Πώς το «όχι» επηρεάζει αρνητικά την σχέση γονιού-παιδιού
«Ο πατέρας μου ήταν από τους γονείς που έλεγαν διαρκώς “όχι” σε ό,τι κι αν ζητούσα, όχι μόνο εγώ αλλά και τα αδέλφια μου. Είτε επρόκειτο για πράγματα που απαιτούσαν χρήματα (τα οποία δεν περίσσευαν στην οικογένειά μου), είτε για μη υλικά αγαθά, η απάντηση ήταν πάντα αρνητική. Αυτό πολύ συχνά μας δημιουργούσε θυμό. Μας έκανε να νιώθουμε ότι είναι σκληρός και ότι δεν νοιάζεται πραγματικά για εμάς. Για πολλά χρόνια, όσο ήμουν μικρή, η στάση του αυτή με έκανε να κλαίω και να σκέφτομαι ότι τον μισώ. Όταν μεγάλωσα άρχισα να αντιδρώ και να επιμένω στα “θέλω” μου, κάτι που μας οδηγούσε σε ομηρικούς καβγάδες. Κάποτε έφτασε η στιγμή που σταμάτησα να ζητάω, γιατί η δυσφορία που μου προκαλούσε ο επερχόμενος καβγάς ήταν μεγαλύτερη από την ικανοποίηση του να πάρω αυτό που θέλω. Μέχρι που σταμάτησα να του ζητάω οτιδήποτε. Χρειάστηκε να μεγαλώσω πολύ για να καταλάβω ότι ο λόγος που ο πατέρας μου μού έλεγε διαρκώς όχι, ήταν γιατί δεν ήξερε τι άλλο να μου πει. Μας μεγάλωνε ακριβώς όπως είχε μεγαλώσει και ο ίδιος. Τότε έπαψα να είμαι θυμωμένη μαζί του, όμως οι δίαυλοι επικοινωνίας μας είχαν σχεδόν διακοπεί.
»Ήταν τότε που ορκίστηκα στον εαυτό μου ότι εγώ θα έβρισκα άλλους τρόπους για να επικοινωνώ με τα παιδιά μου. Για την ακρίβεια, είχα πληγωθεί τόσο από την στάση του, που υποσχέθηκα ότι στα δικά μου παιδιά θα φέρομαι με τον ακριβώς αντίθετο τρόπο. Και κάπως έτσι προέκυψε η ιδέα του “ναι”. Σε όσα ο πατέρας μου έλεγε “όχι”, εγώ άρχισα να λέω “ναι”. Οι σπουδές μου με βοήθησαν να εξελίξω ακόμα περισσότερο την φιλοσοφία μου και ο ερχομός του πρώτου μου παιδιού με έπεισε για το πόσο δίκιο είχα.»
Η τεχνική του «ναι»
Η Ronit Baras δεν είναι η μόνη εκπρόσωπος του “yes parenting”. Αμέτρητοι γονείς, όπως η Bea Marshall, επίσης οικογενειακή σύμβουλος και μαμά, επέλεξαν να την εφαρμόσουν στην διαπαιδαγώγηση των παιδιών του και επιμένουν στα σημαντικά οφέλη της.
Όπως παραδέχεται η Baras «ούτε για τους γονείς είναι πάντα εύκολο να λένε συνέχεια “όχι” στα παιδιά. Υπάρχουν πολλοί που παραδέχονται ότι θα ήθελαν να τους λένε “ναι” σε ό,τι ζητήσουν, όμως γεγονός είναι ότι τα παιδιά μπορεί να θελήσουν πράγματα που δεν είναι καλά για τα ίδια και είναι δική μας ευθύνη να τους το μάθουμε. Είναι απαραίτητο το “όχι” σε επικίνδυνες ή υπερβολικές απαιτήσεις τους. Τότε, όμως, αναπόφευκτα έρχεται η σύγκρουση, η οποία δεν αρέσει σε κανέναν.»
Η δε Marshall συμπληρώνει «Επέλεξα το “ναι” γιατί πιστεύω ότι έτσι μαθαίνω στα παιδιά μου να είναι ανεξάρτητα και να αναγνωρίζουν τις ανάγκες τους από μικρή ηλικία. Επιτρέπω στα παιδιά μου να παίρνουν τις δικές τους αποφάσεις, να γίνονται πιο υπεύθυνα. Και όταν διαφωνώ με μια επιθυμία τους, προτιμώ να το συζητάω μαζί τους, αντί να είμαι αρνητική. Έτσι, δίνω έμφαση στην επικοινωνία μου μαζί τους και στο να ακούω πραγματικά αυτά που θέλουν. Αυτός ο τρόπος διαπαιδαγώγησης με κάνει να νιώθω πολύ καλύτερα!»
Πώς θα μπορούσαμε να λέμε «ναι», ακόμα κι όταν τα παιδιά μας θέλουν κάτι που εμείς δεν εγκρίνουμε, προκειμένου να αποφύγουμε τον τσακωμό και την απομάκρυνσή μας από αυτά; Η Baras εξηγεί:
«Όταν τα παιδιά ζητούν κάτι και εσύ ξεκινάς λέγοντας “όχι”, αυτόματα αρχίζεις μια διαφωνία. Αν, όμως, ξεκινήσεις λέγοντας “ναι”, αλλά θέσεις κάποιους όρους στη συνέχεια της πρότασής σου, τότε δεν υπάρχει λόγος διαφωνίας. Για παράδειγμα, αν πεις “όχι, δεν μπορείς να δεις τηλεόραση τώρα. Δεν έχεις τελειώσει ακόμα τα μαθήματά σου”, έχεις ξεκινήσει με εντελώς αρνητική διάθεση. Αν πεις, όμως, “ναι, μπορείς να δεις τηλεόραση, αμέσως μόλις τελειώσεις τα μαθήματά σου”, οι πιθανότητες διαφωνίας είναι ελάχιστες!»
Δείτε μερικά ακόμη παραδείγματα της τεχνικής του «ναι»:
Όπως παραδέχεται η Baras «ούτε για τους γονείς είναι πάντα εύκολο να λένε συνέχεια “όχι” στα παιδιά. Υπάρχουν πολλοί που παραδέχονται ότι θα ήθελαν να τους λένε “ναι” σε ό,τι ζητήσουν, όμως γεγονός είναι ότι τα παιδιά μπορεί να θελήσουν πράγματα που δεν είναι καλά για τα ίδια και είναι δική μας ευθύνη να τους το μάθουμε. Είναι απαραίτητο το “όχι” σε επικίνδυνες ή υπερβολικές απαιτήσεις τους. Τότε, όμως, αναπόφευκτα έρχεται η σύγκρουση, η οποία δεν αρέσει σε κανέναν.»
Η δε Marshall συμπληρώνει «Επέλεξα το “ναι” γιατί πιστεύω ότι έτσι μαθαίνω στα παιδιά μου να είναι ανεξάρτητα και να αναγνωρίζουν τις ανάγκες τους από μικρή ηλικία. Επιτρέπω στα παιδιά μου να παίρνουν τις δικές τους αποφάσεις, να γίνονται πιο υπεύθυνα. Και όταν διαφωνώ με μια επιθυμία τους, προτιμώ να το συζητάω μαζί τους, αντί να είμαι αρνητική. Έτσι, δίνω έμφαση στην επικοινωνία μου μαζί τους και στο να ακούω πραγματικά αυτά που θέλουν. Αυτός ο τρόπος διαπαιδαγώγησης με κάνει να νιώθω πολύ καλύτερα!»
Πώς θα μπορούσαμε να λέμε «ναι», ακόμα κι όταν τα παιδιά μας θέλουν κάτι που εμείς δεν εγκρίνουμε, προκειμένου να αποφύγουμε τον τσακωμό και την απομάκρυνσή μας από αυτά; Η Baras εξηγεί:
«Όταν τα παιδιά ζητούν κάτι και εσύ ξεκινάς λέγοντας “όχι”, αυτόματα αρχίζεις μια διαφωνία. Αν, όμως, ξεκινήσεις λέγοντας “ναι”, αλλά θέσεις κάποιους όρους στη συνέχεια της πρότασής σου, τότε δεν υπάρχει λόγος διαφωνίας. Για παράδειγμα, αν πεις “όχι, δεν μπορείς να δεις τηλεόραση τώρα. Δεν έχεις τελειώσει ακόμα τα μαθήματά σου”, έχεις ξεκινήσει με εντελώς αρνητική διάθεση. Αν πεις, όμως, “ναι, μπορείς να δεις τηλεόραση, αμέσως μόλις τελειώσεις τα μαθήματά σου”, οι πιθανότητες διαφωνίας είναι ελάχιστες!»
Δείτε μερικά ακόμη παραδείγματα της τεχνικής του «ναι»:
-Αντί να πείτε «όχι, δεν μπορείς να καλέσεις τον φίλο σου στο σπίτι τώρα, δεν βλέπεις ότι ετοιμαζόμαστε να φάμε;» (αρνητική πρόταση με σαρκασμό προς το παιδί), δοκιμάστε το «ναι, βέβαια μπορείς να καλέσεις τον φίλο σου, αφού φάμε».
-Αντί να πείτε «όχι, δεν μπορείς να αγοράσεις καινούργιο πουκάμισο. Δουλεύω σκληρά για να έχουμε λεφτά και εσύ δεν το εκτιμάς», μπορείτε να πείτε «ναι, μπορείς να αγοράσεις αυτό το πουκάμισο όταν έρθει η γιορτή σου ή με τα χρήματα που έχεις μαζέψει, κι αν δεν φτάνουν θα συμπληρώσω τα υπόλοιπα εγώ».
-Αντί να πείτε «όχι, δεν μπορείς να φας γλυκό τώρα. Το γλυκό το τρώμε αφού φάμε το φαγητό μας και εσύ δεν έχεις φάει τίποτα», δοκιμάστε το «ναι, μπορείς να φας γλυκό, μόλις τελειώσεις το φαγητό σου».
Η ιδέα, λοιπόν, είναι, αντί να επικεντρώνεστε στα αρνητικά, προκαλώντας αντιδράσεις στο παιδί και δίνοντάς του «πάτημα» για τσακωμό, να του πείτε πώς θα πάρει αυτό που θέλει, αν ακολουθεί τους κανόνες.
Το «ναι», λέει η Baras, είναι η ιδανική απάντηση ακόμα κι αν χρειάζεστε χρόνο, για να σκεφτείτε αυτό που ζητάει το παιδί σας. Για παράδειγμα, μπορεί να σας ζητήσει ένα δικό του tablet, κάτι που μπορεί να έχει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Αντί η πρώτη σας αντίδραση να είναι «όχι», μπορείτε να πείτε «Ναι, καταλαβαίνω γιατί το θες τόσο πολύ. Δώσε μου λίγο χρόνο να σκεφτώ αν μπορεί να γίνει». Ή μπορεί η έφηβη κόρη σας να σας ζητήσει να πάει σε ένα πάρτι, για το οποίο ανησυχείτε αν θα είναι ασφαλής. Αντί για «όχι», δοκιμάστε να πείτε «Ναι, το ξέρω ότι θέλεις να πας. Χρειάζομαι, όμως, λίγο χρόνο να το σκεφτώ. Να το συζητήσουμε ξανά αύριο;». Έτσι, έχετε 24 ώρες για να το σκεφτείτε, να το συζητήσετε με τον άντρα σας και να αποφασίσετε αν υπάρχει τρόπος να πάει στο πάρτι που θέλει, παραμένοντας, όμως, ασφαλής.
«Η τεχνική του “όχι” προκαλεί πολλές εντάσεις και κάνει τη συμβίωση της οικογένειας δύσκολη, τόσο για τους γονείς όσο και για τα παιδιά. Αντικαταστήστε το “όχι” με το “ναι” και θα δείτε πόσο πιο ήρεμα και ομαλά θα μεγαλώσετε τα παιδιά σας», προτείνει η Baras, δίνοντάς μας ένα καλό κίνητρο για να δοκιμάσουμε…
Περισσότερα θέματα για γονείς εδώ.