Μια μακάβρια ερωτική ιστορία ανάμεσα σε έναν άντρα και μια μούμια έλαβε χώρα στις ΗΠΑ, οι οποίες ήταν κάποτε η χώρα όπου όλα τα όνειρα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν.
Τα όνειρα, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ήταν ελαφρώς διαταραγμένα για τον γερμανό βακτηριολόγο Καρλ Τάντζλερ που μετανάστευσε στην Αμερική.
Ο εμιγκρές εγκαταστάθηκε στη Φλόριντα το 1926 και σύντομα έφερε στον Νέο Κόσμο τη γυναίκα και τις δυο του κόρες, μόνο που τις παράτησε όλες σύξυλες σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Μετακόμισε στο μακρόστενο νησάκι Κι Γουέστ, προσλήφθηκε ως ακτινολόγος στο Στρατιωτικό Νοσοκομείο των Πεζοναυτών και άλλαξε φυσικά το όνομά του σε Καρλ φον Κόσελ, προσθέτοντας μάλιστα συχνά-πυκνά πριν από το ονοματεπώνυμό του τον τίτλο του «κόμη».
Όλα κυλούσαν ήρεμα και ωραία, αν και κάπως βαρετά, στη ζωή του Γερμανού, μέχρι εκείνη τη μοιραία μέρα του 1930, όταν ο βίος του θα αποκτούσε νέο νόημα και θα έμπαινε σε άλλη ρότα. Ήταν πατημένα πενήντα όταν πρωτοαντίκρισε την ασθενή Μαρία Ελένα Μιλάγκρο ντε Χόγιος. Η 21χρονη Κουβανο-Αμερικανή με τα κατάμαυρα μαλλιά είχε μεταφερθεί στην κλινική με φυματίωση και η κατάστασή της ήταν σοβαρή.
Ο Τάντζλερ είχε ονειρευτεί ως παιδί στη Γερμανία ότι θα ζούσε κάποια στιγμή τον αληθινό έρωτα με μια μελαχρινή καλλονή εξωτικής ομορφιάς και μόλις αντίκρισε την Ελένα, έστω και κατάκοιτη και ταλαιπωρημένη, συνειδητοποίησε αμέσως πως αυτή ήταν η γυναίκα που περίμενε όλη του τη ζωή!
Παρά το γεγονός ότι ο ίδιος δεν ήταν γιατρός, ανέλαβε το δύσκολο έργο να τη γιατρέψει. Κόντρα στην πολύ κακή πρόγνωση της φυματίωσης, έφερε στο πατρικό της Ελένα όλο του τον διαγνωστικό εξοπλισμό και τα μαραφέτια του με τις ακτίνες Χ, θέλοντας να τη σώσει. Και να τη φλερτάρει φυσικά, γι’ αυτό και κουβαλούσε καθημερινά λουλούδια και κοσμήματα, πλάι στα θεραπευτικά φίλτρα του, και ό,τι δώρο μπορούσες να φανταστείς.
Η Ελένα όμως δεν θα τα κατάφερνε παρά τις λυσσαλέες προσπάθειες του βακτηριολόγου. Πέθανε στις 25 Οκτωβρίου 1931, κάπου ενάμιση χρόνο μετά την πρώτη γνωριμία τους στο νοσοκομείο. Ο καλοσυνάτος Τάντζελ πλήρωσε τα έξοδα της κηδείας της και έφτιαξε για το αμόρε του ένα μεγαλοπρεπές μνήμα στο κοιμητήριο του Κι Γουέστ, κάτω από τις ευλογίες και την ευγνωμοσύνη της οικογένειάς της.
Τον επόμενο ενάμιση χρόνο θα τον περνούσε ο Γερμανός επισκεπτόμενος τον τάφο της κάθε μα κάθε νύχτα. Κάτι που δεν του έφτανε προφανώς, κι έτσι η εμμονή του με την Κουβανή θα γινόταν τώρα όσο πιο μακάβρια έπαιρνε. Όπως εξομολογήθηκε αργότερα, το πνεύμα της Ελένα τού τραγουδούσε στα σπανιόλικα κάθε βράδυ που κούρνιαζε εκείνος στο μνήμα της και τον εκλιπαρούσε να την πάρει μακριά από το νεκροταφείο.
Κι έτσι τον Απρίλιο του 1933 μπήκε στο κοιμητήριο, την ξέθαψε και έκλεψε τη σορό της, η οποία ήταν σε προχωρημένη αποσύνθεση.
Τώρα είχε νέο Γολγοθά μπροστά του, αφού έπρεπε πάση θυσία να σταματήσει την περαιτέρω αποσύνθεση και να διατηρήσει σε καλή κατάσταση ό,τι είχε απομείνει από τον κεραυνοβόλο έρωτά του. Η ταρίχευση του πτώματος αποδείχτηκε ωστόσο πολύ δύσκολη και ο ίδιος μπήκε σε μεγάλο κόπο να το απαλλάξει από τη φθορά. Κρατούσε τα κόκαλά της στη θέση τους με κρεμάστρες και σύρματα, τοποθέτησε γυάλινα μάτια στις οφθαλμικές κόγχες και αντικατέστησε τη σάπια σάρκα με μετάξι περιχυμένο με κερί και γύψο.
Για να διατηρήσει μάλιστα την ανθρώπινη εικόνα της καλής του, παραγέμισε τη σορό με κουρέλια και πανιά, φουσκώνοντας και πάλι το στέρνο και τις καμπύλες της. Το κερασάκι στην τούρτα ήταν η περούκα που της έφτιαξε με τα δικά της μαλλιά, τα οποία είχε μαζέψει τρίχα τρίχα η μητέρα της και τα είχε δώσει στον Γερμανό αμέσως μετά τον θάνατο της κόρης της. Το μακάβριο αριστούργημά του ολοκληρώθηκε με καινούρια ρούχα, κοσμήματα και αξεσουάρ, αλλά και μπόλικα μπουκαλάκια αρώματος για να καλυφθεί η οσμή του θανάτου αλλά και η φορμαλδεΰδη.
Τώρα ήταν έτοιμος να ζήσει τον έρωτά του με την Ελένα! Περνούσε τις μέρες και τις νύχτες του με την καλή του, κοιμόταν επιτέλους στο ίδιο κρεβάτι μαζί της και συχνά-πυκνά την έπαιρνε αγκαλιά για να χορέψουν τον αγαπημένο τους χορό. Πιθανότατα επιδιδόταν και σε νεκροφιλία, όπως κατέληξε αργότερα ο ιατροδικαστής, όταν βρήκε ένα σωληνάριο στην κολπική της κοιλότητα.
Τα χρόνια πέρασαν, οχτώ στον αριθμό, όταν οι φήμες για την παράνομη ζωή του βακτηριολόγου κατέκλυσαν το Κι Γουέστ. Έφτασαν βέβαια και στα αυτιά της οικογένειας της Ελένα, η οποία πήγε μια μέρα στο σπίτι του και βρήκε το μακάβριο νοικοκυριό που είχε στήσει ο Γερμανός με την εκλιπούσα κόρη τους.
Όταν ήρθε η αστυνομία, ήταν όλοι τους αποτροπιασμένοι. Ο Τάντζλερ συνελήφθη για τη τυμβωρυχία του, υποβλήθηκε σε ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη και κρίθηκε λογικός ώστε να περάσει από δίκη για το έγκλημά του.
Όταν και θα αποκαλυπτόταν σε όλη του τη ζοφερή μεγαλοπρέπεια το τελικό σχέδιό του για τη νεκρή καλή του: ο Καρλ σχεδίαζε να μεταφέρει τη σορό με τη βοήθεια ενός αερόπλοιου «ψηλά στη στρατόσφαιρα, ώστε η ακτινοβολία του Διαστήματος να διαπεράσει τους ιστούς της Ελένα και να ξαναδώσει ζωή στην κοιμισμένη της μορφή»! Κατά την προκαταρκτική μάλιστα εξέταση, το δικαστήριο απέρριψε την υπόθεση μιας και ο χρόνος για τη δίωξή του είχε παρέλθει. Ο Τάντζλερ ήταν ελεύθερος κι ωραίος.
Όσο για το ταλαίπωρο πτώμα της Ελένα, εξετάστηκε από παθολόγους και ταριχευτές και θεωρήθηκε έξοχο δείγμα μουμιοποίησης. Ένα σωστό έργο τέχνης, κατέληξαν οι ειδικοί, γι’ αυτό και η σορός εκτέθηκε σε γραφείο τελετών, ώστε να μπορούν όλοι να θαυμάσουν το έργο ζωής του βακτηριολόγου Καρλ. Περισσότεροι από 6.000 άνθρωποι πέρασαν για να δουν από κοντά το ανατριχιαστικό θέαμα και να κρίνουν με τα μάτια τους αν ήταν κέρινο ομοίωμα ή πραγματικός άνθρωπος.
Όπως ήταν φυσικό, η υπόθεση του διεστραμμένου Γερμανού έγινε πρωτοσέλιδο και αγαπημένο θέμα των σκανδαλοθηρικών φυλλάδων. Ο κόσμος έμοιαζε μάλιστα στο πλευρό του Καρλ, που ήταν στα μάτια τους περισσότερο ένας ερωτοχτυπημένος ρομαντικός παρά ένας ανατριχιαστικός νεκρόφιλος.
Κάποια στιγμή, όταν το πράγμα ξεθύμανε, η σορός της Ελένα επέστρεψε στο νεκροταφείο και ενταφιάστηκε σε τάφο χωρίς επιγραφή. Όσο για τον Τάντζλερ, μετακόμισε σε άλλο σημείο της Φλόριντα το 1944 και έγραψε τελικά την αυτοβιογραφία του, η οποία εκδόθηκε μάλιστα από εκδοτικό που ασχολούνταν αποκλειστικά με τη λογοτεχνία του φανταστικού.
Κοντά στα τέλη της ζωής του, η αποξενωμένη σύζυγός του τον αποδέχτηκε και τον στήριζε πια με όλη της την καρδιά, την ίδια ώρα που εκείνος πήρε τελικά την αμερικανική υπηκοότητα. Παντοτινά ερωτευμένος με την Ελένα, ο Καρλ έφτιαξε ένα γύψινο εκμαγείο του προσώπου της και κατόπιν μια ακριβή ρέπλικα του σώματός της. Σφιχταγκαλιασμένο στο άγαλμα της μονάκριβης αγάπης του τον βρήκαν το 1952, περισσότερο από έναν μήνα μετά τον θάνατό του. Για τούτον τον μετανάστη στο Νέο Κόσμο, το αμερικανικό όνειρο είχε πραγματωθεί…
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.