Ναύπακτος διαθέτει δύο τεράστιες παραλίες, τη Ψανή και το Γρίμποβο, η καθεμιά από τις οποίες βρίσκεται σε διαφορετική πλευρά του λιμανιού.
Το χαρακτηριστικό τους είναι τα αιωνόβια πλατάνια που φθάνουν στην ακροθαλασσιά και προσφέρουν τον ίσκιο τους στους λουόμενους. Πολύ κοντά βρίσκεται η παραλία Παραθάλασσο με τα βαθιά κρύα νερά, απέναντι από τη λίμνη. Λίγα χιλιόμετρα πιο μακρυά από το λιμάνι της Ναυπάκτου, κοντά στο χωριό Βλαχομάντρα, συναντώνται οι λάτρεις του ράφτινγκ, οι οποίοι απολαμβάνουν τα νερά του Εύηνου ποταμού και το τοπίο της ορεινής πλέον φύσης.
Από τη Ναύπακτο κατάγονται διάφορες σημαντικές προσωπικότητες όπως ο ιστοριοδίφης Γιάννης Βλαχογιάννης, ο ακαδημαϊκός λογοτέχνης και πολιτικός Γεώργιος Αθανασιάδης – Νόβας, ο συγγραφέας Σπύρος Μελάς και άλλοι.
Η αρχική φωτογραφία ελήφθη το 1910.
Η ετήσια εκδήλωση της Ναυμαχίας της Ναυπάκτου θα πραγματοποιηθεί φέτος στις 10 Οκτωβρίου, στην πόλη της Ναυπάκτου.
mixanitouxronou.gr
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.