Στην αργκό της σοβιετικής γραφειοκρατίας ήταν γνωστό ως «καταμέτρηση ζωών»: ένας ψυχρός υπολογισμός δηλαδή των ανθρώπων που θα χάνονταν για την ολοκλήρωση κάποιου επικίνδυνου έργου.
Εκείνο το απογευματάκι της 2ας Μαΐου 1986, έξι ολόκληρες μέρες μετά την καταστροφική έκρηξη που θα βύθιζε την Ευρώπη σε ραδιενεργό κλοιό, η «καταμέτρηση ζωών» κατέληξε στον μαγικό αριθμό «3».
Η αριθμητική ήταν απλή μεν, το έργο όμως ιδιαιτέρως δύσκολο. Η παλάντζα του θανάτου ζύγισε καλά και υπολόγισε πως τρεις άντρες ήταν τίποτα μπροστά στις ζωές εκατοντάδων χιλιάδων που διακυβεύονταν ανοιχτά πια και μάλιστα για πολλές πολλές δεκαετίες. Οι αναφορές μίλησαν ακόμα και για εκατομμύρια ανθρώπους που θα επηρεάζονταν αν τα ραδιενεργά νερά που είχαν εγκλωβιστεί κάτω από τον μοιραία αντιδραστήρα του Τσέρνομπιλ άγγιζαν τον πυρήνα του.
Ήταν αλήθεια πως το δυστύχημα στον αντιδραστήρα Νο 4 του Πυρηνικού Σταθμού Παραγωγής Ενέργειας της 26ης Απριλίου όχι μόνο δεν είχε τελειώσει, αλλά πλέον έμοιαζε ακόμα πιο απειλητικό για το μέλλον ολάκερης της Γηραιάς Ηπείρου.
Γιατί κάτω από τον αντιδραστήρα είχαν συσσωρευτεί εντωμεταξύ τόνοι ραδιενεργού νερού και κάποιος έπρεπε να το απελευθερώσει για να αποτρέψει τα ακόμα χειρότερα: μια θερμική έκρηξη που θα έθαβε την Ευρώπη στο τοξικό νέφος ερημώνοντας ένα καλό μέρος της.
Το επίσημο σοβιετικό πρακτορείο ειδήσεων TASS μετέδωσε εκείνη τη μέρα πως η αρχική έκρηξη στον πυρηνικό σταθμό της 26ης Απριλίου είχε καταστρέψει το σύστημα υδρόψυξης του αντιδραστήρα και το νερό είχε συγκεντρωθεί σε μια δεξαμενή κάτω από τον μοιραίο αντιδραστήρα.
Αν ο πυρακτωμένος πυρήνας του δοχείου αντίδρασης έπεφτε μέσα στο απιονισμένο νερό, τότε θα πυροδοτούσε μια σειρά από θερμικές εκρήξεις που θα προκαλούσαν εκτίναξη ραδιενεργού υλικού ψηλά στην ατμόσφαιρα και θα μόλυναν ακόμα μεγαλύτερη ακτίνα από την αρχική έκρηξη.
Τρεις άντρες χρειάζονταν λοιπόν, τρεις μηχανικοί που γνώριζαν πού είναι οι βαλβίδες απελευθέρωσης των νερών, να βουτήξουν στη ραδιενεργή πισίνα και να ψάξουν με τους φακούς τους για τις δύο μικρές βαλβίδες που θα άδειαζαν τη δεξαμενή, αποσοβώντας τον νέο και ακόμα πιο φριχτό κίνδυνο που αντιμετώπιζε τώρα αυτή η γωνιά της οικουμένης.
Οι ιθύνοντες του σταθμού βρήκαν τον αρχιμηχανικό Αλεξέι Ανανένκο, που γνώριζε πού βρίσκονται οι βάνες, και του ζήτησαν να βουτήξει στο τοξικό νερό. Του είπαν πως μπορούσε βέβαια να αρνηθεί, μιας και επρόκειτο για αποστολή αυτοκτονίας. Έτσι μετέδωσε τουλάχιστον το σοβιετικό πρακτορείο ειδήσεων.
«Πώς μπορούσα όμως να το κάνω όταν ήμουν ο μόνος άνθρωπος στη βάρδια που γνώριζε πού βρίσκονταν οι βαλβίδες», είπε ο αφανής ήρωας στο TASS πριν αναλάβει εθελοντικά το έργο που θα έσωζε την Ευρώπη από το πυρηνικό ολοκαύτωμα.
Λίγες μέρες αργότερα, ο φυσικός Γεβγένι Βελικόφ, αντιπρόεδρος της Σοβιετικής Ακαδημίας Επιστημών και επικεφαλής της τιτάνιας προσπάθειας για τον καθαρισμό του Τσέρνομπιλ, δήλωσε στους σοβιετικούς δημοσιογράφους πως τα χειρότερα είχαν περάσει, μιας και η δεξαμενή είχε στραγγίσει.
Ο Ανανένκο δεν είχε πάει μόνος στην αποστολή αυτοκτονίας, καθώς είχε μαζί του τον επίσης αρχιμηχανικό Βαλέρι Βεσπάλοφ και τον υπεύθυνο βάρδιας Μπόρις Βαράνοφ (οι δυο τελευταίοι αναφέρονται συχνά και λανθασμένα ως στρατιώτες). «Όλοι στο Τσέρνομπιλ παρακολουθούσαν την επιχείρηση. Όταν ο φακός έπεσε πάνω σε έναν αγωγό, γίναμε όλοι χαρούμενοι. Ο αγωγός οδηγούσε στις βαλβίδες. Ακούσαμε το νερό να αδειάζει από τη δεξαμενή. Και λίγα λεπτά αργότερα, μας αγκάλιαζαν όλοι οι άλλοι», είπε στο TASS o Ανανένκο.
Αυτά βέβαια έμελλε να είναι τα τελευταία του λόγια. Παρά το γεγονός ότι οι Σοβιετικοί παρέλειψαν να αναφέρουν τι απόγιναν οι τρεις ήρωες του Τσέρνομπιλ, κρατώντας πεισματικά το στόμα τους κλειστό για τις τύχες τους, αργότερα έγινε γνωστό πως και οι τρεις τους ήταν νεκροί εντός δύο εβδομάδων.
Αυτή είναι η ιστορία τους…
Όταν άρχισε να υπερθερμαίνεται ο πυρηνικός αντιδραστήρας εκείνη τη μοιραία βραδιά της 26ης Απριλίου 1986, στη 1:23 ακριβώς, το σύστημα ψύξης παρουσίασε δυσλειτουργία. Η ατομική καρδιά του αντιδραστήρα Νο 4 του σοβιετικού πυρηνικού σταθμού αναφλέγεται κατά τη διάρκεια τεστ ασφαλείας έπειτα από λάθος χειρισμό και ακολουθεί έκρηξη που τινάζει στον αέρα ολόκληρο το κτίριο. Ραδιενεργό νέφος απελευθερώνεται στην ατμόσφαιρα.
Η τραγωδία στον πυρηνικό αντιδραστήρα κατατάσσεται στη μέγιστη προβλεπόμενη τάξη ατυχημάτων της Διεθνούς Κλίμακας Πυρηνικών Γεγονότων και διαφαίνονται αμέσως τα κατασκευαστικά ψεγάδια του Τσέρνομπιλ. Και οι τέσσερις αντιδραστήρες του πυρηνικού σταθμού παραγωγής ενέργειας ψύχονταν με τη βοήθεια του νερού. Το στρατηγικό λάθος εδώ ήταν ότι σε περίπτωση βλάβης ή ανεπαρκούς ψύξης, οι αντιδραστήρες αφήνονταν να υπερθερμανθούν αντί να τερματίζεται αυτομάτως η λειτουργία τους, αντίθετα δηλαδή με τις διατάξεις των πρωτοκόλλων ασφαλείας.
Και ήταν ακριβώς αυτό το κατασκευαστικό ψεγάδι του ασταθούς σχεδιασμού, επικουρούμενο και από τον πανταχού παρόντα ανθρώπινο παράγοντα (κακή τεχνική κρίση και βεβιασμένες κινήσεις από τους υπευθύνους), που οδήγησαν στην έκρηξη στον τέταρτο αντιδραστήρα. Θέλοντας να ελέγξουν την ικανότητα της γεννήτριας να αντλεί νερό όντας σε αδρανή κατάσταση, οι χειριστές αύξησαν την ισχύ της παρακάμπτοντας όλα τα πρωτόκολλα ασφαλείας σε περίπτωση βλάβης.
Κατόπιν επικράτησε πανικός, όταν η κατάσταση φαινόταν να ξεφεύγει από κάθε έλεγχο, και οι χειριστές απενεργοποίησαν το εφεδρικό σύστημα ψύξης, επιδιώκοντας να δώσουν έτσι στη βασική γεννήτρια τη δυνατότητα να δουλέψει, παρά το γεγονός ότι το νερό έβραζε στο εσωτερικό της. Άλλη μια σειρά από μοιραία λάθη ακολούθησαν που αντί να περιορίσουν τη διαρροή ραδιενέργειας, συνέβαλαν στη δραστικότητα του αντιδραστήρα και καταλήγοντας έτσι στην οριστική έκρηξή του τις πρώτες πρωινές ώρες της 26ης Απριλίου.
Μόλις απελευθερώθηκε η πύρινη κόλαση, εκατοντάδες πραγματικά πυροσβέστες κατέφτασαν τάχιστα στο σημείο και προσπάθησαν με νύχια και με δόντια να δαμάσουν την πυρκαγιά που μαινόταν στον αντιδραστήρα: περίπου 300 τόνοι νερού ρίχνονταν την ώρα σε ό,τι απέμενε από τον αντιδραστήρα, ο οποίος είχε καταστραφεί χωρίς δυνατότητα επιστροφής. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ατομικής Ενέργειας, οι προσπάθειες κατάσβεσης σταμάτησαν έπειτα από μισή σχεδόν ημέρα επιχειρήσεων, κι αυτό λόγω του κινδύνου να πλημμυρίσουν οι αντιδραστήρες Νο 1 και Νο 2.
Την επόμενη μέρα, ο τέταρτος αντιδραστήρας συνέχισε να φλέγεται, οπότε κάπου 5.000 τόνοι (σύμφωνα πάντα με τα επίσημα στοιχεία) βορίου, αργίλου, άμμου, δολομίτη και μολύβδου ρίχτηκαν με ελικόπτερα πάνω στον αντιδραστήρα, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να τιθασευτούν οι πύρινες γλώσσες και να καλυφθούν τα ραδιενεργά υλικά.
Χρειάστηκε μία ολόκληρη μέρα για να συνειδητοποιήσει η σοβιετική κυβέρνηση την κλίμακα του ατυχήματος αλλά και τις τραγικές του συνέπειες. Μόνο τότε δόθηκε εντολή για πλήρη εκκένωση της γειτονικής πόλης Πριπιάτ, αλλά και των γύρω οικισμών, σε μια ακτίνα πάνω από 1.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Κι ενώ εκατοντάδες χιλιάδες ξεριζώθηκαν από τα σπίτια τους και μετεγκαταστάθηκαν αλλού, για κάποιους άλλους ήταν ήδη πολύ αργά: τουλάχιστον 28 άνθρωποι πέθαναν στις επόμενες μέρες, είτε πυροσβέστες που μάχονταν με τη φωτιά είτε εργαζόμενοι στο Τσέρνομπιλ που προσβλήθηκαν από την τεράστια έκλυση ακτινοβολίας.
Και βέβαια, την ώρα που εκκενωνόταν ο ντόπιος πληθυσμός, αρκετές ευρωπαϊκές χώρες άρχισαν να παρατηρούν μια κλιμάκωση στη ραδιενεργή δραστηριότητα στα εδάφη τους. Οι ειδήσεις για την πυρηνική καταστροφή δημοσιεύτηκαν εξάλλου μόνο δύο μέρες μετά το ατύχημα, με τις τοξικές αναθυμιάσεις και τα μολυσμένα ύδατα να διαρρέουν για τουλάχιστον δύο εβδομάδες ακόμα. Η Ουκρανία, η Λευκορωσία και άλλα τμήματα της τότε ΕΣΣΔ προσβλήθηκαν ανεπανόρθωτα, αν και η ραδιενέργεια δεν υπήρχε τρόπος να περιοριστεί εντός των εθνικών συνόρων, αγγίζοντας σύντομα και άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Τα ραδιενεργό νέφος έριξε την καρκινική σκιά του στα πέρατα της Ευρώπης, φτάνοντας ακόμα και στις Βρετανικές Νήσους, αλλά και στη χώρα μας φυσικά.
Η γιγαντιαία φωτιά έκαιγε για εννιά ολόκληρες μέρες, αν και την έκτη ημέρα έγινε σαφές πως ένας μεγαλύτερος πονοκέφαλος ήταν προ των πυλών. Την ώρα που ρομπότ έρχονταν μαζικά από την ΕΣΣΔ, τη Γερμανία, ακόμα και την Ιαπωνία, για την απομάκρυνση των ραδιενεργών αποβλήτων (στις επιχειρήσεις χρησιμοποιήθηκαν ακόμα και τρακτέρ αλλά και ένα πειραματικό σοβιετικό σεληνιακό όχημα!), τα μηχανήματα δεν μπορούσαν να αντέξουν τα υψηλά επίπεδα της ραδιενέργειας και της θερμότητας.
Κι έτσι επιστρατεύτηκε και πάλι ο ανθρώπινος παράγοντας, που με φτυάρια στα χέρια καθάριζε τώρα τα τοξικά απόβλητα. Οι Ρευστοποιητές, όπως ονομάστηκαν, πλήρωσαν βαρύτατο τίμημα για τις ηρωικές τους προσπάθειες, καθώς με όχημα τις στολές τους από μόλυβδο και τις αναγκαστικά αργοκίνητες κινήσεις τους έσωζαν την Ευρώπη από ακόμα φριχτότερες επιπτώσεις της νέας πυρηνικής εποχής.
Εκατοντάδες, ίσως και χιλιάδες άντρες (μιας και η σοβιετική μυστικοπάθεια δεν ανακοίνωνε ποτέ αριθμούς), έδωσαν άνισο αγώνα με τη ραδιενέργεια παλεύοντας για ώρες κάθε μέρα με τα τοξικά συντρίμμια, εκεί που μόλις 40 δευτερόλεπτα έκθεσης σε τέτοια επίπεδα ραδιενέργειας λογίστηκαν ως το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο για μια ολόκληρη ανθρώπινη ζωή!
Όπως ξέρουμε, ήταν αυτή η τιτάνια προσπάθεια καθαρισμού που επέτρεψε την κατασκευή της Σαρκοφάγου, ενός από τα πλέον δύσκολα μηχανικά στοιχήματα της ανθρωπότητας, μιας και το τεράστιο περίβλημα έπρεπε να κατασκευαστεί ταχύτατα και να αντέξει για δεκαετίες, κλείνοντας στο εσωτερικό του τον «συντονιστή» από γραφίτη, 2.500 τόνους ραδιενεργού άνθρακα δηλαδή, που είχε πυρακτωθεί και χωρίς τις πυροσβεστικές προσπάθειες θα έκαιγε για τους επόμενους τρεις μήνες.
Πόσος πανικός επικράτησε όταν έγινε σαφές πως όλα αυτά δεν ήταν ο μεγαλύτερος κίνδυνος που αντιμετώπιζε το Τσέρνομπιλ, αλλά εκείνη η δεξαμενή κάτω από τον κατεστραμμένο αντιδραστήρα που έβραζε και απελευθέρωνε μονίμως ραδιενέργεια στην ατμόσφαιρα. Ο μοιραίος Νο 4 βυθιζόταν συνεχώς μέσα στο ενισχυμένο πάτωμά του και ο κίνδυνος να βουλιάξει στην πλημμυρισμένη δεξαμενή που κειτόταν κάτω του ήταν κάτι παραπάνω από ορατός. Οι τόσοι τόνοι νερού που είχαν πέσει στον αντιδραστήρα είχαν συσσωρευτεί κάτω του, πλημμυρίζοντας τα υπόγεια διαμερίσματα.
Αν συνέβαινε αυτό, υπολόγισαν τάχιστα οι σοβιετικοί επιστήμονες, τότε η έκρηξη που θα προκαλούνταν θα ισοπέδωνε μια περιοχή ακτίνας 200 τετραγωνικών χιλιομέτρων, θα κατέστρεφε το Κίεβο, θα μόλυνε τα υδροφόρα κοιτάσματα που παρείχαν πόσιμο νερό σε 30 εκατομμύρια ανθρώπους και θα έκαναν τη βόρεια Ουκρανία και τη γύρω περιοχή μη κατοικήσιμες για περισσότερο από έναν αιώνα! Η Ευρώπη δεν θα ήταν πια η ίδια…
Η πραγματικότητα της ραδιενεργούς μόλυνσης είναι τραγικότερη απ’ όσο έχουν αφήσει να φανεί η επιστημονική φαντασία και τα κόμικς. Η ραδιενέργεια σκοτώνει επώδυνα, αόρατα και αδιακρίτως. Και μιας και η στιγμή φτιάχνει τους ήρωες, οι τρεις άντρες που έσωσαν τη Γηραιά Ήπειρο από τα χειρότερα αφουγκράστηκαν την ιστορικότητα των καιρών και σήκωσαν το γάντι της πρόκλησης.
Κι ενώ οι σοβιετικές αναφορές περιορίστηκαν σε κάποιες αποσπασματικές απώλειες, σήμερα ξέρουμε με σχετική ασφάλεια ότι όλοι σχεδόν όσοι αναμείχθηκαν ενεργά στην τιτάνια προσπάθεια περιορισμού της μόλυνσης από το Τσέρνομπιλ εμφάνισαν κάποια στιγμή καρκίνο. Στις πρώτες 24 ώρες εξάλλου μετά την έκρηξη, τουλάχιστον 50 άνθρωποι είχαν χάσει τη ζωή τους και άλλοι εκατό υπέφεραν από σοβαρά ραδιενεργά εγκαύματα. Κάποιοι υποβλήθηκαν μάλιστα σε επείγουσες επεμβάσεις και άφησαν την τελευταία τους πνοή εκεί.
Δεν είναι ότι δεν ήξερε λοιπόν τη μοίρα του το απόσπασμα αυτοκτονίας που θέλησε να βουτήξει στα ραδιενεργά νερά, κάτω ακριβώς από τον πυρακτωμένο αντιδραστήρα, για να σώσει τον κόσμο. Με όπλα τους τις στολές από μόλυβδο και τους φακούς τους, οι Ανανένκο, Βεσπάλοφ και Βαράνοφ καταβυθίστηκαν μέσα σε 20.000 τόνους κατάμαυρου νερού και βρήκαν τις βαλβίδες ασφαλείας που θα άδειαζαν τη δεξαμενή.
Όταν η στάθμη της άρχισε να πέφτει, πριν καν βγουν οι τρεις μοιραίοι άντρες από το νερό, οι υπόλοιποι που παρακολουθούσαν με κομμένη την ανάσα επιδόθηκαν σε ένα αυθόρμητο χειροκρότημα ενθουσιασμού. Χοροπηδούσαν σαν τρελοί από αγαλλίαση μέσα στα ραδιενεργά συντρίμμια, που θα διεκδικούσαν προοδευτικά και τις δικές τους ζωές, καθώς ήξεραν πως ένας ακόμα χειρότερος πυρηνικός εφιάλτης είχε αποσοβηθεί.
Η ομάδα αυτοκτονίας άρχισε βέβαια να νιώθει την επίδραση της ραδιενέργειας ήδη από τις πρώτες στιγμές που βούτηξε στο μολυσμένο νερό. Πρώτα αυτή τη χαρακτηριστική μεταλλική γεύση στο στόμα και μετά τη ναυτία, τον πυρετό, το πρήξιμο στη γλώσσα και τα μάτια. Κι αυτά ήταν μόνο τα προεόρτια, καθώς οι τρεις τους, όπως και εκατοντάδες άλλοι, σύντομα θα υπέφεραν από «πυρηνικά εγκαύματα», χάνοντας τελικά τη ζωή τους μέσα σε ανείπωτους πόνους.
Οι τρεις λεοντόκαρδοι Ρευστοποιητές πέθαναν μέσα σε δυο βδομάδες από τον άθλο τους και ενταφιάστηκαν σε φέρετρα από μόλυβδο, για να περιοριστεί η ραδιενέργεια του σώματός τους. Είχαν αποσοβήσει όμως τη θερμική έκρηξη που θα έκλεινε την Ευρώπη σε ακόμα ζοφερότερο πυρηνικό κλοιό και, όπως τους είχαν υποσχεθεί, έφυγαν από τον κόσμο ξέροντας πως οι οικογένειές τους θα εξασφαλίζονταν από το σοβιετικό Δημόσιο.
Εκείνη η καταμέτρηση ζωής υπήρξε τουλάχιστον ακριβής: ο φόρος αίματος ανήλθε στα τρία άτομα, όσο ακριβώς είχαν υπολογίσει οι γραφειοκράτες. Μόνο που δεν υπολόγισαν πως θα έφευγαν από τον κόσμο τρεις ήρωες…
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.
Εκείνο το απογευματάκι της 2ας Μαΐου 1986, έξι ολόκληρες μέρες μετά την καταστροφική έκρηξη που θα βύθιζε την Ευρώπη σε ραδιενεργό κλοιό, η «καταμέτρηση ζωών» κατέληξε στον μαγικό αριθμό «3».
Η αριθμητική ήταν απλή μεν, το έργο όμως ιδιαιτέρως δύσκολο. Η παλάντζα του θανάτου ζύγισε καλά και υπολόγισε πως τρεις άντρες ήταν τίποτα μπροστά στις ζωές εκατοντάδων χιλιάδων που διακυβεύονταν ανοιχτά πια και μάλιστα για πολλές πολλές δεκαετίες. Οι αναφορές μίλησαν ακόμα και για εκατομμύρια ανθρώπους που θα επηρεάζονταν αν τα ραδιενεργά νερά που είχαν εγκλωβιστεί κάτω από τον μοιραία αντιδραστήρα του Τσέρνομπιλ άγγιζαν τον πυρήνα του.
Ήταν αλήθεια πως το δυστύχημα στον αντιδραστήρα Νο 4 του Πυρηνικού Σταθμού Παραγωγής Ενέργειας της 26ης Απριλίου όχι μόνο δεν είχε τελειώσει, αλλά πλέον έμοιαζε ακόμα πιο απειλητικό για το μέλλον ολάκερης της Γηραιάς Ηπείρου.
Γιατί κάτω από τον αντιδραστήρα είχαν συσσωρευτεί εντωμεταξύ τόνοι ραδιενεργού νερού και κάποιος έπρεπε να το απελευθερώσει για να αποτρέψει τα ακόμα χειρότερα: μια θερμική έκρηξη που θα έθαβε την Ευρώπη στο τοξικό νέφος ερημώνοντας ένα καλό μέρος της.
Το επίσημο σοβιετικό πρακτορείο ειδήσεων TASS μετέδωσε εκείνη τη μέρα πως η αρχική έκρηξη στον πυρηνικό σταθμό της 26ης Απριλίου είχε καταστρέψει το σύστημα υδρόψυξης του αντιδραστήρα και το νερό είχε συγκεντρωθεί σε μια δεξαμενή κάτω από τον μοιραίο αντιδραστήρα.
Αν ο πυρακτωμένος πυρήνας του δοχείου αντίδρασης έπεφτε μέσα στο απιονισμένο νερό, τότε θα πυροδοτούσε μια σειρά από θερμικές εκρήξεις που θα προκαλούσαν εκτίναξη ραδιενεργού υλικού ψηλά στην ατμόσφαιρα και θα μόλυναν ακόμα μεγαλύτερη ακτίνα από την αρχική έκρηξη.
Τρεις άντρες χρειάζονταν λοιπόν, τρεις μηχανικοί που γνώριζαν πού είναι οι βαλβίδες απελευθέρωσης των νερών, να βουτήξουν στη ραδιενεργή πισίνα και να ψάξουν με τους φακούς τους για τις δύο μικρές βαλβίδες που θα άδειαζαν τη δεξαμενή, αποσοβώντας τον νέο και ακόμα πιο φριχτό κίνδυνο που αντιμετώπιζε τώρα αυτή η γωνιά της οικουμένης.
Οι ιθύνοντες του σταθμού βρήκαν τον αρχιμηχανικό Αλεξέι Ανανένκο, που γνώριζε πού βρίσκονται οι βάνες, και του ζήτησαν να βουτήξει στο τοξικό νερό. Του είπαν πως μπορούσε βέβαια να αρνηθεί, μιας και επρόκειτο για αποστολή αυτοκτονίας. Έτσι μετέδωσε τουλάχιστον το σοβιετικό πρακτορείο ειδήσεων.
«Πώς μπορούσα όμως να το κάνω όταν ήμουν ο μόνος άνθρωπος στη βάρδια που γνώριζε πού βρίσκονταν οι βαλβίδες», είπε ο αφανής ήρωας στο TASS πριν αναλάβει εθελοντικά το έργο που θα έσωζε την Ευρώπη από το πυρηνικό ολοκαύτωμα.
Λίγες μέρες αργότερα, ο φυσικός Γεβγένι Βελικόφ, αντιπρόεδρος της Σοβιετικής Ακαδημίας Επιστημών και επικεφαλής της τιτάνιας προσπάθειας για τον καθαρισμό του Τσέρνομπιλ, δήλωσε στους σοβιετικούς δημοσιογράφους πως τα χειρότερα είχαν περάσει, μιας και η δεξαμενή είχε στραγγίσει.
Ο Ανανένκο δεν είχε πάει μόνος στην αποστολή αυτοκτονίας, καθώς είχε μαζί του τον επίσης αρχιμηχανικό Βαλέρι Βεσπάλοφ και τον υπεύθυνο βάρδιας Μπόρις Βαράνοφ (οι δυο τελευταίοι αναφέρονται συχνά και λανθασμένα ως στρατιώτες). «Όλοι στο Τσέρνομπιλ παρακολουθούσαν την επιχείρηση. Όταν ο φακός έπεσε πάνω σε έναν αγωγό, γίναμε όλοι χαρούμενοι. Ο αγωγός οδηγούσε στις βαλβίδες. Ακούσαμε το νερό να αδειάζει από τη δεξαμενή. Και λίγα λεπτά αργότερα, μας αγκάλιαζαν όλοι οι άλλοι», είπε στο TASS o Ανανένκο.
Αυτά βέβαια έμελλε να είναι τα τελευταία του λόγια. Παρά το γεγονός ότι οι Σοβιετικοί παρέλειψαν να αναφέρουν τι απόγιναν οι τρεις ήρωες του Τσέρνομπιλ, κρατώντας πεισματικά το στόμα τους κλειστό για τις τύχες τους, αργότερα έγινε γνωστό πως και οι τρεις τους ήταν νεκροί εντός δύο εβδομάδων.
Αυτή είναι η ιστορία τους…
Ο κίνδυνος μετά την αποσόβηση του κινδύνου
Όταν άρχισε να υπερθερμαίνεται ο πυρηνικός αντιδραστήρας εκείνη τη μοιραία βραδιά της 26ης Απριλίου 1986, στη 1:23 ακριβώς, το σύστημα ψύξης παρουσίασε δυσλειτουργία. Η ατομική καρδιά του αντιδραστήρα Νο 4 του σοβιετικού πυρηνικού σταθμού αναφλέγεται κατά τη διάρκεια τεστ ασφαλείας έπειτα από λάθος χειρισμό και ακολουθεί έκρηξη που τινάζει στον αέρα ολόκληρο το κτίριο. Ραδιενεργό νέφος απελευθερώνεται στην ατμόσφαιρα.
Η τραγωδία στον πυρηνικό αντιδραστήρα κατατάσσεται στη μέγιστη προβλεπόμενη τάξη ατυχημάτων της Διεθνούς Κλίμακας Πυρηνικών Γεγονότων και διαφαίνονται αμέσως τα κατασκευαστικά ψεγάδια του Τσέρνομπιλ. Και οι τέσσερις αντιδραστήρες του πυρηνικού σταθμού παραγωγής ενέργειας ψύχονταν με τη βοήθεια του νερού. Το στρατηγικό λάθος εδώ ήταν ότι σε περίπτωση βλάβης ή ανεπαρκούς ψύξης, οι αντιδραστήρες αφήνονταν να υπερθερμανθούν αντί να τερματίζεται αυτομάτως η λειτουργία τους, αντίθετα δηλαδή με τις διατάξεις των πρωτοκόλλων ασφαλείας.
Και ήταν ακριβώς αυτό το κατασκευαστικό ψεγάδι του ασταθούς σχεδιασμού, επικουρούμενο και από τον πανταχού παρόντα ανθρώπινο παράγοντα (κακή τεχνική κρίση και βεβιασμένες κινήσεις από τους υπευθύνους), που οδήγησαν στην έκρηξη στον τέταρτο αντιδραστήρα. Θέλοντας να ελέγξουν την ικανότητα της γεννήτριας να αντλεί νερό όντας σε αδρανή κατάσταση, οι χειριστές αύξησαν την ισχύ της παρακάμπτοντας όλα τα πρωτόκολλα ασφαλείας σε περίπτωση βλάβης.
Κατόπιν επικράτησε πανικός, όταν η κατάσταση φαινόταν να ξεφεύγει από κάθε έλεγχο, και οι χειριστές απενεργοποίησαν το εφεδρικό σύστημα ψύξης, επιδιώκοντας να δώσουν έτσι στη βασική γεννήτρια τη δυνατότητα να δουλέψει, παρά το γεγονός ότι το νερό έβραζε στο εσωτερικό της. Άλλη μια σειρά από μοιραία λάθη ακολούθησαν που αντί να περιορίσουν τη διαρροή ραδιενέργειας, συνέβαλαν στη δραστικότητα του αντιδραστήρα και καταλήγοντας έτσι στην οριστική έκρηξή του τις πρώτες πρωινές ώρες της 26ης Απριλίου.
Μόλις απελευθερώθηκε η πύρινη κόλαση, εκατοντάδες πραγματικά πυροσβέστες κατέφτασαν τάχιστα στο σημείο και προσπάθησαν με νύχια και με δόντια να δαμάσουν την πυρκαγιά που μαινόταν στον αντιδραστήρα: περίπου 300 τόνοι νερού ρίχνονταν την ώρα σε ό,τι απέμενε από τον αντιδραστήρα, ο οποίος είχε καταστραφεί χωρίς δυνατότητα επιστροφής. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ατομικής Ενέργειας, οι προσπάθειες κατάσβεσης σταμάτησαν έπειτα από μισή σχεδόν ημέρα επιχειρήσεων, κι αυτό λόγω του κινδύνου να πλημμυρίσουν οι αντιδραστήρες Νο 1 και Νο 2.
Την επόμενη μέρα, ο τέταρτος αντιδραστήρας συνέχισε να φλέγεται, οπότε κάπου 5.000 τόνοι (σύμφωνα πάντα με τα επίσημα στοιχεία) βορίου, αργίλου, άμμου, δολομίτη και μολύβδου ρίχτηκαν με ελικόπτερα πάνω στον αντιδραστήρα, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να τιθασευτούν οι πύρινες γλώσσες και να καλυφθούν τα ραδιενεργά υλικά.
Χρειάστηκε μία ολόκληρη μέρα για να συνειδητοποιήσει η σοβιετική κυβέρνηση την κλίμακα του ατυχήματος αλλά και τις τραγικές του συνέπειες. Μόνο τότε δόθηκε εντολή για πλήρη εκκένωση της γειτονικής πόλης Πριπιάτ, αλλά και των γύρω οικισμών, σε μια ακτίνα πάνω από 1.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Κι ενώ εκατοντάδες χιλιάδες ξεριζώθηκαν από τα σπίτια τους και μετεγκαταστάθηκαν αλλού, για κάποιους άλλους ήταν ήδη πολύ αργά: τουλάχιστον 28 άνθρωποι πέθαναν στις επόμενες μέρες, είτε πυροσβέστες που μάχονταν με τη φωτιά είτε εργαζόμενοι στο Τσέρνομπιλ που προσβλήθηκαν από την τεράστια έκλυση ακτινοβολίας.
Και βέβαια, την ώρα που εκκενωνόταν ο ντόπιος πληθυσμός, αρκετές ευρωπαϊκές χώρες άρχισαν να παρατηρούν μια κλιμάκωση στη ραδιενεργή δραστηριότητα στα εδάφη τους. Οι ειδήσεις για την πυρηνική καταστροφή δημοσιεύτηκαν εξάλλου μόνο δύο μέρες μετά το ατύχημα, με τις τοξικές αναθυμιάσεις και τα μολυσμένα ύδατα να διαρρέουν για τουλάχιστον δύο εβδομάδες ακόμα. Η Ουκρανία, η Λευκορωσία και άλλα τμήματα της τότε ΕΣΣΔ προσβλήθηκαν ανεπανόρθωτα, αν και η ραδιενέργεια δεν υπήρχε τρόπος να περιοριστεί εντός των εθνικών συνόρων, αγγίζοντας σύντομα και άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Τα ραδιενεργό νέφος έριξε την καρκινική σκιά του στα πέρατα της Ευρώπης, φτάνοντας ακόμα και στις Βρετανικές Νήσους, αλλά και στη χώρα μας φυσικά.
Η γιγαντιαία φωτιά έκαιγε για εννιά ολόκληρες μέρες, αν και την έκτη ημέρα έγινε σαφές πως ένας μεγαλύτερος πονοκέφαλος ήταν προ των πυλών. Την ώρα που ρομπότ έρχονταν μαζικά από την ΕΣΣΔ, τη Γερμανία, ακόμα και την Ιαπωνία, για την απομάκρυνση των ραδιενεργών αποβλήτων (στις επιχειρήσεις χρησιμοποιήθηκαν ακόμα και τρακτέρ αλλά και ένα πειραματικό σοβιετικό σεληνιακό όχημα!), τα μηχανήματα δεν μπορούσαν να αντέξουν τα υψηλά επίπεδα της ραδιενέργειας και της θερμότητας.
Κι έτσι επιστρατεύτηκε και πάλι ο ανθρώπινος παράγοντας, που με φτυάρια στα χέρια καθάριζε τώρα τα τοξικά απόβλητα. Οι Ρευστοποιητές, όπως ονομάστηκαν, πλήρωσαν βαρύτατο τίμημα για τις ηρωικές τους προσπάθειες, καθώς με όχημα τις στολές τους από μόλυβδο και τις αναγκαστικά αργοκίνητες κινήσεις τους έσωζαν την Ευρώπη από ακόμα φριχτότερες επιπτώσεις της νέας πυρηνικής εποχής.
Εκατοντάδες, ίσως και χιλιάδες άντρες (μιας και η σοβιετική μυστικοπάθεια δεν ανακοίνωνε ποτέ αριθμούς), έδωσαν άνισο αγώνα με τη ραδιενέργεια παλεύοντας για ώρες κάθε μέρα με τα τοξικά συντρίμμια, εκεί που μόλις 40 δευτερόλεπτα έκθεσης σε τέτοια επίπεδα ραδιενέργειας λογίστηκαν ως το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο για μια ολόκληρη ανθρώπινη ζωή!
Όπως ξέρουμε, ήταν αυτή η τιτάνια προσπάθεια καθαρισμού που επέτρεψε την κατασκευή της Σαρκοφάγου, ενός από τα πλέον δύσκολα μηχανικά στοιχήματα της ανθρωπότητας, μιας και το τεράστιο περίβλημα έπρεπε να κατασκευαστεί ταχύτατα και να αντέξει για δεκαετίες, κλείνοντας στο εσωτερικό του τον «συντονιστή» από γραφίτη, 2.500 τόνους ραδιενεργού άνθρακα δηλαδή, που είχε πυρακτωθεί και χωρίς τις πυροσβεστικές προσπάθειες θα έκαιγε για τους επόμενους τρεις μήνες.
Πόσος πανικός επικράτησε όταν έγινε σαφές πως όλα αυτά δεν ήταν ο μεγαλύτερος κίνδυνος που αντιμετώπιζε το Τσέρνομπιλ, αλλά εκείνη η δεξαμενή κάτω από τον κατεστραμμένο αντιδραστήρα που έβραζε και απελευθέρωνε μονίμως ραδιενέργεια στην ατμόσφαιρα. Ο μοιραίος Νο 4 βυθιζόταν συνεχώς μέσα στο ενισχυμένο πάτωμά του και ο κίνδυνος να βουλιάξει στην πλημμυρισμένη δεξαμενή που κειτόταν κάτω του ήταν κάτι παραπάνω από ορατός. Οι τόσοι τόνοι νερού που είχαν πέσει στον αντιδραστήρα είχαν συσσωρευτεί κάτω του, πλημμυρίζοντας τα υπόγεια διαμερίσματα.
Αν συνέβαινε αυτό, υπολόγισαν τάχιστα οι σοβιετικοί επιστήμονες, τότε η έκρηξη που θα προκαλούνταν θα ισοπέδωνε μια περιοχή ακτίνας 200 τετραγωνικών χιλιομέτρων, θα κατέστρεφε το Κίεβο, θα μόλυνε τα υδροφόρα κοιτάσματα που παρείχαν πόσιμο νερό σε 30 εκατομμύρια ανθρώπους και θα έκαναν τη βόρεια Ουκρανία και τη γύρω περιοχή μη κατοικήσιμες για περισσότερο από έναν αιώνα! Η Ευρώπη δεν θα ήταν πια η ίδια…
Οι υπερήρωες με τις μολυβδένιες στολές
Η πραγματικότητα της ραδιενεργούς μόλυνσης είναι τραγικότερη απ’ όσο έχουν αφήσει να φανεί η επιστημονική φαντασία και τα κόμικς. Η ραδιενέργεια σκοτώνει επώδυνα, αόρατα και αδιακρίτως. Και μιας και η στιγμή φτιάχνει τους ήρωες, οι τρεις άντρες που έσωσαν τη Γηραιά Ήπειρο από τα χειρότερα αφουγκράστηκαν την ιστορικότητα των καιρών και σήκωσαν το γάντι της πρόκλησης.
Κι ενώ οι σοβιετικές αναφορές περιορίστηκαν σε κάποιες αποσπασματικές απώλειες, σήμερα ξέρουμε με σχετική ασφάλεια ότι όλοι σχεδόν όσοι αναμείχθηκαν ενεργά στην τιτάνια προσπάθεια περιορισμού της μόλυνσης από το Τσέρνομπιλ εμφάνισαν κάποια στιγμή καρκίνο. Στις πρώτες 24 ώρες εξάλλου μετά την έκρηξη, τουλάχιστον 50 άνθρωποι είχαν χάσει τη ζωή τους και άλλοι εκατό υπέφεραν από σοβαρά ραδιενεργά εγκαύματα. Κάποιοι υποβλήθηκαν μάλιστα σε επείγουσες επεμβάσεις και άφησαν την τελευταία τους πνοή εκεί.
Δεν είναι ότι δεν ήξερε λοιπόν τη μοίρα του το απόσπασμα αυτοκτονίας που θέλησε να βουτήξει στα ραδιενεργά νερά, κάτω ακριβώς από τον πυρακτωμένο αντιδραστήρα, για να σώσει τον κόσμο. Με όπλα τους τις στολές από μόλυβδο και τους φακούς τους, οι Ανανένκο, Βεσπάλοφ και Βαράνοφ καταβυθίστηκαν μέσα σε 20.000 τόνους κατάμαυρου νερού και βρήκαν τις βαλβίδες ασφαλείας που θα άδειαζαν τη δεξαμενή.
Όταν η στάθμη της άρχισε να πέφτει, πριν καν βγουν οι τρεις μοιραίοι άντρες από το νερό, οι υπόλοιποι που παρακολουθούσαν με κομμένη την ανάσα επιδόθηκαν σε ένα αυθόρμητο χειροκρότημα ενθουσιασμού. Χοροπηδούσαν σαν τρελοί από αγαλλίαση μέσα στα ραδιενεργά συντρίμμια, που θα διεκδικούσαν προοδευτικά και τις δικές τους ζωές, καθώς ήξεραν πως ένας ακόμα χειρότερος πυρηνικός εφιάλτης είχε αποσοβηθεί.
Η ομάδα αυτοκτονίας άρχισε βέβαια να νιώθει την επίδραση της ραδιενέργειας ήδη από τις πρώτες στιγμές που βούτηξε στο μολυσμένο νερό. Πρώτα αυτή τη χαρακτηριστική μεταλλική γεύση στο στόμα και μετά τη ναυτία, τον πυρετό, το πρήξιμο στη γλώσσα και τα μάτια. Κι αυτά ήταν μόνο τα προεόρτια, καθώς οι τρεις τους, όπως και εκατοντάδες άλλοι, σύντομα θα υπέφεραν από «πυρηνικά εγκαύματα», χάνοντας τελικά τη ζωή τους μέσα σε ανείπωτους πόνους.
Οι τρεις λεοντόκαρδοι Ρευστοποιητές πέθαναν μέσα σε δυο βδομάδες από τον άθλο τους και ενταφιάστηκαν σε φέρετρα από μόλυβδο, για να περιοριστεί η ραδιενέργεια του σώματός τους. Είχαν αποσοβήσει όμως τη θερμική έκρηξη που θα έκλεινε την Ευρώπη σε ακόμα ζοφερότερο πυρηνικό κλοιό και, όπως τους είχαν υποσχεθεί, έφυγαν από τον κόσμο ξέροντας πως οι οικογένειές τους θα εξασφαλίζονταν από το σοβιετικό Δημόσιο.
Εκείνη η καταμέτρηση ζωής υπήρξε τουλάχιστον ακριβής: ο φόρος αίματος ανήλθε στα τρία άτομα, όσο ακριβώς είχαν υπολογίσει οι γραφειοκράτες. Μόνο που δεν υπολόγισαν πως θα έφευγαν από τον κόσμο τρεις ήρωες…
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.