1) σωρός < αρχαία ελληνική σωρός
σύνολο από πράγματα που είναι συγκεντρωμένα αλλά τοποθετημένα άτακτα, στοίβα
2) σορός < αρχαία ελληνική σορός
το σώμα του νεκρού (όπως έχει προετοιμαστεί για ταφή ή αποτέφρωση), λείψανο, φέρετρο.
Άρα το σωστό είναι να γράφουμε σορός του νεκρού και όχι σωρός του νεκρού.
Περισσότερα γλωσσικά λάθη εδώ.