Πολλά είναι τα μυστήρια, εντός ή εκτός εισαγωγικών, αλλά και οι θρύλοι για την αιματοβαμμένη περίοδο του ελληνικού εμφυλίου. Ίσως το σημαντικότερο από αυτά τα μυστήρια είναι, δίχως άλλο, το κρυμμένο οπλοστάσιο του ΕΑΜ.
Οι εχθροί του ΕΑΜικου κινήματος κάνουν λόγο για την αποκάλυψη των προθέσεων του ΚΚΕ το οποίο ουδέποτε είχε την πρόθεση να εφαρμόσει την συμφωνία της Βάρκιζας, ενώ οι υποστηρικτές των ανταρτών κάνουν λόγο για μια προνοητική κίνηση που αποδείχθηκε σωστή καθώς η αντίπαλη πλευρά επιδόθηκε σε ένα πογκρόμ βίας και τρομοκρατίας αμέσως μετά από εκείνον τον ιστορικό Φεβρουάριο του 1945.
Ο καθένας λέει την αλήθεια του. Όπως όλες οι ιστορίες που έχουν ως κεντρικό σημείο αναφοράς τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο, άλλωστε, έτσι και αυτή, είναι διχαστική και η ανάγνωσή της προφανώς και έγκειται στην πλευρά που ο καθένας υποστηρίζει…
Το τέλος του πολέμου και τα Δεκεμβριανά
Το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου βρίσκει την Ελλάδα ρημαγμένη αλλά και ταυτόχρονα βαθιά διχασμένη. Νωπές, άλλωστε, είναι οι μνήμες από τις συγκρούσεις μεταξύ του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ.
Από την μια πλευρά βρισκόταν το πανίσχυρο ΕΑΜ που εδραίωσε τη θέση του καθώς στη διάρκεια της κατοχής κατάφερε και συσπείρωσε στις τάξεις του χιλιάδες μαχητές και κέρδισε τη συμπάθεια του μεγαλύτερου κομματιού της κοινωνίας. Είναι σχεδόν φυσιολογικό το ΚΚΕ, βραχίονα του οποίο αποτελούσε το ΕΑΜ, να θέλει να έχει τον πρώτο λόγο στην επόμενη ημέρα.
Από την άλλη υπήρχε η κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου που χωρίς την απαραίτητη λαϊκή νομιμοποίηση στηριζόταν στη βοήθεια, κυρίως, των Βρετανών, προκειμένου να βάλει τις βάσεις για την διακυβέρνηση μια χώρας ρημαγμένης.
Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, αυτό το μίγμα προθέσεων κάθε άλλο παρά καλά γεγονότα προμήνυε για την χώρα και η ατμόσφαιρα μύριζε μπαρούτι.
Οι δυο πλευρές έφτασαν στο απόγειο του διχασμού τον Δεκέμβριο του 1944. Η μάχη της Αθήνας δεν ήταν τίποτα λιγότερο ή περισσότερο από μια σκληρή, αδυσώπητη και αιματηρή μάχη εξουσίας.
Τα «Δεκεμβριανά» άφησαν πίσω τους περίπου 7.000 μαχητές νεκρούς (230 Άγγλους, 3.500 Κυβερνητικούς, 3.000 ΕΑΜικούς) και απροσδιόριστο αριθμό αμάχων. Στις 11 Ιανουαρίου 1945 υπογράφηκε ανακωχή ανάμεσα στους Άγγλους και τον ΕΛΑΣ, με την οποία οι δυνάμεις του υποχρεώθηκαν να εκκενώσουν την Αττική και τη Θεσσαλονίκη.
Μερικές ημέρες αργότερα οι δυο πλευρές θα καθίσουν στο ίδιο τραπέζι προκειμένου, όπως ήθελαν, ήλπιζαν ή ήταν αναγκασμένοι από τα γεγονότα, να φτάσουν σε μια συμφωνία προκειμένου να σταματήσει εκεί ο αδελφοκτόνος πόλεμος.
Η συμφωνία της Βάρκιζας
Στις 2 Φεβρουαρίου οι αντιπρόσωποι της κυβέρνησης και του ΕΑΜ συναντώνται (πάντα υπό την… υψηλή εποπτεία των Βρετανών) στην βίλα του πολιτικού Παναγιώτη Κανελλόπουλου, που βρισκόταν δύο χιλιόμετρα από την παραλία της Βάρκιζας και λίγο πιο έξω από το χωριό Βάρη.
Μια μέρα σαν τη σημερινή, στις 12 Φεβρουαρίου, μετά από διαβουλεύσεις δέκα ημέρων και έντονο παρασκήνιο που εκτείνεται από το… Λονδίνο μέχρι τη Μόσχα, οι δυο πλευρές κατέληξαν στην συμφωνία που έκανε τους αντάρτες να «παγώσουν» και το κυβερνητικό στρατόπεδο να πανηγυρίζει.
Επί της ουσίας η Συμφωνία της Βάρκιζας είναι κάτι που μέχρι και σήμερα αποτελεί στίγμα στην ιστορική διαδρομή του ΚΚΕ δεδομένου πως από μεγάλο κομμάτι του κινήματος, βασικός εκφραστής του οποίου ήταν ο πρωτοκαπετάνιος του ΕΛΑΣ, Άρης Βελουχιώτης, χαρακτηρίσθηκε ως παράδοση άνευ όρων.
Στα βασικά της σημεία η Συμφωνία προέβλεπε:
- Μονομερής αποστράτευση του ΕΛΑΣ και συγκρότηση εθνικού στρατού μέσα από κανονική στρατολογία.
- Εκκαθάριση του κρατικού μηχανισμού από δοσίλογους και φασιστικά στοιχεία.
- Διενέργεια δημοψηφίσματος και στη συνέχεια εκλογών μέσα στο 1945.
Στη Συμφωνία δεν υπήρχε η παραμικρή αναφορά σε συγκρότηση αντιπροσωπευτικής κυβέρνησης, αλλά ούτε και έθιγε το θέμα της παρουσίας των βρετανικών στρατευμάτων στην Ελλάδα.
Το μεγάλο πρόβλημα, ωστόσο, ήταν το άρθρο 3 που αφορούσε την αμνηστία. Σύμφωνα με αυτό αμνηστεύονται μόνο «τα πολιτικά αδικήματα τα τελεσθέντα από τις 3 Δεκεμβρίου 1944 μέχρι της υπογραφής του παρόντος. Εξαιρούνται της αμνηστίας τα συναφή κοινά αδικήματα, κατά της ζωής και της περιουσίας, τα οποία δεν ήσαν απαραιτήτως αναγκαία διά την επιτυχία του πολιτικού αδικήματος».
Έτσι, σύμφωνα με αυτή τη διατύπωση, ως πολιτικό αδίκημα λογίζονταν αυστηρά και μόνο οι πολιτικές αποφάσεις των οργάνων του ΕΑΜ και του ΚΚΕ στο πλαίσιο των Δεκεμβριανών και έδινε αμνηστία μόνο σ’ εκείνους που έλαβαν τις εν λόγω αποφάσεις.
Για όλους τους υπόλοιπους, τους απλούς αγωνιστές που συμμετείχαν στις ένοπλες συγκρούσεις του Δεκέμβρη, άνοιξε ο δρόμος για να υποστούν πρωτοφανείς διώξεις και ήταν αναγκασμένοι, όσοι δεν έφυγαν στο εξωτερικό, να ζουν σε καθεστώς τρομοκρατίας.
Το κρυμμένο οπλοστάσιο και ο «τρίτος γύρος»
Το ηγετικό στέλεχος του ΕΑΜ και του ΚΚΕ, Μήτσος Παρτσαλίδης θεωρούσε πως η συγκεκριμένη συμφωνία ήταν «ένας αναγκαίος ελιγμός για την ανασύνταξη των δημοκρατικών δυνάμεων…Η Βάρκιζα πρόσφερε την ευκαιρία για την πολιτική και οργανωτική του ανασυγκρότησή και για την καλύτερη προετοιμασία της νέας εξέγερσης του Δημοκρατικού Στρατού».
Και κάπως έτσι δημιουργήθηκε, σχεδόν αμέσως, η ανάγκη για την διατήρηση ενός οπλοστασίου που θα μπορούσε να χρησιμεύσει είτε ως άμυνα στην τρομοκρατία που είχε ήδη εξαπολυθεί κατά των απλών ανταρτών, είτε για την προετοιμασία του τρίτου γύρου που δεν θα αργούσε να ξεσπάσει.
Την ίδια ώρα οι κυβερνητικές δυνάμεις εξαπέλυσαν πογκρόμ κατά των ανταρτών αλλά και των οικογενειών τους. Διώξεις, φυλακίσεις, εξορίες, βασανιστήρια και δολοφονίες σχεδόν σε καθημερινή βάση. Μερικά 24ωρα, λοιπόν, μετά την υπογραφή της, η Συμφωνία της Βάρκιζας αποτελούσε ήδη κενό γράμμα.
Στο πλαίσιο της συμφωνίας, ωστόσο, υπογράφηκε και μια… υποσυμφωνία η οποία ρύθμιζε, μεταξύ άλλων, τα θέματα που αφοπλισμού του ΕΛΑΣ. Έτσι προβλεπόταν, ως ελάχιστο όριο, η παράδοση από τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ:
- 41.500 τυφεκίων
- 1.050 οπλοπολυβόλων
- 650 υποπολυβόλων
- 315 πολυβόλων
- 55 ομαδικών όλμων
- 107 ατομικών όλμων
- 32 πυροβόλων διαφόρων διαμετρημάτων
- 45 συσκευών ασυρμάτου
Όταν η παράδοση ολοκληρώθηκε οι Βρετανοί έμειναν έκπληκτοι καθώς διαπίστωσαν ότι ο αριθμός των παραδοθέντων όπλων ήταν μεγαλύτερος απ’ τον οριζόμενο στη συμφωνία.
Αναλυτικά το ΕΑΜ παρέδωσε:
- 48.973 τυφέκια
- 419 πολυβόλα
- 1.412 οπλοπολυβόλα
- 713 υποπολυβόλα
- 81 ομαδικοί όλμοι
- 183 ατομικοί
- 100 πυροβόλα
Οι Βρετανοί, ίσως από κακή πληροφόρηση σχετικά με τον οπλισμό των ανταρτών, θεώρησαν ότι ο παραληφθείς αριθμός όπλων ανταποκρινόταν απόλυτα στη δύναμη του ΕΛΑΣ. Παράλληλα, εξέλαβαν τη κίνηση του ΕΑΜ να παραδώσει περισσότερα όπλα από αυτά που όριζε η συμφωνία, ως μια κίνηση καλής θέλησης. Είχαν πέσει θύματα ενός τεχνάσματος...
Το ΚΚΕ είχε παραδώσει στους Βρετανούς πολλά περισσότερα όπλα αλλά σχεδόν όλα αυτά ήταν παλιά και δύσχρηστα. Τα καλά και πλήρως λειτουργικά είχαν κρατηθεί μέσα από μια μυστική επιχείρηση που είχε εκτελεσθεί άψογα και την οποία γνώριζαν ελάχιστα άτομα.
Για την ακρίβεια, σύμφωνα με τον Γιάννη Ιωαννίδη, που ήταν ψηλά στην ηγεσία του ΚΚΕ εκείνη τη ματωμένη περίοδο, σε κάθε μονάδα είχαν επιλεχθεί δυο αντάρτες, απολύτως έμπιστοι, οι οποίοι από τα κιβώτια με τον οπλισμό που είχαν συσκευαστεί για την παράδοση έπαιρναν εκείνα που είχαν μέσα τα καλύτερα και πλέον λειτουργικά και τα έκρυβαν σε μυστικές κρυψώνες που ήταν βαθιά χωμένες σε δυσπρόσιτες ορεινές περιοχές.
Σύμφωνα με τον Ιωαννίδη, τα όπλα που κρύφτηκαν θα μπορούσαν να εξοπλίσουν έναν στρατό 30.000 ανδρών! Κανείς δεν μπορεί να ξέρει αν αυτό ήταν αλήθεια η μια υπερβολή. Το σίγουρο είναι πως και οι δυο πλευρές δεν είχαν την παραμικρή διάθεση να ξεφύγει η χώρα από τον «τρίτο γύρο» ο οποίος τελικά και ξέσπασε περίπου ένα χρόνο αργότερα όταν τη νύχτα της 30ης Μαρτίου του 1946, παραμονή των εκλογών, μια ομάδα 33 πρώην ανταρτών του ΕΛΑΣ υπό την ηγεσία του Αλέξη Ρόσιου (γνωστός και ως Καπετάν Υψηλάντης) επιτέθηκε στο Σταθμό Χωροφυλακής Λιτοχώρου Πιερίας στον οποίο βρίσκονταν μια διμοιρία Εθνοφυλακής και μια δύναμη Χωροφυλακής.
Από την επίθεση σκοτώθηκαν δέκα άτομα κατά τις κυβερνητικές πηγές ή 23 άτομα κατά την εφημερίδα «Εξόρμηση», που εξέδιδε ο Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας. Η ομάδα των ανταρτών αποχώρησε το πρωί πυρπολώντας τον σταθμό, ενώ πήρε μαζί της και τέσσερις αιχμαλώτους αλλά και μικρό αριθμό όπλων. Η επίθεση θεωρήθηκε ως απάντηση στις εκτελέσεις, διώξεις, εξορίες και φυλακίσεις που υφίσταντο οι πολίτες που ανήκαν στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ μετά τη «Συμφωνία της Βάρκιζας».
Είχε έρθει η ώρα να βγουν από τις κρυψώνες τα κρυμμένα όπλα καθώς είχε ξεκινήσει και επίσημα ο τρίχρονος εμφύλιος πόλεμος…
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.