Όταν μια λέξη συνοδεύεται από έναν ή και δύο αδύνατους τύπους αντωνυμιών, αναπτύσσεται και ένας δεύτερος τόνος, ο οποίος σε άλλες περιπτώσεις πέφτει στην ίδια τη λέξη και σε άλλες στον ένα από τους δύο αδύνατους τύπους. Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται έγκλιση τόνου και παρουσιάζεται στις εξής περιπτώσεις:
α) Όταν μια λέξη (ουσιαστικό, επίθετο, επίρρημα, ρήμα) που τονίζεται στην προπαραλήγουσα ακολουθείται από αδύνατο τύπο αντωνυμίας, π.χ. ο δάσκαλός μου.
β) Όταν ένα ρήμα σε προστακτική τονίζεται στην παραλήγουσα και ακολουθείται από δύο αδύνατους τύπους αντωνυμιών, π.χ. γράψε μού το.
γ) Όταν μια μετοχή ενεστώτα τονίζεται στην προπαραλήγουσα και ακολουθείται από έναν ή δύο αδύνατους τύπους αντωνυμιών, π.χ. φυτεύοντάς τα.
Περισσότερα φιλολογικά θέματα εδώ.