Οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί φέρνουν σε πέρας το έργο τους, τις περισσότερες φορές, με επιτυχία, τόσο μέσα στην τάξη τους, όσο και σε όλο το σχολείο γενικότερα. Έρχονται όμως στιγμές που ακόμη και οι πιο έμπειροι δυσκολεύονται, όταν έρχονται αντιμέτωποι με κάποιες συμπεριφορές και δεν ξέρουν τι να κάνουν γι’ αυτές. Για παράδειγμα, μέσα στην τάξη υπάρχουν παιδιά που συστηματικά δεν κάνουν την εργασία τους στο σπίτι, που είναι συνεχώς αργοπορημένα, που καυγαδίζουν συχνά με τα άλλα παιδιά.
Τα προβλήματα αυτά, που άλλοτε είναι πολύ σοβαρά και άλλοτε όχι, καταπονούν όσους εμπλέκονται σε αυτά και παρεμποδίζουν το έργο του σχολείου. Για να μπορέσουν οι εκπαιδευτικοί να λύσουν τα προβλήματα αυτά και να βοηθήσουν τα παιδιά να μάθουν νέους και αποδοτικότερους τρόπους συμπεριφοράς, ένα βοηθητικό πρώτο βήμα θα ήταν να καταλάβουν γιατί τα παιδιά φέρονται με το συγκεκριμένο τρόπο.
Οι εκπαιδευτικοί είναι σημαντικό να μπορούν να κατανοούν τα παιδιά. Αν ο εκπαιδευτικός δεν κατανοήσει τα κίνητρα του παιδιού, δε θα μπορέσει να το βοηθήσει να αλλάξει. Θα ήταν χρήσιμο αν μπορούσαμε να δούμε το παιδί ως ένα κοινωνικό πλάσμα που επιθυμεί να βρει τη θέση του στο σπίτι, στο σχολείο και στον κόσμο.
Το παιδί μπορεί να λειτουργήσει ικανοποιητικά μόνο όταν νιώθει ότι έχει γίνει αποδεκτό από την ομάδα, σαν άξιο μέλος της. Αν το παιδί συμπεριφέρεται άσχημα, αυτό σημαίνει ότι έχει αναπτύξει εσφαλμένες ιδέες για τον τρόπο που πρέπει να ανήκει και να γίνεται αποδεκτό από τους άλλους.
Τα παιδιά που φέρονται αρνητικά είναι αποθαρρυμένα. Δεν πιστεύουν ότι μπορούν να ανήκουν με θετικό και χρήσιμο τρόπο. Γι΄ αυτό και επιδιώκουν να ανήκουν με αρνητικό.
Κάθε συμπεριφορά, λοιπόν, κατευθύνεται προς ένα ορισμένο στόχο. Δείχνει, δηλαδή, τους τρόπους και τα μέσα που ανακάλυψε κάθε παιδί, για να κερδίσει αξία και θέση ανάμεσα στους μεγάλους. Το παιδί αποφασίζει τι σκοπεύει να κάνει, παρόλο που συνήθως δεν έχει επίγνωση για την επιλογή του. Όταν ξέρουμε το σκοπό της συμπεριφοράς των παιδιών, τότε μπορούμε να την κατανοήσουμε καλύτερα.
Ο όρος αρνητική συμπεριφορά, αναφέρεται σε λέξεις ή πράξεις που προσβάλλουν ή θίγουν τα δικαιώματα ή την ασφάλεια των άλλων και είναι καταστροφικές και επικίνδυνες για το ίδιο το παιδί. Τα παιδιά που συμπεριφέρονται άσχημα έχουν συνήθως κάποιο λόγο που το κάνουν.
Ο Ντραϊκωρς ταξινόμησε την αρνητική συμπεριφορά των παιδιών σε 4 μεγάλες κατηγορίες που τις ονόμασε σκοπούς, με την έννοια ότι η αρνητική συμπεριφορά αποβλέπει σε κάτι συγκεκριμένο.
Αν και αρχικά οι σκοποί αυτοί μπορεί να φανούν κάπως περίπλοκοι, υπάρχουν δύο τεχνικές που θα μπορούσαν να διευκολύνουν τον εκπαιδευτικό στην κατανόηση του σκοπού της αρνητικής συμπεριφοράς του παιδιού :
1. Το να παρατηρεί την δική του αντίδραση στη συμπεριφορά του παιδιού. Τα δικά του συναισθήματα μπορούν να αποκαλύψουν τους σκοπούς του παιδιού (π.χ. ενόχληση, ήττα, απελπισία κ.ά.)
2. Το να παρατηρεί την αντίδραση του παιδιού στις προσπάθειες που κάνει, για να το διορθώσει. Η αντίδραση του παιδιού στη δική του συμπεριφορά θα δώσει στον εκπαιδευτικό την ένδειξη για το τι μπορεί να επιδιώκει το παιδί. Η παρατήρηση των αποτελεσμάτων της αρνητικής συμπεριφοράς – και όχι τόσο η ίδια η αρνητική συμπεριφορά – μπορούν να αποκαλύψουν το σκοπό της.
1. Το να παρατηρεί την δική του αντίδραση στη συμπεριφορά του παιδιού. Τα δικά του συναισθήματα μπορούν να αποκαλύψουν τους σκοπούς του παιδιού (π.χ. ενόχληση, ήττα, απελπισία κ.ά.)
2. Το να παρατηρεί την αντίδραση του παιδιού στις προσπάθειες που κάνει, για να το διορθώσει. Η αντίδραση του παιδιού στη δική του συμπεριφορά θα δώσει στον εκπαιδευτικό την ένδειξη για το τι μπορεί να επιδιώκει το παιδί. Η παρατήρηση των αποτελεσμάτων της αρνητικής συμπεριφοράς – και όχι τόσο η ίδια η αρνητική συμπεριφορά – μπορούν να αποκαλύψουν το σκοπό της.
Σκοποί αρνητικής συμπεριφοράς στο σχολείο
- Άτοπη Προσοχή
Η Άτοπη Προσοχή εκδηλώνεται από το παιδί με μικρό-αταξίες, φασαρία – φλυαρία, υπερκινητικότητα- υπέρ-ενεργητικότητα, επίδειξη στους συνομηλίκους, που σταματάει όμως για λίγο αν του ζητηθεί.
Τα παιδιά που έχουν την πεποίθηση ότι ανήκουν στο περιβάλλον μόνο όταν τα προσέχουν, προτιμούν να προκαλέσουν έστω και την άτοπη προσοχή, παρά να νιώθουν ότι τα αγνοούν. Η συμπεριφορά του παιδιού ζητά από τους άλλους να το προσέξουν και να ασχοληθούν μαζί του. Το παιδί βλέποντας ότι δεν υπάρχει περίπτωση να αποκτήσει αξία με τη βοήθεια της δημιουργικής συνεισφοράς του, θα επιδιώξει να γίνει αποδεκτό με ό,τι μπορεί να αποσπάσει από τους άλλους: στοργή, εκνευρισμό, ενδιαφέρον. Δεδομένου ότι τίποτε από αυτά δεν αυξάνει την αυτοπεποίθηση του παιδιού και την πίστη στη δύναμή του, επιδιώκει συνεχώς να αποσπά νέες αποδείξεις, γιατί διαφορετικά αισθάνεται χαμένο και παραμελημένο. Προτιμά να το τιμωρούν, παρά να το αγνοούν. Όταν το αγνοούν, νιώθει χαμένο και ότι δεν έχει πια θέση στην ομάδα.
Ο εκπαιδευτικός με μια τέτοια συμπεριφορά μπορεί να αισθάνεται ενοχλημένος, ή μερικές φορές να διασκεδάζει. Συνήθως προσπαθεί να παροτρύνει το παιδί να συμπεριφερθεί σαν «καλό παιδί», να του υποδείξει και να του υπενθυμίσει πως αναμένει να συμπεριφέρεται.
Η αλλαγή της αρνητικής συμπεριφοράς του παιδιού από τον εκπαιδευτικό είναι μια διαδικασία που απαιτεί χρόνο, επιμονή και συνέπεια. Στην προσπάθειά του αυτή του είναι σημαντικό και χρήσιμο να επιχειρήσει αρχικά ο ίδιος να αλλάξει τον τρόπο αντίδρασής του, έχοντας ως πρωταρχικό στόχο τη μη ενίσχυση της αρνητικής συμπεριφοράς.
Θα μπορούσε, δηλαδή, ο εκπαιδευτικός να αγνοήσει τις αρνητικές προσπάθειες, που κάνει το παιδί να εμπλέξει τους άλλους. Να αναζητήσει τρόπους, για να δώσει θετική προσοχή και αναγνώριση. Να δώσει έμφαση στη θετική συμβολή του, κυρίως όταν δεν το περιμένει.
- Αγώνας Υπεροχής
Ο αγώνας υπεροχής εκδηλώνεται με επιθετικότητα – εχθρότητα, πρόκληση, αντίσταση, αγώνα, ανυπακοή, ψέμα, διάθεση να είναι το αφεντικό. Ο μαθητής θα εξακολουθήσει να δείχνει ότι δεν θα συνεργαστεί, ακόμα και όταν τον διορθώνουν.
Τα παιδιά που επιδιώκουν την υπεροχή, νιώθουν ότι αξίζουν μόνο όταν είναι τα αφεντικά, όταν υπερέχουν. Επιδιώκουν να κάνουν μόνο ό,τι θέλουν εκείνα.
Έχουν την πεποίθηση: «κανείς δεν μπορεί να με υποχρεώσει να κάνω κάτι» ή «πρέπει να γίνει αυτό που θέλω εγώ». Έτσι, προσπαθεί να αποδείξει ότι μπορεί να ελέγχει την κατάσταση και αρνείται να συνεργαστεί, κάνοντας μόνο ό,τι θέλει εκείνο.
Ο εκπαιδευτικός μπορεί να αισθάνεται απογοητευμένος ή/και ηττημένος. Συνήθως προσπαθεί να σταματήσει το παιδί να ζητά επίμονα τις υπηρεσίες και την προσοχή του. Το παιδί αρνείται όσα οι άλλοι υποθέτουν ότι πρέπει να κάνει. Κάθε εκπαιδευτικός που αφήνεται να παρασυρθεί στον αγώνα με το παιδί για την κατάκτηση δύναμης, είναι συνήθως χαμένος. Το παιδί τις περισσότερες φορές θα νικήσει, εκτός από ελάχιστα σύντομα επεισόδια που κατορθώνει ο εκπαιδευτικός να υπερισχύσει. Όταν υπάρξει σύγκρουση δυνάμεων, οι σχέσεις μεταξύ παιδιού και εκπαιδευτικού δε μπορεί παρά να χειροτερέψουν περισσότερο και το παιδί να φθάσει στον επόμενο σκοπό, αυτό της αντεκδίκησης.
Ο εκπαιδευτικός θα μπορούσε εναλλακτικά να επιλέξει την αποχώρηση από τη διαμάχη, από το να επιβάλει τη θέλησή του (χρήση βίας), γιατί αυτό είναι που θέλει και το παιδί. Θα μπορούσε να επιλέξει μια φιλική συμπεριφορά, τη δημιουργία κλίματος ισοτιμίας και την κατεύθυνση των προσπαθειών του παιδιού σε πιο θετικό δρόμο.
- Εκδίκηση
Ο σκοπός της εκδίκησης εκδηλώνεται με συμπεριφορά που πληγώνει, με βία, κλοπές, καταστροφές, και συνήθως ο μαθητής θίγεται όταν τον διορθώνουν. Το παιδί, που σκοπός του είναι η εκδίκηση, ψάχνει να βρει τη θέση του με το να γίνεται σκληρό και αντιπαθητικό. Αυτό που ζητά είναι να θεωρείται ο χειρότερος, ο πιο αντιπαθητικός. Απολαμβάνει τον αμοιβαίο ανταγωνισμό και νιώθει ευχάριστα όταν οι άλλοι πληγώνονται από αυτόν. Για τα παιδιά που νιώθουν εξαιρετικά περιθωριοποιημένα, που έχουν χάσει την πίστη τους στην κοινωνία και τον εαυτό τους, η προσπάθειά τους να έχουν κάποια αξία δεν περιορίζεται στην απόσπαση της προσοχής ή στην επίδειξη δύναμης. Ο μόνος ρόλος τον οποίο νιώθει ένα τέτοιο παιδί ικανό να παίζει, είναι να ανταποδίδει ακριβώς τα ίδια σε όσους το πλήγωσαν.
Ο εκπαιδευτικός αισθάνεται πληγωμένος από τη συμπεριφορά του παιδιού. Η επιθυμία του συχνά είναι να ανταποδώσει το χτύπημα. Με αυτό τον τρόπο όμως, ενισχύει απλά και μόνο την αρνητική εικόνα που έχει το παιδί για τον εαυτό του. Η εκδικητική αυτή συμπεριφορά του παιδιού, προέρχεται από αποθάρρυνση και δεν είναι ο εκπαιδευτικός η αιτία αυτής της συμπεριφοράς. Αυτό που θα μπορούσε να κάνει ο εκπαιδευτικός θα ήταν να αποφύγει τη διαμάχη και τις αντεκδικήσεις, καταβάλλοντας προσπάθεια και αφιερώνοντας χρόνο στο να βοηθήσει το παιδί.
- Επίδειξη Ανικανότητας
Η επίδειξη ανικανότητας μπορεί να εκδηλωθεί μέσω της ονειροπόλησης, του σκασιαρχείου και γενικότερα της αδιαφορίας μέσα στην τάξη. Το παιδί που έχει αυτό το σκοπό, έχει αναπτύξει μια στάση απέναντι στη ζωή που αποτρέπει τους άλλους από το να περιμένουν οτιδήποτε από μέρους του.Είναι βαθιά αποθαρρυμένο, δεν έχει εμπιστοσύνη στις ικανότητες και δυνατότητές του και προσπαθεί να αποφύγει να ικανοποιήσει οποιαδήποτε προσδοκία των άλλων, σχετικά με αυτά που μπορεί να κάνει. Επιδιώκει να του πουν ότι είναι ανίκανο. Κρύβεται πίσω από την επίδειξη πραγματικής ή φανταστικής κατωτερότητας που δικαιολογεί την απομόνωσή του. Αποφεύγοντας τη συμμετοχή και τη συμβολή του, πιστεύει ότι μπορεί να αποφύγει τις περισσότερο ταπεινωτικές και δυσάρεστες καταστάσεις. Ο εκπαιδευτικός μπορεί να αισθάνεται απελπισμένος και ανίκανος να βοηθήσει. Κάτι που θα μπορούσε να είναι βοηθητικό, θα ήταν η αποφυγή της κριτικής και η ενθάρρυνση οποιαδήποτε προσπάθειας, όσο ελάχιστη και αν είναι αυτή. Είναι σημαντικό να συγκεντρώνει ο ίδιος την προσοχή του στα θετικά σημεία του παιδιού.
Γενικά, για τους σκοπούς αρνητικής συμπεριφοράς δεν υπάρχουν καθορισμένοι κανόνες σχετικά με την επιλογή του από το παιδί ή για τα μέσα με τα οποία μπορεί να τον επιτύχει. Μπορεί ο σκοπός του παιδιού να διαφοροποιείται μερικές φορές ανάλογα με τις περιστάσεις. Έτσι, μπορεί να ενεργεί τη μια φορά με σκοπό να προσελκύσει την προσοχή και να αποδεικνύει τη δύναμή του και την άλλη να επιδιώκει να εκδικηθεί. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιεί διαφορετικούς τρόπους συμπεριφοράς, για να επιτύχει τον ίδιο σκοπό και μπορεί, αντίθετα, η ίδια συμπεριφορά να εξυπηρετεί διαφορετικούς σκοπούς. Οποιονδήποτε όμως από τους τέσσερις αυτούς σκοπούς και αν υιοθετήσει το παιδί, για να αντιδράσει, είναι σημαντικό και βοηθητικό στην προσπάθεια μείωσης της ενίσχυσης της αρνητικής συμπεριφοράς και αλλαγής της, να έχουμε υπόψη μας ότι η συμπεριφορά του παιδιού βασίζεται κυρίως στην πεποίθηση ότι μόνο με τον τρόπο αυτό αποκτά αξία.
Η ανάγκη μας να κερδίσουμε την προσοχή των άλλων φαίνεται να είναι γενικό ανθρώπινο χαρακτηριστικό (Erickson, Μaslow). Τα παιδιά έχουν ανάγκη την προσοχή και την αναγνώριση, ιδιαίτερα από άτομα που παίζουν σημαντικό ρόλο στη ζωή τους, όπως είναι οι εκπαιδευτικοί και οι γονείς. Η προσπάθεια κατανόησης των κινήτρων της αρνητικής συμπεριφοράς του παιδιού και του σκοπού της, μπορεί να βοηθήσει τον εκπαιδευτικό να λειτουργήσει εναλλακτικά, προς την κατεύθυνση της αλλαγής της συμπεριφοράς του παιδιού, με έναν τρόπο νέο, διαφορετικό, που δεν περιμένει το παιδί. Με έναν τρόπο περισσότερο αποδοχής, παρά απόρριψης.
Βιβλιογραφία: 1. «Διατηρώντας την ισορροπία στην τάξη», Ρούντολφ Ντράικωρς, Εκδόσεις: Θυμάρι 2. «Προβλήματα συμπεριφοράς στο σχολείο», A. Molnar – B. Lindquist, Εκδόσεις: Ελληνικά Γράμματα 3. «Βασικές αρχές παραδοχής – ενθάρρυνσης- πειθαρχίας και σχέσεων γονέων – εφήβων»,Ντον Ντινκμεγιερ, Γκαρυ Μακκαιυ, Τζον Καρλσον, Νιλ Μπιτι.
Περισσότερες συμβουλές εδώ.