Ο ρόλος του σημερινού σχολείου είναι ιδιαίτερα πολύπλοκος και απαιτητικός, συγκρινόμενος δε με το παρελθόν αντικατοπτρίζει τις παιδαγωγικές, πολιτικές, κοινωνικές, οικονομικές αλλά και άλλες ανακατατάξεις, οι οποίες παρουσιάζονται στην Παγκόσμια Κοινότητα.
Στην ελληνική πραγματικότητα, έχει διαπιστωθεί ότι το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στη σχολική επίδοση των μαθητών, παραβλέποντας τη σπουδαιότητα της ψυχικής υγείας, καθώς και την ισχυρή αλληλεπίδραση σχολικής επίδοσης και ψυχικής υγείας.
Το σύγχρονο όμως σχολείο αποσκοπεί στην εξέλιξη των μαθητών σε όλους τους τομείς ανάπτυξης, στην προαγωγή της ψυχικής τους υγείας και στη δημιουργία ευκαιριών και εμπειριών για την υποστήριξη των παιδιών που παρουσιάζουν δυσκολίες (Χατζηχρήστου, 2004).
Τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί ο προβληματισμός και το ερευνητικό ενδιαφέρον σχετικά με τις συνιστώσες του «αποτελεσματικού σχολείου». Η οικογένεια παύει να θεωρείται πλέον ως η «μόνη υπεύθυνη» για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα παιδιά. Το σχολείο αναγνωρίζει και αναλαμβάνει τις ευθύνες του. Η προσέγγιση αυτή στηρίζεται στην παραδοχή, ότι όλοι οι μαθητές, όπως και εκείνων με σοβαρές, σωματικές, νοητικές ή άλλες αναπηρίες, έχουν τη δυνατότητα να επωφεληθούν από το αγαθό της εκπαίδευσης.
Όπως έχουν αποδείξει ερευνητικά δεδομένα (Bossert, 1985), έχει προκύψει ότι τα σχολεία που έχουν αποδειχτεί αποτελεσματικά, όσον αφορά στην εκπαίδευση μαθητών που ανήκουν σε ομάδες «υψηλού κινδύνου» (φτωχό σε ερεθίσματα οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον ή μειονότητες), έχουν τα εξής κοινά χαρακτηριστικά:
α) Σχολικό περιβάλλον που προάγει τη μάθηση, χωρίς βία και προβλήματα πειθαρχίας,
β) Προσδοκίες των εκπαιδευτικών ότι όλοι οι μαθητές μπορούν να μάθουν,
γ) Έμφαση στην εκπαίδευση βασικών δεξιοτήτων και μεγαλύτερη διάρκεια της ενασχόλησης των μαθητών με τη σχολική μελέτη,
δ) σαφείς εκπαιδευτικοί στόχοι που διευκολύνουν την παρακολούθηση και αξιολόγηση της επίδοσης των μαθητών και
ε) Διευθυντές με ηγετικές και διοικητικές ικανότητες που θέτουν στόχους, διατηρούν την πειθαρχία, παρατηρούν την εκπαιδευτική διαδικασία μέσα στην τάξη και δημιουργούν κίνητρα για μάθηση.
Πρόσφατα, το ενδιαφέρον δεν εστιάζεται πλέον μόνο στη μορφή της εκπαίδευσης, αλλά στο κοινωνικό πλαίσιο του σχολείου και πιο συγκεκριμένα, στο ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν οι ανθρώπινες σχέσεις στη γενικότερη προσαρμογή των μαθητών μέσα στο σχολείο. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται λοιπόν στο κλίμα που επικρατεί και περιβάλλει τη μαθησιακή διαδικασία και που προσδιορίζεται από το είδος και την ποιότητα των σχέσεων μεταξύ των μελών της σχολικής κοινότητας.
Το σχολείο δε στοχεύει λοιπόν μόνο στη μόρφωση και την κοινωνικοποίηση των μαθητών, αλλά «νοιάζεται» για τα παιδιά και τα στηρίζει με ποικίλους τρόπους και σε διάφορες περιστάσεις ή χρονικές στιγμές (Baker και συν., 1997). Οι μαθητές με τη σειρά τους νιώθουν μέλη μιας σχολικής κοινότητας, που έχει συγκεκριμένους στόχους, τους βοηθάει να αναπτύξουν υγιείς διαπροσωπικές σχέσεις, να νιώσουν ψυχολογική ασφάλεια, να δραστηριοποιηθούν και έτσι να διευκολυνθεί η σχολική τους προσαρμογή.
Ο ρόλος του εκπαιδευτικού – συντονιστή
Ο εκπαιδευτικός που θα εμπλακεί στην ανάπτυξη, εξέλιξη και επιτυχημένη ολοκλήρωση ενός προγράμματος πρόληψης της υγείας των παιδιών θα παίξει, κατά κύριο λόγο, ρόλο συντονιστικό.
Ο εκπαιδευτικός θα πρέπει να είναι πρόσωπο σεβαστό και αποδεκτό από τους εκπαιδευόμενους – μαθητές/τριές του και να παίζει καθοριστικό ρόλο στη μετάδοση και αποδοχή του μηνύματος. Διότι, το μήνυμα αυτό, όσο σημαντικό κι αν είναι, δε θα φθάσει στους αποδέκτες, αν δε μεταδοθεί από το κατάλληλο άτομο. Βασική προϋπόθεση επίσης, εκτός από την επιμόρφωση του εκπαιδευτικού, αποτελεί και η πίστη του ίδιου σ΄ αυτό. Το ενδιαφέρον του εκπαιδευτικού, ο ενθουσιασμός του ή αντίστοιχα η έλλειψή τους, έχει αποδειχθεί ότι επηρεάζει το κλίμα στην τάξη και τη διάθεση των παιδιών να συμμετέχουν στην ομάδα (Αθανασίου Κ. & συν. 2005).
Τα γνωρίσματα τα οποία πρέπει να διακρίνουν έναν ικανό συντονιστή – εκπαιδευτικό είναι:
Ø Ακουστική: Να μπορεί να ακούει χωρίς να διακόπτει. Να μπορεί να «χτίζει» με τις ιδέες των μαθητών του.
Ø Κατανόηση: Να κατανοεί και να αντιλαμβάνεται τα αισθήματα και τις εμπειρίες της ομάδας και του κάθε μέλους της ξεχωριστά.
Ø Σεβασμός: Να καλλιεργεί αμοιβαίο σεβασμό μεταξύ εκπαιδευτή – εκπαιδευόμενων και μεταξύ των εκπαιδευόμενων μελών.
Ø Εμπιστοσύνη: Να ενθαρρύνει την ελεύθερη έκφραση και ανταλλαγή απόψεων και αποριών του κάθε μέλους χωρίς φόβο ότι θα αμφισβητηθεί.
Ø Ανεκτικότητα: Να δημιουργεί ήρεμη και ανεκτική ατμόσφαιρα που ενθαρρύνει την ελεύθερη έκφραση και παραγωγική σκέψη και δράση των μελών της ομάδας.
Ø Ευελιξία: Να κάνει κατάλληλες αναπροσαρμογές στα μέλη της ομάδας, και να αποφεύγει αυταρχικές συμπεριφορές, στερεότυπα, ηθικοπλαστικές απόψεις και την επιβολή ιδεών.
Ø Συμμετοχή: Να εξασφαλίζει τη συμμετοχή όλων των μελών της ομάδας σε όλες τις διαδικασίες σεβόμενος τις ατομικές ιδιαιτερότητες και ικανότητες του κάθε μέλους.
Ø Συνεργασία: Να ενθαρρύνει και να αναζητεί τη συνεργασία τού κάθε μέλους της ομάδας αλλά και εξωτερικών συνεργατών, αναγνωρίζοντας τις πιθανές ελλείψεις που μπορεί να υπάρχουν έτσι ώστε το έργο του να είναι αποτελεσματικό.
Ø Γνώσεις δυναμικής της ομάδας: Να μπορεί να εκτιμάει τη δυναμική της ομάδας και της ειδικής υποστήριξης που ίσως χρειάζεται στο θέμα αυτό.
Ο ρόλος του Διευθυντή/ντριας ως εμψυχωτή/τριας στην ανάπτυξη προγραμμάτων πρόληψης στο σχολείο
Στο πλαίσιο της προσπάθειας για ποιοτική ανασυγκρότηση του σύγχρονου σχολείου, το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας προχώρησε τα τελευταία χρόνια στη συστηματική οργάνωση και θεσμοθέτηση αποφάσεων και κανόνων με στόχο τη δημιουργία αποτελεσματικών στελεχών, τα οποία θα ασχοληθούν τόσο με τη διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού όσο και με την εφαρμογή των νέων καινοτομιών και τεχνολογιών στην εκπαίδευση.
Αποτέλεσμα αυτών των προσπαθειών αποτελεί και η έκδοση υπουργικών αποφάσεων(Φ.353.1/324/105657/Δ1) με στόχο τον καθορισμό καθηκόντων και αρμοδιοτήτων στα στελέχη της Εκπαίδευσης. Καίρια θέση στην ιεράρχηση αυτή αποτελεί και ο Διευθυντής της σχολικής μονάδας. Η Πολιτεία τον ορίζει ως τον υπεύθυνο – αρμόδιο για την αποτελεσματική οργάνωση όλων εκείνων των παραμέτρων οι οποίες θα διασφαλίσουν την επιτυχή λειτουργία και εφαρμογή του σχολικού προγράμματος.
Ο ρόλος του Διευθυντή στο σημερινό σχολείο είναι αναμφισβήτητα πολύ σημαντικός και δύσκολος. Είναι ο άνθρωπος που καλείται αφενός να διατηρήσει τον παραδοσιακό του ρόλο στην άσκηση των διοικητικών του καθηκόντων και αφετέρου να μετατρέψει το σύγχρονο σχολείο σε ένα χώρο ζωντανό, που σκοπό έχει τόσο τη συνεχή αναβάθμιση της ποιότητας της εκπαίδευσης όσο και την ανάπτυξη κοινωνικής, ηθικής και πνευματικής εξέλιξης των μαθητών.
Βέβαια, απαιτούνται και άλλοι παράγοντες που θα πρέπει να συνδράμουν προς την κατεύθυνση αυτή. Τέτοιοι είναι:
● Το διδακτικό προσωπικό
● Οι διοικητικοί προϊστάμενοι
● Οι σχολικοί σύμβουλοι
● Ο κοινωνικός περίγυρος (γονείς και μαθητές)
● Το αναλυτικό πρόγραμμα
● Η υλικοτεχνική υποδομή της σχολικής μονάδας
Μέσα από τη νέα εκπαιδευτική πραγματικότητα, ο Διευθυντής καλείται να παρακολουθεί τις εξελίξεις, να επιμορφώνεται στις νέες τεχνολογίες και τις νέες μορφές εκπαιδευτικής παρέμβασης, να οργανώνει και να προωθεί προγράμματα στο περιβάλλον του σχολείου, αφού στόχος τους είναι να εντάξουν τα παιδιά στα δεδομένα της καθημερινότητας προσφέροντας όμως και την απαραίτητη παιδαγωγική δεοντολογία. Ο διευρυμένος λοιπόν ρόλος του Διευθυντή είναι και μέσα στις ισχύουσες νομοθετικές προβλέψεις και στις τάσεις της σύγχρονης αναζήτησης αλλά και μέσα στις δυνατότητες του θεσμού .
Σε σχολικά συστήματα που πληρούν τις παραπάνω προϋποθέσεις αποδεικνύεται ότι, συγκριτικά με προϊσταμένους, συμβούλους, εκπαιδευτικούς κλπ., οι διευθυντές διαδραματίζουν σπουδαιότερο ρόλο από όλους τους άλλους στις προτάσεις προγραμμάτων βελτίωσης αλλά και στην υλοποίηση προγραμμάτων πρόληψης. Οι απλοί εκπαιδευτικοί έχουν τη δυνατότητα να προβαίνουν σε ενέργειες βελτίωσης της τάξης τους, αλλά δεν έχουν τη δυνατότητα να επεκτείνουν τις ενέργειές τους σε όλο το σχολείο, κάτι το οποίο όμως επιτυγχάνεται με την ουσιαστική παρέμβαση του Διευθυντή της σχολικής μονάδας.
Η αποτελεσματικότητα την οποία όμως μπορεί να επιφέρει εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό και από την ικανότητα που διαθέτει για αποτελεσματική επικοινωνία, αφού επηρεάζει σημαντικά την ποιότητα των αποφάσεων που θα παρθούν αλλά και των ανθρώπινων σχέσεων που θα αναπτυχθούν, την αποτελεσματικότητα της ηγεσίας, της καθοδήγησης, της παρακίνησης, του συντονισμού και της σωστής λήψης αποφάσεων.
Ένας από τους νέους αλλά και σίγουρα «δύσκολους» στόχους του Διευθυντή αποτελεί και η εφαρμογή της Ευέλικτης Ζώνης Δημιουργικών και Διαθεματικών Δραστηριοτήτων για το Δημοτικό σχολείο και το Νηπιαγωγείο και η «Ζώνη Καινοτόμων Δράσεων» για το Γυμνάσιο. Μέσα από την προσπάθεια αυτή, η οποία δεν αποτελεί και τελείως καινούριο στοιχείο για την ελληνική πραγματικότητα, επιχειρείται η αναμόρφωση του σχολικού χρόνου και η καλλιέργεια πρωτοβουλιακής – συνεργατικής και διαθεματικής προσέγγισης της μάθησης αλλά και ανάπτυξης κριτικής σκέψης, συλλογικής προσπάθειας και βιωματικής δράσης του μαθητή μέσα από ανάλογες δραστηριότητες και σχέδια εργασίας.
Η εμπειρία παρακολούθησης των προγραμμάτων καινοτόμων δράσεων τόσο στην Πρωτοβάθμια όσο και στη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση έδειξε ότι η πορεία τους δεν είναι καλή όταν δεν υπάρχει και η ενεργός συμμετοχή και στήριξη του Διευθυντή.
Ο Διευθυντής είναι αυτός, που ως σύγχρονος manager, και με γνώμονα το «καλό» της Εκπαίδευσης, πρέπει να προσπαθεί ώστε:
● Να ενεργοποιούνται οι εκπαιδευτικοί σε δράσεις πρόληψης και προαγωγής της υγείας των μαθητών.
● Να είναι ο εμψυχωτής που θα δίνει τα ερεθίσματα και τα κίνητρα για τη συμμετοχή όλων των εμπλεκόμενων φορέων.
● Να είναι αυτός που καλείται να κάνει το σχολείο πιο ελκυστικό, ένα σχολείο με ποιότητα, ένα σχολείο που θα ενθαρρύνει τους μαθητές, θα τους δίνει κίνητρα για βιωματική μάθηση και δράση, για ανάπτυξη της κριτικής τους σκέψης, για συλλογική προσπάθεια, για δημιουργία σχέσεων αλληλοεκτίμησης, αλληλοσεβασμού και για υγιή ανταγωνισμό.
Ο Διευθυντής είναι αυτός που με τη δυναμικότητά του και το κύρος του ανοίγει το κανάλι επικοινωνίας του σχολείου με την τοπική κοινωνία και βοηθάει στη διάχυση των αποτελεσμάτων των προγραμμάτων.
Για την επίτευξη του σκοπού αυτού, και εφόσον βέβαια αποδεχθούμε την αναγκαιότητά του θεσμού των καινοτομιών, απαιτείται ουσιαστική ενημέρωση και επιμόρφωση των στελεχών, γνώση των εκπαιδευτικών και διοικητικών διαδικασιών και συνεργασία τόσο με τους υπεύθυνους των καινοτόμων δράσεων όσο και με αυτούς άλλων φορέων στήριξης, έτσι ώστε αφενός να προσαρμόσουμε τα προγράμματα στις ιδιαιτερότητες και τις ανάγκες της κάθε κοινότητας αφετέρου να προκαλέσουμε την ενεργό συμμετοχή του εκπαιδευτικού κόσμου σε ένα πραγματικά «αποτελεσματικό» σχολείο.
Από μια εργασία για την παιδική επιθετικότητα των
- Φροσύνη Αθανάσιου, Υπεύθυνος Αγωγής Υγείας Δ/νσης Π.Ε. Δυτικής Θεσσαλονίκης
- Λαμπή Σταύρου, Υπεύθυνος Αγωγής Υγείας Δ/νσης Π.Ε. Δυτικής Θεσσαλονίκης
- Μπούκικα Κωνσταντίνου, Υπεύθυνος Αγωγής Υγείας Δ/νσης Π.Ε. Σερρών
Περισσότερα χρήσιμα θέματα εδώ.