Στις 23 Σεπτεμβρίου 2004 πέθανε μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της λογοτεχνίας, η Διδώ Σωτηρίου. Όπως έλεγε έζησε έναν φοβερό αιώνα, που ξεκίνησε με αισιοδοξία και τελείωσε με μια πικρία.
Το πραγματικό της όνομα ήταν Διδώ Παππά, αλλά έγινε γνωστή με το επίθετο του συζύγου της, του καθηγητή Πλάτωνα Σωτηρίου.
Γεννήθηκε το 1909 στο Αϊδίνι, μια κοσμοπολίτικη πόλη της Μικράς Ασίας, όπου ζούσαν αρμονικά Εβραίοι, Αρμένιοι Τούρκοι. Μικρή απολάμβανε τις βόλτες στην πόλη, όπου παρατηρούσε τις συνήθειες των Τούρκων και τις καμήλες που κυκλοφορούσαν στους δρόμους.
Το 1919 η οικογένεια μετακόμισε στη Σμύρνη και εγκαταστάθηκε σε ένα κτίριο, όπου παλαιότερα στεγάζονταν το Αιγυπτιακό Προξενείο. Η Διδώ ερεύνησε τα παρατημένα έγγραφα των Αιγυπτίων και από τότε δεν σταμάτησε ποτέ να μελετά τα γεγονότα που απασχολούσαν τον τόπο.
Σε ηλικία 10 ετών είχε δημιουργήσει έναν σύλλογο και μοίραζε φαγητό σε ζητιάνους και τότε ήρθε σε επαφή με τη δημοσιογραφία, καθώς ένας δημοσιογράφος, που βρισκόταν στη Σμύρνη της πήρε συνέντευξη.
Η οικογένεια της ήταν εύπορη και οι επαφές του πατέρα της με την καλή κοινωνία ήταν η αιτία που πληροφορήθηκαν έγκαιρα τη μεγάλη καταστροφή του ελληνικού στρατού και έφυγε από τη Σμύρνη με τους θείους της.
Το 1922 ήρθε στον Πειραιά σαν πρόσφυγας και έζησε από κοντά το μέγεθος της καταστροφής.
Πλέον δεν ήταν το πλουσιοκόριτσο και δεν είχε τις προηγούμενες ανέσεις. Όπως όλοι οι πρόσφυγες ήρθε αντιμέτωπη με την πείνα, τις αρρώστιες, αλλά και το εχθρικό κλίμα από τους ντόπιους.
Μετά από λίγο καιρό κατάφεραν να ορθοποδήσουν, τελείωσε το σχολείο και πήγε για σπουδές στο Παρίσι.
Τότε ήρθε σε επαφή με τη διανόηση και γνώρισε σημαντικές προσωπικότητες της εποχής.
Με το τέλος των σπουδών της επέστρεψε στην Ελλάδα και ξεκίνησε να γράφει άρθρα για ζητήματα που απασχολούσαν την κοινωνία.
Έγινε ανταποκρίτρια στο εξωτερικό, όπου ήρθε σε επαφή με το κίνημα της Αριστεράς και σημαντικούς Γάλλους ιδεολόγους.
Την περίοδο της Κατοχής έγινε αρχισυντάκτρια στον Ριζοσπάστη και δούλευε παράνομα στον Υμηττό.
Τότε γνωρίστηκε με την Ηλέκτρα, η οποία εκτελέστηκε από τους Γερμανούς το 1944 για την αντιστασιακή της δράση.
Η Διδώ, η αδερφή της, Έλλη Παππά και άλλες τολμηρές γυναίκες πήραν μέρος στην αντίσταση.
Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου, τη διέγραψαν από το κόμμα και παρότι η οικογένεια της την προέτρεψε να φύγει στο εξωτερικό, παρέμεινε στην Ελλάδα και βίωσε τα γεγονότα από πρώτο χέρι.
«Είδα κομμένα δέντρα που μάχονταν ν’ ανθίσουν μέσα σε σκοτεινούς τάφους. Είδα πληγωμένα θεριά που παλεύανε ίσαμε την ύστατη πνοή τους να ζήσουνε. Μα σαν τη βουλή τ’ ανθρώπου να παλεύει για τη ζωή, δε γνώρισα άλλη.» Δ.Σ. «Ματωμένα Χώματα
Οι περιπέτειες του ελληνισμού, η προσφυγιά, ο πόλεμος του ’40, η αντίσταση και ο εμφύλιος σημάδεψαν τη ζωή της και ξεκίνησε να γράφει βιβλία. Όπως έλεγε, η αντίσταση ήταν η πρώτη φορά που οι πρόσφυγες έγιναν ένα με τους υπόλοιπους Έλληνες. Ο Νίκος Μπελογιάννης, ο οποίος ήταν σύντροφος της αδερφής της και η Ηλέκτρα Αποστόλου, ήταν πρόσωπα που επηρέασαν το έργο της.
Το 1959 κυκλοφόρησε το βιβλίο «Οι νεκροί περιμένουν», και αργότερα ακολούθησαν τα «Ματωμένα χώματα», «Εντολή» και «Ηλέκτρα», τα οποία ο κόσμος αγάπησε γιατί όπως έλεγε, τα έγραψε με αγάπη.
Βραβεύτηκε δύο φορές με το βραβείο Ελληνοτουρκικής Φιλίας Αμπντί Ιπεκτσί και θεωρείται από τις σημαντικότερες Ελληνίδες συγγραφείς του περασμένου αιώνα. Τα βιβλία της έχουν μεταφραστεί σε ξένες γλώσσες και έχουν πουλήσει χιλιάδες αντίτυπα.Όπως είχε αναφέρει, «δεν ήμουν η συγγραφέας που μάζεψε πληροφορίες από ιστορικά γεγονότα που είχαν γράψει άλλοι, αλλά τα έζησα στο πετσί μου».
Περισσότερες βιογραφίες εδώ.
Το πραγματικό της όνομα ήταν Διδώ Παππά, αλλά έγινε γνωστή με το επίθετο του συζύγου της, του καθηγητή Πλάτωνα Σωτηρίου.
Γεννήθηκε το 1909 στο Αϊδίνι, μια κοσμοπολίτικη πόλη της Μικράς Ασίας, όπου ζούσαν αρμονικά Εβραίοι, Αρμένιοι Τούρκοι. Μικρή απολάμβανε τις βόλτες στην πόλη, όπου παρατηρούσε τις συνήθειες των Τούρκων και τις καμήλες που κυκλοφορούσαν στους δρόμους.
Το 1919 η οικογένεια μετακόμισε στη Σμύρνη και εγκαταστάθηκε σε ένα κτίριο, όπου παλαιότερα στεγάζονταν το Αιγυπτιακό Προξενείο. Η Διδώ ερεύνησε τα παρατημένα έγγραφα των Αιγυπτίων και από τότε δεν σταμάτησε ποτέ να μελετά τα γεγονότα που απασχολούσαν τον τόπο.
Σε ηλικία 10 ετών είχε δημιουργήσει έναν σύλλογο και μοίραζε φαγητό σε ζητιάνους και τότε ήρθε σε επαφή με τη δημοσιογραφία, καθώς ένας δημοσιογράφος, που βρισκόταν στη Σμύρνη της πήρε συνέντευξη.
Η οικογένεια της ήταν εύπορη και οι επαφές του πατέρα της με την καλή κοινωνία ήταν η αιτία που πληροφορήθηκαν έγκαιρα τη μεγάλη καταστροφή του ελληνικού στρατού και έφυγε από τη Σμύρνη με τους θείους της.
Το 1922 ήρθε στον Πειραιά σαν πρόσφυγας και έζησε από κοντά το μέγεθος της καταστροφής.
Πλέον δεν ήταν το πλουσιοκόριτσο και δεν είχε τις προηγούμενες ανέσεις. Όπως όλοι οι πρόσφυγες ήρθε αντιμέτωπη με την πείνα, τις αρρώστιες, αλλά και το εχθρικό κλίμα από τους ντόπιους.
Μετά από λίγο καιρό κατάφεραν να ορθοποδήσουν, τελείωσε το σχολείο και πήγε για σπουδές στο Παρίσι.
Τότε ήρθε σε επαφή με τη διανόηση και γνώρισε σημαντικές προσωπικότητες της εποχής.
Με το τέλος των σπουδών της επέστρεψε στην Ελλάδα και ξεκίνησε να γράφει άρθρα για ζητήματα που απασχολούσαν την κοινωνία.
Έγινε ανταποκρίτρια στο εξωτερικό, όπου ήρθε σε επαφή με το κίνημα της Αριστεράς και σημαντικούς Γάλλους ιδεολόγους.
Την περίοδο της Κατοχής έγινε αρχισυντάκτρια στον Ριζοσπάστη και δούλευε παράνομα στον Υμηττό.
Τότε γνωρίστηκε με την Ηλέκτρα, η οποία εκτελέστηκε από τους Γερμανούς το 1944 για την αντιστασιακή της δράση.
Η Διδώ, η αδερφή της, Έλλη Παππά και άλλες τολμηρές γυναίκες πήραν μέρος στην αντίσταση.
Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου, τη διέγραψαν από το κόμμα και παρότι η οικογένεια της την προέτρεψε να φύγει στο εξωτερικό, παρέμεινε στην Ελλάδα και βίωσε τα γεγονότα από πρώτο χέρι.
«Είδα κομμένα δέντρα που μάχονταν ν’ ανθίσουν μέσα σε σκοτεινούς τάφους. Είδα πληγωμένα θεριά που παλεύανε ίσαμε την ύστατη πνοή τους να ζήσουνε. Μα σαν τη βουλή τ’ ανθρώπου να παλεύει για τη ζωή, δε γνώρισα άλλη.» Δ.Σ. «Ματωμένα Χώματα
Οι περιπέτειες του ελληνισμού, η προσφυγιά, ο πόλεμος του ’40, η αντίσταση και ο εμφύλιος σημάδεψαν τη ζωή της και ξεκίνησε να γράφει βιβλία. Όπως έλεγε, η αντίσταση ήταν η πρώτη φορά που οι πρόσφυγες έγιναν ένα με τους υπόλοιπους Έλληνες. Ο Νίκος Μπελογιάννης, ο οποίος ήταν σύντροφος της αδερφής της και η Ηλέκτρα Αποστόλου, ήταν πρόσωπα που επηρέασαν το έργο της.
Το 1959 κυκλοφόρησε το βιβλίο «Οι νεκροί περιμένουν», και αργότερα ακολούθησαν τα «Ματωμένα χώματα», «Εντολή» και «Ηλέκτρα», τα οποία ο κόσμος αγάπησε γιατί όπως έλεγε, τα έγραψε με αγάπη.
Βραβεύτηκε δύο φορές με το βραβείο Ελληνοτουρκικής Φιλίας Αμπντί Ιπεκτσί και θεωρείται από τις σημαντικότερες Ελληνίδες συγγραφείς του περασμένου αιώνα. Τα βιβλία της έχουν μεταφραστεί σε ξένες γλώσσες και έχουν πουλήσει χιλιάδες αντίτυπα.Όπως είχε αναφέρει, «δεν ήμουν η συγγραφέας που μάζεψε πληροφορίες από ιστορικά γεγονότα που είχαν γράψει άλλοι, αλλά τα έζησα στο πετσί μου».
Περισσότερες βιογραφίες εδώ.