Οι παράνομες ερωτικές σχέσεις κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας τιμωρούνταν σκληρά. Αν ο άνδρας και οι γυναίκα ήταν ανύπαντροι τους καταδίκαζαν σε 90 ραβδισμούς. Τον άντρα τον χτυπούσαν στις πατούσες και τη γυναίκα στα οπίσθια. Αν ο ένας ήταν παντρεμένος, καταδικαζόταν σε θάνατο με λιθοβολισμό. Αν ήταν και οι δύο παντρεμένοι τους λιθοβολούσαν και πάλι, αφού όμως πρώτα έβαζαν στη βράκα της γυναίκας μία γάτα. Αν μια ανύπαντρη μουσουλμάνα είχε δεσμό με χριστιανό, τη λιθοβολούσαν μέχρι θανάτου.
Η μοιχεία ήταν θανάσιμο αμάρτημα στην Τουρκοκρατία. Αν η μοιχαλίδα ήταν Τουρκάλα, την έκλειναν σε ένα σακί και την έριχναν στη θάλασσα. Αν ο άντρας της ήθελε να τη συγχωρήσει και να την κρατήσει, όφειλε να τη φορτωθεί στην πλάτη του και να δεχτεί 150 ξυλιές στα οπίσθια. Στη συνέχεια έπρεπε να πληρώσει στον Σούμπαση (αστυνόμο) ένα άσπρο, το λεγόμενο «κερατιάτικο». Από τη στιγμή αυτή καθένας είχε το δικαίωμα να τον αποκαλεί κερατά. Όταν οι αστυνομικοί έβλεπαν ένα κορίτσι να μιλά με κάποιον άντρα, έστελναν μαμή και την εξέταζε. Αν διαπιστωνόταν ότι είχε χάσει την αγνότητά της, την πουλούσαν ως σκλάβα για 20-25 γρόσια, ανάλογα με την εμφάνισή της. Αν ήταν από πλούσια οικογένεια όμως, οι γονείς της πλήρωναν στον αστυνόμο κάποιο σημαντικό ποσό κι έκλειναν το ζήτημα.
Η διαπόμπευση μιας μοιχαλίδας στην Αθήνα κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας ήταν ολόκληρη ιεροτελεστία. Την έβαζαν μαζί με τον μοιχό πάνω σε ένα γαϊδούρι, με το κεφάλι προς την ουρά, την οποία και κρατούσαν ως χαλινάρι. Πάνω στο κεφάλι και στον τράχηλό τους τοποθετούσαν εντόσθια ζώων. Τους περιέφεραν στους δρόμους της πόλης και ο κόσμος τους γιουχάιζε. Η πομπή κατέληγε στην εκκλησία της Παναγίας Χρυσοκαστριώτισσας, πάνω στον λόφο του διονυσιακού θεάτρου, όπου τους ξεπέζευαν και τους άφηναν για 24 ώρες εκτεθειμένους στον χλευασμό και τα πειράγματα των συμπολιτών τους.
Δείτε από πού βγήκαν περισσότερες λέξεις εδώ.