| Ιερατείο | Το σύνολο των ιερέων μιας θρησκείας, ο κλήρος. |
| Καταπέλτης | Πολεμική μηχανή που εξακόντιζε πέτρες. |
| Κοράνιο | Το ιερό βιβλίο των μουσουλμάνων. |
| Λατίνοι | Λαός που εγκαταστάθηκε στην ιταλική χερσόνησο. Στα βυζαντινά χρόνια, οι πιστοί της Καθολικής εκκλησίας, που μιλούσαν λατινικά. |
| Λιποτάκτης | Ο στρατιώτης που εγκαταλείπει αδικαιολόγητα τις τάξεις του στρατού. |
| Μεταρρύθμιση | Η αλλαγή, ο μετασχηματισμός, η τροποποίηση. |
| Μικρογραφία | Η μινιατούρα, η πολύ μικρών διαστάσεων εικόνα. |
| Μισθοφόρος στρατιώτης | Ο στρατιώτης που παίρνει μισθό για τις υπηρεσίες που παρέχει σε ξένη χώρα. |
| Μονοθεϊσμός | Η πίστη στην ύπαρξη ενός μόνου θεού. |
| Μονόξυλο | Στενόμακρο πλοιάριο που κατασκευαζόταν από ένα κορμό δέντρου. |
| Νορμανδοί | Γερμανικός λαός. Κατοικούσε στις σκανδιναβικές χώρες. Η εμφάνισή τους τον 11ο αιώνα στη Μεσόγειο ήταν ένα ισχυρό πλήγμα για το Βυζάντιο. |
| Οθωμανοί Τούρκοι | Τουρκική φυλή που μετακινήθηκε από την Αν. Περσία στη Μ. Ασία. Ιδρυτής τους ήταν ο Οσμάν. |
| Οικουμενική σύνοδος | Η σύνοδος στην οποία μετέχουν όλοι οι επίσκοποι της Εκκλησίας. |
| Ούννοι | Νομαδικός λαός μογγολικής καταγωγής, που με αρχηγό τους τον Αττίλα απείλησαν το Βυζάντιο και τη Ρώμη. |
| Πανδιδακτήριο | Ανώτατη σχολή στην Κωνσταντινούπολη των βυζαντινών χρόνων. |
| Πανεπιστήμιο Μαγναύρας | Ανώτατη σχολή στην Κωνσταντινούπολη, που ιδρύθηκε από τον καίσαρα Βάρδα τον 9ο αιώνα. |
| Πάπας | Ο αρχηγός της Δυτικής εκκλησίας και επίσκοπος της Ρώμης. |
| Πάπυρος | Είδος φυτού που φυτρώνει στις όχθες του Νείλου. Η κατεργασμένη φλούδα του χρησιμοποιείται ως υλικό γραφής. |
| Πατριάρχης | Τίτλος των ανώτατων αρχιεπισκόπων της ανατολικής εκκλησίας. |
| Περγαμηνή | Μεμβράνη από κατεργασμένο δέρμα που χρησιμοποιείται για γραφή. |
| Πρεσβευτής | Ανώτατος διπλωματικός αντιπρόσωπος που αποστέλλεται από τη χώρα του σε μια ξένη χώρα. |