Στην αρχαία Ελλάδα «καλός» δεν ήταν ο ευγενικός και καλοσυνάτος αλλά ο ωραίος άντρας. Η λέξη «ωραίος» προέρχεται από την «ώρα» και την κατάληξη «ιος» και στην αρχαιότητα χαρακτήριζε αυτόν που εμφανίζεται την κατάλληλη στιγμή. Συνώνυμο του «ωραίου» είναι η λέξη «όμορφος», η οποία συνδέεται με τη «μορφή» και το επίθετο «εύμορφος». Παρόμοια σημασία έχει και η λέξη «ευείδης» που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο που έχει ωραία μορφή.
Ο Κωνσταντίνος Καβάφης έγραφε: «η τύχη… τον έδωσε μορφή εις άκρον ευείδη».
Πονηρός
Ο άνθρωπος που έχει την ικανότητα να εξαπατά και δεν ξεγελιέται εύκολα είναι πονηρός. Η λέξη προέρχεται από τον «πόνο» και αρχικά σήμαινε «κοπιώδης» και «επίπονος».
Ο άνθρωπος που έκανε χειρωνακτικές εργασίες χαρακτηριζόταν και «μοχθηρός», λέξη η οποία προερχόταν από τον «μόχθο» που ήταν η κόπωση.
Σήμερα, η λέξη έχει αλλάξει σημασία και χαρακτηρίζει τον άνθρωπο που επιδιώκει το κακό των άλλων.
Συνώνυμο του πονηρού είναι η λέξη «ερίφης», που χαρακτηρίζει εκείνον που, με υπολογισμούς,
προσπαθεί να ξεπεράσει τους υπολοίπους.
Η λέξη προέρχεται από την τουρκική γλώσσα και τη λέξη «herif» που ήταν ο άθλιος.
Άθλιος
Η λέξη «άθλιος» χρησιμοποιήθηκε από τον Ευριπίδη για να δηλώσει τον κακό και πανούργο άνθρωπο. Η αρχική σημασία της λέξης ήταν «διεκδικητής του επάθλου». Στα αρχαία ελληνικά η λέξη «αέθλιος» προερχόταν από τη λέξη «άθλος» και τον «αθλητή» και χαρακτήριζε τους αθλητές που αγωνίζονταν για τη νίκη.
Η λέξη κατέληξε να σημαίνει τον αξιολύπητο, πιθανόν από τη συμπάθεια που γεννούσε η υπερβολική προσπάθεια και η κόπωση των αθλητών, προκειμένου να κατακτήσουν το έπαθλο.
Ο Κωνσταντίνος Καβάφης έγραφε: «η τύχη… τον έδωσε μορφή εις άκρον ευείδη».
Πονηρός
Ο άνθρωπος που έχει την ικανότητα να εξαπατά και δεν ξεγελιέται εύκολα είναι πονηρός. Η λέξη προέρχεται από τον «πόνο» και αρχικά σήμαινε «κοπιώδης» και «επίπονος».
Ο άνθρωπος που έκανε χειρωνακτικές εργασίες χαρακτηριζόταν και «μοχθηρός», λέξη η οποία προερχόταν από τον «μόχθο» που ήταν η κόπωση.
Σήμερα, η λέξη έχει αλλάξει σημασία και χαρακτηρίζει τον άνθρωπο που επιδιώκει το κακό των άλλων.
Συνώνυμο του πονηρού είναι η λέξη «ερίφης», που χαρακτηρίζει εκείνον που, με υπολογισμούς,
προσπαθεί να ξεπεράσει τους υπολοίπους.
Η λέξη προέρχεται από την τουρκική γλώσσα και τη λέξη «herif» που ήταν ο άθλιος.
Άθλιος
Η λέξη «άθλιος» χρησιμοποιήθηκε από τον Ευριπίδη για να δηλώσει τον κακό και πανούργο άνθρωπο. Η αρχική σημασία της λέξης ήταν «διεκδικητής του επάθλου». Στα αρχαία ελληνικά η λέξη «αέθλιος» προερχόταν από τη λέξη «άθλος» και τον «αθλητή» και χαρακτήριζε τους αθλητές που αγωνίζονταν για τη νίκη.
Η λέξη κατέληξε να σημαίνει τον αξιολύπητο, πιθανόν από τη συμπάθεια που γεννούσε η υπερβολική προσπάθεια και η κόπωση των αθλητών, προκειμένου να κατακτήσουν το έπαθλο.
Το κείμενο βασίστηκε στο Λεξικό Νέας Ελληνικής Γλώσσας του καθηγητή γλωσσολογίας Γεωργίου Μπαμπινιώτη, mixanitouxronou.gr
Περισσότερες ιστορίες λέξεων εδώ.